Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ (με τους ΑΝΕΛ) έχει προβεί σε μια σειρά «οδυνηρών» υποχωρήσεων, προτού αναγκαστεί να ακυρώσει την πληρωμή της δόσης της Παρασκευής 5 Ιούνη. Οι σχέσεις με τους δανειστές βρίσκονται σε οριακό σημείο. Η αντιπαράθεση σίγουρα δεν είναι μια «αμοιβαία επωφελής διαπραγμάτευση», αλλά ένας πόλεμος από τη μεριά των δανειστών με στόχο την υποταγή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Η απειλή είναι πάντα η ίδια: υποταγή ή έξοδος από το ευρώ. Πολύ σωστά η κυβέρνηση αρνήθηκε να πληρώσει τη δόση της Παρασκευής 5 Ιούνη στο ΔΝΤ (κάτι που έπρεπε να είχε ήδη κάνει από την πρώτη στιγμή) πράγμα που προκάλεσε ταραχή στις διεθνείς αγορές.
Η κυβέρνηση οφείλει να κρατήσει μια ανυποχώρητη στάση απέναντι στους δανειστές. Θα το κάνει; Στα λαϊκά στρώματα, για να μην αναφέρουμε τους ακτιβιστές και τη βάση του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν έντονες ανησυχίες. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση πολύ σωστά αρνήθηκε να πληρώσει τη δόση, έδωσε το πράσινο φως, κάτω από την πίεση των «Θεσμών», για να πουλάνε φάρμακα τα σούπερ μάρκετ(!) προκαλώντας την πρώτη απεργία εναντίον της, αυτή των φαρμακοποιών, την Τετάρτη 10 Ιούνη. Ενώ αφήνει ανοικτό το θέμα της αύξησης του ΦΠΑ, πράγμα που κτυπάει το βιοτικό επίπεδο των λαϊκών στρωμάτων. Μια στο καρφί και μια στο πέταλο, δηλαδή…
Eίναι δυνατός ένας «έντιμος» συμβιβασμός;
Ακόμα και αν καταφέρει να πετύχει αυτό που επιδιώκει, ένα συμβιβασμό με τους (περιβόητους…) «Θεσμούς», που να της δίνει τη δυνατότητα να διατηρήσει (για το επόμενο διάστημα) την υποστήριξη, έστω χωρίς ενθουσιασμό, των λαϊκών στρωμάτων και να αποφύγει την σύγκρουση στο εσωτερικό του κόμματος, η κυβέρνηση δεν θα καταφέρει να δώσει λύσεις στα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, για τους λόγους που αναφέρουμε στη συνέχεια!
Και το τελικό αποτέλεσμα θα είναι η απογοήτευση.
Αυτό δημιουργεί πολύ σοβαρά καθήκοντα στις δυνάμεις της επαναστατικής Αριστεράς, εντός και εκτός του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες οφείλουν να συζητήσουν και να συντονίσουν τις προσπάθειές τους – μακριά από το σεκταρισμό του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά με συνέπεια στην πάλη για την επιβολή ενός σοσιαλιστικού προγράμματος, του μόνου που μπορεί να δώσει διέξοδο από την καταστροφική κρίση στην οποία βρισκόμαστε.
Οι λόγοι που οι πολιτικές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, αργά ή γρήγορα θα οδηγήσουν σε αδιέξοδο, ακόμα και αν έχει ένα «έντιμο» (ότι και αν σημαίνει αυτό…) συμβιβασμό με τους δανειστές, είναι, βασικά, δύο.
Βαθιά κρίση του καπιταλισμού – ο ΣΥΡΙΖΑ αρνείται να το δει
Ο πρώτος είναι το γεγονός ότι η κρίση είναι διεθνής – και είναι κρίση του καπιταλιστικού συστήματος κι όχι κρίση που οφείλεται σε κάποια λάθη στις εφαρμοζόμενες πολιτικές.
Η κρίση ξεκίνησε το 2007 από τις ΗΠΑ κι ακόμη συνεχίζεται, σε διεθνές επίπεδο, με εξαιρετικά χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, μαζική ανεργία και νέες χρηματοπιστωτικές «φούσκες» που αργά ή γρήγορα θα σκάσουν. Η κρίση αυτή μετατράπηκε σε κρίση χρέους, όταν οι κυβερνήσεις διεθνώς δανείστηκαν τεράστια ποσά για να σώσουν τις καταρρέουσες τράπεζες.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν θέτει επ’ ουδενί θέμα συστήματος! Θεωρεί ότι μπορεί να βρει λύσεις μέσα στα πλαίσια του συστήματος, «εξορθολογίζοντας» το! Πρόκειται για τραγικό «λάθος»!
Κι άλλες θυσίες για χάρη του ευρώ
Κατά δεύτερο γιατί θεωρεί ότι μπορεί να δώσει λύσεις χωρίς ρήξη με την Ευρωζώνη υιοθετώντας στην ουσία τη θέση «κι άλλες θυσίες για χάρη του ευρώ» αντί της παλιάς θέσης του ΣΥΡΙΖΑ «καμιά θυσία για το ευρώ».
Σαν αποτέλεσμα εκτός από το ότι δέχεται την εφαρμογή μέτρων όπως αυτά που έχουν ήδη αναφερθεί, πιο πάνω, εγκαταλείπει πάγιες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ όπως την άρνηση των ιδιωτικοποιήσεων ενώ έχει αποδεχθεί (με τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη) ότι δεν θα κάνει καμία «μονομερή ενέργεια». Το τελευταίο σημαίνει ότι αποδέχεται να μην περάσει κανένα σοβαρό φιλολαϊκό μέτρο χωρίς την έγκριση της Τρόικα που τώρα ονομάζεται «Θεσμοί».
Το πρόγραμμα της Θεσ/νίκης γίνεται ανεφάρμοστο
Οφείλουμε να θυμόμαστε ότι όταν ο Αλέξης Τσίπρας εξάγγελλε το πρόγραμμα της Θεσ/νίκης στη ΔΕΘ το 2014, υποστήριζε πως ήταν κοστολογημένο και πως θα εφαρμοζόταν ανεξάρτητα από την πορεία των «διαπραγματεύσεων» με τους περιβόητους «εταίρους».
Σαν αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορέσει να εφαρμόσει το προεκλογικό του πρόγραμμα (το «πρόγραμμα της Θεσ/νίκης»). Πόσο μάλλον να είναι συνεπής με τις αρχές και τις αξίες της Αριστεράς περί κοινωνικού μετασχηματισμού – την αντικατάσταση δηλαδή του σημερινού βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος με μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, αδικία, πείνα και πολέμους, μια κοινωνία σοσιαλιστική, όπως διακηρύττει στα ιδρυτικά και προγραμματικά του κείμενα ο ΣΥΡΙΖΑ.
ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Τα πιο πάνω ελλείμματα ή αδιέξοδα στη πολιτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ θέτουν αυτόματα το ζήτημα του τι κάνει η υπόλοιπη Αριστερά – και συγκεκριμένα η Αριστερά που δεν συμφωνεί με τις υποχωρήσεις και τους συμβιβασμούς που κάνει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Το τραγικό στην όλη κατάσταση είναι πως το ΚΚΕ κύρια, αλλά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ (παρότι οι δυνάμεις της είναι πολύ μικρότερες) ακολουθούν εντελώς λαθεμένες πολιτικές – πολιτικές που αποξενώνουν όχι μόνο την κοινωνική βάση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και γενικά τα λαϊκά στρώματα, καθηλώνοντας τα κόμματα αυτά της Αριστεράς σε εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά.
Η στάση της υπόλοιπης Αριστεράς απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να είναι μια στάση «κριτικής υποστήριξης»: Δηλαδή υποστήριξης σε ότι θετικό κάνει (πχ επαναπροσλήψεις καθαριστριών, σχολικών φυλάκων, εκπαιδευτικών και άλλων απολυμένων, απαγόρευση της επιστράτευσης απεργών, ΚΥΑ για ανασφάλιστους, κλπ) και κριτικής σε ότι δεν κάνει ή όπου υποχωρεί (χρέος, ιδιωτικοποίηση ΟΛΠ, ιδιωτικοποίηση περιφερειακών αεροδρομίων, Σκουριές κοκ).
ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν ακολουθούν μια πολιτική που να επιδιώκει να πιέσει και να αναγκάσει τον ΣΥΡΙΖΑ (σε κοινό μέτωπο, μάλιστα, με την αριστερή βάση του ΣΥΡΙΖΑ) να μετακινηθεί σε πιο αριστερές πολιτικές, προς όφελος των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων. Αντί γι’ αυτό έχουν μια ισοπεδωτική στάση, μια στείρα και αρνητική κριτική, που έχει σαν μοναδικό αποτέλεσμα την δική τους αποξένωση από τα λαϊκά στρώματα.
Η ακροδεξιά καιροφυλακτεί – λόγω των ελλειμμάτων και λαθών της Αριστεράς
Αν το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είχαν μια πολιτική που να μπορεί να πείσει και να προσελκύσει τα λαϊκά στρώματα τότε το πρόβλημα από τις παλινωδίες ή τις υποχωρήσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν μικρό. Οι λαϊκές μάζες, την ώρα της απογοήτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορούσαν να στραφούν σ’ αυτά τα δύο κόμματα. Και τότε αυτά θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν αυτή τη μαζική, λαϊκή υποστήριξη, για να προχωρήσουν στις πραγματικά ριζικές ανατροπές που απαιτούν οι συνθήκες – και στην Ελλάδα αλλά και πανευρωπαϊκά.
Το πρόβλημα είναι ότι με την πολιτική που ακολουθούν, στο όνομα μιας δήθεν επαναστατικής «καθαρότητας», αποτυγχάνουν να δώσουν διέξοδο και προοπτική σε απογοητευμένες από τον ΣΥΡΙΖΑ μάζες.
Έτσι, μια αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να δώσει λύσεις, θα στρέψει μεγάλες μάζες προς την ακροδεξιά, αφού τα βασικά αριστερά κόμματα που μιλούν για «σοσιαλισμό και επανάσταση» συμπεριφέρονται σαν να έρχονται από άλλο πλανήτη.
Η γειωμένη επαναστατική Αριστερά – εκτός και εντός ΣΥΡΙΖΑ
Υπάρχουν όμως σημαντικές δυνάμεις εκτός ΣΥΡΙΖΑ και εντός ΣΥΡΙΖΑ που επιδιώκουν να παρεμβαίνουν μέσα στα μαζικά ρεύματα που αναπτύσσονται στην ελληνική κοινωνία και να διαμορφώσουν τις εξελίξεις – αντί να στέκονται απ’ έξω και να δίνουν «επαναστατικά» διατάγματα και τελεσίγραφα.
Που έχουν κατανόηση των ορίων της πολιτικής της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά, ταυτόχρονα, κατανοούν και ακολουθούν με συνέπεια κλασσικές «θέσεις» του μαρξισμού, όπως το «Μεταβατικό Πρόγραμμα» (ο τρόπος να εκφράζεται με απλές, πρακτικές και κατανοητές στα λαϊκά στρώματα προτάσεις το επαναστατικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα των μαρξιστών) και το «Ενιαίο Μέτωπο» (η ανάγκη της συνεργασίας των οργανώσεων του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς στα σημεία που συμφωνούν, διατηρώντας τις υπόλοιπες διαφωνίες τους).
Πρωτοβουλία 1000, R-Project και άλλοι
Κατά τη γνώμη μας τέτοιες δυνάμεις, εκτός ΣΥΡΙΖΑ, είναι αυτές που συσπειρώνονται γύρω από την Πρωτοβουλία των 1000: Ξεκίνημα, Κομμουνιστική Οργάνωση Ανασύνταξη, Κομμουνιστική Ανανέωση, Αριστερή Παρέμβαση και ανένταχτοι αγωνιστές.
Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, δυνάμεις που σκέφτονται με παρόμοιο τρόπο είναι το R-Project, η Κομμουνιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ, η Σοσιαλιστική Έκφραση, καθώς και ομάδες ή άτομα που κινούνται στο χώρο της Ίσκρα, στους 53+, στη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ κλπ.
Κατά τη γνώμη μας οι πιο πάνω δυνάμεις πρέπει να συναντηθούν, να συζητήσουν και να προσπαθήσουν να συντονίσουν το βηματισμό τους!
Κοινά δίκτυα ή συσπειρώσεις, τοπικά ή ανά χώρους
Το «να συναντηθούν και να συντονίσουν το βηματισμό τους» δεν σημαίνει να ενοποιηθούν, πολύ περισσότερο δεν σημαίνει τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού φορέα. Υπάρχουν διαφορές, και μια απ’ αυτές είναι βέβαια το γεγονός ότι οι μεν παλεύουν εκτός ΣΥΡΙΖΑ και οι δε στο εσωτερικό του. Οι διαφορές αυτές (στο που είναι δηλαδή τοποθετημένες, μέσα ή έξω από το ΣΥΡΙΖΑ, κλπ) αποτελούν επιλογές, σημαντικές και στη μία και στην άλλη περίπτωση, που πρέπει να γίνονται σεβαστές.
Μπορεί όμως να υπάρξουν κοινά «δίκτυα» ή «συσπειρώσεις» τοπικά, ανά χώρο, στα οποία να συμμετέχουν αγωνιστές που είτε είναι εντός ΣΥΡΙΖΑ, είτε εκτός, σε οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, είτε είναι ανένταχτοι αγωνιστές.
Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν σε μια σειρά περιοχές. Την τελευταία περίοδο είχαμε την εμφάνιση τέτοιων σχημάτων στα Πατήσια και το Βόλο ενώ παρόμοιες προσπάθειες κάνουν αγωνιστές και σε άλλες περιοχές.
Αυτές οι συσπειρώσεις ή συνεργασίες μπορούν να έχουν ένα διπλό καθήκον. Από τη μια και σε πρώτη φάση να ασκούν πιέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ για την εφαρμογή μιας πιο αριστερής, φιλεργατικής, φιλολαϊκής πολιτικής. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, στη βάση μαζικής απογοήτευσης από τις επιλογές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, θα είναι σε θέση να προσφέρουν μια εναλλακτική, αριστερή ριζοσπαστική, επαναστατική πολιτική πρόταση και προοπτική.
Η «κρίσιμη μάζα» υπάρχει – θα παρθούν οι απαραίτητες πρωτοβουλίες;
Στην επαναστατική πολιτική η «κρίσιμη μάζα» έχει πάντα αποφασιστικό χαρακτήρα. Δεν φτάνει να έχει κάποιος τις σωστές ιδέες και προτάσεις – χρειάζεται να έχει και την απαιτούμενη μαζικότητα.
Κατά τη δική μας άποψη οι δυνάμεις στις οποίες αναφερόμαστε πιο πάνω, έχουν και με το παραπάνω την κρίσιμη μάζα που απαιτείται για να επιφέρει νέες ανατροπές στο χώρο της Αριστεράς.
Το θέμα είναι αν είναι έτοιμες, δηλαδή διατεθειμένες, να κάνουν τα απαιτούμενα τολμηρά βήματα. Ή αν θα μείνουν προσκολλημένες στις μεταξύ τους διαφορές, δεν δουν τις ευθύνες που προκύπτουν από την κρίσιμη περίοδο που διανύουμε, δεν δουν τις δυνατότητες που ανοίγει η μεταξύ τους συνεργασία και ενότητα στη δράση, κι έτσι αφεθεί μια ιστορική ευκαιρία να πάει χαμένη.