Του Πάρη Μακρίδη
Είναι γνωστό σε όλους ότι η διαφθορά και η διαπλοκή στην Ελλάδα είναι τεράστιες. Πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες είναι στενά δεμένοι και ο ένας καλύπτει και υπερασπίζει τον άλλον. Βλέπουμε για παράδειγμα το τι συμβαίνει με τη λίστα Λανγκάρντ. Από το «δεν ξέρω που είναι» του Γ. Παπακωνσταντίνου περάσαμε στο «δε θυμάμαι που είναι» του Ευ. Βενιζέλου. Ένα τεράστιο παιχνίδι συγκάλυψης, με τις πιο πρόσφατες αποκαλύψεις να δείχνουν ότι με κάποιον τρόπο σβήστηκαν ονόματα από τη λίστα, όλως «τυχαίως» πρόσωπα συγγενικά του Γ. Παπακωνσταντίνου. Εδώ και τρία χρόνια η λίστα μπαινοβγαίνει σε συρτάρια πολιτικών και δικαστικών, χωρίς κανένας μέχρι στιγμή να έχει ελέγξει τα ποσά και τα ονόματα που περιλαμβάνονται σε αυτή. Βλέπουμε από τη μια πόσο εύκολα και άμεσα παίρνονται μέτρα ενάντια στο εισόδημα των εργαζομένων και από την άλλη πόσο «άμεσα» διερευνώνται υποθέσεις ύποπτες για φοροδιαφυγή και απόκρυψη μεγάλων εισοδημάτων.
Την ίδια στιγμή ξέρουμε ότι μεγαλοεπιχειρηματίες είναι ταυτόχρονα και μεγαλοκαναλάρχες ή μεγαλοεκδότες και με τον τρόπο αυτό επηρεάζουν συνολικά την πολιτική ζωή της χώρας. Οι καπιταλιστές ελέγχουν τα ΜΜΕ και μέσω αυτών υπερασπίζονται τα Μνημόνια και όλες τις κυβερνητικές πολιτικές που αφαιρούν εισόδημα από τους εργαζόμενους και τσακίζουν τα εργασιακά και δημοκρατικά τους δικαιώματα. Τα παπαγαλάκια τους στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο επιτίθενται με λύσσα σε απεργίες και κινήματα.
Καπιταλισμός και διαφθορά είναι συνδεδεμένα άρρηκτα. Το εργατικό κίνημα και η Αριστερά οφείλει να μάχεται ενάντια στο σύστημα που γεννά τους Παπακωνσταντίνου και τους Τσοχατζόπουλους, ενάντια στη ρίζα του προβλήματος και να μη παρασύρεται από την καθεστωτική προπαγάνδα που θέλει να μας πείσει ότι το πρόβλημα είναι μερικά πρόσωπα που «παραστράτησαν» και όχι το πλαίσιο στο οποίο δρούσαν.