Του Χρήστου Κεφαλή*
Υπεύθυνος αναρτήσεων της Ίσκρα: Ναι, 11880 εκεί; Υπεύθυνος αναρτήσεων της Ίσκρα εδώ. Μόλις ανέβασα τα κείμενα του Μπιουκάναν, του Ρόμπερτς, του Στυλιανού, του Αποστολόπουλου και του Γρίβα, που μας καλούν να στρατευτούμε με τον Τραμπ, τον Πούτιν και τη Λε Πεν. Πείτε μου σας παρακαλώ τα τηλέφωνά τους. Θέλω να τους ενημερώσω, να μπουν στη σελίδα μας στο facebook να κάνουν like, για να φανεί η αυξανόμενη απήχηση της ΛΑΕ στο λαό. Έτσι, για να πάθουν την πλάκα τους τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ…
11880: Μα τι λέτε; Αυτοί που μου αναφέρατε είναι όλοι ακροδεξιοί. Εμείς ξέραμε τη ΛΑΕ για ένα αριστερό κόμμα. Αν σας κάνουν like όλοι οι ακροδεξιοί, τι σχέση μπορεί να έχετε με το λαό; Είστε σίγουρος ότι είστε ο υπεύθυνος αναρτήσεων της Ίσκρα και όχι της Χρυσής Αυγής;
Υπεύθυνος αναρτήσεων της Ίσκρα: Τι μου λέτε! Δεν είχα ιδέα πως αυτοί όλοι είναι ακροδεξιοί!
11880: Κακώς. Έπρεπε να μας είχατε ρωτήσει πριν τους αναρτήσετε.
Δεν πήρες το 11880 να ρωτήσεις τι είναι ο Μπιουκάναν, ο Ρόμπερτς, ο Αποστολόπουλος, ο Στυλιανού, ο Γρίβας, ο Τραμπ, ο Πούτιν και η Λε Πεν; Αδικαιολόγητος!
(από τους σύγχρονους Μύθους του Αισώπου)
Σε προηγούμενο άρθρο μας είχαμε αναφερθεί στην αναπαραγωγή από την Ίσκρα, την ημι-επίσημη σελίδα της ΛΑΕ, της επίθεσης του Ινστιτούτου Ρον Πολ στη Μέριλ Στριπ[1]. Είχαμε δείξει ότι το Ινστιτούτο Ρον Πολ είναι ένα αντιδραστικό Think Tank, τοποθετούμενο ανάμεσα στον Τραμπ και το ακροδεξιό Ελευθεριακό Κόμμα των ΗΠΑ, και ότι υιοθετώντας την κριτική του στη Στριπ η Ίσκρα ταυτίστηκε με την άκρα αντίδραση.
Αν η παρανόηση της κριτικής του Ινστιτούτου Ρον Πολ στη Στριπ από την Ίσκρα ήταν μόνο θέμα άγνοιας και αποτελούσε μεμονωμένη περίπτωση, θα έλεγε κανείς μικρό το κακό. Βέβαια, και τότε θα υπήρχε ένα ζήτημα, γιατί όσοι περνούν μια τέτοια κριτική για προοδευτική φανερώνουν το λιγότερο μια πλήρη και αδικαιολόγητη άγνοια. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η συγκεκριμένη ανάρτηση είναι μόνο η κορυφή ενός παγόβουνου από κείμενα στην Ίσκρα που εξωραΐζουν ή και υποστηρίζουν την ακροδεξιά αντίδραση.
Στο παρόν κείμενο θα εστιάσουμε σε αναλύσεις συνεργατών της Ίσκρα υμνητικές για εκπροσώπους της άκρας αντίδρασης όπως οι Τραμπ, Λε Πεν, Μπιουκάναν, κ.ά., τους οποίους εμφανίζουν ως ριζοσπάστες πολέμιους του κατεστημένου. Τέτοιες θέσεις έχουν υποστηρίξει κατά κόρο τακτικοί αρθρογράφοι στο σάιτ της ΛΑΕ όπως οι Α. Αποστολόπουλος, Μ. Στυλιανού, κ.ά. Πρόκειται για κείμενα που αναρτώνται στην Ίσκρα χωρίς καμιά επιφύλαξη και συχνά εκφράζουν την κεντρική γραμμή της, η οποία είχε εκφραστεί και με την ανάρτηση ενός ευνοϊκού για τον Τραμπ σχολίου το βράδυ της εκλογής του.
Πριν προχωρήσουμε να σημειώσουμε ότι τα ακροδεξιά ατοπήματα της Ίσκρα δεν εξαντλούνται διόλου σε αυτά. Στο παρελθόν είχε δημοσιεύσει ή αναδημοσιεύσει κείμενα αντιδραστικών δημοσιολόγων όπως ο Τ. Φωτόπουλος (ανήκει στο ίδιο «ελευθεριακό ρεύμα» με το Ινστιτούτο Ρον Πολ), με χυδαίες επιθέσεις στο αντιφασιστικό κίνημα και συκοφαντίες ενάντια στις αραβικές επαναστάσεις. Ακόμη, δεν λείπουν αναλύσεις που κλείνουν ένα πονηρό μάτι σε αστέρες της εγχώριας εθνικιστικής δεξιάς, όπως ο Δ. Καζάκης, αλλά και δεκάδες ακόμη κείμενα στελεχών του ΕΠΑΜ όπως ο Κ. Κυριακόπουλος και της ΛΑΕ όπως ο Π. Μηλιαράκης, που απηχούν ένα ανάλογο ακροδεξιό-εθνικιστικό πνεύμα.
Παρμένα στο σύνολό τους τα παραπάνω συνθέτουν μια παράδοξη εικόνα. Την εικόνα ενός κόμματος που ενώ διατείνεται πως είναι αριστερό, υποστηρίζει και προβάλλει μέσω του διαδικτυακού τόπου του πρόσωπα και ρεύματα που όχι μόνο δεν έχουν καμιά σχέση με την Αριστερά, αλλά είναι οι πιο ορκισμένοι εχθροί της και οι χειρότεροι δυνάστες των λαών. Σκοπός μας στο παρόν κείμενο, μέσα από την αναφορά σε παραδείγματα ταύτισης της Ίσκρα με την άκρα αντίδραση, είναι να αναδείξουμε την ταξική ρίζα τους: την απάρνηση από τη ΛΑΕ της ταξικής οπτικής του μαρξισμού, για χάρη μιας αταξικής, μικροαστικής θεώρησης, που συγχέει την προοδευτική με την αντιδραστική αντιπαράθεση στη «Νέα Τάξη», καταλήγοντας, στο όνομα της προόδου, να προσφέρει υπηρεσία στην ακροδεξιά αντίδραση.
Όταν ο Αποστολόπουλος υμνεί στην Ίσκρα τους Τραμπ και Λε Πεν
Ο Α. Αποστολόπουλος είναι ένας δημοσιογράφος, παλιός εκφωνητής της ΕΡΤ και πολιτικός σχολιαστής. Εδώ και μια περίπου πενταετία, πολύ πριν τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, προσέγγισε την ιστοσελίδα Ίσκρα. Έκτοτε η Ίσκρα έχει δημοσιεύσει ανεπιφύλακτα ή με επουσιώδεις φραστικές «επιφυλάξεις» δεκάδες κείμενά του, απόδειξη ότι θεωρεί πως πρόκειται για έναν προοδευτικό ή έστω έγκυρο αναλυτή, του οποίου η αρθρογραφία συνεισφέρει στο φώτισμα των πολιτικών ζητημάτων.
Αυτό είναι βέβαια μια απάτη. Ο Αποστολόπουλος είναι στην πραγματικότητα ένας αντιδραστικός, διακηρυγμένα αντιμαρξιστής δημοσιολόγος. Σε όλα τα ζητήματα υποστηρίζει τις πιο ανόητες αντιδραστικές απόψεις, συχνά παραπλήσιες με εκείνες της ακροδεξιάς, ενώ βιβλία του έχουν εκδοθεί από εθνικιστικές ομάδες όπως το Ρεσάλτο[2]. Στην ίδια την αρθρογραφία του στην Ίσκρα, έχει διακηρύξει επανειλημμένα την αντίθεσή του στην ταξική οπτική του μαρξισμού, ισχυριζόμενος πως τα έθνη και όχι οι τάξεις είναι η θεμελιώδης ιστορική κατηγορία. Ακόμη υιοθετεί κάθε λογής συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις, εμφανίζοντας τις Αραβικές Επαναστάσεις ως έργο της CIA, αλλά και τα αντιδραστικά γεωπολιτικά σχήματα του Μάκιντερ, που ενέπνευσαν τους ναζί[3].
Στην πιο πρόσφατη αρθρογραφία του στην Ίσκρα, ο Αποστολόπουλος, ξεπερνώντας όλα τα προηγούμενα επιτεύγματά του, έφτασε να υποστηρίξει ανοικτά τον Τραμπ και τη Λε Πεν, εκτιμώντας την εκλογή τους ως μια θετική εξέλιξη, που θα ενισχύσει την παγκόσμια ειρήνη και προτρέποντας τους αριστερούς να συμβάλουν σε αυτή. Αυτά τα τελευταία κείμενα, που η Ίσκρα δημοσίευσε χωρίς καμιά ένσταση ή διαφοροποίηση, μας ενδιαφέρουν κυρίως εδώ.
Ο Αποστολόπουλος παρουσιάζει τον Τραμπ σαν έναν ιδιόρρυθμο λαϊκό ηγέτη, πολέμιο του κατεστημένου και εκφραστή της οπτικής των μέσων ανθρώπων, που έγινε γι’ αυτό στόχος επιθέσεων της αμερικανικής ελίτ:
«Η αρχική εικόνα του [Τραμπ], βίαιη, άξεστη, προκλητική, είναι η εικόνα των ψηφοφόρων του, άνεργοι, χαμηλής παιδείας, βίαιοι. Ο Τραμπ δυσαρέστησε τους σαλονάτους της Αριστεράς (Σώντερς, σταρ του Χόλυγουντ) και τους βολεμένους αστούς. Ο Τραμπ ήταν φτυστός ο τύπος του καφενείου που λέει “ε, ρε και να γινόμουνα πρωθυπουργός για μια μέρα”. Και έγινε. Όρμησε να τα κάνει λίμπα (θα σας δείξω εγώ κερατάδες) αλλά τα βρήκε μπαστούνια γιατί αυτοί που έχουν την πραγματική Εξουσία είναι αδυσώπητοι και πολύπειροι, είναι αυτοί που γκρέμισαν τη Σοβιετία, σιγά που θα έβαζαν την ουρά υπό τα σκέλη σε ένα άσχετο τύπο όπως ο Τραμπ. Και τον έχουνε πλακώσει κανονικά στις σφαλιάρες. Όπως και τον Τσίπρα»[4].
Αυτό είναι μια τόσο απόλυτα ψεύτικη, τόσο εξωπραγματική εικόνα του Τραμπ, που πρέπει να είναι κανείς ή εντελώς αφελής ή εντελώς υποκριτής για να τη φιλοτεχνήσει. Όλος ο κόσμος γνωρίζει ότι ο Τραμπ δεν είναι κανένας αβόλευτος καφενόβιος μικροαστός, αλλά ένας μεγαλοαστός δισεκατομμυριούχος, επίλεκτο μέλος της αμερικάνικης ελίτ. Το να εξανίστασαι από τη μια, όπως κάνει η Ίσκρα, με την «υποκρισία» της Στριπ (που επιτίθεται στον Τραμπ γι’ αυτό που είναι!) και από την άλλη να μην υποψιάζεσαι καν την υποκρισία μιας τέτοιας απεικόνισης του Τραμπ και να τη φιλοξενείς ανεπιφύλακτα, μαρτυρά μια πλήρη διανοητική νιρβάνα και τύφλωση. Είναι ένα κλασικό δείγμα της λογικής «διυλίζουμε τον κώνωπα και καταπίνουμε την κάμηλο».
Βέβαια, η εικόνα του Τραμπ που μας παρουσιάζει ο Αποστολόπουλος δεν είναι πρωτότυπη. Εντελώς συμπτωματικά είναι φτυστή η εικόνα του που καλλιεργούν τα προσκείμενα στον Τραμπ μέσα όπως το Breitbart, το ακροδεξιό, ρατσιστικών αποχρώσεων σάιτ που αποτέλεσε στις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ το κύριο στήριγμα του Τραμπ. Όλοι αυτοί απεικονίζουν τον Τραμπ σαν τον αυθεντικό εκφραστή της «σιωπηλής πλειοψηφίας» και μέμφονται σε όλους τους τόνους το «κατεστημένο» που τον υπονομεύει και δεν τον αφήνει να εκπληρώσει τις σωτήριες επαγγελίες του.
Για να αρκεστούμε σε ένα μόνο παράδειγμα, σε ένα κείμενο του Breitbart με αφορμή τη συμπλήρωση των 100 ημερών από την από μέρους του ανάληψη της προεδρίας, υποστηριζόταν ότι ο Τραμπ έχει βρεθεί στο στόχαστρο μιας «καμπάνιας συσκότισης… από τα μέσα ενημέρωσης του κατεστημένου και μια συμμαχία εξωτερικών προπαγανδιστών, που επιχειρούν να… απονομιμοποιήσουν την ήδη ιστορική προεδρία του». Εκτός από τους σταρ του Χόλιγουντ, οι «υπονομευτές», σύμφωνα με το Breitbart, περιλαμβάνουν «επαγγελματίες αριστερούς ακτιβιστές με δεσμούς με ομάδες που χρηματοδοτούνται από τον Τζορτζ Σόρος». Το συμπέρασμα όλης αυτής της βαθιάς ανάλυσης είναι ότι η πορεία των εκατοντάδων χιλιάδων την επομένη της ορκωμοσίας του Τραμπ ήταν έργο πρακτόρων του Σόρος: «Η εγκατάσταση του Τραμπ ακολουθήθηκε 24 ώρες μετά από μια λεγόμενη Πορεία Γυναικών που επεδίωκε να κηλιδώσει τον μόλις εγκατεστημένο πρόεδρο. Αυτή η ομάδα διαμαρτυρίας ήταν μια συμμαχία η οποία αναφέρεται πως αποτελούνταν από πάνω από 50 “συμμέτοχους” με δεσμούς με τον Σόρος»[5].
Είναι αδύνατο να μη δει κανείς ότι αυτές οι προσποιητές «επιθέσεις» των Μέσων του Τραμπ στο κατεστημένο και τον Σόρος, στρέφονται ενάντια στα μαζικά κινήματα, στα οποία αναγνωρίζουν την πραγματική απειλή. Το ίδιο αληθεύει για τα φληναφήματα του Αποστολόπουλου.
Ο Αποστολόπουλος δεν περιορίζεται στο να εξωραΐζει τον Τραμπ. Σε άλλα πρόσφατα άρθρα του, δημοσιευμένα επίσης στην Ίσκρα, έχει υποστηρίξει ρητά τη Λε Πεν απέναντι στον Μακρόν, μεμφόμενος τον Μελανσόν γιατί τελικά κάλεσε τους ψηφοφόρους του να μην ψηφίσουν Λε Πεν, με αποτέλεσμα να «μαραζώσει»[6].
Αναφερόμενος στις «προσπάθειες απομάκρυνσης» του Τραμπ, που μέχρι τώρα δεν έχουν εκδηλωθεί ανοικτά και είναι απίθανο να ευοδωθούν όσο οι Ρεπουμπλικάνοι είναι πλειοψηφία στη Γερουσία, σε ένα άρθρο του πριν τις γαλλικές εκλογές, ο Αποστολόπουλος τις σύγκρινε με το παλατιανό πραξικόπημα του 1965, εκθειάζοντας τον Τραμπ σαν «λαοπρόβλητο ηγέτη». Προέτρεπε μάλιστα ανοικτά σε ψήφο υπέρ της Λε Πεν, εμφανίζοντας την εκλογή της σαν κέρδος για την παγκόσμια ειρήνη:
«Οι εκλογές στις ΗΠΑ έγιναν αλλά δεν ολοκληρώθηκαν. Ξεκίνησε και εξελίσσεται παλατιανό πραξικόπημα, κάτι σαν το δικό μας 1965, την ανατροπή της λαοπρόβλητης κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου από τον Βασιλιά και τέλος τη Χούντα… Στη Γαλλία, οι πολιτικές δυνάμεις που κινούνται εντός του Συστήματος, δεξιά του ή αριστερά του, και υπάρχουν επειδή αυτό υπάρχει, φοβούνται ότι η Λεπέν θα αποπειραθεί να κάνει ότι διακηρύσσει ο Τραμπ και τότε δεν θα χάσουν απλώς την Εξουσία τους αλλά και το λόγο της ύπαρξής τους. Η αντίδραση στην Παγκοσμιοποίηση και στην κυριαρχία των ελίτ που την κινούν παίρνει ποικίλες μορφές. Αλλού ο Πέπε Γκρίλο με τους πέντε αστέρες αλλού η Λεπέν με τις γκωλικές προτάσεις της, αλλού το ΒΡΕΧΙΤ, όλες δυνάμεις στα δεξιά του φάσματος. Στα αριστερά, από τον Σώντερς και τους Ποδέμος ως τον ΣΥΡΙΖΑ είτε συμβιβάστηκαν είτε πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες, η τέχνη της εξαπάτησης… Η εκλογή Λεπέν θα είναι έκπληξη. Αν συμβεί θα αλλάξει την ισορροπία Γερμανίας-Γαλλίας και την ίδια την ΕΕ ενώ η πολιτική Τραμπ συνεννόησης με τη Μόσχα θα στηριχτεί και στο Παρίσι. Θα ψαλιδιστούν οι (αντιρωσικές) δυνάμεις στη Γερμανία για απόλυτη κυριαρχία στην Ευρώπη. Η ειρήνη στη Συρία θα κερδίσει έδαφος… Όποιος τώρα νομίζει ότι αυτό είναι λίγο έχει ακόμα λίγο χρόνο να το ξανασκεφτεί»[7].
Οι αναφορές του Αποστολόπουλου στην Αριστερά παρουσιάζουν ενδιαφέρον και χρειάζεται να διευκρινιστούν. Ο Αποστολόπουλος δεν λέει ότι χρεοκόπησε η ρεφορμιστική Αριστερά, η αριστερά τύπου ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η Αριστερά που εξακολουθεί να επιμένει στην ανατροπή του συστήματος και γενικά κάθε Αριστερά. Διατυπώνει αυτή τη θέση με σαφήνεια σε πολλά κείμενά του. Γράφει για παράδειγμα: «Ο φυσικός αντίπαλος αυτού του Συστήματος, η ιστορική Αριστερά, ηττήθηκε ολοκληρωτικά και αμετάκλητα, δεν υπάρχουν κληρονόμοι. Έχει σπάσει η ιστορική συνέχεια»[8].
Μπαίνει το ερώτημα: Τι ρόλο παίζει ένας δημοσιολόγος που παρουσιάζει όλη την Αριστερά σαν πεθαμένη, τον Τραμπ σαν αγωνιστή εναντίον του συστήματος και τη Λεπέν σαν υπέρμαχο της ειρήνης, καλώντας μάλιστα σε υπερψήφισή της στις εκλογές; Και τι ρόλο παίζει ένα σάιτ που, ενώ δηλώνει αριστερό, δημοσιεύει αδιαμαρτύρητα αυτές τις μπαρούφες και από την άλλη κατηγορεί τη Στριπ σαν «υποκρίτρια» επειδή κάνει έκκληση να αγωνιστούμε ενάντια στον Τραμπ;
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα –το δεύτερο το αφήνουμε στον αναγνώστη– είναι προφανής. Άνθρωποι όπως ο Αποστολόπουλος είναι στην ουσία ακροδεξιοί, υπηρέτες της άκρας αντίδρασης που συκοφαντούν την Αριστερά, αγωνιζόμενοι με όλες τις δυνάμεις τους για να πνίξουν το επαναστατικό κίνημα, να βοηθήσουν την αντίδραση να οργανωθεί και να επιβάλει δικτατορικές εκτροπές προτού συγκροτηθεί το επαναστατικό υποκείμενο της εποχής μας. Το ότι δημοσιολόγοι όπως ο Αποστολόπουλος, ο Φωτόπουλος, κ.ά., αυτοπροβάλλονται ως «αριστεροί» ή έστω «προοδευτικοί» είναι μόνο μια υποκριτική τακτική, που συνδέεται με την αδυναμία τους σε χώρες όπως η Ελλάδα. Το «ελευθεριακό» και τραμπικό ρεύμα στις ΗΠΑ, που ακολουθούν οι εκεί ομογάλακτοί τους, έχει την υποστήριξη του πανίσχυρου αμερικάνικου κατεστημένου και αντλεί από τις παραδόσεις της Κου-Κλουξ-Κλαν, του μακαρθισμού και τη σύγχρονη ισχύ της νεοφιλελεύθερης και σκοταδιστικής αντίδρασης. Στην Ελλάδα, αντίθετα, δεν έχουν στη διάθεσή τους μια αντίστοιχη βάση, και έτσι πρέπει, περισσότερο από τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους ομολόγους τους, να παρουσιάζονται σαν «αντισυστημικοί», κοκ, ενώ δεν είναι παρά νοσηρά προϊόντα του ίδιου του συστήματος.
Και ο Στυλιανού λανσάρει τους «Νέστορες» Μπιουκάναν και Ρόμπερτς
Ο Μιχαήλ Στυλιανού, ένας πρώην γενικός διευθυντής του ΑΠΕ, είναι ένας άλλος αρθρογράφος της Ίσκρα που λανσάρει ακροδεξιά φύκια για προοδευτικές και ριζοσπαστικές κορδέλες. Στην περίπτωση αυτή έχουμε να κάνουμε με έναν ακόμη πιο αντιδραστικό σχολιαστή από τον Αποστολόπουλο, με ευρύτατες και ανοικτά ομολογημένες συμπάθειες σε Αμερικανούς υμνητές του Τραμπ και της Λε Πεν. Μεταφράζει πλήθος άρθρα αυτών των ανυπόληπτων δημοσιολόγων, τύπου Μπιουκάναν, Ρόμπερτς, Γιατρά, κ.ά., τα οποία αναρτώνται τακτικά σε ακροδεξιούς ιστότοπους. Χαρακτηριστικά, εκτός από την Ίσκρα, άρθρα και μεταφράσεις του καταχωρούνται στο ακραία συντηρητικό ithesis.gr και το επιθετικά εθνικιστικό, συνωμοσιολογικό και χριστιανορθόδοξο hellasforce.com.
Στην Ίσκρα έχουν δημοσιευθεί ως τώρα (13/12/2017) δώδεκα κείμενά του και μεταφράσεις άρθρων, σχεδόν όλα βασιζόμενα σε αντιδραστικές πηγές και προβάλλοντας εξαιρετικά αντιδραστικές θέσεις. Ο κοινός ιδεολογικός τους πυρήνας είναι οι γεωπολιτικές ασυναρτησίες, στο ίδιο στιλ του Αποστολόπουλου, με τις οποίες προσπαθεί και αυτός να πείσει ότι οι Τραμπ, Πούτιν, Λε Πεν και άλλοι εκπρόσωποι της επιθετικής αντίδρασης είναι καλύτεροι από τους τωρινούς κρατούντες και πρέπει να προτιμηθούν.
Από τις αναρτήσεις της Ίσκρα, θα ασχοληθούμε εδώ αναλυτικά με μια, αναφερόμενη στην πολιτική του Τραμπ απέναντι στη Ρωσία. Ο Στυλιανού μεταφράζει δυο κείμενα των Πάτρικ Μπιουκάναν και Πολ Κρεγκ Ρόμπερτς, τους οποίους παρουσιάζει ως δυο κορυφαίους φιλειρηνικούς αναλυτές. Τους αποκαλεί μάλιστα «Νέστορες», που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τον «παροξυσμό αντιρωσικής υστερίας και το φιλοπολεμικό πνεύμα που κυριαρχεί στην Ουάσιγκτων»[9].
Στην πραγματικότητα, και οι δυο αυτοί αναλυτές είναι ακραίοι αντιδραστικοί που ανήκουν στο φάσμα των δυνάμεων που έφεραν στην εξουσία τον Τραμπ. Μια ματιά στο βιογραφικό τους και τις γενικότερες θέσεις τους θα το δείξει αυτό.
Ο Μπιουκάναν είναι ένας δεξιός Ρεπουμπλικάνος, σύμβουλος των κυβερνήσεων Ρίγκαν και Φορντ, που ο ίδιος αποκαλεί τον εαυτό του «παραδοσιακό συντηρητικό». Οι θέσεις του για τα κοινωνικά ζητήματα, φυλετική ανισότητα, περιβάλλον, δημοκρατικά δικαιώματα, δεν είναι απλά συντηρητικές αλλά ισχυρά αντιδραστικές, έστω και αν προσφέρονται με ένα υποκριτικό δημοκρατικό περιτύλιγμα.
Ο Μπιουκάναν έχει υποστηρίξει, π.χ., την «ισότητα απέναντι στον νόμο», αλλά διευκρινίζοντας ότι πρέπει να καταπολεμηθούν οι διακρίσεις σε… βάρος των λευκών. Καταπολεμά συστηματικά ενώσεις για την προώθηση των δικαιωμάτων των μαύρων και των άλλων έγχρωμων στις ΗΠΑ, ενώ διακηρύσσει αδιάλειπτα την επιμονή του στις αρχές της φυλής, του έθνους και της θρησκευτικής πίστης. Όσον αφορά τα κινήματα για τα κοινωνικά δικαιώματα, τα καταδικάζει για τον «αριστερό προσανατολισμό» τους[10].
Ο Μπιουκάναν είναι επίσης τακτικός αρθρογράφος στο VDARE, ένα ακροδεξιό σάιτ που αντιτίθεται στους μετανάστες και υποστηρίζει τη «φυλετική υπεροχή» των λευκών, ενώ εμφανίζεται συχνά και στο The Political Cesspool, μια ραδιοφωνική εκπομπή ανάλογου προσανατολισμού. Έχει προτείνει να χτιστεί ένας διπλός φράκτης ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Μεξικό μήκους 3200 χιλιομέτρων, να καταργηθούν νομοθετικά όλα τα ευεργετήματα και η πρόνοια για μη νόμιμους μετανάστες και να υιοθετηθεί ένα πρόγραμμα απέλασης μεταναστών. Υποστηρίζει αυτές τις θέσεις του με ρατσιστικές διακηρύξεις, σύμφωνα με τις οποίες «στην ικανότητα αφομοίωσης σε ένα έθνος όπως οι ΗΠΑ, όλες οι εθνικότητες, οι θρησκευτικές πίστεις και οι κουλτούρες δεν είναι ίσες»[11].
Αναφορικά με το περιβάλλον, ο Μπιουκάναν έχει αντιταχθεί σε ρυθμίσεις προστασίας των βιότοπων με το επιχείρημα ότι παραβιάζουν τα δικαιώματα των ιδιοκτητών τους. Η προστασία του περιβάλλοντος, θεωρεί, θα έπρεπε να αφήνεται σε αυτούς που ζουν εκεί· με άλλα λόγια, να μην επιβάλλεται καμιά ρύθμιση ή έλεγχος σε μια ρυπογόνα εταιρεία, αλλά να ανατίθεται σε αυτή η προστασία της περιοχής που μολύνει.
Εχθρός της επιστήμης και σκοταδιστής, ο Μπιουκάναν απορρίπτει το δαρβινισμό, τον οποίο θεωρεί «καταστροφική θεωρία», υποστηρίζοντας τη θεολογική υπόθεση του «ευφυούς σχεδιασμού». Ακόμη, έχει αντιταχθεί στην κατάργηση της προσευχής στα σχολεία, εκτιμώντας ότι «αιώνιες αλήθειες που δεν αλλάζουν από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη έχουν εκδιωχθεί από τα σχολεία μας»[12]. Είναι μέλος στο κίνημα του Ρωμαϊκού Καθολικισμού, ένα υπερσυντηρητικό ρεύμα Καθολικών που πιστεύει ότι πρέπει να αποκατασταθούν τα έθιμα, οι παραδόσεις και τα τελετουργικά της Καθολικής Εκκλησίας όπως ήταν πριν τις μεταρρυθμίσεις του Β΄ Συμβουλίου του Βατικανού στα 1962-65.
Ο Μπιουκάναν αντιτάσσεται αποφασιστικά στο δικαίωμα της έκτρωσης, αλλά και στα κινήματα για τα δικαιώματα των γκέι, των γυναικών, κ.ά., τα οποία θεωρεί υπεύθυνα για τον παραμερισμό των χριστιανικών αξιών και την παρακμή των ΗΠΑ. Θεωρεί την ευθανασία «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Παράλληλα, έχει εκφράσει αντισημιτικές θέσεις αμφισβητώντας το Ολοκαύτωμα, ενώ έχει προβεί και σε φιλοναζιστικές διακηρύξεις. Έτσι, χαρακτήρισε τον Ρούσβελτ ένα «μοχθηρό όργανο του Στάλιν», αποδίδοντάς του την ευθύνη για τον πόλεμο με την Ιαπωνία, ενώ πήρε θέση υπέρ της φιλοναζιστικής μερίδας της αμερικάνικης αστικής τάξης, που ήθελε να μείνουν οι ΗΠΑ έξω από τον πόλεμο, αλλά και υπέρ του τερματισμού των διώξεων ενάντια σε ναζί εγκληματίες πολέμου[13].
Στις προεδρικές εκλογές του 2016, ο Μπιουκάναν υποστήριξε τον Τραμπ, τον οποίο υπερασπίζει διακαώς στα άρθρα του. Ακριβώς όπως οι Αποστολόπουλοι, παρουσιάζει τον Τραμπ σαν έναν «επαναστάτη», που βάλλεται πανταχόθεν από το κατεστημένο: «Το μίσος αυτής της πόλης εναντίον του Προέδρου Τραμπ και η φανατική απόφασή της να τον ανατρέψει ατιμασμένο, όλα αυτά προηγούνται της προεδρίας του. Επειδή ο Τραμπ κατέβηκε το 2016 όχι απλά ως εναλλακτική ρεπουμπλικανική υποψηφιότητα. Παρουσίασε την υποψηφιότητά του ως απόρριψη, αποκήρυξη των αποτυχημένων ελίτ, της πολιτικής και των ΜΜΕ, και των δύο κομμάτων. Οι Αμερικανοί ψήφισαν το 2016 όχι απλώς για μιαν αλλαγή ηγεσίας, αλλά για μιαν επανάσταση για ανατροπή ενός καθεστώτος εξουσίας»[14].
Βέβαια, για να πάρει κανείς στα σοβαρά τέτοιου είδους «επαναστατικές» διακηρύξεις, πρέπει να είναι ή αντιδραστικός που παριστάνει τον προοδευτικό, στο στιλ των Αποστολόπουλων και του ίδιου του Μπιουκάναν, ή εντελώς αφελής, που αγνοεί πλήρως τις πολιτικές και κοινωνικές θέσεις του Μπιουκάναν.
Η μόνη ψευτο-προοδευτική θέση του Μπιουκάναν, όπως και στην περίπτωση του Ρον Πολ και άλλων παρόμοιων αντιδραστικών, είναι η φραστική αντίθεση στην παγκοσμιοποίηση, η καταδίκη των πολεμικών εγχειρημάτων της φιλελεύθερης ελίτ υπό τον Ομπάμα, κοκ. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για μια υποκριτική κριτική, παρόμοια με εκείνη που ασκούν στη Νέα Τάξη οι νεοναζί, με την οποία διαφέρει μόνο στο φραστικό περιτύλιγμα.
Ο Ρόμπερτς, από τη μεριά του, είναι ένας συνωμοσιολόγος αναλυτής, που καταγγέλλει σε όλους τους τόνους τα εγκλήματα, τις επεμβάσεις, τις συνωμοσίες και την παραπλανητική προπαγάνδα του αμερικάνικου κατεστημένου. Γράφει για παράδειγμα ότι «η απάτη του “πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία” έχει μετατρέψει την Αμερική σε ένα κράτος Γκεστάπο»[15]. Αυτού του είδους οι αποστροφές παρασύρουν ένα ορισμένο κοινό –μεταξύ αυτών και τη σύνταξη της Ίσκρα– που τις εκλαμβάνει ως αριστερές ή έστω ριζοσπαστικές κριτικές. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Ρόμπερτς είναι ένας ομολογημένα «φιλελεύθερος συντηρητικός»[16], και εξάγει από τις κριτικές του αποκλειστικά αντιδραστικά συμπεράσματα, προς όφελος του Τραμπ και του λεπενισμού.
Η μεθοδολογία του Ρόμπερτς περιλαμβάνει τα εξής βήματα:
- Καταγγελία των ανά τον κόσμο επεμβάσεων, εγκλημάτων κ.ά. των ΗΠΑ, που όμως αποκόβονται από το καπιταλιστικό υπόβαθρό τους και αποδίδονται αποκλειστικά στις φιλελεύθερες ελίτ και τους εκπροσώπους τους τύπου Κλίντον και Ομπάμα.
- Απόρριψη του διαφωτισμού και των άλλων προοδευτικών αστικών ρευμάτων της αμερικάνικης ιστορίας. Απόρριψη του αντιφασισμού. Δικαίωση των αντιδραστικών σε όλη την ιστορική διαδρομή των ΗΠΑ, είτε πρόκειται για τους δουλοκτήτες στον αμερικάνικο εμφύλιο, είτε για τους οπαδούς της προσέγγισης με τον Χίτλερ στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κοκ.
- Ο εξαγνισμός σε αυτή τη βάση των σύγχρονων αντιδραστικών τύπου Λε Πεν και η εμφάνισή τους ως πραγματικών πατριωτών που καμιά σχέση δεν έχουν με τις ωμότητες του φασισμού, την ακροδεξιά, κ.λπ.
Για του λόγου το αληθές, ας ρίξουμε μια ματιά σε 1-2 άρθρα του Ρόμπερτς.
Σε ένα κείμενό του αναρτημένο στο σάιτ του ήδη γνωστού μας υπεραντιδραστικού συνεργάτη του Ρον Πολ, Λιου Ρόκγουελ, με θέμα τον αμερικάνικο εμφύλιο, διαβάζουμε:
«Σήμερα οι αδαείς ηλίθιοι, που έχουν υποστεί ολοκληρωτική πλύση εγκεφάλου από τις Πολιτικές Ταυτότητας, απαιτούν την απομάκρυνση των μνημείων για τον Ρόμπερτ Έ. Λι, έναν υποτιθέμενο ρατσιστή για τον οποίο εκφράζουν βίαιο μίσος».
Ο ίδιος εμφανίζει παραπέρα τον αγώνα του Νότου σαν να μην είχε καμιά σχέση με τη διατήρηση της δουλείας και να υποκινούνταν από το ευγενές ιδανικό της ανεξαρτησίας από τις επιβουλές και τις παραβιάσεις των Βόρειων: «Το ντοκουμέντο απόσχισης [της Νότιας Καρολίνας από τις ΗΠΑ] διαβάζεται σαν μια υπεράσπιση των εξουσιών των πολιτειών και όχι σαν μια υπεράσπιση της δουλείας». Ο πόλεμος ήταν στην πραγματικότητα ένας «Πόλεμος της Βόρειας Επιθετικότητας»[17].
Αυτό είναι η αφήγηση της ιστορίας του αμερικάνικου εμφυλίου που πρεσβεύουν στις ΗΠΑ όλοι οι ακραίοι αντιδραστικοί που προσπαθούν να δικαιώσουν τη δουλεία και τις φυλετικές διακρίσεις. Ότι ο Λι, ο επικεφαλής του στρατού των Νότιων, ήταν ρατσιστής είναι απολύτως τεκμηριωμένο. Ο Λι είχε αντιταχθεί δημόσια στη φυλετική ισότητα και στο δικαίωμα ψήφου των μαύρων, ενώ θεωρούσε την κατάσταση της δουλείας τους ως μέριμνα της Θείας Πρόνοιας, που έπρεπε να διατηρηθεί επί μακρόν καθώς βοηθούσε στον εκπολιτισμό τους[18]. Η προσπάθεια να εξαγνιστεί ο Λι και να μετατραπεί σε εθνικό ήρωα ήταν μέρος των αντιδραστικών προσπαθειών από τα τέλη του 19ου αιώνα να επιβεβαιωθούν εκ νέου η υπεροχή των λευκών στις ΗΠΑ και οι φυλετικές διακρίσεις στο Νότο.
«Κοιτάξτε», γράφει παραπέρα στο ίδιο άρθρο ο Ρόμπερτς, «τον πόνο και το μαρτύριο στα οποία υποβάλλουν τον ιστορικό Ντέιβιντ Ίρβινγκ γιατί τεκμηρίωσε την αλήθεια για τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι σύμμαχοι ενάντια στους Γερμανούς [στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι έχει δίκιο, αλλά η αλήθεια είναι μη αποδεκτή»[19].
Ο Ίρβινγκ είναι στην πραγματικότητα ένας φιλοναζί ιστορικός, αρνητής του Ολοκαυτώματος και συγγραφέας βιβλίων όπως το Γκέμπελς. Η μεγαλοφυΐα του Γ΄ Ράιχ, που λανσάρονται σε φιλοναζιστικά σάιτ, όπως το aryanism.net, ένα σάιτ που έχει στην προμετωπίδα του αποφθέγματα του Χίτλερ[20]. Άρθρα του φιλοξενούνται ακόμη τακτικά στο Journal of Historical Review, ένα αντισημιτικό, ρατσιστικό και φιλοναζιστικό αμερικάνικο σάιτ, όπου αρθρογραφούν κάθε λογής νεοναζί, μεταξύ αυτών και οι συνεργάτες του Μούχιν Γκραφ και Ματόνιο, στον οποίο Μούχιν βασίζεται η αρθρογραφία του Ριζοσπάστη για το θέμα του Κατίν[21]. Υπό αυτές τις ιδιότητές του ο Ίρβινγκ έχει συγγράψει πλήθος άρθρα και βιβλία αμφισβήτησης του Ολοκαυτώματος, που έχουν ξεσκεπαστεί σαν καταφάνερες απάτες. Οι «μελέτες» του αυτές, στις οποίες υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι ο Χίτλερ δεν ήξερε για το Ολοκαύτωμα και αν ήξερε είχε αντιταχθεί σε αυτό, βασίζονται σε πλαστά και ανυπόληπτα ντοκουμέντα, όπως η λεγόμενη Έκθεση Λόιχτερ, που ισχυρίζεται ότι η εξόντωση των Εβραίων στους θαλάμους αερίων του Άουσβιτς ήταν τεχνικά αδύνατη. Το 2000 ο Ίρβινγκ καταδικάστηκε από ένα αγγλικό δικαστήριο σαν νοσταλγός των ναζί, αντισημίτης και συνεργάτης των νεοναζιστικών ομάδων, ενώ αργότερα καταδικάστηκε σε 3 χρόνια φυλακή από αυστριακό δικαστήριο για τους ίδιους λόγους[22].
Η καταγγελία των «εγκλημάτων των συμμάχων» στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι μέρος της φιλο-ναζιστικής αναθεώρησης της ιστορίας από τον Ίρβινγκ, μια προσπάθεια να αποδείξει ότι δεν ήταν οι ναζί, αλλά οι αντιφασίστες που προέβησαν σε εγκλήματα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο Τσόρτσιλ και οι άλλοι Δυτικοί (όπως άλλωστε και ο Στάλιν) ήταν αθώες περιστερές, είναι σαφές ότι ο πόλεμος ενάντια στο φασισμό είχε ένα προοδευτικό περιεχόμενο και οι προσπάθειες να εμφανιστούν οι σύμμαχοι ως σφαγείς και να ξεπλυθούν τα μαζικά εγκλήματα των ναζί έχουν αντιδραστικό χαρακτήρα. Ακόμη και εδώ έχει δειχτεί ότι οι μελέτες του Ίρβινγκ βασίζονται σε πλαστογραφημένα ντοκουμέντα, όπως π.χ. το βιβλίο του για το βομβαρδισμό της Δρέσδης, όπου ανεβάζει τα θύματα σε 100.000 ενώ ήταν περί τις 20.000.
Φυσικά, ο Ίρβινγκ, εκτός από αστέρι όλων των νεοφασιστών του εξωτερικού, είναι και ο αγαπημένος των εγχώριων νεοναζί της Χρυσής Αυγής, που δεν χάνουν ευκαιρία να επικαλούνται τις «έρευνές» του για να καταρρίπτουν το «μύθο του Ολοκαυτώματος». Το 2013 ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής Μ. Αρβανίτης είχε χαρακτηρίσει το Ολοκαύτωμα ως «απλή καύση πτωμάτων που έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας ασθενειών». Ως απόδειξη είχε επικαλεστεί –τι άλλο;– τα γραπτά του Ντέιβιντ Ίρβινγκ. Βέβαια, η σύνδεση του Ίρβινγκ με το νεοφασισμό είναι τόσο πασίγνωστη, που και στο καθαρά ειδησεογραφικό σάιτ όπου παρατίθεται η είδηση αναφέρονται σε αυτόν ως τον «γνωστό ρατσιστή, αντισημίτη, απολογητή του Χίτλερ συγγραφέα, Ντέιβιντ Ίρβινγκ»[23]. Σε μια άλλη περίσταση, το 2009, η Τ.Ο. Πειραιά της Χρυσής Αυγής είχε οργανώσει εκδήλωση για τον Ίρβινγκ με θέμα «David Irving, ο αναθεωρητής ιστορικός», στην οποία είχε εξαρθεί η συμβολή του στη διάψευση του Ολοκαυτώματος. Είναι χαρακτηριστική της τσαρλατανιάς του Ίρβινγκ η δήλωσή του, σε ομιλία του στη Βιέννη το 1989, που παρέθεταν σε σχετική ανάρτηση: «Εβδομήντα τέσσερις χιλιάδες εβραίοι πέθαναν από φυσικά αίτια στα στρατόπεδα εργασίας. Οι υπόλοιποι κρύφτηκαν σε στρατόπεδα υποδοχής και αργότερα μεταφέρθηκαν στην Παλαιστίνη όπου ζουν σήμερα με νέες ταυτότητες»[24]. Παρόμοιες διαλέξεις γίνονται τακτικά σε οργανώσεις της Χρυσής Αυγής. Μάλιστα, το 2003 ο Ίρβινγκ είχε επισκεφθεί την Ελλάδα και είχε συναντήσεις με στελέχη της Χρυσής Αυγής, υπογράφοντας αντίτυπα των βιβλίων του για τον τότε υπαρχηγό της Δ. Ζαφειρόπουλο[25].
Αυτό που πραγματικά κάνει, λοιπόν, η Ίσκρα αναρτώντας τα κείμενα του Ρόμπερτς είναι να λανσάρει, αγόμενη και φερόμενη από τους κάθε λογής αντιδραστικούς, με το ενδιάμεσο των πιο «ντροπαλών» και ευέλικτων ομοϊδεατών του Ίρβινγκ, ακροδεξιές ιδέες και απόψεις στο ελληνικό αριστερό κοινό.
Η κατακλείδα και το πρακτικό αντίκρισμα όλης αυτής της αναθεώρησης της ιστορίας από τον Ρόμπερτς και τους ομοίους του είναι η υποστήριξη του λεπενισμού, η εμφάνισή του ως ενός πατριωτικού ρεύματος, που θα ήταν εντελώς άδικο να το υποψιαστεί κανείς για φασιστικές τάσεις. «Το γαλλικό εκλογικό σώμα», γράφει ο Ρόμπερτς σε ένα άρθρο του για τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, «ανέμελο και έχοντας υποστεί πλύση εγκεφάλου, ψήφισε να καταργηθεί το γαλλικό έθνος. Σε πέντε χρόνια, η Γαλλία θα υπάρχει μόνο σαν μια γεωγραφική τοποθεσία, μια επαρχία στην “Ευρώπη”, που θα είναι και η ίδια μια επαρχία του παγκόσμιου καπιταλισμού. Οι Γάλλοι είχαν την τελευταία ευκαιρία να σώσουν το έθνος τους, αλλά δεν μπόρεσαν να το κάνουν επειδή οι Γάλλοι έχουν πειστεί ότι το να είσαι Γάλλος σημαίνει να είσαι φασίστας και ρατσιστής. Έτσι το γαλλικό εκλογικό σώμα οδήγησε στην ήττα τη Μαρίν Λε Πεν, την ηγέτιδα του μόνου πολιτικού κόμματος που υποστηρίζει τη Γαλλία»[26].
Είναι προφανές πως αυτό που μετρά και έχει αποφασιστική σημασία στις θέσεις του Ρόμπερτς, όπως και των Μπιουκάναν, Στυλιανού, Αποστολόπουλου, κοκ, είναι η υπεράσπιση της άκρας αντίδρασης, ο εξωραϊσμός του ναζισμού και των σύγχρονων συνεχιστών του, κοκ. Το να πάρει κανείς τοις μετρητοίς το απατηλό «αντινεοταξίτικο» περιτύλιγμα με το οποίο σερβίρονται, τις διακηρύξεις τους περί «δημοκρατίας» (με τις οποίες εννοούν το δικαίωμά τους να παραχαράσσουν την ιστορία χωρίς να ξεσκεπάζονται σαν αντιδραστικοί), κοκ, όπως κάνουν οι υπεύθυνοι της Ίσκρα, είναι δείγμα ολοκληρωτικής αφέλειας ή τύφλωσης. Αν αυτό γίνει δεκτό, θα πρέπει σε λίγο να αρχίσουν να αναρτούν στην Ίσκρα και τις «αντινεοταξίτικες αναλύσεις» του Κασιδιάρη και του Μιχαλολιάκου, διανθίζοντας μάλιστα με επαινετικούς προλόγους, του στιλ: «Όπως μας εξηγούν στα τελευταία άρθρα τους ο Νέστορας Κασιδιάρης και ο Αίαντας Μιχαλολιάκος, η Νέα Τάξη είναι ένα πολύ κακό πράγμα, και γι’ αυτό όλοι οι εθνικώς σκεπτόμενοι Έλληνες πρέπει να στρατευτούν με τη Χρυσή Αυγή».
Μερικά ακόμη ακροδεξιά μαργαριτάρια από το περιβόλι της Ίσκρα
Τα παραπάνω δεν εξαντλούν στο ελάχιστο τις ακροδεξιές απόψεις και φυσιογνωμίες που παρελαύνουν στην Ίσκρα. Κουραστικό όσο και αν είναι, για να συμπληρώσουμε την εικόνα, θα αναφερθούμε σε ορισμένες ακόμη από αυτές.
Σε όλη την πρόσφατη περίοδο η Ίσκρα έχει υποστηρίξει μια γελοία «γεωπολιτική» ερμηνεία της παγκόσμιας κατάστασης, κατά την οποία οι δυνάμεις στο στρατόπεδο της αντίδρασης που αμφισβητούν την τωρινή κυρίαρχη πτέρυγα του ιμπεριαλισμού –δυνάμεις στο στιλ των Πούτιν, Άσαντ, κοκ– ακόμη και αν είναι αντιδραστικές, είναι κατά κάποιο τρόπο καλύτερες από τους τωρινούς κρατούντες της ΕΕ, τους Μακρόν και τις Μέρκελ, αλλά και τον Ομπάμα παλιότερα, και προσφέρουν μια υπηρεσία αποδυναμώνοντάς τους. Στη βάση αυτής της ερμηνείας καταλήγουν, ταυτιζόμενοι ουσιαστικά με τη θέση των ακροδεξιών και των νεοναζί όλης της Ευρώπης, σε μια ανοικτή υπεράσπιση της αιματοβαμμένης δικτατορίας του Άσαντ και καταδίκη των Αραβικών Επαναστάσεων ως «ιμπεριαλιστικής συνωμοσίας». Αυτή η εικόνα υποστηρίζεται ανοικτά στην αρθρογραφία στελεχών της ΛΑΕ όπως οι Α. Ζαφείρης, Β. Μακρίδης, κ.ά., στην οποία είχαμε αναφερθεί σε παλιότερο άρθρο μας[27] και ακόμη από τους Αποστολόπουλο, Στυλιανού, κοκ.
Φυσικά πρόσκειται για μια εντελώς ψεύτικη και παραπλανητική εικόνα, η οποία εκκινεί από την αντίληψη ότι ο ιμπεριαλισμός είναι αιώνιος και το περιεχόμενο της ιστορίας είναι να ανταγωνίζονται οι ιμπεριαλιστές για σφαίρες επιρροής, ενώ οι λαοί είναι ένα τίποτα. Σε αυτό το πλαίσιο κάθε τι που φανερώνει την αυτενέργεια των μαζών, όπως οι αραβικές εξεγέρσεις και τα κινήματα των Αγανακτισμένων, εξοβελίζεται ως «συνωμοσία» των αντίπαλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Βέβαια, ένας τέτοιος τύπος ανάλυσης ανταποκρίνεται στην οπτική της πιο επιθετικής κάθε φορά πτέρυγας του ιμπεριαλισμού, της πτέρυγας που επιζητεί να οξύνει στο έπακρο την κατάσταση επειδή θεωρεί τον εαυτό της αδικημένο στη μοιρασιά της λείας, όπως ήταν οι ναζί στο Μεσοπόλεμο και είναι σήμερα η πτέρυγα του Πούτιν. Και η ανάδειξη στην ηγεσία των ΗΠΑ της μερίδας του Τραμπ (που θεωρεί τις ΗΠΑ αδικημένες στον ανταγωνισμό με την Ευρώπη και την Κίνα), η ενίσχυση του λεπενισμού σε όλη την Ευρώπη, κ.λπ., μαρτυρά την ενδυνάμωση των πιο επιθετικών κατευθύνσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, μια ενδυνάμωση συνδεόμενη με το βάθος της κρίσης του καπιταλισμού.
Από δω βγαίνει ότι το καθήκον της Αριστεράς, και πρώτ’ απ’ όλα της μαρξιστικής, κομμουνιστικής Αριστεράς, είναι να προειδοποιεί για τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει αυτή η επιθετική τάση, να ανοίγει τα μάτια του κόσμου ξεσκεπάζοντας τους φορείς της σε κάθε χώρα, όχι μόνο σε επίπεδο ηγεσίας –το να καταδικάσεις μόνο τον Τραμπ ή τη Λε Πεν σαν αντιδραστικούς δεν φτάνει– αλλά και σε επίπεδο κοινωνίας, σε ιδεολογικό επίπεδο, σε κινηματικό επίπεδο, κοκ. Αυτό ακριβώς λείπει εντελώς από την Ίσκρα, η οποία επιδίδεται αντίθετα σε έναν εξωραϊσμό των φορέων της.
Στις αμερικάνικες προεδρικές εκλογές, η Ίσκρα δημοσίευσε ένα θλιβερό άρθρο της σύνταξης το οποίο πανηγύριζε σχεδόν για την εκλογή Τραμπ, σαν ένα «αντικαθεστωτικό» γεγονός: «Απόλυτη ανατροπή στη μάχη για την προεδρία των ΗΠΑ. Ο χάρτης βάφτηκε στα χρώματα του Ντόναλντ Τραμπ και οι δημοσκοπήσεις έπεσαν στο κενό. Η ανατροπή στις αμερικάνικες εκλογές έρχεται να ξεφτιλίσει στην κυριολεξία δημοσκόπους και δημοσκοπικές εταιρείες καθώς και τις προβλέψεις όλων των κατεστημένων κέντρων στις ΗΠΑ και στον κόσμο. Δημοσκόποι, δημοσκοπικές εταιρείες και κατεστημένα κέντρα απεδείχθησαν για άλλη μια φορά κοινοί πολιτικοί απατεώνες»[28].
Είναι αλήθεια ότι στην τελευταία παράγραφο του κειμένου, γινόταν στα ψιλά η διαπίστωση ότι η «αμφισβήτηση» του Τραμπ «είναι μια αμφισβήτηση από τη σκοπιά μιας νεοσυντηρητικής ριζοσπαστικής λογικής και όχι από τη σκοπιά της Αριστεράς και της πολιτικής της, ενώ μπορεί να συνδυασθεί και με νέες επικίνδυνες όψεις στις πρακτικές των ΗΠΑ» αλλά και ότι «η επικράτηση, όμως, του Τραμπ, ενδεχομένως, να διαμορφώσει ένα σκηνικό, που… με τη ρευστότητα και τις αντιφάσεις που θα μπορούσε να προκαλέσει, θα ήταν δυνατό, κάτω από προϋποθέσεις, να το αξιοποιήσει μια Αριστερά, η οποία προσπαθεί σοβαρά να χειραφετηθεί, για να προχωρήσει σε γενική αντεπίθεση»[29]. Αυτές οι εκτιμήσεις όμως, έμπαζαν σε δυο σημεία.
Το πρώτο είναι η λογική της «αντεπίθεσης», η παραγνώριση –κοινή με το νεοσταλινισμό του ΚΚΕ– ότι η Αριστερά δεν έχει σήμερα τις δυνάμεις για να αντεπιτεθεί, ότι το άμεσο καθήκον είναι η οργάνωση της άμυνας απέναντι στην επίθεση της αντίδρασης, που εκδηλώνεται από δυο μεριές, τις παραδοσιακές ελίτ και τον ανερχόμενο νεοφασισμό-ακροδεξιά. Και δεύτερο, ότι η οργάνωση της άμυνας, η αφύπνιση και κινητοποίηση του λαού απέναντι στους αντιδραστικούς κινδύνους, προϋποθέτει ένα αμείλικτο ξεσκέπασμα των εκπροσώπων της άκρας αντίδρασης, ενώ η Ίσκρα τους δίνει βήμα στο πρόσωπο των διαφόρων Αποστολόπουλων και, με το να τους προβάλλει, τους αναγνωρίζει και τους αναγορεύει σε θετικούς συντελεστές της εξίσωσης.
Ενεργώντας στο πλαίσιο αυτής της ριζικά λαθεμένης λογικής, η Ίσκρα, με το ενδιάμεσο των Αποστολόπουλων και των ομογάλακτών τους στο εξωτερικό, παρερμηνεύει συστηματικά τις διεθνείς εξελίξεις, εμφανίζοντας τάσεις που ενισχύουν την άκρα αντίδραση, τους Πούτιν και τους Άσαντ, και ακραία σκοταδιστικά καθεστώτα, όπως το καθεστώς του Ιράν, ως θετικές, προοδευτικές τάσεις.
Για να αρκεστούμε σε ένα-δυο τελευταία παραδείγματα, από την αρθογραφία πάντα του Στυλιανού, σε ένα πρόσφατο κείμενο, «Ο άσσος σκακιστής Πούτιν πήγαινε στο Κάιρο ενώ ο Τραμπ δενότανε με κόμπους»[30], εξαίρεται η φωτισμένη αραβική πολιτική του Πούτιν. Στο άρθρο, μια μετάφραση κειμένου του Ινδού σχολιαστή Μ. Μπαντρακουμάρ από τον Στυλιανού, γίνεται αναφορά και στις εξελίξεις στη Λιβύη, όπου διαπιστώνεται μεταξύ άλλων ότι η Ρωσία και η Αίγυπτος «υποστηρίζουν τον διοικητή του Λιβυκού Εθνικού Στρατού, Χαλίφα Χαφτάρ, που είναι εγκατεστημένος στην Βεγγάζη και τον οποίο θεωρούν (σωστά) ως το οχυρό εναντίον του βίαιου εξτρεμισμού στη Λιβύη». Και ακολουθεί η διθυραμβική κατάληξη ότι «η Δύση θα ανησυχεί μήπως ο Πούτιν τους τουμπάρει πάλι όπως στη Συρία και τους κάνει ματ στην Λιβύη επίσης».
Στην πραγματικότητα, ο Χαλίφα Χαφτάρ είναι ένας τυχοδιώκτης στρατηγός, που από πιστό όργανο του Καντάφι έγινε στην περίοδο 1990-2013 άνθρωπος της CIA, παίρνοντας και την αμερικάνικη υπηκοότητα. Αργότερα, όταν δεν ικανοποιήθηκαν οι φιλοδοξίες του, στράφηκε ενάντια στα πρώην αφεντικά του και οργάνωσε ένα στρατιωτικό «κίνημα» ενάντια στην κεντρική κυβέρνηση της Λιβύης. Ταυτόχρονα, προσέγγισε τη Ρωσία, της οποίας άνθρωπος θεωρείται σήμερα, με τις δυνάμεις του να ελέγχουν πλέον την ανατολική Λιβύη. Αυτά μπορεί να τα βρει κανείς σε προοδευτικά, έγκυρα ενημερωτικά σάιτ, όπως το The Guardian, που προσθέτει στοιχεία για την εμπλοκή του Χαφτάρ σε εκτελέσεις αιχμαλώτων, επικαλούμενο βίντεο όπου προέτρεπε τις δυνάμεις του να μην πιάνουν αιχμαλώτους, κοκ[31].
Αν η Ίσκρα ήταν ένα έμπρακτα αριστερό σάιτ, θα μετέφραζε κάποιο άρθρο από το The Guardian ή άλλα προοδευτικά σάιτ όπως το «Democracy Now», δίνοντας στον αναγνώστη να καταλάβει τι είναι ο Χαφτάρ. Αντί γι’ αυτό, προβάλλει τις παρερμηνείες λακέδων του Πούτιν όπως ο Μπαντρακουμάρ ότι ο Πούτιν και ο Σίσι σωστά υποστηρίζουν τον Χαφτάρ σαν «οχυρό εναντίον του βίαιου εξτρεμισμού στη Λιβύη». Ότι ο Πούτιν έχει δίκιο από τη σκοπιά της ρωσικής ολιγαρχίας να υποστηρίζει τον Χαφτάρ, για τον οποίο η Ρωσία ευελπιστεί ότι μπορεί να γίνει ο «Άσαντ της Λιβύης», είναι κάτι αναμφισβήτητο· το ερώτημα είναι κατά πόσο οι αριστεροί μπορεί να συντάσσονται με μια τέτοια άποψη.
Με μια άλλη ανάρτηση, ένα κείμενο της Κάιτλιν Τσόνστον, «Η Αυτοκρατορία έπιασε δουλειά! Την ίδια στο Ιράν, όπως στη Λιβύη και στη Συρία»[32] –κείμενο μεταφρασμένο και αυτό, οποία σύμπτωση, από τον Στυλιανού– η Ίσκρα σπεύδει να συνταχτεί με τις απόψεις ότι οι αραβικές επαναστάσεις ήταν «συνωμοσία» του ιμπεριαλισμού και ότι η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται σήμερα με τις διαδηλώσεις στο Ιράν, που καταπνίγονται αιματηρά από το ισλαμικό θεοκρατικό καθεστώς.
Το ότι εδώ δεν πρόκειται για κάποια συμπτωματική τοποθέτηση, αλλά ουσιαστικά για την ημι-επίσημη θέση της ΛΑΕ για το συγκεκριμένο ζήτημα, γίνεται εμφανές από το ότι άρθρα στελεχών της ΛΑΕ, όπως οι Ζαφείρης, Μακρίδης, κοκ, και βέβαια επίσης των Αποστολόπουλων, που συκοφαντούν τις αραβικές επαναστάσεις ως «δάκτυλο του ιμπεριαλισμού», έχουν αναρτηθεί κατά κόρο στην Ίσκρα στο παρελθόν. Άλλωστε, την ίδια μέρα, μαζί με το άρθρο της Τζόνστον, αναρτήθηκε και άρθρο του Ζαφείρη, που προβαίνει απ’ αφορμή στις ίδιες ακριβώς εκτιμήσεις:
«Σε τρεις περιπτώσεις μέχρι τώρα (Λιβύη, Ουκρανία, Συρία) τμήματα της Αριστεράς, στη χώρα μας και παγκόσμια, σύρθηκαν στη ουρά των ευρωατλαντικών στρατηγικών. Θα περίμενε κανείς, μετά το τρις εξαμαρτείν, να έχουν βγει τα σχετικά συμπεράσματα. (Η αυτοκριτική ας μένει). Δυστυχώς όμως όχι! Όπως και τώρα στη περίπτωση του Ιράν, έτσι και τότε, οι υποστηρικτές των “επαναστάσεων” στην Λιβύη, στην Ουκρανία, στη Συρία δικαιολογούσαν την στήριξή τους στους αντικειμενικούς λόγους (καταπίεση, φτώχεια κλπ) που τις “προκαλούσαν”. Το σχήμα απλοϊκό: “αυθόρμητες λαϊκές εξεγέρσεις, που στο εσωτερικό τους γινόταν μάχη για την ηγεμονία”. Φυσικά ποτέ και πουθενά δεν μπήκε τέτοιο ζήτημα (ηγεμονίας). Στη Λιβύη, στην Ουκρανία, στη Συρία εκ των υστέρων (οι [sic!] εξ αρχής- ας θυμηθούμε τις μαυροκόκκινες νεοναζιστικές σημαίες στο Κίεβο, που τμήματα της αριστεράς θεωρούσαν… αναρχοκομμουνιστικές) αποκαλύφθηκε ότι μόνο “αυθόρμητες” δεν ήταν οι “επαναστάσεις” αυτές»[33].
Αν και στέλεχος της ΛΑΕ, ο Ζαφείρης είναι στην ουσία ένας ψευδο-αριστερός συνωμοσιολόγος, που συγχέει γελοία τα μαζικά κινήματα από τα κάτω, που κινητοποιούν εκατομμύρια, όπως ήταν οι επαναστάσεις στην Αίγυπτο, τη Συρία, την Τυνησία και τη Λιβύη, με τα «κινήματα» από τα πάνω, όπως η «πορτοκαλί επανάσταση» της Ουκρανίας. Σε αυτή τη βάση μπορεί να εξάγει ταχυδακτυλουργικά, όπως κάνει και ο νεοσταλινισμός στην περίπτωση του ΚΚΕ, μια δικαίωση της υφιστάμενης αντιδραστικής τάξης στο όνομα της «επανάστασης»: εμείς είμαστε «επαναστάτες» και ενάντια στη φτώχεια και την καταπίεση, αλλά βλέπετε, αυτά δεν ήταν πραγματικά επαναστατικά κινήματα, δεν έφτασαν στο δικό μας «επαναστατικό ύψος», και γι’ αυτό τώρα θα υποστηρίξουμε τον Άσαντ ενάντια στον ιμπεριαλισμό, κοκ.
Φυσικά, δεν μπορεί να περιμένει κανείς από τέτοιους τύπους να αναρωτηθούν για το αν μπορεί, μέσα από πλεκτάνες του ιμπεριαλισμού, να βγουν στους δρόμους εκατομμύρια, και αν το γεγονός του παλλαϊκού χαρακτήρα των κινημάτων, διαψεύδει την άποψή τους. Το να λες ότι «δεν έμπαινε ζήτημα ηγεμονίας» στις αραβικές επαναστάσεις σημαίνει να προδίδεις αυτές τις επαναστάσεις και οι Ζαφείρηδες είναι συνεπείς και ακλόνητοι σε αυτή την άποψη. Το ενδιαφέρον της υπόθεσης, όμως, είναι ότι η Κάιτλιν Τζόνστον, το άρθρο της οποίας αναρτά χωρίς καμιά απολύτως επιφύλαξη η Ίσκρα και το οποίο υποστηρίζει τις ίδιες ακριβώς θέσεις με εκείνο του Ζαφείρη, είναι μια Αμερικανίδα αντιδραστική, με σαφείς δεσμούς με την αμερικάνικη ακροδεξιά και τους υποστηρικτές του Τραμπ στις ΗΠΑ.
Το άρθρο της Τζόνστον αναρτήθηκε, όπως μας πληροφορεί ο Στυλιανού στην Ίσκρα, στο σάιτ Zero Hedge, το οποίο παρουσιάζει σαν ένα «ελεύθερο αμερικανικό οικονομικό πρακτορείο»:
«Αμερικανικά επίσημα στοιχεία και δηλώσεις, τελείως άγνωστα στην Ελλάδα, παρατάσσει το κατωτέρω άρθρο που προβάλλει το σημερινό δελτίο του ελεύθερου αμερικανικού οικονομικού πρακτορείου Zero Hedge. Η υιοθέτηση και προβολή του έκδηλα οφείλεται στην εκτίμηση πως προσφέρει τον κώδικα αποκρυπτογράφησης των γεγονότων στο Ιράν και όσων προδιαγράφονται ως συνέχεια στον ορίζοντα της Ουκρανίας ή της Β. Βορέας, μετά το πανόραμα των πυροτεχνημάτων και τις ευχές για ένα χρόνο ειρήνης και ευημερίας στον κόσμο»[34].
Στην πραγματικότητα το Zero Hedge είναι ένα συνωμοσιολογικό ακροδεξιό σάιτ, που συμμερίζεται απόψεις της λεγόμενης «εναλλακτικής δεξιάς», ενός «κινήματος» που υποστηρίζει το «λευκό εθνικισμό» και τη «λευκή υπεροχή». Το ρεύμα αυτό, που καθιερώθηκε το 2010 από τον Αμερικανό ρατσιστή Ρίτσαρντ Μπέρναρντ Σπένσερ, φιλοδοξεί να συνενώσει εντός του όλες τις ναζιστικές, επιθετικές ακροδεξιές τάσεις του παρελθόντος. Το ίδιο το Zero Hedge, αν και αγγλόφωνο, δεν είναι σε καμιά περίπτωση αμερικανικό. Ιδρύθηκε το 2009 από τον Ντάνιελ Ιβαντζίσκι, έναν βουλγαρικής καταγωγής πρώην αναλυτή Hedge Funds στις ΗΠΑ, και είναι καταχωρημένο στη Βουλγαρία, στην ίδια διεύθυνση με ένα σάιτ του πατέρα του, Καζιμίρ Ιβαντζίσκι. Το «ελεύθερο» Zero Hedge αναρτά επίσης συστηματικά φιλορωσικά άρθρα και αναλύσεις[35].
Όσον αφορά την Κάιτλιν Τζόνστον, οι δεσμοί της με την Εναλλακτική Δεξιά είναι αναμφισβήτητοι. Η Τζόνστον έχει εκφραστεί θετικά για ηγετικά στελέχη της Εναλλακτικής Δεξιάς όπως ο διαβόητος για τις υπεραντιδραστικές απόψεις του Μάικ Σέρνοβιτς. Ο Σέρνοβιτς, ένας σεξιστής που το 2015 δημοσίευσε ένα βιβλίο με τίτλο Η Νοοτροπία του Γορίλα (Gorilla Mindset) όπου υποστήριζε ότι οι γυναίκες θα πρέπει να υποτάσσονται στα «κυρίαρχα άλφα αρσενικά», στράφηκε στην πολιτική το 2016, όταν συντάχθηκε με τον Τραμπ. Είναι ακόμη οπαδός της διενέργειας τεστ IQ για όλους τους μετανάστες και του τερματισμού της δημόσιας χρηματοδότησης για την ανώτατη εκπαίδευση. Τον Απρίλη του 2017 δήλωσε ότι εντάχθηκε στην Εναλλακτική Δεξιά όταν συνειδητοποίησε ότι «η ανεκτικότητα πήγαινε μόνο προς τη μια κατεύθυνση και η διαφορετικότητα είναι ο κώδικας για τη γενοκτονία των λευκών»[36].
Όλα αυτά δεν εμποδίζουν την Τζόνστον να καλεί ανοικτά σε άρθρα της υπέρ της συνεργασίας με τον Σέρνοβιτς και τους ομοίους του. Όπως σημειώνει σχετικά ο Τζόσουα Φρανκ:
«Ο οπαδός του Τραμπ Σέρνοβιτς, με κάθε δίκαιη εκτίμηση, είναι ένας ολοκληρωτικός παράφρων. Αλλά προφανώς η Τζόνστον δεν πιστεύει ότι είναι πολύ παράφρων ή επικίνδυνος, γράφοντας: “Εμείς οι αριστεροί πρέπει να επιτεθούμε στο κατεστημένο σε κάθε στροφή και να αρθρώνουμε επίγνωση του τι συμβαίνει πραγματικά στον κόσμο και όταν αυτό σημαίνει συνεργασία με τη δεξιά πτέρυγα, πρέπει να το κάνουμε … Ο Σέρνοβιτς και εγώ μάλλον διαφωνούμε για περισσότερα πράγματα από ό,τι συμφωνούμε ιδεολογικά, αλλά όπου όντως συμφωνούμε είναι απολύτως ηλίθιο για μας να μην συνεργαστούμε, γιατί μπορείτε να είστε σίγουροι ότι οι Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί του κατεστημένου συνεργάζονται για να προωθήσουν τις ατζέντες του βαθέως κράτους… Ο Σέρνοβιτς και εγώ μπορεί να τσακωνόμαστε όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα για την κοινωνικοποιημένη ιατρική και το αν οι λευκοί άνθρωποι πραγματικά καταπιέζονται τόσο σκληρά. Μέχρι τότε αυτός ο αγώνας είναι μια άσκοπη σπατάλη ενέργειας που αποσπά την προσοχή από τον πραγματικό σαφή και σημερινό κίνδυνο που θέτει το βαθύ κράτος αυτή τη στιγμή”»[37].
Η Τζόνστον μπορεί να περνά τον εαυτό της για «αριστερή», άνθρωποι όπως αυτή όμως, που φαντάζονται ότι μπορεί να πολεμήσουν το κατεστημένο χέρι-χέρι με τους Σέρνοβιτς, είναι στην καλύτερη περίπτωση εντελώς ανόητοι μικροαστοί. Το να σπεύδεις να προβάλεις για τα εκτυλισσόμενα γεγονότα στο Ιράν τη δική τους άποψη ως την «έγκυρη αριστερή άποψη», όπως κάνει η Ίσκρα, είναι απλούστατα γελοίο. Όπως το ίδιο γελοίο είναι να εμφανίζεις, όπως κάνει ο Ζαφείρης στο άρθρο του, τις διαδηλώσεις σαν κινητοποιήσεις 50-70 φοιτητών και νοσταλγών του σάχη, όταν στο Ιράν, από το 2009, είχαν ξεσπάσει διαδηλώσεις εκατομμυρίων ενάντια στο θεοκρατικό καθεστώς και οι τωρινές διαδηλώσεις έχουν εξαπλωθεί σε αρκετές μεγάλες πόλεις[38]. Μια τέτοια ερμηνεία των εξελίξεων στο Ιράν, δεν είναι καλύτερη από το να επικαλούνταν κάποιος την υποστήριξη της Ντόιτσε Βέλε για να αποδείξει τετραγωνικά ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν μια αντιδραστική και αμερικανοκίνητη φασαρία μερικών ταραχοποιών νοσταλγών του Γλύξμπουργκ…
Μερικοί ακόμη ακροδεξιοί και εθνικιστές που παρελαύνουν στην Ίσκρα
Ας ρίξουμε τώρα μια ματιά σε δυο-τρεις ακόμη ανάλογης συντηρητικής-δεξιάς οπτικής αρθρογράφους της Ίσκρα.
Μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο Κυριάκος Κυριακόπουλος, μέλος μέχρι πρόσφατα της Επιτροπής Πολιτικού Σχεδιασμού του ΕΠΑΜ. Στην Ίσκρα έχουν δημοσιευθεί 17 άρθρα του, όλα στο δίμηνο Νοέμβρη-Δεκέμβρη 2017 (!), γεγονός που δείχνει ότι πρόκειται, όπως και με τους Στυλιανού και Αποστολόπουλο, για τακτικό συνεργάτη, και όχι για μια περιστασιακή ανάρτηση κάποιου κειμένου, που θα μπορούσε να είναι τυχαία.
Ο Κυριακόπουλος είναι και αυτός ένας συνωμοσιολόγος, πιο αντιδραστικός μάλιστα, αλλά και πιο ευέλικτος, από τον Αποστολόπουλο. Σε κείμενά του αποκαλεί και αυτός την Αραβική Άνοιξη «Αραβικό Χειμώνα», θεωρώντας δεδομένο πως επρόκειτο για μια πλεκτάνη των ιμπεριαλιστών για να ελέγξουν τη Μέση Ανατολή. Σε ένα από αυτά, αναφερόμενος στη συνέχιση αυτών των «πλεκτανών» κάνει λόγο για «εκρηκτική συνάντηση της επαναφοράς των εξοργισμένων και φανατικών ισλαμιστών, με τους… σχεδιασμούς των Αμερικανονατοϊκών που ουδέποτε εγκαταλείφτηκαν, και που η συνολική γεωστρατηγική τους προετοιμασία, είναι αποκαλυπτική των προθέσεών τους να επιχειρήσουν να ολοκληρώσουν, ότι άφησε ανολοκλήρωτο η “Αραβική Άνοιξη”»[39].
Ο Κυριακόπουλος υποστηρίζει ακόμη τη θέση περί ύπαρξης «κατοχής» στη χώρα μας, που είναι, λέει, «μια αποικία χρέους», κάνοντας λόγο για «εθνικοαπελευθερωτικό» κίνημα που χρειάζεται ο τόπος[40]. Ο χαρακτηρισμός του αγώνα ως «εθνικού» είναι μια συνηθισμένη τακτική του δεξιού «αντινεοταξίτικου» εθνικισμού, συμπεριλαμβανόμενης της Χρυσής Αυγής, αλλά και των εθνικιστών του ΕΠΑΜ, κοκ, για να σβήνει το κοινωνικό-ταξικό πρόσημό του και να εμφανίζει ως αγώνα για την εθνική ελευθερία την ακροδεξιά κινητοποίηση για «καλύτερους», αλλαγμένους όρους συμμετοχής της χώρας στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Να σημειωθεί ότι ο Κυριακόπουλος αποχώρησε προ διμήνου από το ΕΠΑΜ μαζί με μια ομάδα 50 περίπου μελών, που υπέγραψαν μια καταγγελία για εκφασισμό του ΕΠΑΜ και για «πρακτικές ίντριγκας, υπονόμευσης, συκοφαντίας, ταλιμπανισμού, υποκρισίας και ανηθικότητας» και «κουλτούρα αυριανισμού» από τη μεριά της τωρινής ηγετικής ομάδας του Δ. Καζάκη[41]. Τέτοιου είδους ανακοινώσεις είναι χρήσιμες ως μια κατάδειξη της κατρακύλας των στελεχών της ΛΑΕ, όπως ο Κ. Σπετσέρης, που υποστηρίζουν τη συνεργασία με το ΕΠΑΜ και πρωτοστατούν σε κοινές εκδηλώσεις μαζί του, όπως η πρόσφατη παράσταση για αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων με τη συριακή δικτατορία, όπου παραβρέθηκαν οι Π. Λαφαζάνης και Δ. Καζάκης[42]. Θα ήταν όμως αφέλεια να πάρει κανείς αυτές τις καταγγελίες σαν ουσιώδη διαφοροποίηση από αυτό που αντιπροσωπεύει το ΕΠΑΜ. Στην πραγματικότητα, πρόκειται κατά κανόνα για αντιδράσεις υποκινούμενες από προσωπικές φιλοδοξίες μελών που είτε έχουν παραγκωνιστεί, είτε βλέπουν ότι το χαρτί «Καζάκης» έχει καεί και προσβλέπουν σε ένα πιο «σοβαρό» ΕΠΑΜ. Στο μεταξύ, βέβαια, μέχρι να δημιουργήσουν αυτό το νέο, καλό «ΕΠΑΜ Νο2» βρίσκουν μια φιλόξενη στέγη στην Ίσκρα, που ρουφά σαν σφουγγάρι κάθε μικροαστική σαχλαμάρα που κυκλοφορεί γύρω.
Μια άλλη περίπτωση εθνικιστή-δεξιού αρθρογράφου στην Ίσκρα είναι ο Πέτρος Μηλιαράκης, δικηγόρος στα ελληνικά και ευρωπαϊκά δικαστήρια, και υποψήφιος της ΛΑΕ στο Ηράκλειο στις βουλευτικές του 2015. Με τον Μηλιαράκη πρόκειται για προβεβλημένο στέλεχος της ΛΑΕ, με δεκάδες αναρτημένα άρθρα. Και η δική του αρθρογραφία όμως τον αποκαλύπτει σαν έναν αφελή συντηρητικό σχολιαστή.
Σε ένα κείμενό του ο Μηλιαράκης σχολιάζει με τον ακόλουθο τρόπο την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία:
«Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Γερμανία δια του AfD εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για τον ευρωπαϊκό χώρο συνολικώς. Εάν η πολιτική ελίτ του Βερολίνου (σε συνάρτηση με τη γραφειοκρατία των Βρυξελών και της Φραγκφούρτης) δεν αντιμετωπίσει εγκαίρως το κίνδυνο του ακροδεξιού ρεύματος που διαχέεται στη γερμανική κοινωνία (και όχι μόνον), το όλο εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας θα τεθεί σε δεινή δοκιμασία και ως προς το νομικό και ως προς τον πολιτικό πολιτισμό που πρωτογενώς δεσμεύει τα κράτη-μέλη και κατ’ επέκταση τους λαούς. Αναζητείται συνεπώς ο πολιτικός ρεαλισμός του Willy Brandt που εγκαινίασε μια νέα εποχή σε περίοδο Ψυχρού Πολέμου»[43].
Κάθε αριστερός σχολιαστής που σέβεται τον εαυτό του και την έννοια «Αριστερά» θα όφειλε να διακηρύξει πως είναι ολέθρια αυταπάτη να αναμένει κανείς από την ελίτ του Βερολίνου και τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών να πάρουν μέτρα για να αντιμετωπιστεί ο ακροδεξιός κίνδυνος. Ο Μηλιαράκης, αντίθετα, κάνει έκκληση σε αυτές τις ελίτ να πάρουν μέτρα ενάντια στο νεοφασισμό, ακολουθώντας το παράδειγμα του Βίλι Μπραντ. Αυτό είναι σαν να καλείς τον Διάβολο να συμμαζέψει τους Βελζεβούληδες που έχει ο ίδιος εξαπολύσει.
Θα ήταν λάθος να θεωρηθεί η προσέγγιση του παραπάνω άρθρου σαν κάτι μεμονωμένο. Στην πραγματικότητα αποτυπώνει την προσέγγιση που επικρατεί συνολικά στην Ίσκρα, μια προσέγγιση βασιζόμενη στην ψευτο-ριζοσπαστική ρητορική, τον λαϊκισμό τύπου Μπογιόπουλου, Στάθη, κοκ. Ακόμη και όταν διανθίζεται με κάθε λογής επαναστατικές περικοκλάδες, η ρητορική αυτή δεν κάνει άλλο από το να ξορκίζει τον αντίπαλο –το νεοφασισμό, τον τραμπισμό, κοκ– αποφεύγοντας κάθε σοβαρή συζήτηση για τους όρους μιας αποτελεσματικής σύγκρουσης μαζί του. Η μόνη διαφορά είναι ότι ο μεν Μηλιαράκης εναποθέτει κατ’ εξαίρεση τις ελπίδες του στις τωρινές ελίτ των Βρυξελλών, ενώ οι άλλοι, στο στιλ των Ζαφείρη, Αποστολόπουλου, κοκ, τις εναποθέτουν στον Πούτιν και τον Άσαντ.
Σε ένα άλλο κείμενό του, ο Μηλιαράκης καταθέτει τη σοφία του για το λεγόμενο «Σκοπιανό» ζήτημα. Όπως υποστηρίζει, η ονομασία «Μακεδονία» ήταν μια επινόηση του Τίτο, την οποία αβάσιμα και για δικούς του γεωπολιτικούς λόγους καθιέρωσε στα 1944, ενώ ως τότε η περιοχή δεν είχε ποτέ αποκληθεί Μακεδονία. Ο ίδιος αναφέρεται και στις αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς: «κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και κυρίως από το έτος 1934 και μετά, αναπτύχθηκε η “νέα ιδεολογία” της “γέννησης του Μακεδονισμού”, μέσω της “Κομμουνιστικής Διεθνούς” (Komintern), οπότε στη σχετική “Συνεδρίαση της Γραμματείας των Βαλκανικών Κρατών”, αποφασίστηκε η ανάδειξη “Μακεδονικού Έθνους”». Το συμπέρασμά του είναι ότι στην περίπτωση της ΠΓΔΜ πρόκειται για «Κεντρική Βαλκανική Δημοκρατία» και ότι το μόνο όνομα που μπορεί να της επιτραπεί είναι το «Δημοκρατία του Βαρδάρη»[44].
Ο Μηλιαράκης μπερδεύει τις ημερομηνίες: η Κομμουνιστική Διεθνής είχε βάλει το ζήτημα του «Μακεδονικού Έθνους» στα 1922-24, ενώ στα 1934-35, παρά κάποιες αμφιταλαντεύσεις, άλλαξε γραμμή και υποστήριξε τη θέση περί ισότητας και προστασίας των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Το κύριο όμως εδώ είναι ότι υιοθετεί απόψεις για τη σύγχρονη ιστορία των Βαλκανίων που έχουν υποστηρίξει κατά καιρούς οι πιο δεξιοί εθνικιστές, όπως ο Ν. Μάρτης της ΝΔ. Σε πείσμα των ισχυρισμών του, η αλήθεια είναι ότι στην περιοχή του τωρινού κράτους των Σκοπίων είχε σημειωθεί το 1903 ένα εθνικό κίνημα των Μακεδόνων καθοδηγημένο από την ΕΜΕΟ (Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση), η εξέγερση του Ίλιντεν, ενώ οι μισοί περίπου κάτοικοί της δήλωναν στις απογραφές της εποχής «Μακεδόνες». Και μπορεί, βέβαια, η ανακίνηση «μακεδονικού θέματος» για όλη τη Βαλκανική από την Κομιντέρν να ήταν λάθος, αφού στις άλλες χώρες δεν υπήρχε ανάλογο εθνικό αίσθημα, αυτό όμως δεν αναιρεί τα παραπάνω γεγονότα[45].
Ο Μηλιαράκης μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του «αριστερό», ο τρόπος που βάζει το ζήτημα όμως είναι διαποτισμένος από σοβινισμό του «μεγάλου έθνους», που θέλει να υπαγορεύει στους μικρούς λαούς τη θέλησή του, ακόμη και για θέματα όπως το όνομα της χώρας τους. Και δεν είναι ο μόνος, αφού στην ίδια ανάρτηση βρίσκουμε επαινετικό σχόλιο άλλου στελέχους της ΛΑΕ, του Τ. Σαμπάνη, που εύχεται να γίνουν οι θέσεις του «επίσημη θέση της ΛΑΕ». Για κάθε γνήσιο αριστερό αντίθετα πρέπει να είναι ολοφάνερο ότι είναι δικαίωμα κάθε λαού να επιλέγει ελεύθερα την ονομασία της χώρας του και ότι αυτή η αρχή πρέπει να εφαρμοστεί και για τον πληθυσμό της ΠΓΔΜ.
Είναι άραγε δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι απόψεις όπως αυτές του Μηλιαράκη είναι αντιδραστικές και ότι η προβολή τους συνιστά καιροσκοπισμό και δεν συνάδει με μια αριστερή πολιτική τοποθέτηση; Όχι, αυτό είναι κάτι εντελώς προφανές. Το αντιλαμβάνονται όλοι οι προοδευτικοί σχολιαστές, που παίρνουν στο ψιλό την ηγεσία της ΛΑΕ για τις επιλογές της, με τις οποίες συμβαδίζει η αρθρογραφία της Ίσκρα. Χαρακτηριστικά, η Μ. Μαραγκίδου –σε άρθρο της με τίτλο «Η Μεγάλη Μεταγραφή του Λαφαζάνη για να μη Μείνει Κενή η Θέση της Ραχήλ στον Πάγκο της ΛΑΕ. Ρίγη συγκίνησης για τη συνεργασία Λαϊκής Ενότητας και Χριστιανικής Δημοκρατίας»– παρατηρεί για την πρόσφατη προσέγγιση της ΛΑΕ με τη Χριστιανική Δημοκρατία:
«Φαίνεται ότι μετά την αποχώρηση της Ραχήλ Μακρή από την ΛΑΕ προς το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η θέση στον πάγκο της εθνικο-χριστιανο-πατριωτικο-κτλ πτέρυγας της ΛΑΕ έμεινε κενή, κι έτσι ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ως καλός κόουτς, είπε να πάρει άμεσα μέτρα απευθυνόμενος στην Χριστιανική Δημοκρατία. Το περίεργο βέβαια δεν είναι γιατί θέλει ο Λάφα τους χριστιανούς ή οι χριστιανοί τον Λάφα, άλλωστε στους κοινωνικούς αγώνες το ζήτημα δεν είναι θρησκευτικό, αλλά ταξικό. Το ερώτημα είναι πού αλλού μπορεί να συγκλίνουν οι απόψεις της ΛΑΕ με μία οργάνωση που στις εκλογές του 2007, υποστήριξε την Δημοκρατική Αναγέννηση, το κόμμα που είχε ιδρύσει ο Στέλιος Παπαθεμελής. Αλλά ψήφοι να’ ναι κι απ’ όπου να’ ναι»[46].
Μια ακόμη πιο κραυγαλέα περίπτωση αντιδραστικού δημοσιολόγου κείμενα του οποίου φιλοξενεί η Ίσκρα είναι ο Κωνσταντίνος Γρίβας. Ο Γρίβας είναι ένας «γεωπολιτικός» αναλυτής, μέσες-άκρες ένα ελληνικό αντίστοιχο του Ντούγκιν, του ακροδεξιού συμβούλου του Πούτιν. Διδάκτορας στη Σχολή Ευελπίδων, αρθρογραφεί σε έντυπα της ακροδεξιάς όπως τα Patria, Στόχος, Ελεύθερος Κόσμος κ.λπ. Όσον αφορά τις απόψεις του, όπως σημειώνει ο Δ. Ψάρρας, υπερασπίζει «τα βασικά στερεότυπα της σύγχρονης ακροδεξιάς ρητορείας: προβάλλει τον κίνδυνο “αποεθνοποίησης” της Ελλάδας, καταγγέλλει τον αντιρατσισμό, δαιμονοποιεί την αλληλεγγύη προς τους μετανάστες, υποστηρίζει τον φράχτη στον Έβρο, θεωρεί ότι οι μετανάστες είναι κατακτητές, παρόμοιοι με τους Ισπανούς κονκισταδόρες, αρνείται τα ανθρώπινα δικαιώματα ως “προτεσταντικής” προέλευσης κ.λπ.». Ο Γρίβας συμμετείχε σε εκδήλωση για το βιβλίο του Ν. Ιγγλέση Η Επανάσταση του Grexit, το Σχέδιο, την οποία άνοιξε ο Π. Λαφαζάνης, ενώ κάμποσα άρθρα του έχουν αναρτηθεί στην Ίσκρα[47].
Για να δώσουμε μια ιδέα των αναλύσεων του Γρίβα που καταχωρεί η Ίσκρα, σε ένα κείμενό του βρίσκουμε μεταξύ άλλων την ακόλουθη αλά Μάκιντερ γεωπολιτική τεκμηρίωση του «φιλειρηνικού» ρόλου της Ρωσίας απέναντι στις ΗΠΑ:
«Για τη Ρωσία χαοτικοί πόλεμοι, σαν αυτόν που διεξάγεται στη Συρία, οι οποίοι αποδομούν κρατικές οντότητες, πολύτιμες για τη μελλοντική γεωπολιτική της στρατηγική, είναι καταρχήν βλαβερές καταστάσεις που θα πρέπει να παύσουν να υφίστανται και να επικρατήσει η ειρήνη. Αντιθέτως, για τις Ηνωμένες Πολιτείες παρόμοιες συγκρούσεις, που καταστρέφουν την ενότητα της αυτονομημένης Παγκόσμιας Νήσου, διαλύουν τα βασικά συστατικά της στοιχεία, δηλαδή τα συμπαγή κράτη και αποτρέπουν τη δημιουργία μιας κυρίαρχης ευρασιατικής δύναμης, είναι μια θετική κατάσταση που πρέπει να ενισχυθεί. Με άλλα λόγια, ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι, όντως, αυτό που συμβαίνει στη Συρία είναι ο ανταγωνισμός ηγεμονικών δυνάμεων, το γεγονός παραμένει ότι η μία εξ αυτών των δυνάμεων προωθεί μια γεωπολιτική στρατηγική που προϋποθέτει την ύπαρξη συμπαγών και σταθερών κρατών, ενώ η άλλη επιδιώκει την ύπαρξη κατεστραμμένων κρατών, που δεν θα επιτρέψουν στη Ρωσία να δημιουργήσει την αρχιτεκτονική που αυτή θέλει στην περιφέρειά της»[48].
Ο ίδιος ο Γρίβας έχει την πρόνοια να επισημαίνει παραπέρα ότι «αυτή η θεωρία μπορεί να φαίνεται σε πολλούς προϊόν συνωμοσιολογικής σκέψης». Στην πραγματικότητα, όμως δεν είναι μόνο ή απλά συνωμοσιολογική, είναι ως το μεδούλι αντιδραστική.
Ο Γρίβας είναι ένας μεταφυσικός που ξεκινά από την υπόθεση ότι αρκεί να θέσει κανείς ως στόχο της διατήρηση ενός κράτους και ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί, ανεξάρτητα από το για τι είδους κράτος πρόκειται, αποδεχόμενος τη διατήρηση του «στάτους κβο» (της σταθερότητας) ως θεμελιώδη αρχή. Οι μαρξιστές αντίθετα ξεκινούν από την προτεραιότητα της ιστορικής αλλαγής. Αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν παρωχημένα, αντιδραστικά κράτη, των οποίων η διάλυση είναι αναγκαία για να ανοίξει ο δρόμος για την ιστορική πρόοδο και ότι αυτή η διάλυση γίνεται εφικτή σε επαναστατικές εποχές, όταν οι μάζες εισβάλλουν στην ιστορική σκηνή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Αυστροουγγαρία και η Τσαρική Ρωσία, που σαρώθηκαν στα 1917-18, και στη δεκαετία του 1970 οι δικτατορίες στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία, που επίσης πετάχτηκαν στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Οι αραβικές δικτατορίες, τόσο οι φιλοδυτικές τύπου Μουμπάρακ όσο και οι «αντι-δυτικές» τύπου Καντάφι και Άσαντ, είναι το σύγχρονο αντίστοιχο των παρηκμασμένων αυτοκρατοριών στις αρχές του 20ού αιώνα και των φρανκικού τύπου δικτατοριών, και η ανατροπή τους από τις Αραβικές Επαναστάσεις αντιπροσωπεύει μια ιστορική αναγκαιότητα. Στο φως μιας τέτοιας ανάλυσης, από την οποία πρέπει να ξεκινούν οι μαρξιστές και οι προοδευτικοί αναλυτές, η προσπάθεια να διατηρηθούν αυτές οι δικτατορίες, δεν αποτελεί παρά ένα σύγχρονο ανάλογο των αντιδραστικών προσπαθειών να διατηρηθεί η ακεραιότητα της Τσαρικής και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή των δικτατοριών του Φράνκο και του Παπαδόπουλου. Όσοι υποστηρίζουν αυτές τις προσπάθειες, αδιάφορα αν το κάνουν με επιχειρήματα υπέρ της «σταθερότητας» ή «κατά του ιμπεριαλισμού», είναι αντιδραστικοί.
Από την άλλη μεριά, η προσπάθεια των Αμερικάνων να διαλύσουν αυτά τα καθεστώτα δεν έχει καμιά σχέση με ένα σχέδιο να καταστραφεί η «ενότητα της αυτονομημένης Παγκόσμιας Νήσου». Αυτά είναι τρίχες που υπάρχουν μόνο μέσα στα κεφάλια των αντιδραστικών. Αυτό που καταλαβαίνουν οι ΗΠΑ είναι ότι τέτοιου είδους καθεστώτα είναι αναποτελεσματικά για την αποτροπή της επαναστατικής εξέλιξης και ότι αν η ύπαρξή τους παρατεινόταν μπορούσε να έρθουν στο προσκήνιο επαναστατικές δυνάμεις, είτε του τύπου της «Επανάστασης των Γαρυφάλλων» που εμφανίστηκαν στην περίοδο ανατροπής των ευρωπαϊκών δικτατοριών, είτε του τύπου της κουβανικής επανάστασης, είτε τσαβικού τύπου. Ο σκοπός της πολιτικής τους, και ο λόγος που «υποστήριξαν» φραστικά τις αραβικές εξεγέρσεις, ήταν και παραμένει να προλάβουν να αντικαταστήσουν τις παλιές, παρωχημένες δικτατορίες με νέα, πιο προσαρμοσμένα στην τωρινή δομή του ιμπεριαλισμού καθεστώτα, που θα προσφέρουν ένα πιο αποτελεσματικό ανάχωμα στην επαναστατική εξέλιξη. Αυτός ο σκοπός αποδείχτηκε ουτοπικός και αυτό δεν ήταν τυχαίο. Η αποτυχία τους οφείλεται κατά πρώτο λόγο στην άνιση ανάπτυξη, η οποία επιτρέποντας στον ιμπεριαλισμό να σταθεροποιεί με τη λεία από την εκμετάλλευση των αδύνατων χωρών το σύστημά του στα καπιταλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, ΕΕ, κοκ), τον εμποδίζει να επιφέρει μια ανάλογη σταθεροποίηση στις λεηλατούμενες χώρες, όπως η Λιβύη, το Ιράκ και η Αίγυπτος. Και κατά δεύτερο, στη σήψη του ιμπεριαλισμού, ιδιαίτερα του αμερικάνικου κέντρου του αλλά και του ρωσικού, κοκ, που έχει ως αποτέλεσμα ο κάθε ιμπεριαλιστής να υποστηρίζει στη σφαίρα επιρροής του τους χειρότερους τυχοδιώκτες, εκείνους που πουλιούνται πιο πρόθυμα στο αφεντικό τους, σπαταλώντας έτσι τις όποιες δυνατότητες μιας προσωρινής, έστω μερικής σταθεροποίησης της κατάστασης.
Βέβαια, ο εξωπραγματικός χαρακτήρας της ανάλυσης του Γρίβα δεν σημαίνει ότι δεν έχει μια ορισμένη βάση στην πραγματικότητα, που είναι οι δυνάμεις της άκρας αντίδρασης. Αν στην Ελλάδα επικρατούσε αύριο η Χρυσή Αυγή ή μια απριλιανού τύπου δικτατορία ή ένα τσαρικού τύπου καθεστώς, πολύ πιθανά θα την υιοθετούσε, καθώς θα του χρησίμευε για να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του και να παρατείνει όσο γίνεται την ύπαρξή του. Μια τέτοια ανάλυση, αναγνωρίζεται από τη Σύνταξη της Ίσκρα και προσφέρεται στους ανυποψίαστους αναγνώστες της σαν άξια προβολής ή και περίπου «αριστερή» (εννοείται πάντα για λόγους «ενημέρωσης» και χωρίς η ίδια η Ίσκρα να έχει καμιά απολύτως σχέση με τέτοιες δυνάμεις, πέραν του ότι άγεται και φέρεται από αυτές…). Και μη χειρότερα!
Αυτό που καθιστά ακόμη χειρότερο τον εναγκαλισμό της Ίσκρα με τα ακροδεξιά αστέρια τύπου Γρίβα είναι ότι την τελευταία διετία η ηγεσία της ΛΑΕ έκανε ό,τι μπορούσε για να διώξει τους ακτιβιστές και τα αριστερά στοιχεία που είχαν προσχωρήσει στο κόμμα το 2015. Ως αποτέλεσμα των επιλογών της οι οργανώσεις της αποψιλώθηκαν από τα μέλη τους ενώ αρκετές ομάδες με κομμουνιστική και μαρξιστική αναφορά αποχώρησαν. Το να διώχνεις ή να παραγκωνίζεις όσους αριστερούς έχεις στις γραμμές σου και από την άλλη να προσφέρεις απλόχερα προβολή στους κάθε λογής Γρίβες και Αποστολόπουλους, που συστήνουν να στρατευθούμε με τους Πούτιν, τους Τραμπ και τις Λε Πεν, είναι ένα από κάθε άποψη ξεχωριστό επίτευγμα της ηγεσίας της ΛΑΕ. Και η «τιμή» γι’ αυτό το επίτευγμα ανήκει εξ ολοκλήρου στον επικεφαλής της, που με δικτατορικό τρόπο, χωρίς να επιτρέπει καμιά συζήτηση, επιβάλλει τις κατευθύνσεις της Ίσκρα.
Γιατί η Ίσκρα προβάλλει τους ακροδεξιούς;
Είδαμε ότι η ιστοσελίδα Ίσκρα υιοθετεί και δίνει βήμα σε φορείς αντιδραστικών, ακροδεξιών απόψεων όπως οι Αποστολόπουλος, Στυλιανού και οι όμοιοί τους. Τους παρέχει έτσι τα απαραίτητα προοδευτικά εύσημα για να παραπλανούν σχετικά με τον πραγματικό ρόλο τους, να σπέρνουν σύγχυση και αποδιοργάνωση τώρα στο κίνημα, ενώ η αντίδραση προχωρά. Και όταν αύριο περάσουν οι περισσότεροι ανοικτά με την ακροδεξιά και το φασισμό, τους βοηθά να παραπλανούν και τότε, επικαλούμενοι τα εύσημα που τους έχουν προσφέρει στο μεταξύ ορισμένοι «αριστεροί» όπως η Σύνταξη της Ίσκρα:
«Εγώ ακροδεξιός και αντιδραστικός; Ούτε κατά διάνοια! Εγώ είμαι προοδευτικός, θα έλεγα μάλιστα και φιλο-αριστερός. Απλά η Αριστερά χρεοκόπησε, μαράθηκε γιατί δεν είχε το σθένος να υποστηρίξει τη Λε Πεν και τον Τραμπ. Τα έλεγα αυτά στην αρθρογραφία μου στην Ίσκρα, ότι “η ιστορική Αριστερά, ηττήθηκε ολοκληρωτικά και αμετάκλητα”, αλλά δυστυχώς δεν με άκουσαν και έτσι μαράθηκαν και αυτοί. Γι’ αυτό λέω τώρα να πάμε με τις εθνικές δυνάμεις, που μπορεί να είναι στα δεξιά, αλλά αντιμάχονται την παγκοσμιοποίηση, για να συγυρίσουν τους κερατάδες όπως θα έλεγε και ο μέσος καφενόβιος αλά Τραμπ. Αλλά εγώ ακροδεξιός σε καμιά περίπτωση. Όλοι ξέρουν ότι η Ίσκρα είναι μια αριστερή ιστοσελίδα. Αν εγώ είμαι ακροδεξιός, τότε πώς δημοσίευε τα άρθρα μου;» – να τι θα λέει πάνω-κάτω ο κ. Αποστολόπουλος. Και για να είμαστε δίκαιοι απέναντί του, θα έχει ένα δίκιο να το λέει· δίκιο δεν θα έχουν όσοι του δίνουν και θα του έχουν δώσει τη δυνατότητα να το λέει.
Αυτός είναι ο λόγος που είναι από κάθε άποψη απαράδεκτη η υιοθέτηση ή η προβολή των απόψεων των Αποστολόπουλων και των Στυλιανού και σημαίνει τη ρήξη με την επαναστατική Αριστερά όσων επιδίδονται σε αυτή. Μια τέτοια στάση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με επιχειρήματα του στιλ ότι οι απόψεις αυτές παρουσιάζονται για «λόγους ενημέρωσης» και οι πραγματικές απόψεις της Ίσκρα είναι διαφορετικές. Πρώτ’ απ’ όλα, οι απόψεις του Αποστολόπουλου για τις γαλλικές εκλογές είναι οι κύριες, αν όχι οι μόνες, που προέβαλε η Ίσκρα. Αλλά πέρα από αυτό, η ανάγκη της ενημέρωσης δεν αποτελεί δικαιολογία για να προβάλλονται ακροδεξιές απόψεις. Αν ήταν έτσι, γιατί να μην αρχίσουν να αναρτούν άρθρα του Μιχαλολιάκου και του Κασιδιάρη, που εξαίρουν και αυτοί ολόιδια τον Τραμπ και τη Λεπέν, ή να δημοσιεύουν ίσως αποσπάσματα από το Ο Αγών μου του Χίτλερ, με το επιχείρημα ότι πρέπει να ενημερωθούμε και για τις δικές τους «ενδιαφέρουσες απόψεις»;
Ο Αποστολόπουλος έχει δίκιο βέβαια όταν λέει ότι εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν και άλλες αριστερές δυνάμεις που πουλούν φύκια για μεταξωτές κορδέλες και εξαπατούν. Μόνο που αν ήθελε να πει όλη την αλήθεια θα έπρεπε να πει ότι τέτοιες δυνάμεις είναι ακριβώς εκείνες που ενώ μιλούν στο όνομα της επαναστατικής ανατροπής, δίνουν βήμα σε δημοσιολόγους όπως αυτός και οι όμοιοί του. Γιατί οι δυνάμεις που το κάνουν αυτό απαρνούνται στην πράξη τον αγώνα για το σοσιαλισμό, βοηθώντας την ακροδεξιά αντίδραση.
Αυτό μας φέρνει στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος του παρόντος μέρους: Γιατί η σύνταξη της Ίσκρα επιλέγει να προβάλλει επίμονα και συστηματικά τους κάθε λογής Αποστολόπουλους;
Ο λόγος αυτής της επιλογής δεν είναι η άγνοια ή η έλλειψη κατανόησης. Οι θέσεις των Αποστολόπουλων είναι ξεκάθαρα και απροκάλυπτα αντιδραστικές. Διακηρύξεις όπως «Ο φυσικός αντίπαλος αυτού του Συστήματος, η ιστορική Αριστερά, ηττήθηκε ολοκληρωτικά και αμετάκλητα, δεν υπάρχουν κληρονόμοι», είναι τόσο σαφείς που είναι αδύνατο να μην καταλάβει κανείς τον αντιδραστικό τους χαρακτήρα, εκτός και αν δεν θέλει να τον καταλάβει. Και αν ακόμη υποτεθεί ότι για ένα διάστημα είχε διαφύγει από τη Σύνταξη της Ίσκρα η μια ή η άλλη διατύπωση, η ανοικτή υποστήριξή τους στον Τραμπ, τη Λε Πεν, κοκ, θα άνοιγε τα μάτια ακόμη και στον τελευταίο τυφλό.
Δεν πρόκειται, λοιπόν, για το ότι η Σύνταξη της Ίσκρα δεν ξέρει, αλλά για το ότι δεν θέλει να ξέρει. Και αυτό σε τελική ανάλυση συνδέεται με τα αρχηγικά πρότυπα και τις λογικές της ευκολίας με τα οποία οικοδομήθηκε η ΛΑΕ, με ευθύνη του αρχηγού της, μετά τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που προέκυψε ήταν ένα μικροαστικό κόμμα χωρίς πρόγραμμα και αρχές, χωρίς ιδεολογική ταυτότητα και μαρξιστική θεμελίωση, χωρίς συλλογικές διαδικασίες, όργανα που να αποφασίζουν τη γραμμή του και δημοκρατική ηγεσία. Το αποτέλεσμα ήταν να κυριαρχήσει ο άχρωμος, ρουτινιάρικος κομματικός μηχανισμός, που λειτουργεί με τη λογική της πεπατημένης, εκδιώκοντας τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία. Ακριβώς για την αυτο-επιβεβαίωσή τους, τη δημιουργία στον εαυτό τους και τους άλλους μιας ψευδαίσθησης πλατιάς επιρροής, η ηγεσία και ο μηχανισμός της ΛΑΕ συμπορεύονται με τους αντιδραστικούς τύπου Αποστολόπουλου. Έτσι όμως καταλήγουν να αυτοξεσκεπάζονται.
Για να το συνοψίσουμε κάπως διαφορετικά, το πρόβλημα με την ηγεσία της ΛΑΕ, για το οποίο μιλά και η προβολή των κάθε λογής ακροδεξιών στην Ίσκρα, δεν είναι ότι δεν πήρε το 11880 για να πληροφορηθεί τι είναι όλοι αυτοί. Το πρόβλημα είναι ότι πορεύτηκε και πορεύεται με βάση την άλλη, πρόσφατη χριστουγεννιάτικη διαφήμιση του 11880 που υπόσχεται να λύνει ως δια μαγείας κάθε πρόβλημα. Σε ελαφρώς παραλλαγμένη μορφή, προσαρμοσμένη στα δεδομένα της Ίσκρα και της ΛΑΕ, η τελευταία διαφήμιση θα μπορούσε να λέει:
«- Ίσκρα εκεί; Θέλω να μου βρεις έναν εύκολο, εντυπωσιακό τρόπο να βγάλω τα Μνημόνια στα σκουπίδια.
– Μωρό μου όλα τα κάνει η Ίσκρα και η ΛΑΕ, ό,τι ζητάς! Ί-σκρα-Ί-σκρα! Μωρό μου είναι μάτζικ η ΛΑΕ, τι κοιτάς; Νο πρόμπλεμ! ΛΑΕ και το πρόβλημα πάαααειειειει…»
Αυτή η λογική των θαυματοποιών που πετούν στον αέρα, η λογική ότι θα αρκούσε να ήταν στη θέση του Τσίπρα ο Λαφαζάνης και όλα θα πήγαιναν ρολόι, ότι μπορεί να νικήσουμε τον ιμπεριαλισμό με οτιδήποτε, ότι δεν χρειάζεται να οικοδομήσουμε σήμερα ένα κόμμα όπως εκείνο των Μπολσεβίκων τον Οκτώβρη, αλλά αρκεί να καταγγέλλουμε φωνακλάδικα τους «προδότες», είναι που κατέστρεψε και καταστρέφει τη ΛΑΕ και την ηγεσία της. Και η προβολή των ακροδεξιών από την Ίσκρα είναι ένα από τα συμπτώματα της αυτοκαταστροφικής της πορείας.
Συμπερασματικά: για την αναγκαιότητα της ρήξης με το σταλινισμό
Ένα τελευταίο καίριο ερώτημα που μπορεί και πρέπει να τεθεί εδώ είναι: Γιατί η ηγεσία της ΛΑΕ επέμεινε και επιμένει πεισματικά σε μια τέτοια πορεία, τα αρνητικά, καταστροφικά αποτελέσματα της οποίας είναι εντελώς προφανή; Δεν βλέπει τις συνεχείς αποτυχίες της ΛΑΕ σε όλα τα πεδία, την απομαζικοποίησή της, την έλλειψη απήχησης και προοπτικών;
Η αιτία της επιμονής της δεν θα βρεθεί σε μια έλλειψη πολιτικών ικανοτήτων ή τις κακές προθέσεις του επικεφαλής της. Ο Π. Λαφαζάνης έχει αναμφισβήτητα πολιτικές ικανότητες, που αν αποφάσιζε να τις θέσει στην υπηρεσία του κινήματος, θα συνεισέφερε θετικά στην ανασύνταξή του. Και είναι βέβαιο ότι θα ήθελε να δημιουργήσει ένα σοβαρό κόμμα.
Η πραγματική, βαθύτερη αιτία, θα βρεθεί στη μη εκπλήρωση της μαρξιστικής ρήξης με το σταλινισμό. Τα ηγετικά στελέχη της ΛΑΕ, ακόμη και μετά τη διαγραφή τους από το ΚΚΕ στα 1990, δεν έθεσαν ποτέ σοβαρά τα ζητήματα γύρω από τα αίτια διάλυσης της ΕΣΣΔ. Δεν τους απασχόλησε ποτέ η εκφυλιστική πορεία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος μετά την επικράτηση του Στάλιν και η αντίστοιχη ανωμαλία που παρατηρήθηκε στο ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα υπό τον Ζαχαριάδη. Πέρα από μερικές γενικολογίες, απέφυγαν κάθε κριτική στη νεοσταλινική στροφή του ΚΚΕ μετά το 1990, ακόμη και στα πρόσφατα χρόνια, τρέφοντας ψευδαισθήσεις ότι οι ηγεσίες Παπαρήγα και Κουτσούμπα μπορεί να άλλαζαν τακτική στο θέμα της συνεργασίας των δυνάμεων της αντιμνημονιακής Αριστεράς. Το αποτέλεσμα ήταν να διατηρήσουν, ελαφρώς φρεσκαρισμένα, την αντιδημοκρατική, αρχηγική κουλτούρα και νοοτροπία που μετέφεραν από το σταλινικό ή μισο-σταλινικό παρελθόν.
Ο Λεόν Τρότσκι στα κείμενά του για τη Γερμανία, είχε δείξει πειστικά ότι ο αρχηγισμός και ο ψευδο-ριζοσπαστισμός αποτελούσαν δυο αλληλένδετες όψεις της σταλινικής λογικής. Παραθέτοντας τις διακηρύξεις του Χ. Ρέμελε, ενός από τους σταλινικούς ηγέτες του ΚΚ της Γερμανίας στο Μεσοπόλεμο, για το ότι ο Χίτλερ, αν επικρατούσε, θα άνοιγε το δρόμο στους κομμουνιστές, σημείωνε ότι ο Ρέμελε σκεφτόταν «όπως οι Γάλλοι μικροαστοί φρασεολόγοι του 19ου αιώνα που είχαν δείξει ολοκληρωτική ανικανότητα να οδηγήσουν τις μάζες»[49]. Τέτοιο είναι και το πνεύμα της Ίσκρα, που καλύπτει τη δική της αδυναμία εναποθέτοντας στους Αποστολόπουλους να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά για λογαριασμό της.
Και ο Αντόνιο Γκράμσι, ο μεγάλος Ιταλός μαρξιστής, αν και χωρίς αναφορά στον Στάλιν, είχε συνοψίσει επιγραμματικά το πνεύμα της ιστορικής ανεπάρκειας που ενσάρκωσε ο σταλινισμός, διακριτικά γνωρίσματα του οποίου ήταν το μεγαλόπιασμα και η έπαρση:
«Ερημώνεις για να φανείς και να διακριθείς… Λέτε ότι είσαστε ικανοί να χτίζετε μητροπόλεις, αλλά δεν είσαστε ικανοί παρά να χτίζετε σοφίτες»[50], έλεγε ο Γκράμσι.
Στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος αυτές οι ερημωτικές λογικές υπήρξαν σήμα κατατεθέν του σταλινισμού. Ήταν οι σταλινικοί αρχηγοί, ο ίδιος ο Στάλιν και οι όμοιοί του στις άλλες χώρες, οι Ζαχαριάδηδες, οι Ιμπαρούρι, οι Τορέζ, που αξίωναν για τον εαυτό τους την ανωτερότητα και αποκλειστική πίστη στην υπόθεση του σοσιαλισμού. Και για να τις «αποδείξουν» εξόντωναν όσους είχαν αντίθετη άποψη, συκοφαντώντας μακιαβελικά τους πρωταγωνιστές του Οκτώβρη σαν «προδότες» και «πράκτορες των ναζί» και συσσωρεύοντας ήττες και καταστροφές που κόστισαν τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων.
Αν όμως ο σταλινισμός ήταν ο κύριος φορέας αυτών των λογικών στο κομμουνιστικό κίνημα, δεν ήταν ο μόνος. Στοιχεία τους παρουσιάστηκαν και σε άλλα ρεύματα, ιδιαίτερα όσα δεν στάθηκαν ικανά να διαχωριστούν ξεκάθαρα από τα σταλινικά αίσχη.
Σε αυτό το φως, φαινόμενα όπως η προβολή των ακραία αντιδραστικών απόψεων δημοσιολόγων τύπου Αποστολόπουλου, Στυλιανού, κ.ά., από την Ίσκρα δεν είναι τυχαία. Αποτελούν εκδήλωση της ισχύος των αλαζονικών και φαντασμένων σταλινικών λογικών. Στην ηγεσία της ΛΑΕ ζουν με την ψευδαίσθηση πως οικοδομούν μητροπόλεις, ενώ φτιάχνουν σοφίτες. Κι αν πιάνονται από τους Αποστολόπουλους είναι γιατί βρίσκουν στις ασυναρτησίες τους μια επιβεβαίωση για τις μητροπολιτικές ψευδαισθήσεις τους, ενώ στην πραγματικότητα, αναπαράγοντας τις, γκρεμίζουν κι αυτές ακόμη τις φτωχικές τους σοφίτες.
Το να παρουσιάζεσαι σαν «αριστερός» και να προβάλλεις τέτοιες ακροδεξιές απόψεις, με το συστηματικό τρόπο που το κάνει μάλιστα η Ίσκρα, είναι ο ορισμός της γελοιότητας. Σε μια εποχή όπως η τωρινή, όμως, όταν ο νεοφασισμός και η ακροδεξιά κάνουν άλματα σε όλη την Ευρώπη, δεν πρόκειται μόνο για γελοιότητα αλλά για επικίνδυνη γελοιότητα. Στην πράξη σημαίνει να γίνεσαι υποχείριο όλων αυτών των αντιδραστικών και να τους βοηθάς στο έργο τους.
Η ιστορία απαιτεί σήμερα από τους επαναστάτες να υπερβούν οριστικά και αμετάκλητα τις ξεπερασμένες, αλαζονικές σταλινικές λογικές. Και η αναγκαία, πλήρης ρήξη με τους αντιδραστικούς τύπου Αποστολόπουλου και Στυλιανού δεν μπορεί να γίνει πραγματικά, αν δεν ληφθεί πρώτα αυτή η ιστορικά αναγκαία απόφαση.
Αυτός είναι ο λόγος που αν στην Ίσκρα και τη ΛΑΕ επιθυμούν να αλλάξουν πορεία δεν αρκεί να διακόψουν τη συνεργασία με τους κ.κ. Αποστολόπουλο, Στυλιανού και τους ομοίους τους, και να τους καταγγείλουν σαν αντιδραστικούς. Αυτό φυσικά είναι απαραίτητο, αν δεν θέλουν να στιγματιστούν οριστικά σαν προδότες του κινήματος. Για να το κάνουν όμως, θα πρέπει να βρουν πρώτα το σθένος να παραδεχτούν τα αίτια που τους έκαναν και τους κάνουν να ενεργούν στην πράξη σαν υποχείρια των αντιδραστικών και να μετακινήσουν αυτά τα αίτια.
Τα περισσότερα απλά στελέχη και μέλη της ΛΑΕ σίγουρα δεν συμφωνούν με τις αντιδραστικές ανοησίες που λανσάρει η Ίσκρα και θα ήθελαν να ακολουθηθεί μια τέτοια, γνήσια αριστερή πορεία. Μένει να δούμε αν θα ανταποκριθεί η ηγεσία της.
*Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης. Το 2017 κυκλοφόρησαν τα βιβλία του, Λένιν. Η Διάνοια της Επανάστασης (εκδόσεις Τόπος) και Υπόθεση Κατίν. Η Ιστορική Αλήθεια και ο Ριζοσπάστης (εκδόσεις Επίκεντρο).