Της Ελένης Μήτσου
6 πανεθνικές κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις που έφτασαν να αριθμούν 3,5 εκ. ανθρώπους (12&19/10), επαναλαμβανόμενες απεργίες και αποκλεισμοί διυλιστηρίων και λιμανιών, καταλήψεις σε 1400 σχολεία, είναι μερικές από τις εικόνες του κινήματος που πυροδότησε στη Γαλλία ο νέος νόμος της κυβέρνησης για το συνταξιοδοτικό. Ένας νόμος, που ανεβάζει τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 60 στα 62 για τις πρόωρες συντάξεις και από τα 65 στα 67 για τις πλήρεις, ενώ την ίδια στιγμή αυξάνει τα απαιτούμενα χρόνια ασφάλισης (για πλήρη σύνταξη) στα 41,5.
Για τη γαλλική κοινωνία οι αλλαγές στο συνταξιοδοτικό ήταν η σταγόνα που ξεχείλιζε το ποτήρι. Το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση Σαρκοζί δρομολόγησε την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου συστήματος υγείας, προχώρησε στην περικοπή πολλών κοινωνικών παροχών, επέβαλε την κατάργηση 100.000 θέσεων εργασίας στο δημόσιο (κυρίως στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση) κ.α.
Στον ιδιωτικό τομέα, η οικονομική κρίση λειτούργησε ως τέλειο άλλοθι για πάγωμα μισθών, ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας και μαζικές απολύσεις. Μόνο το 2009 έχασαν τη δουλειά τους 256.100 εργαζόμενοι – αριθμός ρεκόρ από το Β παγκόσμιο πόλεμο. Την ίδια στιγμή που οι εργαζόμενοι στη Γαλλία βλέπουν το βιοτικό τους επίπεδο να πέφτει, τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων αυξάνονται, φτάνοντας σε πολλές περιπτώσεις τα προ κρίσης επίπεδα. Τα κέρδη αυτά δεν προέρχονται από την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων, αλλά από την υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων, την περικοπή θέσεων εργασίας και στην περίπτωση του χρηματοπιστωτικού τομέα, από τα πακέτα ρευστότητας που λαμβάνουν οι τράπεζες από την κυβέρνηση (π.χ. την περίοδο 2008-2009 οι τράπεζες έλαβαν κρατικές ενισχύσεις ύψους 21 δις ευρώ).
Οι παραπάνω πολιτικές, αλλά και η σκληρή επίθεση που εξαπέλυσε ο Σαρκοζί στους μετανάστες και τους Ρομά, δημιούργησαν ένα εκρηκτικό κλίμα στη γαλλική κοινωνία, το οποίο εκφράστηκε, μεταξύ άλλων, με τη μαζική συμμετοχή στις κινητοποιήσεις ενάντια στο νέο νόμο για τις συντάξεις και με την υποστήριξη αυτού του κινήματος από το 71% των Γάλλων πολιτών.
Η σκληρή γραμμή της κυβέρνησης
Απέναντι σ’ αυτό το κίνημα ο Σαρκοζί ήταν ανυποχώρητος. Αν έκανε πίσω στο συνταξιοδοτικό, θα έδινε το μήνυμα στους εργαζόμενους ότι οι αγώνες αποδίδουν και θα τους έβρισκε μπροστά του ενδυναμωμένους και ακόμα πιο μαχητικούς σε κάθε ένα από τα επόμενα μέτρα που σχεδιάζει, όπως την περικοπή 40 δις ευρώ από τις δημόσιες δαπάνες στον προϋπολογισμό του 2011, την ιδιωτικοποίηση μεγαλύτερων τμημάτων της δημόσιας υγείας, την ολοκλήρωση της εκπαιδευτικής απορρύθμισης κ.α.
Έτσι ο Σαρκοζί επέλεξε την ταχτική της κατά μέτωπο επίθεσης στο κίνημα, η οποία περιλάμβανε άγρια καταστολή από την αστυνομία στις διαδηλώσεις, τα κατειλημμένα σχολεία και τους αποκλεισμένους εργασιακούς χώρους. Κυρίως όμως η κυβέρνηση πόνταρε στην κούραση του κινήματος, τις δεκαήμερες διακοπές στα σχολεία και τις σχολές καθώς και στην υποχωρητικότητα των ηγεσιών των συνδικάτων.
Ο μεγάλος φόβος του Σαρκοζί
Ο μεγαλύτερος φόβος της κυβέρνησης κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων, ήταν οι επαναλαμβανόμενες απεργίες και ο αποκλεισμός, από τους εργαζόμενους, των αποθηκών καυσίμων, των διυλιστηρίων και των λιμανιών. Η έλλειψη καυσίμων επηρεάζει το σύνολο της οικονομίας μιας χώρας και έχει τη δυνατότητα να την παραλύσει. Η Γαλλία έφτασε την προηγούμενη περίοδο να κάνει εισαγωγές καυσίμων σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Ωστόσο, όπως δήλωνε και ο επικεφαλής της εθνικής βιομηχανίας πετρελαίου, Jean Louis Schilansky τον Οκτώβρη, «το πρόβλημα δεν είναι τόσο το να βρούμε πετρέλαιο, αλλά το να το φέρουμε στη χώρα… οι απεργοί έχουν αποκλείσει επίσης δυο λιμάνια – κλειδιά για την εισαγωγή πετρελαίου… Δεκάδες δεξαμενόπλοια παραμένουν αγκυροβολημένα μην μπορώντας να ξεφορτώσουν… Αν οι αποθήκες και τα διυλιστήρια παραμείνουν μπλοκαρισμένα δεν θα τα καταφέρουμε!».
Για να αντιμετωπίσει τις κινητοποιήσεις στις αποθήκες καυσίμων και τα διυλιστήρια η κυβέρνηση πήρε μέτρα «έκτακτης ανάγκης», τα οποία έχουν σχεδιαστεί για να εφαρμοστούν σε περιόδους πολέμου, όπως επιστράτευση εργαζομένων και κατάληψη των χώρων αυτών από τις δυνάμεις ασφαλείας.
Ο Charles Fulard, εκπρόσωπος του CGT – του μεγαλύτερου συνδικάτου της Γαλλίας – κατά τη διάρκεια επίθεσης των γαλλικών ματ στο διυλιστήριο Total δήλωνε, κλαίγοντας σχεδόν, στο κανάλι France 3 «Δεν είμαστε σε πόλεμο! Αυτό δεν είναι στρατιωτικό αεροδρόμιο!…πρέπει να καλεστεί γενική απεργία τώρα!». Όμως οι ηγεσίες των συνδικάτων όχι μόνο συνέχισαν να αρνούνται να καλέσουν γενική απεργία, αλλά έκαναν έκκληση στον κόσμο για «ηρεμία», αφήνοντας τους εργαζόμενους στα διυλιστήρια και τα λιμάνια να δώσουν τη μάχη ενάντια στην κυβέρνηση μόνοι τους.
Ο ρόλος των κεντρικών ηγεσιών των γαλλικών συνομοσπονδιών
Οι κεντρικές ηγεσίες των γαλλικών συνομοσπονδιών – συμπεριλαμβανομένου της CGT που ελέγχεται από το ΚΚΓ – δεν ήταν διατεθειμένες να φτάσουν αυτό τον αγώνα μέχρι τέλους. Προχώρησαν στο κάλεσμα μιας σειράς πανεθνικών κινητοποιήσεων, κάτω από την πίεση της βάσης τους και της κοινωνίας συνολικά, χωρίς να έχουν σχέδιο για την εξέλιξη του αγώνα και την κλιμάκωσή του. Σε όλη τη διάρκεια του κινήματος έκαναν έκκληση στο Σαρκοζί να προσέλθει στο τραπέζι του διαλόγου και να ακούσει «τις προτάσεις τους» για το συνταξιοδοτικό, ενώ έψαχναν διαρκώς τρόπους για να «προσγειώσουν ομαλά» το κίνημα, το οποίο φοβόντουσαν ότι θα ξεφύγει από τον έλεγχό τους.
Η δυναμική και η διάρκεια των κινητοποιήσεων του Σεπτέμβρη και του Οκτώβρη προήλθε κυρίως από μια σειρά πρωτοβάθμια σωματεία και ομοσπονδίες τα οποία προχώρησαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις και πήραν πρωτοβουλίες συντονισμού μεταξύ τους. Η ενίσχυση για παράδειγμα των μπλόκων των εργαζομένων στα διυλιστήρια, στις αποθήκες καυσίμων και στα λιμάνια από δασκάλους, καθηγητές, μαθητές, φοιτητές κ.α. δεν προέκυψε από την έκκληση ή το σχεδιασμό των κεντρικών ηγεσιών των γαλλικών συνομοσπνδιών, αλλά από τις πρωτοβουλίες των εργαζομένων στη βάση των σωματείων.
Οι κεντρικές ηγεσίες των γαλλικών συνομοσπονδιών δεν έπαιξαν το ρόλο μιας πραγματικής «κεντρικής ηγεσίας» στο κίνημα, που να έχει ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα και στρατηγική για την οργάνωσή του και δεν χρησιμοποίησαν το πιο ισχυρό όπλο που διέθεταν για να μαζικοποιήσουν ακόμα περισσότερο και να κλιμακώσουν τον αγώνα. Το όπλο των επαναλαμβανόμενων 24ωρων και 48ωρων γενικών απεργιών. Και υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για να χρησιμοποιηθεί αυτό το όπλο… Γιατί πέρα από τους εργαζόμενους στις αποθήκες καυσίμων, στα διυλιστήρια και τα λιμάνια, απεργούσαν και πολλοί εργαζόμενοι στην εκπαίδευση, στις μεταφορές, στα ταχυδρομεία κοκ. Οι διαδηλώσεις ήταν πολύ μαζικές, το κίνημα είχε τη στήριξη του 71% της γαλλικής κοινωνίας, ενώ το 69% δήλωνε (στις 19/10) πως τα συνδικάτα πρέπει να συνεχίσουν τις απεργιακές κινητοποιήσεις και τις διαδηλώσεις και µετά την ψήφιση του νόμου στο Κοινοβούλιο. Αρνούμενες να καλέσουν γενική απεργία, οι κεντρικές ηγεσίες των γαλλικών συνομοσπονδιών, άφησαν το κίνημα, χωρίς προοπτική, με αποτέλεσμα να φυλλορροήσει.
Οι εργαζόμενοι θέλουν, οι ηγεσίες όχι
Οι εργαζόμενοι και οι νέοι όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και στην Ελλάδα, και σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι διατεθειμένοι να δώσουν μεγάλες μάχες και να κάνουν τεράστιες θυσίες, αρκεί να υπάρχει προοπτική. Αυτή την προοπτική όμως αρνούνται, πολύ συνειδητά, να δώσουν οι ηγεσίες των μεγάλων κεντρικών συνομοσπονδιών σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι οποίες εξυπηρετούν τα συμφέροντα των κομμάτων του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών τους και λειτουργούν ως βαλβίδα ασφαλείας στα καζάνια των κινημάτων που ξεσπούν, προδίδοντας τους εργαζόμενους. Αυτή την προοπτική δεν μπορούν να δώσουν ούτε οι ηγεσίες της παραδοσιακής αριστεράς, η οποία βρίσκεται σε βαθιά κρίση.
Το χτίσιμο μιας νέας αριστεράς είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ
Γι’ αυτό σήμερα, είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ, το χτίσιμο μιας νέας αριστεράς. Μιας αριστεράς η οποία να έχει άμεσα αιτήματα και συγκεκριμένες προτάσεις για τον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι και οι νέοι μπορούν να αναχαιτίσουν την πρωτοφανή επίθεση που δέχονται σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μια αριστερά που θα χρησιμεύσει στους εργαζόμενους ως εργαλείο για να καταφέρουν να αλλάξουν τους συσχετισμούς μέσα στα συνδικάτα και να τα ξαναπάρουν στον έλεγχό τους, ανατρέποντας τις ξεπουλημένες ηγεσίες τους. Μια αριστερά, η οποία να συνδέει τα σημερινά αιτήματα και τους αγώνες, με την πάλη για μια σοσιαλιστική κοινωνία στην υπηρεσία των ανθρώπων και όχι των κερδών, στηριγμένη στην εργατική δημοκρατία, την εργατική διαχείριση και τον κοινωνικό έλεγχο. Αυτή την αριστερά προσπαθεί να χτίσει στη Γαλλία, την Ελλάδα και δεκάδες άλλες χώρες του κόσμου η «CWI – Επιτροπή για μια Εργατική Διεθνή».