Δημοσιεύουμε άρθρο που μας έστειλε ο τακτικός αναγνώστης και συνεργάτης της ιστοσελίδας μας, σύντροφος Γιάννης Ανδρουλιδάκης, εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας
Οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας από τη δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου κράτους μέχρι σήμερα χαρακτηρίζονται κατά κανόνα από συνεργασία για την εξυπηρέτηση αμοιβαίων συμφερόντων, αλλά και από μικρά διαστήματα εντάσεων. Κοινό στοιχείο όλων των περιόδων είναι ότι ο ένας μπλέκεται στα πόδια του άλλου. Από την εποχή των ναπαίων (ρώσικου κόμματος) πολλοί εμφανίστηκαν ως προστάτες της για να κερδίσουν την εύνοια των χριστιανών ψηφοφόρων. Η Εκκλησία από την άλλη στήριξε σε επίπεδο τουλάχιστον ηγεσίας ναζί, δικτάτορες και πολιτικούς και πρόθυμα υπέβαλε τα σέβη της . Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια και ας μην εναντιώνεται ο κ. Ιερώνυμος. Ήταν και συνεχίζει να αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες στήριξης του αστικού κράτους . Ο λόγος της είναι συντηρητικός , ενώ δεν λείπουν από τους κόλπους της ιεράρχες σκοταδιστές που ενεργούν με ακραίο τρόπο ακόμη και σε αλλαγές δευτερεύουσας σημασίας, όπως αυτές που επιχειρεί ο κ. Φίλης στο μάθημα των Θρησκευτικών.
Πολλές συζητήσεις και αντιδράσεις προκαλεί το θέμα αυτό. Το Υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε νέο πρόγραμμα σπουδών σύμφωνα με το οποίο το μάθημα από ομολογιακό μετατρέπεται σε θρησκειολογία. Πολλοί συμφωνούν , γιατί θεωρούν ότι πρέπει να σταματήσει η κατήχηση που γίνεται στους μαθητές στη 12χρονη πορεία τους στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Άλλοι πάλι διαφωνούν. Έτσι ξέσπασε διαμάχη και η ηγεσία της Εκκλησίας κήρυξε τον «πόλεμο». Απομακρύνθηκε ο διευθυντής του τριμηνιαίου περιοδικού «Θεολογία», το οποίο εκδίδεται από την Ιερά Σύνοδο, κ. Γιαγκαζόγλου ( επικεφαλής του διαλόγου σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας), γιατί συμφώνησε με αυτήν την αλλαγή. Ιεράρχες αποφάσισαν να χτυπούν οι καμπάνες πένθιμα σε πόλεις και χωριά , εκφωνούνται πύρινα κηρύγματα και η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων με ένα κείμενο που θυμίζει άλλες σκοτεινές εποχές σηκώνει τη σημαία του αγώνα εναντίον των «νεομαρξιστικών διεθνιστικών αλλαγών» και καλεί τον «ορθόδοξο ελληνικό λαό να αντιδράσει δυναμικά έναντι όλων αυτών που επιβουλεύονται την ορθόδοξη πνευματική καλλιέργεια και ανάπτυξη των βαπτισμένων παιδιών του (!).» Στην αντιπαράθεση αυτή ενεπλάκησαν και πολιτικοί με πρώτο και καλύτερο το σύγχρονο ναπαίο, κ. Καμμένο, ο οποίος ταυτίστηκε με τις απόψεις του κ. Ιερώνυμου.
Αξίζει να θυμηθούμε πως κάτι ανάλογο σε μεγαλύτερη βέβαια έκταση είχε γίνει και με την αναγραφή ή μη του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Είχε διχαστεί η ελληνική κοινωνία. Επικεφαλής των πιο ακραίων θρησκευτικών και πολιτικών στοιχείων τέθηκε ο τότε Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος . Έγιναν μεγάλες συγκεντρώσεις πιστών σε Αθήνα ( ύψωσε μάλιστα και αντίγραφο του λαβάρου της Επανάστασης) και Θεσσαλονίκη. Προχώρησαν σε συλλογή υπογραφών για δημοψήφισμα ακόμη και σε περιοχές που δεν ήταν στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Ελλάδας (π.χ. Κρήτη). Προσυπέγραψαν , μάλιστα, πολλοί πολιτικοί και ανάμεσα τους ο τότε πρόεδρος της ΝΔ κ. Καραμανλής. Πομπώδεις λόγοι και επιθέσεις κατά των υποτιθέμενων εχθρών του Χριστιανισμού. Και τελικά ποιο είναι σήμερα το αποτέλεσμα; Η απάλειψη του θρησκεύματος από τις ταυτότητες δεν έπληξε στο ελάχιστο ούτε την Ορθοδοξία , ούτε τους πιστούς, ούτε το «ελληνορθόδοξο πνεύμα των Ελλήνων».
Η Εκκλησία, λοιπόν, συνήθισε να αναμειγνύεται στην πολιτική , αλλά το κάνει επιλεκτικά. Επτά χρόνια μνημόνια και το μόνο που ακούσαμε ήταν ευχολόγια και προσευχές. Η δράση της περιορίστηκε στη φιλανθρωπία. Η χώρα ξεπουλιέται (6 μεγάλες ΔΕΚΟ ανάμεσα τους η ΔΕΗ και η ΕΥΔΑΠ πέρασαν μόλις προχθές στη δικαιοδοσία του νέου υπερταμείου ), αλλά για εκείνην προέχει να μην διδάσκονται οι μαθητές θρησκειολογία, γιατί θα προσηλυτιστούν από άλλα δόγματα . Ένα ζήτημα ήσσονος σημασίας γίνεται κεντρικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Ναι, στο θέμα αυτό κ. Φίλης έχει δίκιο και αν σε κάτι πρέπει να κατηγορηθεί είναι ότι αυτές οι αλλαγές γίνονται πρόχειρα χωρίς να έχουν τυπωθεί τα νέα βιβλία. Οι ευθύνες, όμως, της κυβέρνησης είναι τεράστιες, γιατί δεν προχώρησε, όπως είχε δεσμευτεί, στο διαχωρισμό Εκκλησίας –Κράτους , αλλά ούτε στις θέσεις της για τη συνταγματική αναθεώρηση προτείνεται κάτι τέτοιο. Τελικά, όταν σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης απαλλάσσεις τα εκκλησιαστικά και μοναστηριακά ακίνητα από τον ΕΝΦΙΑ, όταν επιτρέπεις σε κυβερνητικά στελέχη να υποδέχονται το λείψανο της Αγίας Βαρβάρας με τιμές αρχηγού κράτους σε ένα πρωτοφανές παιχνίδι λαϊκισμού και δίνεις άδεια να περιφέρεται στα νοσοκομεία σε ένα ελεεινό εμπόριο ελπίδας για μια χούφτα ψήφους, τότε τι περιμένεις;