Της Ηλέκτρας Κλείτσα
Λίγες μόλις μέρες μετά τη λήξη των ολυμπιακών αγώνων και της περίφημης «εκεχειρίας», πρωτοφανείς σκηνές ρατσιστικής βίας διαδραματίστηκαν στους δρόμους της διοργανώτριας πόλης, αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, με αφορμή το ποδόσφαιρο.
Μετά την ήττα της πρωταθλήτριας Ευρώπης από την εθνική ομάδα της Αλβανίας στα Τίρανα, αρκετοί ήταν αυτοί που δεν συμμερίστηκαν την άποψη ότι ο αθλητισμός είναι «γιορτή που ενώνει τους λαούς». Εκατοντάδες Έλληνες, που ένιωσαν «θιγμένοι» από την ήττα και από τους πανηγυρισμούς των Αλβανών μεταναστών για τη νίκη της ομάδας τους, επιδόθηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας σε ένα ατελείωτο «αλβανοκυνηγητό» με στόχο όσους μετά από χρόνια στη χώρα μας, βρήκαν επιτέλους μια αφορμή για γιορτή.
Ο απολογισμός ήταν ένας νεκρός Αλβανός στη Ζάκυνθο από επίθεση με μαχαίρι σε βάρος του ίδιου και της παρέας του από έναν Ελληνοαμερικάνο, και δεκάδες τραυματίες σε όλη την Ελλάδα.
Σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, (Θεσσαλονίκη, Βόλος, Κέρκυρα κ.α.), αρκετοί εκπρόσωποι της ελληνικής φυλής, απέδειξαν ότι τα κύτταρα τους, που σύμφωνα με Ελληνίδα ολυμπιονίκη κουβαλάνε την ιστορία, τον πολιτισμό της αρχαίας Ελλάδας και την «πρωτιά», μπορεί να αποδειχτούν ιδιαιτέρως οξύθυμα όταν χάνουν την πρωτιά σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα με την Αλβανία, έναν από τους «προαιώνιους (απ’ ότι φαίνεται) εχθρούς του έθνους».
Κι όμως, δεν πέρασε πολύς καιρός από τη νύχτα του τελικού του Euro, όταν μέσα στην ίδια την πορτογαλική πρωτεύουσα, οι Έλληνες φίλαθλοι πανηγύρισαν, για τη νίκη της ομάδας τους, χωρίς φυσικά κανείς να τους κυνηγήσει, να τους χτυπήσει, ή να τους μαχαιρώσει. Αντίθετα, οι Πορτογάλοι φίλαθλοι τραγουδούσαν και χόρευαν μαζί με τους Έλληνες. Ίσως βέβαια να μη συνέβαινε το ίδιο αν οι Πορτογάλοι ήξεραν ελληνικά, αφού από τους πανηγυρισμούς των ελλήνων φιλάθλων στην Πορτογαλία δεν έλειψαν τα γνωστά, υβριστικά, σεξιστικά και ρατσιστικά, συνθήματα, που αποτελούν απ’ ότι φαίνεται αποδεικτικά στοιχεία του «μεγαλείου» και της «ανωτερότητας» των ελληνικών «κυττάρων».
Προκλητική ήταν για άλλη μια φορά η στάση της αστυνομίας κατά τη διάρκεια των συμπλοκών στην Αθήνα, αφού αρκέστηκε στο να πετάξει μερικά δακρυγόνα, να κάνει συστάσεις για ψυχραιμία στους Έλληνες «φιλάθλους», ανάμεσα στους οποίους η Χρυσή Αυγή για άλλη μια φορά μεγαλούργησε, και να συλλάβει αρκετές δεκάδες μετανάστες.
Φυσικά και ανάμεσα στους Αλβανούς που πανηγύριζαν υπήρχαν εθνικιστές, άτομα με μια αντίστοιχη τάση εκδικητικότητας, ή ρατσιστικές και εθνικιστικές διαθέσεις.
Αυτό όμως με τίποτα δεν επιτρέπει εξίσωση των θυτών με τα θύματα. Κατ’ αρχήν γιατί οι Αλβανοί είχαν κάθε δικαίωμα να πανηγυρίσουν τη νίκη της εθνικής τους ομάδας, όπως οι Έλληνες πανηγύρισαν στην Πορτογαλία τη νίκη της δικής τους εθνικής ενάντια στην πορτογαλική.
Δεύτερο, οι Αλβανοί που ζουν στην Ελλάδα αντιμετωπίζονται σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, κι αυτό αποτελεί βασική αιτία για να αναπτύσσονται εθνικιστικές διαθέσεις μέσα στους Αλβανούς ενάντια στους Έλληνες.
Με αφορμή όχι μόνο τον αγώνα των εθνικών ομάδων Αλβανίας Ελλάδας, αλλά κι αυτόν ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία και τους ίδιους τους Ολυμπιακούς αγώνες, πρέπει για μια ακόμη φορά να τονίσουμε: ο αθλητισμός μπορεί πραγματικά να είναι γιορτή, μόνο όταν είναι απαλλαγμένος από τα φαινόμενα ρατσιστικής και εθνικιστικής βίας, και όταν δεν διεξάγεται στο όνομα του κέρδους της αθλητικής βιομηχανίας.
Αυτό όμως είναι αδύνατο όσο συνεχίζουμε να ζούμε στο παράλογο σύστημα του κέρδους, της ανισότητας και του ρατσισμού που γεννά ο καπιταλισμός.
Το εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα πρέπει να ξέρουν ποιος κερδίζει και ποιος χάνει από τέτοιου είδους επεισόδια.
Κερδίζουν οι ακροδεξιές, νεοφασιστικές οργανώσεις, κερδίζουν οι έλληνες καπιταλιστές που συνεχίζουν να ξεζουμίζουν τους Αλβανούς, να τους χρησιμοποιούν για να μειώνουν τα μεροκάματα των Ελλήνων και μετά να τους χρησιμοποιούν σαν αποδιοπομπαίους τράγους για τα προβλήματα των Ελλήνων εργαζομένων.
Χάνουν όλοι οι υπόλοιποι – οι εργαζόμενοι και οι νέοι, που με χαμηλά μεροκάματα, άνεργοι, ή υποαπασχολούμενοι, νομίζουν πως γι’ αυτό φταίνε οι Αλβανοί και κυνηγάνε αυτούς, αντί να παλεύουν ενάντια στους καπιταλιστές και το σύστημά τους.