Η θετική πορεία του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ (ΕΚΦ) στη διάρκεια του προηγούμενου εξαμήνου άνοιξε μια συζήτηση μέσα στις γραμμές του σχετικά με τη δυνατότητα αντανάκλασης της δυναμικής του Φόρουμ στο πολιτικό επίπεδο.
Η συζήτηση αυτή αναπτύσσεται γύρω από δύο βασικές πτυχές.
Η μία αφορά στο ρόλο των πολιτικών οργανώσεων μέσα στο Φόρουμ. Μ’ αυτό καταπιανόμαστε σύντομα, σε διπλανό άρθρο (Το Φόρουμ και οι Πολιτικές Οργανώσεις).
Η δεύτερη αφορά στο αν μπορεί το φόρουμ να μετεξελιχθεί σε ένα πολιτικό μόρφωμα ή σχηματισμό κάποιου είδους, στο τι είδους συνεργασίες μπορούν να προκύψουν ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στα πλαίσια του ΕΚΦ, τι χαρακτηριστικά μπορούν ή πρέπει να έχουν τέτοιες συνεργασίες, τι δυναμική μπορούν να αποκτήσουν, κλπ.
Φόρουμ και πολιτική
Στο θέμα της μετεξέλιξης του ΕΚΦ, σαν σύνολο, σε πολιτικό μόρφωμα/σχηματισμό (ή ότι άλλο ονομαστεί) το Ξ απαντά αρνητικά.
Δηλωμένος στόχος του Ξ είναι η δημιουργία μιας νέας αριστεράς έξω από τα παραδοσιακά σχήματα και κόμματα. Το ΕΚΦ όμως δεν μπορεί να παίξει αυτό το ρόλο λόγω της τεράστιας ανομοιογένειας που το χαρακτηρίζει. Στο ΕΚΦ αυτή τη στιγμή συμμετέχει ένα κομμάτι του συνδικαλιστικού κινήματος του οποίου η ηγεσία πρόσκειται στο ΠΑΣΟΚ, συμμετέχει ο ΣΥΝ, 8 τουλάχιστον οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, αρκετές κοινωνικές οργανώσεις, καθώς και πολλοί ανένταχτοι. Οποιαδήποτε προσπάθεια να συνενώσει κανείς όλους αυτούς θα ισοδυναμούσε με ένα κωμικό "τσουβάλιασμα".
Το φόρουμ σαν φόρουμ επομένως δεν θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σ’ ένα πολιτικό μόρφωμα/σχηματισμό. Το ερώτημα επομένως που έχει αξία είναι αν κάποιες δυνάμεις μέσα στο φόρουμ θα μπορούσαν να παίξουν το ρόλο του καταλύτη στην κατεύθυνση μιας νέας αριστεράς.
Πάνω σ’ αυτό το θέμα υπάρχουν δύο απόψεις.
Αντικαπιταλιστική αριστερά…
Η άποψη του Ξ. είναι ότι η αντικαπιταλιστική αριστερά (οι 8 οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς) που έχουν συνεργαστεί – και δοκιμαστεί κατ’ επέκταση – τα τελευταία χρόνια στα πλαίσια του αντιπαγκοσμιοποιητικού, στη Διεθνή Δράση και στο ΕΚΦ (1) μπορούν και πρέπει να κάνουν ένα τολμηρό πολιτικό βήμα, που να δημιουργεί καινούργια δεδομένα για την αριστερά, θα θέτει τις πρώτες βάσεις στην κατεύθυνση μιας νέας αριστεράς στην Ελλάδα έξω απ’ τα καθιερωμένα.
Η άποψη κάποιων άλλων σ. στα πλαίσια του ΕΚΦ είναι ότι αυτό το εγχείρημα πρέπει να περιλαμβάνει και το ΣΥΝ.
…νs συνεργασία με ΣΥΝ
Σε σύσκεψη που έγινε στα γραφεία του Χώρου Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς, την Τρίτη 15 Ιούλη συζητήθηκε το θέμα των επερχόμενων γενικών εκλογών και της συνεργασίας με τον ΣΥΝ.
Η πρόταση έγινε από το ΣΥΝ την ΑΚΟΑ, την ΚΕΔΑ και τη ΔΕΑ, (και ανένταχτους οι οποίοι ανήκουν στο Χώρο) και απευθυνόταν στις υπόλοιπες 5 οργανώσεις (2) της α.α. που δραστηριοποιούνται στο ΕΚΦ. Υπήρξε μια ελαφριά διαφοροποίηση της ΔΕΑ από τους υπόλοιπους τρεις, καθώς δήλωσε υποστήριξη στο εγχείρημα αλλά εξάρτησε τη δική της συμμετοχή από την έκταση της συμμετοχής των άλλων οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.
Στη σύσκεψη ήταν παρόντες εκτός από τους παραπάνω, το Ξεκίνημα, η ΚΟΕ (πρώην Α/συνέχεια) και η ομάδα Απελευθέρωση.
Η ΚΟΕ επιφυλάχτηκε να μελετήσει το θέμα, να το συζητήσει στο εσωτερικό της και να απαντήσει μετά το καλοκαίρι.
Η ομάδα Απελευθέρωση δεν μίλησε καθόλου.
Το Ξ ξεκαθάρισε πως δεν συμμετέχει στο εγχείρημα.
Χρειάζεται μια νέα Αριστερά
Το ελληνικό εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα χρειάζονται μια νέα αριστερά, έξω από τα καθιερωμένα, που να μπορεί να τους δώσει προοπτική και να τους εμπνεύσει.
Χρειάζεται, γι’ αυτό το ρόλο, μια αριστερά που να έχει ένα πρόγραμμα ξεκάθαρα ριζοσπαστικό, αντικαπιταλιστικό, ανατρεπτικό, με τα στοιχεία, ταυτόχρονα, του διαφορετικού του καινούργιου και του φρέσκου.
Μια τέτοια αριστερά μπορεί να υπάρξει μόνο αν παίζουν καταλυτικό ρόλο στις γραμμές της κάποιες από τις οργανώσεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς (α.α). Κι αυτό γιατί το ΚΚΕ και ο ΣΥΝ έχουν δοκιμαστεί ιστορικά και είναι λάθος να περιμένει κανείς ότι μπορούν πια να παίξουν αυτό το ρόλο.
Το ΚΚΕ δεν μπορεί
Δεν μπορεί κανείς να στηριχτεί στο ΚΚΕ για να παίξει αυτό το ρόλο λόγω του απερίγραπτου και εξωφρενικού σεκταρισμού του – που είναι παράγωγο της επίσης εξωφρενικής εμμονής του στον Σταλινισμό. Αυτό είναι κάτι που για όλες τις δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στο ε.κ.φ. είναι ξεκάθαρο και δεν χρειάζεται παραπέρα εξήγηση. Η στασιμότητα του ΚΚΕ στο 5% δεν είναι τυχαία.
Ούτε κι ο ΣΥΝ
Είναι γεγονός ότι στο ΣΥΝ υπάρχουν πολλά πιο "ανοικτά μυαλά", υπάρχει αναζήτηση και ριζοσπαστισμός, στοιχεία που τον κάνουν αρκετά ελκυστικό σε φρέσκα κομμάτια νεολαίας. Όμως αυτό δεν φτάνει.
Το κεντρικό ζήτημα είναι τα πολιτικά χαρακτηριστικά, το πρόγραμμα και η φυσιογνωμία του κόμματος. Σ’ αυτό το επίπεδο ο ΣΥΝ είναι άκρως "προβληματικός".
Από παλιά ήταν, όταν για παράδειγμα συμμετείχε στα εθνικιστικά συλλαλητήρια υπέρ της "ελληνικής Μακεδονίας κι όταν ψήφισε υπέρ της συνθήκης του Μάαστριχτ. Για να πάμε στο πιο πρόσφατο παρελθόν, ούτε δυο χρόνια δεν έχουν περάσει απ’ όταν ο Νίκος Κωνσταντόπουλος δήλωνε πως είχε σαν πρότυπο τις κυβερνήσεις της Ελιάς στην Ιταλία και τη συμμαχία Σοσιαλιστών, Κομμουνιστών και Οικολόγων στη Γαλλία – την κεντροαριστερά δηλαδή. Ποια εμπιστοσύνη μπορεί να υπάρχει για τη στάση που θα κρατήσει ο ΣΥΝ μέσα στα επόμενα 2 ή 3 χρόνια, όταν το ΠΑΣΟΚ έχει φτιάξει ένα εκλογικό νόμο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα αυτών που μέσα στο ΣΥΝ ζητούν συγκυβέρνηση με τον ΣΥΝ; Ιδιαίτερα όταν ούτε 3 μήνες δεν έχουν περάσει απ’ όταν η ηγεσία του ΣΥΝ προχώρησε σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ στο επίπεδο των οργάνων της νομαρχιακής και τοπικής αυτοδιοίκησης;
Τέλος πως μπορεί κανείς να ελπίζει σε μια ομαλή συνεργασία με τον ΣΥΝ, όταν στο πρόσφατο προγραμματικό του συνέδριο αποφάσισε ότι η απάντηση στην αμερικανική ηγεμονία είναι η ενίσχυση της πολιτικής ενοποίησης και της στρατιωτικής ισχύος της Ευρώπης!!
Γιατί η α.α.
80% των Ελλήνων δεν εμπιστεύονται τα ελληνικά πολιτικά κόμματα σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις του ευρω-βαρόμετρου (τύπος, 23.7.2003) οι οποίες απλά επιβεβαιώνουν αυτό που όλοι ζούμε καθημερινά.
Αυτό το 80% αποδεικνύει ακριβώς το τεράστιο κενό που υπάρχει στο χώρο της αριστεράς. Δείχνει πως η απόρριψη του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ επεκτείνεται και στα μαζικά (κοινοβουλευτικά) κόμματα της αριστεράς – με άλλα λόγια, παρά την ανυποληψία του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ο κόσμος, ιδιαίτερα η νεολαία, δεν εμπιστεύονται και δεν στρέφονται στο ΚΚΕ ή τον ΣΥΝ.
Η ευθύνη, για μια άλλη αριστερά, περνά έτσι, κατά τη γνώμη μας στις οργανώσεις εκείνες της α.α. οι οποίες μπορούν να παίξουν το ρόλο του καταλύτη. Δεν πρόκειται για μια αφηρημένη ή θεωρητική τοποθέτηση – η εμπειρία από την Ευρώπη και το διεθνή χώρο έχει αποδείξει ότι σημαντικά τμήματα του μαζικού κινήματος στρέφονται σε οργανώσεις που μέχρι πριν μερικά χρόνια κινούνταν στο περιθώριο, ήταν άγνωστες στο πλατύ κίνημα (Γαλλία, Πορτογαλία, Ολλανδία, Ιρλανδία, Σκοτία, κλπ)
Επειδή στην Ελλάδα καμιά οργάνωση της α.α. δεν μπορεί από μόνη της να παίξει τον πιο πάνω ρόλο, χρειάζεται η κοινή προσπάθεια ενός αριθμού απ’ αυτές που έχουν δοκιμάσει την μεταξύ τους συνεργασία με επιτυχία την προηγούμενη περίοδο.
Η πρόταση του Ξ.
Πάνω σ’ αυτή τη βάση το Ξ έχει προτείνει τη σύγκλιση των 8 οργανώσεων της α.α. που δραστηριοποιούνται στο ΕΚΦ με στόχο τη διερεύνηση των δυνατοτήτων συγκρότησης της ελληνικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς, (σε συνεργασία με την ευρωπαϊκή α.α. η οποία είναι σε διαδικασία συγκρότησης) και την κοινή κάθοδο στις ευρωεκλογές του επόμενου χρόνου.
Η συνεργασία με το ΣΥΝ ενός αριθμού από τις οργανώσεις που είναι στο ΕΚΦ δυστυχώς ανατρέπει την πιο πάνω προοπτική. Γιατί επιτρέπει στο ΣΥΝ να έχει το πάνω χέρι, να παίζει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην συνεργασία αυτή. Θα εμφανίζει το εγχείρημα σαν εγχείρημα του ΣΥΝ και αυτό θα αφαιρεί τα μέγιστα από τη δυναμική που θα μπορούσε να αποκτήσει. Την ίδια στιγμή περιέχει τον κίνδυνο να εκθέσει τις οργανώσεις που θα "ταυτιστούν" με τον ΣΥΝ εκλογικά, γιατί είναι αδύνατο να δώσει κανείς εμπιστοσύνη στο ποια στάση θα τηρήσουν οι βουλευτές του ΣΥΝ στο ένα ή στο άλλο ζήτημα στο μέλλον. Οι όροι του Ξ για συνεργασία με ΣΥΝ.
Το Ξεκίνημα δεν είναι διατεθειμένο να ενταχθεί σε μια συνεργασία η οποία είτε εμφανίζεται προς τα έξω είτε ερμηνεύεται από το πλατύ κίνημα και τους ψηφοφόρους σαν "ΣΥΝ + συνεργαζόμενοι". Αυτό δεν σημαίνει πως το Ξεκίνημα είναι ενάντια σε κάθε είδους και μορφής συνεργασία με το ΣΥΝ (- κάτι τέτοιο δεν ισχύει, ούτε για το ΣΥΝ ούτε για το ΚΚΕ ούτε για κανένα κόμμα ή οργάνωση της αριστεράς). Κάθε συνεργασία εξετάζεται συγκεκριμένα στις συγκεκριμένες συνθήκες. Το Ξ. λέει "όχι" στη συγκεκριμένη μορφή που παίρνει η προτεινόμενη συνεργασία, δεν λέει "όχι" σε κάθε είδους συνεργασία με τον ΣΥΝ.
Οι όροι που έθεσε το Ξεκίνημα για μια συνεργασία στην οποία η παρουσία του ΣΥΝ να μπορούσε να είναι αποδεκτή, ήταν:
– Να μην υπάρχει η λέξη "συνασπισμός" στον τίτλο της συνεργασίας.
– Επικεφαλής, πολιτικά, της συνεργασίας να υπάρχει πολυμερής αντιπροσωπευτική ομάδα, κι όχι ο πρόεδρος του ΣΥΝ.
– Να υπάρχει πλήρης ανεξαρτησία στην πολιτική παρέμβαση και δράση των συνεργαζόμενων οργανώσεων καθώς δεν είναι δυνατό κανένα κείμενο "εκλογικής διακήρυξης" να μπορεί να λύσει τις ουσιαστικές (αγεφύρωτες ανάμεσα στην α.α. και το ΣΥΝ) πολιτικές διαφωνίες που υπάρχουν.
– Να υπάρχουν σαφείς και δημόσιες δεσμεύσεις κι εγγυήσεις για τον έλεγχο από τις (πολλές) μικρές οργανώσεις του ποιοι και πως αντιπροσωπεύουν το κοινό σχήμα, ποιοι εκλέγονται, και πως ελέγχονται.
Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις οποιαδήποτε συνεργασία των μικρών οργανώσεων με τον ΣΥΝ θα τις εμφανίζει στην κοινωνία σαν "δοφυφόρους" του ΣΥΝ, και τα οφέλη τα οποία προκύπτουν θα τα καρπώνεται βασικά ο ΣΥΝ.
Αν όμως οι πιο πάνω προϋποθέσεις υιοθετούνταν, τότε το "βάρος" του ΣΥΝ στο σχήμα θα ήταν πολύ μικρότερο και περιορισμένο. Έτσι το σχήμα αυτό θα μπορούσε να απευθυνθεί στην κοινωνία και το κίνημα σαν κάτι καινούργιο, το διαφορετικό, με προοπτική και δυναμική.
Η διαφορά του να συνεργαστούν κάποιοι με το ΣΥΝ και του να συμμετέχει ο ΣΥΝ σε μια πλατύτερη συνεργασία είναι ποιοτική. Και σ’ ότι αφορά στην ουσία και σ’ ότι αφορά στον τρόπο που η κοινωνία θα την αντιμετωπίζει.
Κατάληξη
Ο ΣΥΝ δεν έδειξε καμιά διάθεση για αποδοχή όρων όπως τους πιο πάνω. Την ίδια στιγμή οι υπόλοιπες οργανώσεις της α.α. δεν έδειξαν διάθεση να συγκλίνουν μεταξύ τους, όπως πρότεινε το Ξεκίνημα, να συνεννοηθούν για να αντιμετωπίσουν τον ΣΥΝ σαν ένα κοινό μπλοκ.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες η απόφαση του Ξ να μην συμμετέχει στην εκλογική συνεργασία που εγκυμονείται ήταν φυσιολογική.
Βέβαια το Ξεκίνημα θα συνεχίσει να παλεύει έτσι ώστε η α.α. να μπορέσει να έρθει πιο κοντά με τελικό στόχο το να συγκροτηθεί στα πλαίσια ενός πλατιού και δημοκρατικού ομοσπονδιακού σχήματος (μια θέση εδώ και καιρό διατυπωμένη απ’ το Ξ.) που να παρέχει πλήρη ανεξαρτησία στην κάθε μια συνιστώσα του. Θα συνεχίσει να παλεύει, πιο συγκεκριμένα, για την υιοθέτηση της θέσης του για κοινή κάθοδο της α.α. στις ευρωεκλογές του επόμενου χρόνου, με ένα καθαρό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και με την επιδίωξη να θέσει τη δική της σφραγίδα στις εξελίξεις και στην πορεία της αριστεράς.
__________
(1) Οι 8 οργανώσεις είναι: ΑΚΟΑ, ΚΕΔΑ, ΔΕΑ, ΚΟΕ, Απελευθέρωση, ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, ΟΚΔΕ-Εργατική Πάλη, Ξεκίνημα.
(2) Οι οργανώσεις αυτές είναι: ΚΟΕ, Απελευθέρωση, ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, ΟΚΔΕ-Εργατική Πάλη, Ξεκίνημα.
__________
Το Φόρουμ και οι πολιτικές οργανώσεις
Το κομμάτι του Φόρουμ που αντιδρά στην υπερβολικά έντονη παρουσία των πολιτικών οργανώσεων και ζητά, στην ουσία, τρόπους ελέγχου της ισχύος ή της παρουσίας τους, δεν είναι μικρό.
Η ενόχληση πολλών ανένταχτων, αλλά και κομματικά τοποθετημένων, αγωνιστών οι οποίοι αντιδρούν στον υπερβολικό ή ακόμα και καπελωτικό τρόπο με τον οποίο διάφορες οργανώσεις προβάλλουν τους εαυτούς τους είναι δικαιολογημένη.
Από την άλλη όμως, για να έχει αυτή η συζήτηση κάποια κατάληξη θα πρέπει να ξεκινάει από την αντικειμενική πραγματικότητα στην Ελλάδα, στην ελληνική αριστερά, στο φόρουμ. Δεν μπορεί η εικόνα των φόρουμ σε άλλες χώρες της Ευρώπης να μεταφέρεται στην Ελλάδα, σαν παράδειγμα, απλά γιατί οι συνθήκες εκεί είναι διαφορετικές.
Χρειάζεται, σαν αφετηρία η αναγνώριση ότι στη δημιουργία του ε.κ.φ οι πολιτικές οργανώσεις έπαιξαν καταλυτικό ρόλο. Και μ’ αυτή την έννοια, η παρουσία τους εκεί είναι μια πραγματικότητα η οποία δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση – ούτε να απαγορεύσει σε κάποια οργάνωση να συμμετέχει μπορεί το ε.κ.φ. ούτε να αρχίσει τις… διαγραφές.
Η όποια συζήτηση πρέπει να ξεκινά από αυτή την κατανόηση και στη συνέχεια, πάνω σ’ αυτή τη βάση, να μπουν κάποιοι κοινά αποδεκτοί κανόνες λειτουργίας και συμπεριφοράς. Εγγυήσεις βέβαια δεν μπορούν να υπάρχουν, όσοι όμως παραβιάζουν τις κοινές συμφωνίες θα πρέπει να καταγγέλλονται συγκεκριμένα (η δύναμη της καταγγελίας είναι μεγάλη, ας μην την υποτιμάται – μπορεί να κοιτάξει κανείς το παράδειγμα του ΣΕΚ το οποίο είναι σήμερα απομονωμένο εξαιτίας μιας τέτοιας νοοτροπίας).
Τέτοιοι κανόνες μπορούν να αφορούν συμφωνίες για το ποια πανό προηγούνται στις πορείες, ποια να είναι η αναλογία κομματικών ή κοινών (του ε.κ.φ.) πανό, είτε στις πορείες είτε στις προσυνόδους, είτε αλλού, προτάσεις για αναλογίες σημαιών του ε.κ.φ. παράλληλα με τις κομματικές στα διάφορα μπλοκ, κλπ.
Το ερώτημα
Η δεύτερη πτυχή αυτής της συζήτησης είναι ίσως και η σημαντικότερη. Ένα κομμάτι ανένταχτων αριστερών, οδηγείται στο συμπέρασμα ότι το κίνημα δεν χρειάζεται τις πολιτικές οργανώσεις, ότι το κίνημα είναι καλύτερα χωρίς αυτές.
Το λάθος που γίνεται εδώ είναι κατά τη γνώμη μας καίριο: γιατί κίνημα χωρίς κατεύθυνση και προσανατολισμό δεν υπάρχει. Όποιοι κι αν είναι οι προσανατολισμοί του κινήματος, αυτοί είναι πολιτικοί. Και ότι είναι πολιτικό καταλήγει να είναι ή να εξελίσσεται σε κομματικό (να παίρνει δηλαδή οργανωτική διάσταση).
Η έννοια της "αυτονομίας" του κινήματος από την πολιτική και τα κόμματα είναι στην πραγματικότητα αδύνατο να υπάρξει. Εκτός αν με "αυτονομία" εννοεί κανείς δημοκρατία, διαφάνεια και έλεγχο από τα κάτω, πράγμα με το οποίο συμφωνούμε και επαυξάνουμε – αυτό όμως είναι κάτι διαφορετικό από την αυτονομία. Δεν υπάρχει κίνημα το οποίο να μπορεί να σταθεί σαν κίνημα πέρα, έξω και άσχετα, από την πολιτική και τις οργανωμένες εκφράσεις που αυτή παίρνει -δηλαδή τα κόμματα και τις οργανώσεις. Τέτοιο κίνημα δεν έχει υπάρξει ποτέ στην ιστορία, κι ούτε και πρόκειται να υπάρξει.
Επομένως το ερώτημα είναι "ποιά πολιτική για το κίνημα, ποιοί προσανατολισμοί;", κι όχι "καμιά πολιτική και κανένας προσανατολισμός". Το ερώτημα είναι αν το κίνημα χαρακτηρίζεται από δημοκρατία, διαφάνεια και έλεγχο από τα κάτω, ή αν είναι καπελωμένο από κάποιες από τις πολιτικές οργανώσεις ή κόμματα.
Η πρόταση
Για το Ξ. η μάχη πρέπει να δοθεί για την πολιτικοποίηση του κινήματος με την έννοια της υιοθέτησης πολιτικών που να ανταποκρίνονται στα συμφέροντά του, για τον συνεπή ταξικό του προσανατολισμό ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα που αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία των προβλημάτων, για την καθιέρωση της δημοκρατίας και της διαφάνειας πλατιά μέσα στις γραμμές του.
Το ε.κ.φ., όπως και κάθε κίνημα, δεν μπορεί να "γλιτώσει" απ’ αυτή την διαδικασία. Μέσα στις γραμμές του ε.κ.φ. θα δοθούν πολιτικές μάχες, είτε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Μέσα σε όλα τα φόρουμ – εθνικά, ευρωπαϊκό, παγκόσμιο – θα δοθούν αντίστοιχες μάχες.
Ο σεκταρισμός της ελληνικής αριστεράς (που χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των οργανώσεών της) φυσιολογικά οδηγεί σε "υπερβολές" που συχνά βλάπτουν το κίνημα.
Όμως δεν υπάρχει άλλη επιλογή – πρέπει να μπούμε σε μια διαδικασία που να θέτει τους κανόνες της συζήτησης και της συνύπαρξης, μεν, αλλά από την άλλη πρέπει να αφήσουμε τις απόψεις να εκφραστούν ελεύθερα και να δώσουμε εμπιστοσύνη στο κίνημα ότι, σιγά-σιγά και βασανιστικά, έστω, θα καταλήξει στα σωστά συμπεράσματα.