Του Δημήτρη Χατζηκώστα
Την Κυριακή που μας πέρασε (16 Απριλίου) πραγματοποιήθηκε ένα κρίσιμο δημοψήφισμα για το μέλλον της Τουρκίας με τα διεθνή μέσα ενημέρωσης να είναι στραμμένα πάνω της και την τουρκική κοινωνία να εμφανίζεται πιο πολωμένη και διχασμένη από ποτέ. Στην πραγματικότητα, το δημοψήφισμα για τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που προκάλεσε ο Ερντογάν έβγαλε στην επιφάνεια τις δύο Τουρκίες και παρά την προσωρινή ανακούφιση του Τούρκου Προέδρου για το αποτέλεσμα, η οριακή του νίκη (με μόλις 51,4%), μόνο προάγγελος σταθερότητας δεν είναι.
Οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις: Προς μια αυταρχική Προεδρική «Δημοκρατία»
Με τη συνταγματική μεταρρύθμιση την οποία έθεσε στο δημοψήφισμα, ο Ερντογάν επιχειρεί να αυξήσει τις υπερεξουσίες του, επιβάλλοντας ένα μονοπρόσωπο αυταρχικό καθεστώς. Συγκεκριμένα, οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν:
- Την κατάργηση του αξιώματος του πρωθυπουργού και τo πέρασμα όλων των εξουσιών του στον Πρόεδρο
- Την υποβάθμιση της Εθνοσυνέλευσης (Βουλής), αφού δίνεται η δυνατότητα στον Πρόεδρο να κυβερνά με Προεδρικά Διατάγματα
- Τη δυνατότητα επιλογής και απόλυσης από τον ίδιο τον Πρόεδρο των ανώτατων δικαστικών
- Τη δυνατότητα στον Ερντογάν να παραμείνει Πρόεδρος της χώρας ως το 2029, αφού βουλευτικές και Προεδρικές εκλογές θα διεξάγονται κάθε 5 χρόνια και ο Πρόεδρος θα μπορεί να παραμείνει στο αξίωμά του για δύο θητείες, αρχής γενομένης από το 2019.
Όπως είναι φανερό, ο Ερντογάν με αυτά τα μέτρα επιχειρεί να «συνταγματοποιήσει» το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που έχει επιβάλλει στη χώρα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του περασμένου καλοκαιριού και έρχεται να επιβεβαιώσει ότι η νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική πάει χέρι – χέρι με τον αυταρχισμό και την υποβάθμιση των όποιων θεσμών της ήδη κουτσουρεμένης αστικής δημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι βασικό σύμμαχο στο στρατόπεδο του «ΝΑΙ» στο δημοψήφισμα, είχε το ακροδεξιό κόμμα MHP – πολιτική έκφραση τω Γκρίζων Λύκων.
Διχασμένη κοινωνία και εκτεταμένη νοθεία
Τα βίντεο με περιστατικά νοθείας που έκαναν τον γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, καθώς και τα εκατοντάδες χιλιάδες ασφράγιστα ψηφοδέλτια που αναγνώρισε η ανώτατη εκλογική επιτροπή ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου των αντιδημοκρατικών πρακτικών που χρησιμοποίησε το καθεστώς: Αποσιώπηση των συγκεντρώσεων του «ΟΧΙ» από τα ΜΜΕ, συλλήψεις και προπηλακισμοί μελών της αντιπολίτευσης, υποχρέωση πολλών εργαζομένων από τους εργοδότες ή τους διευθυντές τους να παραβρεθούν σε συγκεντρώσεις του Ερντογάν. Με αυτά τα δεδομένα, η νίκη της κυβέρνησης και η ισχνή πλειοψηφία του ΝΑΙ μόνο πύρρειος μπορεί να χαρακτηριστεί. Δεν είναι τυχαίο ότι με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ξεκίνησαν αυθόρμητες διαδηλώσεις ενώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν ήδη ξεκινήσει διαδικασίες προσβολής του αποτελέσματος στα δικαστήρια.
Το «ΟΧΙ» υπερίσχυσε στις τρεις μεγάλες πόλεις (Άγκυρα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη), στα παράλια και στις Κουρδικές επαρχίες, ενώ το «ΝΑΙ» υπερίσχυσε κυρίως στην ενδοχώρα και τις επαρχίες της Ανατολής. Όσοι επιχειρούν να εξηγήσουν αυτά τα αποτελέσματα με βάση το δίπολο «κοσμικά παράλια – θρησκόληπτη ισλαμική ενδοχώρα», βλέπουν μόνο τη μία όψη του νομίσματος. Στα 15 χρόνια διακυβέρνησης Ερντογάν, η οικονομία αναπτύχθηκε με υψηλούς ρυθμούς. Στηριγμένος στη φθηνή εργασία, έφερε ξένες επενδύσεις και ενίσχυσε πολλές μεσαίες επιχειρήσεις φτιάχνοντας μια νέα ελίτ. Η φτώχεια και η οικονομική ανισότητα παρέμειναν σε πολύ υψηλά επίπεδα, όμως ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της ενδοχώρας ξέφυγε από την απόλυτη εξαθλίωση, ενώ δημιουργήθηκε και μια νέα μεσαία τάξη ισλαμιστών επιχειρηματιών. Επίσης, το Κόμμα του Ερντογάν, είναι το μόνο εκτός του φιλοκουρδικού αριστερού HDP που έχει πρόσβαση στις επαρχίες των Κούρδων. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια η οικονομία έχει μπει ξανά σε φάση επιβράδυνσης και στασιμότητας και αυτό έχει στριμώξει το καθεστώς και έχει αυξήσει την κοινωνική δυσαρέσκεια.
Ποια πολιτική εναλλακτική;
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, υπάρχει ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού- ειδικότερα ανάμεσα στους νέους- που ασφυκτιά από το καθεστώς και είναι διατεθιμένο να βγει στους δρόμους διεκδικώντας περισσότερες δημοκρατικές ελευθερίες. Το πρόβλημα είναι για άλλη μια φορά η πολιτική εναλλακτική απέναντι στον Ερντογάν και το κόμμα του. Επικεφαλής της αντιπολίτευσης είναι το κεμαλικό CHP, ένα κόμμα που συμμετέχει ως παρατηρητής στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και επιχειρεί να εκφράσει την κοσμική, κεμαλική παράδοση της χώρας. Σήμερα εμφανίζεται ως ένα δημοκρατικό κόμμα που υπερασπίζεται τα δικαιώματα και έχει τα μάτια στραμμένα προς την Ευρώπη. Μπορεί να έχει ιδιαίτερη απήχηση σε κομμάτια της νεολαίας και μορφωμένων εργαζομένων των αστικών κέντρων, στην πραγματικότητα όμως εκφράζει τα συμφέροντα της παλιάς κεμαλικής ελίτ, η οποία δεν είναι ούτε λιγότερο ελίτ ούτε λιγότερο διεφθαρμένη από την αντίστοιχη νέα που έχει δημιουργηθεί τα χρόνια του Ερντογάν. Μέχρι το 2002 άλλωστε, κεμαλικά κόμματα κυβερνούσαν την Τουρκία σε διάφορους συνδυασμούς, καταπιέζοντας τις μειονότητες (πχ Κούρδους) και οδηγώντας την οικονομία στην αγκαλιά του ΔΝΤ.
Είναι επομένως επιτακτική η ανάγκη να χτιστεί μια πραγματική πολιτική εναλλακτική. Ένα νέο κόμμα, που θα θέσει την ταξική βάση των προβλημάτων πέρα από το δίπολο «κοσμικοί – ισλαμιστές» και θα συνδέσει τα δημοκρατικά αιτήματα με αιτήματα για την οικονομία από την πλευρά των εργαζομένων και των φτωχών αγροτών. Η δημιουργία και η εκλογική επιτυχία του HDP παρ’ όλη την καταστολή και τις διώξεις των στελεχών του, είναι ένα σημαντικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Μένει να κριθεί, αν η ηγεσία του μπορεί να προσφέρει να μια πραγματική εναλλακτική ή αν θα επαναλάβει τα λάθη της Τουρκικής Aριστεράς των προηγούμενων δεκαετιών.