1. Η Ευρώπη είναι σήμερα μια ήπειρος σε κρίση. Οι οικονομίες είναι στάσιμες, και χάνουν έδαφος απέναντι στους αμερικανούς και ασιάτες ανταγωνιστές τους. Σαν αποτέλεσμα οι αντεργατικές πολιτικές κυριαρχούν απ’ άκρη σ’ άκρη, με πρωταγωνιστές τις πιο ισχυρές οικονομίες, και πρώτη τη γερμανική. Στο επίπεδο της ζωής των λαϊκών στρωμάτων συντελούνται σοβαρές ανατροπές. Το όραμα της ΕΕ κατ’ αρχήν έχει ξεφτίσει, το ευρώ αντί να φέρει απασχόληση και οικονομική ενίσχυση, έφερε ακρίβεια και ανεργία, οι αγώνες που αναπτύσσονται είναι μεγάλοι ενώ η όλη κατάσταση οδηγεί τα πιο καταπιεσμένα στρώματα, όπως τους μετανάστες στη Γαλλία σε εκρήξεις.
2. Η καταψήφιση του ευρωσυντάγματος από τους Γάλλους και Ολλανδούς εργαζόμενους έστειλε κρύα ρίγη στους αστούς της Ευρώπης και τους ανάγκασε να παγώσουν το στόχο της πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ. Πρόκειται για την πιο σοβαρή θεσμική κρίση στην ιστορία της ΕΕ. Που είχε σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα την όξυνση των εθνικών ανταγωνισμών ανάμεσα στα κράτη μέλη, και ιδιαίτερα τις μεγάλες δυνάμεις (πρωταγωνιστές η Βρετανία και η Γαλλία).
Η Στρατηγική της Λισσαβόνας
3. Παρότι οι κρίση της ΕΕ, είναι συνολική – οικονομική, θεσμική, κοινωνική και πολιτική – οι ευρωπαίοι αστοί μένουν ανυποχώρητοι στην επιδίωξη των επιλογών τους, στην εφαρμογή της στρατηγικής τους, που δεν είναι άλλο από το παραπέρα κτύπημα του βιοτικού επιπέδου και των εργατικών κατακτήσεων. Το σύνολο των πολιτικών αυτών περιγράφεται με το όνομα «στρατηγική της Λισσαβόνας» ή «ατζέντα της Λισσαβόνας» και αποτελεί την κεντρική κατευθυντήρια γραμμή και στόχο των ευρωπαίων αστών για την δεκαετία 2000 – 2010.
4. H «Στρατηγική της Λισσαβόνας» περιγράφει όλες τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόζονται σήμερα και θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται στο μέλλον στην Ευρώπη. Είναι μια συμφωνία συντονισμού των επιθέσεων στην εργατική τάξη για αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Η Ατζέντα της Λισσαβόνας υπογράφηκε από τους Ευρωπαίους ηγέτες το Μάρτη του 2000 και είχε ως δηλωμένο στόχο «να κάνει την Ε.Ε. την πιο δυναμική και ανταγωνιστική οικονομία έως το 2010». Αυτός ο στόχος στέφθηκε από παταγώδη αποτυχία.
5. Η Ατζέντα της Λισσαβόνας υποσχόταν (μεταξύ άλλων):
– Ετήσια ανάπτυξη 3%
– Δημιουργία 20 εκ. νέων θέσεων εργασίας μέχρι το 2010
– Βελτίωση της παιδείας, της κοινωνικής συνοχής, μείωση τη φτώχειας κοκ.
(BBC NEWS Business Q&A EU’s Lisbon Agenda.htm 22/3/05)
Καμιά από τις παραπάνω υποσχέσεις δεν έχουν γίνει πραγματικότητα μέχρι σήμερα και ούτε πρόκειται να γίνουν στο μέλλον.
6. Η ανάπτυξη του 3% δεν πιάστηκε ποτέ. Από το 2002 – όταν η παγκόσμια οικονομία μπήκε σε φάση επιβράδυνσης – οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ευρωζώνης είναι γύρω στο 0,5%. Σήμερα όλες οι χώρες της ΕE βρίσκονται σε οικονομική στασιμότητα ή ημιστασιμότητα. Η Ε.Ε. προβλέπει ότι το επόμενο διάστημα οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν θα ξεπεράσουν το 0,6% (ενώ οι πιο αισιόδοξοι μιλούν για 1,2-1,5%) (BBC-news 13/10/05).
7. Η Ατζέντα της Λισσαβόνας υποσχόταν εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας. Ωστόσο, από τα μέσα του 2001 ο ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας είναι μικρότερος του 1% ετήσια. Και αυτές οι λίγες νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι συνήθως θέσεις ημιαπασχόλησης και όχι πλήρους απασχόλησης – κατα ομολογία των ίδιων των αστών. (European Economy, Spring 2004, σελ30).
8. Οι αστοί παραδέχονται πλέον και επίσημα ότι δεν μπορούν να πιάσουν τους στόχους που έθεσαν στην Ατζέντα της Λισσαβόνας για την απασχόληση. Έτσι σήμερα, στην Ε.Ε. των 25, οι άνεργοι είναι 19,1 εκ., περίπου 9% του εργατικού δυναμικού (European Economy, Spring 2004). Το 67% αυτών των ανέργων (12,8 εκ.) κατοικεί στις χώρες της Ευρωζώνης (BBC-news 1/7/05), ενώ χώρες κλειδιά για την πορεία της Ευρώπης έχουν πολύ μεγαλύτερη ανεργία από το μέσο όρο. Η ανεργία στη Γαλλία βρίσκεται σταθερά πάνω από το 10% (BBC-news 29/4/05) ενώ στη Γερμανία στο 12% (BBC-news 28/4/05).
9. Οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι δεν μπορούν να ελπίζουν σε καλύτερες μέρες. Σύμφωνα με την Κομισιόν είναι πιθανό η ανεργία να μην μειωθεί, ακόμα κι αν η ευρωπαϊκή οικονομία μπει σε φάση ανάκαμψης. Η Ευρωζώνη, αναφέρει σε έκθεσή της η Κομισιόν, θα μπορούσε να «ακολουθήσει το παράδειγμα των ΗΠΑ και η παραγωγικότητα [της εργασίας] να αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό έτσι ώστε να έχει την αντίστροφη επίδραση στην ζήτηση εργασίας». (European Economy, Spring 2004, σελ.32). Κοινώς αντί να αυξάνονται οι θέσεις εργασίας να αυξάνεται η εντατικοποιήση στις ήδη υπαρχουσες θέσεις εργασίας.
10. Όσον αφορά τις υποσχέσεις κοινωνικού περιεχομένου της Ατζέντας της Λισσαβόνας, αυτές εγκαταλείφθηκαν πλέον και επίσημα. Το Μάρτη του 2005 στη «επανεκίνηση» της Ατζέντας της Λισσαβόνας ανακοινώθηκε ότι η βασική έμφαση είναι να προωθηθούν οι οικονομικές πολιτικές της Ατζέντας.
11. Σήμερα,
– 16% των πολιτών της Ε.Ε. (70εκ. άνθρωποι) είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας
– Η ανισότητα πλούσιων – φτωχών είναι 1:5 (το 20% των πλουσιότερων Ευρωπαίων έχει 5 φορές περισσότερα από το 20% τω φτωχότερων)
Οι αντεργατικές πολιτικές της Ατζέντας της Λισσαβόνας
12. Οι Ευρωπαίοι Ηγέτες στόχευαν να κάνουν την Ε.Ε. «την πιο δυναμική και ανταγωνιστική οικονομία» ακολουθώντας μια σειρά σκληρών πολιτικών, δηλαδή, ιδιωτικοποιήσεων, περικοπών, κατάλυσης του κράτους πρόνοιας και των εργασιακών σχέσεων. Αυτή η πολιτική χαράκτηκε το 2000 και επιβεβαιώθηκε το 2004 από την ‘ανεξάρτητη επιτροπή’ (High Level Group) που κλήθηκε για να αξιολογήσει την πρόοδο και να βοηθήσει την επίσπευση των στόχων της Λισσαβόνας και το 2005 στην λεγόμενη «επανεκίνηση της Ατζέντας της Λισσαβόνας».
13. Βασικά σημεία της στρατηγικής της Λισσαβόνας ήταν και είναι (μεταξύ άλλων) τα εξής:
– Ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα
– Απελευθέρωση των αγορών ενέργειας, μεταφορών και τηλεπικοινωνιών και ιδιωτικοποίηση των αντίστοιχων επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα (εταιρίες ηλεκτρισμού, φυσικού αερίου, ταχυδρομία, αεροπορικές γραμμές, σιδηρόδρομοι, τηλεπικοινωνίες κοκ)
– Αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης και μείωση των συντάξεων. (Πράγμα που στα κείμενα της Ε.Ε. αναφέρεται συχνά ως «στρατηγική για την ενεργή γείρανση του πληθυσμού» (σελ4), ενώ οι χαμηλές συντάξεις αποτελούν στα πλαίσια της Ατζέντας της Λισσαβόνας «κίνητρο» για να παραμείνουν «ενεργοί» οι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας)
– «Επιτάχυνση της εντατικοποίησης της εργασίας» (σελ3)
– «προσαρμογή του ωραρίου εργασίας» (σελ11) ή κοινώς αύξηση και ελαστικοποίηση του ωραρίου εργασίας
– «Να γίνει πιο ελκυστική η ημιαπασχόληση» (σελ12)
– Διασφάλιση «εργοδοτικά φιλικών μισθών» (σελ13) ή κοινώς με μείωση των μισθών
– «Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας», «αλλαγές στο σύστημα διαπραγμάτευσης των μισθών έτσι ώστε να είναι φιλικοί προς την εργοδοσία», «δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικού στην επιχειρηματικότητα» (σελ12), κλπ. Κοινώς: Αντεργατικές νομοθεσίες που να επιτρέπουν χαμηλούς μισθούς, πιο εύκολες απολύσεις, κοκ.
(Στοιχεία από: BBC-news 13/10/05 & Council of European Union 9/3/2005: Joint Employment Report 2004/2005)
14. Αυτές τις πολιτικές τις είδαμε να εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια στην Ε.Ε. Αλλαγές στο συνταξιοδοτικό έγιναν ή επιδιώχθηκαν να γίνουν στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. όπου υπήρξαν και οι ανάλογες αντιδράσεις από τους εργαζόμενους δηλαδή απεργίες και διαδηλώσεις. (Ενδεικτικά οι πιο σημαντικές: το 2001 στην Ελλάδα και στην Ιταλία, το 2003 στην Γαλλία και την Αυστρία, το 2004 στην Γερμανία και την Ολλανδία, το 2005 στο Βελγιο κλπ.)
15. Στις ιδιωτικοποιήσεις στους τομείς τηλεπικοινωνιών, ενέργειας και μεταφορών πρωτοπόρα ήταν η Σουηδία, δείχνοντας και τις συνέπειες που έχουν στην τσέπη του κόσμου. Για παράδειγμα η εταιρία ηλεκτρισμού ιδιωτικοποιήθηκε στη Σουηδία το 1996 και από τότε η τιμή του ηλεκτρισμού έχει αυξηθεί κατά 86%. Τα ταχυδρομία ιδιωτικοποιήθηκαν το 1993 και από τότε έχουν γίνει 80% πιο ακριβά.
16. Στην μείωση των μισθών, την κατάλυση των εργασιακών σχέσεων και του κράτους πρόνοιας, πρωτοστάτης τα τελευταία χρόνια ήταν η Γερμανία με την Ατζέντα 2010 του Σρέντερ και τους νόμους Hartz.
17. Το 2003 εισήχθηκαν στη Γερμανία (με το νόμο Hartz ΙΙΙ) οι όροι: α) mini-jobs, θέσεις εργασίας στις οποίες οι εργαζόμενοι αμείβονται με μάξιμουμ 400 € το μήνα και β) midi-jobs, θέσεις εργασίας που αμείβονται με μάξιμουμ 800 € το μήνα. Το 2004 (με το νόμο Hartz ΙV) άρχισαν να δημιουργούνται (κυρίως στο δημόσιο τομέα) θέσεις εργασίας που αμείβονται με 1€ την ώρα. Ταυτόχρονα με τον ίδιο νόμο μειώθηκε το επίδομα ανεργίας, καθώς και ο αριθμός των δικαιούχων.
18. Σε μια σειρά από μεγάλες βιομηχανίες (VW, Daimler Chrysler, Adam Opel, Siemens) οι εργαζόμενοι αναγκάστηκαν να δεχτούν πάγωμα των μισθών και αύξηση των ωρών εργασίας (στις 40 από τις 35 ώρες) καθώς και ελαστικό ωράριο, υπό την απειλή των απολύσεων και της μετεγκατάστασης της επιχείρησης σε χώρες που οι μισθοί και οι συνθήκες εργασίας είναι «πιο φιλικοί προς την εργοδοσία».
19. Η εφαρμογή αυτών των πολιτικών στην Γερμανία είναι ενδεικτική για το τι θα γίνει και σε τι έκταση θα γίνει την επόμενη περίοδο και στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.
Η απειλή Μπόλκεστάϊν
20. Μια από τις προτεραιότητες της Ατζέντας της Λισσαβόνας είναι η λεγόμενη «ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς» της Ε.Ε.
21. Το πρόβλημα που βλέπουν οι αστοί είναι το εξής: ενώ η εσωτερική αγορά της Ε.Ε. δεν παρουσιάζει προβλήματα για το εμπόριο βιομηχανικών προϊόντων δεν ισχύει το ίδιο για τις υπηρεσίες. Αν παροχείς υπηρεσιών όπως αρχιτέκτονες, δικηγόροι, εταιρίες ενοικίασης αυτοκινήτων, κατασκευαστικές εταιρίες κοκ, θέλουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε χώρες πέρα από τη δική τους, έχουν να αντιμετωπίσουν πολύ μεγάλα εμπόδια, τα οποία έχουν να κάνουν με το πόσο διαφορετικές είναι οι νομοθεσίες στα διάφορα κράτη μέλη της Ε.Ε.
22. Η αγορά υπηρεσιών δεν είναι καθόλου ασήμαντη καθώς αποτελεί το 70% της οικονομικής δραστηριότητας της Ε.Ε. Έτσι οι αστοί θέλουν να «αρθούν τα εμπόδια στην ελεύθερη διακίνηση υπηρεσιών» (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών 25&&26 Μαρτίου 2004:«Συμπεράσματα της Προεδρίας»)
23. Με την «άρση των εμποδίων» ασχολείται η «οδηγία Μπόλκεστάϊν» ή αλλιώς «οδηγία για τις υπηρεσίες». Το πιο σημαντικό σημείο της πρότασης Μπόλκεστάϊν είναι η αρχή της «χώρας καταγωγής». Αυτή η αρχή επιτρέπει σε μια εταιρία παροχής υπηρεσιών να υπόκειται στους νόμους της χώρας όπου είναι η έδρα της και όχι στους νόμους της χώρας όπου παρέχει τις υπηρεσίες. Αυτό σημαίνει για παράδειγμα ότι μια εταιρία με έδρα στη Σλοβακία μπορεί να ανοίξει παραρτήματα στη Γερμανία, τη Σουηδία, κοκ και να πληρώνει τους εργαζόμενους εκεί με Σλοβακικούς μισθούς και επιδόματα. Κάτι τέτοιο βέβαια θα έχει άμεση συνέπεια στους μισθούς στις πιο πλούσιες χώρες, οι οποίοι στο όνομα του ανταγωνισμού δεν μπορούν παρά να μειωθούν.
24. Η πρόταση Μπόλκεστάϊν αποτελεί μια από τις ωμές απειλές στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων τόσο στις πιο πλούσιες χώρες της Ε.Ε. όπου οι μισθοί στο όνομα της ανταγωνιστικότητας θα πέφτουν, όσο και στις πιο φτωχές χώρες της Ε.Ε. που πάλι στο όνομα της ανταγωνιστικότητας οι μισθοί θα μένουν χαμηλοί.
25. Μετά τις αντιδράσεις και τις κινητοποιήσεις εργαζομένων σε μια σειρά απο χώρες (Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία, Βέλγιο – πορεία 80.000) ενάντια στην «οδηγία Φράνκενστάϊν» όπως ονομάστηκε, ένα κομμάτι των αστικής τάξης φάνηκε να κάνει πίσω. Ο Σιράκ και ο Σρέντερ για παράδειγμα ζήτησαν να ξαναγραφτεί η οδηγία Μπόλκεστάϊν με τρόπο που να διαφυλάτεται το κοινωνικό μοντέλο της Ε.Ε. Ωστόσο η υποχώρηση ήταν μόνο φαινομενική. «Κανείς δεν ζήτησε να αποσυρθεί η οδηγία. Αντιθέτως όλοι συμφώνησαν ότι είναι ανάγκη να ανοίξουμε την αγορά για να διακινούνται ελεύθερα οι υπηρεσίες, υπογράμμισε ο πρόεδρος της Κομισιόν, ΧΜ Μπαρόσο.» (Financial Times, editorial 24/3/2005).
Η Διεύρυνση της Ε.Ε.
26. Η διεύρυνση της Ε.Ε. δεν έχει ως στόχο την ανάπτυξη των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι νέες χώρες της Ε.Ε. στην πραγματικότητα δεν έχουν κανένα σημαντικό όφελος από την είσοδό τους στην Ε.Ε. Τα χρήματα που παίρνουν από το ταμείο συνοχής είναι (αναλογικά) το 1/10 των χρημάτων που πήρε η Ελλάδα, ενώ στο όνομα της εισόδου στην Ε.Ε. οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών περνάνε σκληρές πολιτικές λιτότητας.
27. Σκοπός της διεύρυνσης της Ε.Ε. είναι να ανοίξει στα μεγάλα κεφάλαια της Δ. Ευρώπης νέες αγορές για εκμετάλλευση. Νέες αγορές για πώληση των προϊόντων τους αλλά κυρίως «αγορές» φτηνού εργατικού δυναμικού.
28. Η διεύρυνση της Ε.Ε. επιτρέπει στους καπιταλιστές να μεταφέρουν τμήματα των επιχειρήσεών τους σε χώρες με φτηνό εργατικό δυναμικό και συνεπώς να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα τους σε διεθνές επίπεδο, απέναντι στα αμερικανικά και ασιατικά κεφάλαια, καθώς και την κερδοφορία τους. Με την απειλή της μεταφοράς όλο και μεγαλύτερου μέρους των επιχειρήσεών τους στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, μπορούν να συμπιέζουν τους μισθούς των εργαζομένων στη Δύση και να ζητούν φοροαπαλλαγές και άλλα «κίνητρα» από τις κυβερνήσεις. Ήταν με την απειλή της μεταφοράς εργοστασίων τους στην Τσεχία και την Πολωνία που κατάφεραν οι VW, Daimler Chrysler, Opel, Siemens να παγώσουν τους μισθούς των εργαζομένων στη Γερμανία και να αυξήσουν τα ωράρια εργασίας τους.
29. Σήμερα στις χώρες νέες χώρες της ΕΕ, στην Κεντρική Ευρώπη, οι μισές θέσεις εργασίας στη βιομηχανία προσφέρονται από ξένους επενδυτές. Αυτό είναι διπλάσιο ποσοστό από αυτό της υπόλοιπης Ε.Ε. Οι χώρες της Κ. Ευρώπης γίνονται σήμερα λόγω του φτηνού εργατικού δυναμικού το «εργοτάξιο» του βιομηχανικών πολυεθνικών της Δ. Ευρώπης. Ένα εργοτάξιο πάντως, που στην πρώτη ευκαιρία, θα μεταφερθεί ακόμα πιο πέρα, σε χώρες με ακόμα φτηνότερο εργατικό δυναμικό όπως είναι για παράδειγμα οι χώρες της Ν.Α. Ευρώπης. Στη Ρουμανία για παράδειγμα ο μέσος μισθός είναι 130 $ ενώ στην Πολώνία 597 $.
30. Αυτό που προβληματίζει την αστική τάξη σε σχέση με τη διεύρυνση της Ε.Ε. είναι το άνοιγμα των συνόρων και η μεγάλη εισροή μεταναστών από την Α. στη Δ. Ευρώπη, πράγμα που οξύνει την ανεργία και αυξάνει τον κίνδυνο εκρήξεων από τα κάτω.
Σύμφωνο Σταθερότητας
31. Το Σύμφωνο Σταθερότητας υπογράφηκε το 1997 και στόχος του ήταν η δημοσιονομική πειθαρχία (εξάλειψη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού) των χωρών που από το 1999 και έπειτα θα είχαν ως νόμισμα το ευρώ (θα αποτελούσαν την ΟΝΕ). Σήμερα το Σύμφωνο Σταθερότητας υπάρχει στην ουσία μόνο στα χαρτιά. Και αυτό γιατί τα μεγέθη του Συμφώνου σταθερότητας που είναι υποχρεωμένα να τηρούν τα κράτη μέλη της ΟΝΕ (Δημόσιο Έλλειμμα μικρότερο του 3%, Δημόσιο Χρέος μικρότερο του 60% του ΑΕΠ και χαμηλό πληθωρισμό) τέθηκαν σε μια περίοδο ανάπτυξης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, χωρίς να ληφθεί σοβαρά υπόψη τι θα γινόταν σε μια περίοδο στασιμότητας, ύφεσης κοκ. Από το 1999-2000 όταν η ευρωπαϊκή οικονομία άρχισε να βουτά προς τα κάτω καμιά χώρα δεν στάθηκε τελικά ικανή να τηρήσει τα μεγέθη του Συμφώνου Σταθερότητας. Και όταν οι ηγέτιδες δυνάμεις της Ε.Ε. η Γερμανία και η Γαλλία επί τρία χρόνια ξεπέρασαν το όριο του 3% (η Γαλλία μάλιστα και του 60%) και το συμβούλιο Υπουργών της Ε.Ε. δεν τους επέβαλε κυρώσεις, δεν μπορούσαν πλέον να επιβληθούν κυρώσεις και στις υπόλοιπες χώρες που παρέβαιναν το Σύμφωνο Σταθερότητας (Ελλάδα, Πορτογαλία – δημόσιο έλλειμμα 6%, Ιταλία – δημ. έλλειμμα 4,3%, κοκ).
32. Για να μην συνεχίσουν οι αστοί να καταπατούν διαρκώς τους νόμους που οι ίδιοι θέσπισαν, αποφασίστηκε το Μάρτη του 2005 στη σύνοδο κορυφής της Ε.Ε. να αλλάξει το Σύμφωνο Σταθερότητας και να γίνει πιο χαλαρό. Στην ουσία η τροποποίηση του Συμφώνου προβλέπει ατιμωρησία για όποια χώρα ξεπεράσει τα θεσπισμένα μεγέθη αρκεί να έχει μια «καλή» δικαιολογία. Το «καλή» είναι πολύ σχετικό, καθώς για παράδειγμα η Γερμανία μπορεί να χρησιμοποιήσει ως δικαιολογία το κόστος της επανένωσης, κι’ ας έχουν περάσει 15 χρόνια από την επανένωση των δυο Γερμανιών.
33. Στην πραγματικότητα το Σύμφωνο Σταθερότητας λειτουργεί πλέον μόνο σαν μέσο πίεσης. Στο όνομα του Συμφώνου Σταθερότητας οι εθνικές κυβερνήσεις περνούν μέτρα λιτότητας στις χώρες τους και στο όνομα του Συμφώνου Σταθερότητας πιέζονται οι υποψήφιες προς ένταξη στην Ε.Ε. χώρες για να αποκτήσουν τα επιθυμητά για την Ε.Ε. οικονομικά μεγέθη.
Ευρωσύνταγμα
34. Το Ευρωσύνταγμα, ήταν το πρώτο βήμα για τη λεγόμενη «πολιτική ενοποίηση» της Ε.Ε. Και αυτό το πρώτο βήμα της πολιτικής ενοποίησης θα γινόταν συνταγματοποιώντας κατά πρώτον μια σειρά νεοφιλελεύθερων πολιτικών έτσι ώστε να περάσουν πιο εύκολα και σύντομα σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. μαζί (ενιαιοποίηση της οικονομικής πολιτικής) και κατά δεύτερον περιορίζοντας τα κέντρα λήψεως αποφάσεων και τη συμμετοχή των μικρότερων χωρών σε αυτές, ενισχύοντας τους μηχανισμούς της Ε.Ε. και θεσμοποιώντας την ηγεμονία της Γερμανίας, της Γαλλία και της Βρετανίας στην Ε.Ε.
35. Η κατάρρευση του Ευρωσυντάγματος ήταν η πρώτη σοβαρή ήττα της Ε.Ε. – σαν θεσμός – και της διαδικασίας της λεγόμενης «Ευρωπαϊκής Ενοποίησης». Ήταν μια ήττα που σόκαρε τους Ευρωπαίους ηγέτες και καπιταλιστές καθώς δεν είχαν προετοιμαστεί για την πιθανότητα οι λαοί να καταψηφίσουν το Ευρωσύνταγμα. Δεν είχαν προετοιμαστεί για μια ήττα από τα κάτω.
36. Τα ΟΧΙ στο Ευρωσύνταγμα των Γάλλων (55%) και των Ολλανδών (61,6%) ήταν μια ταξική τοποθέτηση. Στη Γαλλία για παράδειγμα ψήφισε ‘ΟΧΙ’ η πλειοψηφία των εργατών (79%) και των ανέργων (71%) και στην Ολλανδία η πλειοψηφία των δημοσίων και των ιδιωτικών υπαλλήλων. Δεν ήταν ένα ‘ΟΧΙ’ εθνικιστικό όπως προσπάθησαν να το παρουσιάσουν τα ΜΜΕ πανευρωπαϊκά. Στη Γαλλία για παράδειγμα μόλις 18% των ψήφων του ‘ΟΧΙ’ ήταν ψήφοι εθνικιστικοί.
37. Η καταψήφιση του Ευρωσυντάγματος από τους Γάλλους και τους Ολλανδούς ήταν μια απάντηση στις μεταρρυθμίσεις που επιχειρήθηκαν και στις δυο χώρες στο ασφαλιστικό, στην αύξηση των ωρών εργασίας (από τις 35 στις 40), στα μεγάλα ποσοστά ανεργίας, στις περικοπές των κρατικών δαπανών κοκ. Με δυο λόγια, λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά ήταν μια απάντηση στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της γαλλικής και ολλανδικής κυβέρνησης των τελευταίων χρόνων.
38. Τα ΟΧΙ των Γάλλων και των Ολλανδών πήραν πολύ μεγάλη δυναμική και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Έδωσαν στους υπόλοιπους λαούς της Ε.Ε. μιαν άλλη οπτική γωνία των πραγμάτων και όξυναν την ταξική τους συνείδηση, περνώντας το μήνυμα ότι τα σχέδια των αστών μπορούν ματαιωθούν. Στην Ελλάδα για παράδειγμα πριν το γαλλικό ‘ΟΧΙ’ η κοινή γνώμη εμφανιζόταν στις δημοσκοπήσεις κατά 70% υπέρ του ευρωσυντάγματος. Την επόμενη του γαλλικού δημοψηφίσματος μόνο το 30% δήλωνε υπέρ του ‘ΝΑΙ’ και το 40-43% των δήλωνε υπέρ του ‘ΟΧΙ’.
39. Βλέποντας αυτό το κλίμα και τη δυναμική του, οι αστοί φοβήθηκαν ότι αν συνέχιζαν με τη διαδικασία επικύρωσης του Ευρωσυντάγματος θα είχαν να αντιμετωπίσουν ένα ντόμινο από ΟΧΙ και από τις υπόλοιπες χώρες στις οποίες η απόφαση θα παιρνόταν με δημοψήφισμα, οπότε η ήττα τους θα ήταν πλέον όχι απλά μεγάλη αλλά συντριπτική. Έτσι αρχικά ακυρώθηκαν τα δημοψηφίσματα σε Βρετανία και Δανία και στη συνέχεια το Ευρωσύνταγμα θάφτηκε.
40. Οι όποιες προσπάθειες επαναφοράς του Ευρωσυντάγματος από ένα κομμάτι της αστικής τάξης στην Ευρώπη απέτυχαν (βλ. Π.χ. Δημοψήφισμα για επικύρωση του Ευρωσυντάγματος στο Λουξεμβούργο). Είναι μάλλον απίθανο να δούμε το Ευρωσύνταγμα να επανέρχεται στο προσκήνιο, ακόμα και μετά από μερικά χρόνια. Όσο η Ε.Ε. παραμένει σε στασιμότητα και η κατάσταση από τα κάτω γίνεται όλο και πιο εκρηχτική είναι απίθανο οι αστοί να έχουν την αυτοπεποίθηση να επαναφέρουν και να παλέψουν πραγματικά το ζήτημα του Ευρωσυντάγματος. Ωστόσο το γεγονός ότι θάφτηκε το Ευρωσύνταγμα δεν σημαίνει ότι οι αστικές κυβερνήσεις δεν θα προσπαθήσουν να περάσουν μέτρα και πολιτικές που εμπεριέχονταν σε αυτό μεμονωμένα και σπαστά. Και τα άρθρα που θα προσπαθήσουν να περάσουν δεν θα είναι τόσο τα θεσμικά, στα οποία τους πήρε και χρόνια να συμφωνήσουν, αλλά τα οικονομικά.
Όξυνση των εθνικών ανταγωνισμών
41. Η κατάρρευση του Ευρωσυντάγματος σε συνδυασμό με την οικονομική στασιμότητα στην Ε.Ε. άνοιξε μια νέα περίοδο για την Ε.Ε. Μια περίοδο όξυνσης των εθνικών ανταγωνισμών, που πρώτο της δείγμα ήταν οι διαμάχες για τον προϋπολογισμό του 2007-2013 της Ε.Ε., που κατέληξε κατ’ αρχήν σε αδιέξοδο.
42. Οι ευρωπαίοι αστοί χάσανε για την επόμενη περίοδο το στόχο της «πολιτικής ενοποίησης της Ε.Ε.» Ένα στόχο που τους κρατούσε σχετικά ενωμένους και διατεθειμένους να κάνουν συμβιβασμούς για να προχωρήσει ο κοινός τους στόχος. Από τη στιγμή που ο στόχος αυτός χάθηκε, τα διαφορετικά συμφέροντα των διαφόρων αστικών τάξεων μέσα στην Ε.Ε. βγαίνουν στο προσκήνιο.
43. Από την άλλη όσο η οικονομική στασιμότητα και κρίση πιέζει τις εθνικές οικονομίες, οι ανταγωνισμοί αυτοί θα οξύνονται όλο και περισσότερο και όσο συσσωρεύεται η αγανάκτηση των εργατικών και νεολαιίστικων μαζών για τις πολιτικές λιτότητας και περικοπών που ακολουθούνται, οι αστοί θα στρέφονται και συνειδητά στα όπλα του «πατριωτισμού» έως και εθνικισμού.
Η πολιτική Ενοποίηση της Ε.Ε.
44. Το Ξεκίνημα και η CWI πάντα υποστήριζαν πως η πολιτική ενοποίηση των Ευρώπης ήταν αδύνατη πάνω σε καπιταλιστική βάση. Κι αυτό γιατί είναι αδύνατο για τις αστικές τάξεις, της ΕΕ, ιδιαίτερα τις μεγάλες – Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία – να εγκαταλείψουν τη δική τους κυριαρχία στο χώρο τους, δηλαδή την «εξαφάνισή» τους στο όνομα της «ενότητας» της ευρωπαϊκής αστικής τάξης. Οι αστικές τάξεις της Ευρώπης, την ίδια στιγμή που είναι ευρωπαϊκές είναι και εθνικές – κι αυτό τους τον χαρακτήρα, τον εθνικό, δεν είναι διατεθειμένες να τον εγκαταλείψουν. Η δημιουργία μιας κοινής αγοράς, όπως ήταν πριν το 1990 η ΕΕ (με το όνομα ΕΟΚ) είναι διαφορετικό πράγμα από μια πολιτικά ενωμένη Ευρώπη, που σημαίνει, ένα πολιτικό κέντρο αποφάσεων. Το τελευταίο καταργεί την ανεξαρτησία των αστικών τάξεων να παίρνουν αποφάσεις σε εθνικό επίπεδο. Οπότε κάποια στιγμή, κάποιες απ’ αυτές θα έβαζαν φρένο στη διαδικασία περαιτέρω ενοποίησης, υπερασπιζόμενες τα «εθνικά» τους συμφέροντα. Αυτό το ρόλο αυτή τη στιγμή τον παίζει η Βρετανική αστική τάξη η οποία πάντα φοβόταν τον κίνδυνο να γίνει ο φτωχός συνεταίρος σε μια Ευρώπη στην οποία κυριαρχούν Γερμανοί και Γάλλοι. Έτσι βρήκε την ευκαιρία μετά το ευρωσύνταγμα να μπει στην αντεπίθεση.
45. Πάνω σ’ αυτή τη βάση το Ξ υποστήριζε και υποστηρίζει πως πραγματικά ενωμένη Ευρώπη μπορεί να υπάρξει μόνο με την ανατροπή του καπιταλισμού στην ήπειρο, μόνο σαν «Σοσιαλιστική Ενωμένη Ευρώπη».
Ευρώ
46. Ιστορικά, χώρες που έκαναν νομισματικές ενώσεις χωρίς να ενοποιηθούν πολιτικά, όταν δέχτηκαν σοβαρές πιέσεις, δεν κατάφεραν να διατηρήσουν την ένωση. Αυτή ήταν η τύχη της “Λατινικής Νομισματικής Ένωσης” (1865-1920) μεταξύ Γαλλίας, Ελβετίας, Βελγίου, Ιταλίας, και Ελλάδας καθώς και της “Σκανδιναβικής Νομισματικής Ένωσης” (1873-1920) μεταξύ Σουηδίας, Νορβηγίας και Δανίας (Guardian 10/12/2001).
47. Και δεν είναι μόνο τέτοιου είδους νομισματικές ενώσεις που απέτυχαν αλλά ακόμα και νομισματικές ισοτιμίες. Το “currency snake” system του 1972 και η μετεξέλιξη του το 1979 στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών, ο οποίος στην ουσία κατέρρευσε το 1992. Αντιθέτως οικονομικές και νομισματικές ενώσεις όπως της Γερμανίας το 1857, της Ιταλίας το 1861 και των ΗΠΑ το 1913 διατηρήθηκαν αφού ακολουθήθηκαν ή συνδυάστηκαν από πολιτική ενοποίηση. (στοιχεία από: Dr Gerard Lyons: Global Head of Treasury Research at Standard Chartered Bank / City Economist)
48. Από τη στιγμή που η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι πολιτικά ενιαία, δεν αποτελεί δηλαδή ένα κράτος και δεν έχει ένα κέντρο λήψης αποφάσεων, τότε το νόμισμά της, το ευρώ, θα είναι ιστορικά ένα νόμισμα κρίσης. Η αποχώρηση χωρών απ’ αυτό σε κάποια στιγμή πρέπει να θεωρείται βέβαιη και ακόμα και η πλήρης κατάρρευσή του πιθανή.
49. Το ευρώ σχεδιάστηκε σε μια περίοδο ανάπτυξης των ευρωπαϊκών οικονομιών, χωρίς να ληφθεί σοβαρά υπόψη τι θα γίνει σε περίοδο ύφεσης ή και κρίσης. Αν η Ε.Ε. μπει σε βαθιά και παρατεταμένη κρίση τότε θα δημιουργούνται φυγόκεντρες τάσεις από το ευρώ. Και αυτό γιατί από τη στιγμή που η ευρωζώνη αποτελείται από διαφορετικές χώρες, με διαφορετικές και ανταγωνιστικές αστικές τάξεις, σε μια περίοδο βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης κάθε αστική τάξη θα κοιτά πώς η ίδια να βγει από την κρίση και να επιβιώσει και δεν θα κάνει θυσίες απλά για να διατηρήσει το κοινό νόμισμα. Έτσι σε μια περίοδο βαθιάς παρατεταμένης κρίσης το ευρώ είτε θα καταρρεύσει ολοκληρωτικά είτε θα διατηρηθεί ως κοινό νόμισμα λίγων χωρών.
50. Πέρα από τις αντιθέσεις ανάμεσα στις αστικές τάξεις, ο παράγοντας του εργατικού κινήματος και των αγώνων του μπορεί επίσης να παίξει καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις. Ο ‘ευρωσκεπτικισμός’ βρίσκεται σε άνοδο στο σύνολο της ΕΕ. Οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν εμπνέονται πια από την ‘ιδέα’ της ενωμένης Ευρώπης την οποία χρησιμοποίησαν κατά κόρον οι αστοί στα προηγούμενα 10 – 15 χρόνια, αλλά την έχουν ταυτίσει με τη λιτότητα, την ακρίβεια και τις αντεργατικές πολιτικές. Μέσα στο μαζικό κίνημα αναπτύσσονται τάσεις που αναζητούν τρόπους άμεσης και ευθείας παρέμβασης στις διαδικασίες της ΕΕ με στόχο το μπλοκάρισμα των λειτουργιών και αποφάσεών της. Η καταψήφιση του ευρωσυντάγματος στη Γαλλία και την Ολλανδία αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα – μια άμεση παρέμβαση στο πολιτικό επίπεδο από το μαζικό κίνημα.
Αγώνες και συνείδηση
51. Από το 2000 η Ευρώπη έχει μπει σε μια νέα φάση ταξικών αγώνων. Από την μια οι επιθέσεις των αστών σε όλες τις χώρες της Ευρώπης ανάγκασαν τους εργαζόμενους να προχωρήσουν σε κινητοποιήσεις για να υπερασπιστούν το βιοτικό τους επίπεδο και τα δικαιώματά τους που είχαν ήδη χτυπηθεί σε μεγάλο βαθμό τη δεκαετία του 90. Από την άλλη το κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και το αντιπολεμικό κίνημα στην συνέχεια έπαιξαν πολύ μεγάλο ρόλο στο να μπορέσει ο κόσμος, οι εργαζόμενοι και οι νέοι, να βγουν από το τέλμα του 90 και να αντισταθούν στις επιθέσεις των αστών. Τα δυο αυτά διαδοχικά κινήματα έβγαλαν ξανά μαζικά κυρίως νέους αλλά και μεγαλύτερους, εργαζόμενους στο δρόμο, αφυπνίζοντας και οξύνοντας την ταξική τους συνείδηση, δίνοντάς τους «κινηματικές εμπειρίες», ανοίγοντας την αυλαία μιας νέας περιόδου.
52. Οι αγώνες που δόθηκαν τα τελευταία χρόνια δεν περιορίστηκαν στις χώρες της Ν. Ευρώπης. Ιδιαίτερα από το 2003 και μετά ήταν η Β. Ευρώπη που πρωτοστάτησε στους ταξικούς αγώνες. Οι επιθέσεις των αστών είχαν τέτοια έκταση που οι εργαζόμενοι μετά από δεκαετίες «ταξικής ειρήνης» κατέβηκαν στους δρόμους, ενώ το πολιτικό σκηνικό στις χώρες αυτές παρουσιάζει μια πρωτόγνωρη για την μεταπολεμική περίοδο αστάθεια.
Γερμανία
53. Στην Γερμανία το 2003 είχαμε πορεία 100.000 ατόμων ενάντια στην Ατζέντα 2010 του Σρέντερ (την πρωτοβουλία γι’ αυτήν είχε πάρει η δική μας οργάνωση εκεί) ενώ το 2004 η Γερμανία πραγματικά πρωτοστάτησε στους εργατικούς αγώνες με απεργίες στην αυτοκινητοβιομηχανία (στην οποία απασχολείται 1 στους 7 γερμανούς) με διαδηλώσεις που έφτασαν τις 500 000 και με τις «πορείες της Δευτέρας» ενάντια στον νόμο Χαρτς ΙV, όπου χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι διαδήλωναν σε 20 πόλεις της Γερμανίας επί βδομάδες. Ακόμα, είδαμε μια σειρά από πορείες στα διάφορα κρατίδια ενάντια στις επιθέσεις που έκαναν οι τοπικές κυβερνήσεις στο κράτος πρόνοιας και στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι εδώ και μερικά χρόνια έχει αρχίσει να συζητιέται σοβαρά το ζήτημα της γενικής απεργίας στη Γερμανία. Γενική απεργία έχει να γίνει στη Γερμανία από τη δεκαετία του 20. Όταν γίνει δε θα έχει τον εθιμοτυπικό χαρακτήρα των γ. απεργιών που καλούνται στην Ελλάδα, αλλά θα έχει ιστορικό χαρακτήρα.
54. Εκτός από τις κινητοποιήσεις οι γερμανοί απάντησαν στην Ατζέντα 2101 και τους νόμους Χαρτς και σε εκλογικό επίπεδο. Το 2005 είδαμε μια πρωτόγνωρη πολιτική αστάθεια για τα δεδομένα της χώρας. Εκλογές – θρίλερ, αδυναμία και των δυο μεγάλων κομμάτων του πολιτικού κατεστημένου να σχηματίσουν κυβέρνηση, μια κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» μετά από διαπραγματεύσεις εβδομάδων, μια κυβέρνηση που οι περισσότεροι αναλυτές χαρακτηρίζουν προσωρινή και μεταβατική. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της Ατζέντας 2010 και μιας κυβέρνησης που προκάλεσε τη μεγαλύτερη πτώση στο βιωτικό επίπεδο των γερμανών από το Β παγκόσμιο πόλεμο. Αυτή είναι η απάντηση στο νεοφιλελευθερισμό, λιγότερο ή περισσότερο συνειδητή, σε εκλογικό επίπεδο, των εργαζομένων των ανέργων και της νεολαίας.
Γαλλία
55. Στη Γαλλία από το 2003 είδαμε δύο 24ωρες απεργίες των δημοσίων υπαλλήλων ενάντια στις αλλαγές στο ασφαλιστικό και από τότε συνεχώς μικρότερες ή μεγαλύτερες κινητοποιήσεις και απεργίες. Το 2005 τα συνδικάτα κάλεσαν 2 φορές σε πενθήμερο παν-γαλλικών κινητοποιήσεων και γενική απεργία το Μάρτη όπου 1εκ εργαζόμενοι κατέβηκαν σε 150 διαδηλώσεις σε όλη τη Γαλλία ενάντια στους μικρούς μισθούς και τις προτάσεις για αύξηση ωραρίων εργασίας. Σε πολιτικό επίπεδο, η αστική τάξη στη Γαλλία πήρε την απάντηση στην πολιτική λιτότητας και περικοπών με την καταψήφιση του Ευρωσυντάγματος.
56. Το κλίμα στη Γαλλία έγινε περισσότερο πολωμένο και ηλεκτρισμένο μετά την καταψήφιση του Ευρωσυντάγματος. Λίγες μετά το δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα είχαμε απεργιακές κινητοποιήσεις με πρώτους τους εργάτες στη μεταλλουργία, ενώ σύμφωνα με δημοσκοπήσεις 70% των γάλλων περίμενε άνοδο των εργατικών αγώνων. Η νέα γαλλική κυβέρνηση μάλιστα του Βιλπέν (ο οποίος αντικατέστησε το Ραφαρέν που παραιτήθηκε μετά το δημοψήφισμα) αναγκάστηκε λόγω του αναβρασμού της γαλλικής κοινωνίας να δηλώσει ότι ναι μεν θα συνεχίσει τις ιδιωτικοποιήσεις του δημόσιου τομέα και ότι οι κοινωνικές δαπάνες δεν πρόκειται να αυξηθούν αλλά ότι προτεραιότητα της κυβέρνησής του θα είναι η υπεράσπιση του κοινωνικού μοντέλου, ότι θα δημιουργήσει 100.000 νέες θέσεις εργασίας και ότι θα ξοδέψει για πολιτικές που σχετίζονται με την εργασία 4,5 δις ευρώ. Ωστόσο 60% των γάλλων ψηφοφόρων πίστευαν ότι η κυβέρνηση Βιλπέν θα είναι μια από τα ίδια. Και πράγματι η νέα κυβέρνηση δεν κατάφερε να καθησυχάσει καθόλου τους γάλλους. Η κατάσταση παρέμεινε πολωμένη και ηλεκτρισμένη και οι πολιτικές λιτότητας και περικοπών συνέχισαν.
57. Μέσα σε αυτό το κλίμα είδαμε τον ξεσηκωμό των πιο εξαθλιωμένων κομματιών της γαλλικής κοινωνίας, των βορειαφρικανών μεταναστών. Η εξέγερση των νέων στα γκέτο έστειλε κρύα ρίγη στις αστικές τάξεις όλης της Ευρώπης. Άρχισαν ανοικτά και δημόσια να παραδέχονται πως τα ίδια φαινόμενα μπορούν να εμφανιστούν και στη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ελλάδα, παντού. Η έκρηξη στα γαλλικά γκέτο, με χιλιάδες κατεστραμμένα αυτοκίνητα, χιλιάδες συλλήψεις, βία και επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 50 και τον πόλεμο της Αλγερίας, αποκάλυψε τη γύμνια του γαλλικού καπιταλισμού με αντίστοιχο τρόπο που ο Κατρίνα ξεγύμνωσε τον Μπους. Τέτοιου είδους εκρήξεις όπως αυτές των γκέτο, σαν μορφή πάλης δεν μπορούν να φέρουν βέβαια αποτέλεσμα, και δεν είναι τυχαίο που η πλειοψηφία της γαλλικής κοινωνίας υποστήριξε τα μέτρα καταστολής της κυβέρνησης. Η απάντηση στη φτώχεια των γκέτο είναι η σύνδεση της πάλης των μεταναστών μ’ αυτή του εργατικού κινήματος – η καταστροφή περιουσιών απλών εργαζόμενων, αποκόπτει τους εξεγερμένους από τη μάζα του εργατικού κινήματος. Από την άλλη όμως αποκαλύπτει την έκταση του προβλήματος και τα αδιέξοδα του συστήματος και μ’ αυτό τον τρόπο παίζει προωθητικό ρόλο στην ανάπτυξη της συνείδησης των πιο πρωτοπόρων στρωμάτων του γαλλικού κινήματος, αλλά περισσότερο ίσως σε διεθνές επίπεδο.
Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Αυστρία, Βρετανία
58. Στην Ιταλία είχαμε 5 γενικές απεργίες μέσα σε 4 χρόνια και πορείες του 1 και 1,5 εκ. ανθρώπων, κυρίως ενάντια στις αλλαγές που προωθούσε ο Μπερλουσκόνι στο ασφαλιστικό/συνταξιοδοτικό αλλά και ενάντια στις φοροαπαλλαγές του Μπερλουσκόνι προς τους πλούσιους και ενάντια στους προϋπολογισμούς λιτότητας. Παράλληλα είδαμε και μια σειρά από σημαντικές κλαδικές κινητοποιήσεις όπως την απεργία των εργαζομένων στα μέσα μαζικών μεταφορών στο Μιλάνο κοκ. Σημαντικές κινητοποιήσεις είχαμε και σε μια σειρά μικρότερες χώρες όπου όμως η εργατική τάξη δέχτηκε μεγάλες επιθέσεις.
59. Στην Ολλανδία 300.000 εργαζόμενοι διαδήλωσαν το 2004 ενάντια σε μέτρα παρόμοια με αυτά του Χαρτς ΙV στη Γερμανία, αλλά είδαμε και σειρά κλαδικών απεργιών όπως πχ. των δημοτικών υπαλλήλων ενάντια στους χαμηλούς μισθούς. Η Ολλανδία σήμερα βρίσκεται στη πιο μακροχρόνια οικονομική ύφεση από το Β Παγκόσμιο πόλεμο ενώ η κυβέρνηση της Ολλανδίας έχει τη χαμηλότερη δημοτικότητα που είχε κυβέρνηση τα τελευταία 20 χρόνια, 19%.
60. Στο Βέλγιο είδαμε να εξελίσσεται μια μεγάλη απεργία των λιμενεργατών το 2003, στην οποία μάλιστα όταν οι φασίστες πήγαν να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους εκδιώχτηκαν κακήν κακώς. Το 2005 είδαμε μια γενική απεργία στις 7 Οκτώβρη και 100.000 εργαζόμενους να διαδηλώνουν στις 28 Οκτώβρη ενάντια στην αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης.
61. Στην Αυστρία, μια χώρα όπου έχει να γίνει γενική απεργία από το 1950, είδαμε τεράστια απεργία για το ασφαλιστικό το 2003.
62. Στη Βρετανία, μια χώρα με τους πιο σκληρούς αντεργατικούς νόμους όπου σχεδόν κάθε απεργία βγαίνει παράνομη, είδαμε μια σειρά από κλαδικές αλλά δυναμικές απεργίες όπως η απεργία των πυροσβεστών, των ταχυδρομικών υπαλλήλων κοκ.
63. Στη Β. Ιρλανδία το 2003 είχαμε απεργία των δημοσίων υπαλλήλων με συμμετοχή 90% και απεργία των πυροσβεστών που ήταν κοινή για προτεστάντες και καθολικούς (συνήθως οι εργατικές κινητοποιήσεις είναι διασπασμένες)
Αμυντικοί αγώνες
64. Χαρακτηριστικό των αγώνων της τελευταίας περιόδου συνέχεια των χαρακτηριστικών της δεκ του 90 είναι ότι οι αγώνες είναι αμυντικοί, έχουν στόχο τον περιορισμό της επίθεσης, και κύριο αποτέλεσμα την προσωρινή ανακοπή της επίθεσης ή την αναβολή της για τα επόμενα χρόνια.
65. Αυτό οφείλεται κατ’ αρχήν στο ρόλο των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Οι αγώνες αυτής της περιόδου δόθηκαν κατά κανόνα χωρίς τη θέληση των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Καλέστηκαν μετά από πίεση από τα κάτω. Τα συνδικάτα σήμερα έχουν μετακινηθεί προς τα δεξιά σε τέτοιο βαθμό και εξυπηρετούν τα συμφέροντα των εργοδοτών και των κυβερνήσεων (πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των συνδικάτων στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία που ανέλαβαν το ρόλο να πείσουν τους εργαζόμενους για το δίκαιο των αιτημάτων της εργοδοσίας) Σήμερα, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες όταν αναγκάζονται να καλέσουν απεργίες δεν κάνουν τίποτα για να βοηθήσουν στην επιτυχία τους – αντιθέτως συνήθως τις ξεπουλάνε ή προσπαθούν τις χρησιμοποιήσουν ως μέσο για να ξεφουσκώσει το κίνημα. Ένα από τα καθήκοντα μας είναι να συμβάλουμε στην αναγέννηση του συνδικαλιστικού κινήματος, δηλαδή στο να κτιστούν ξανά, πάνω σε μια βάση υγιή, δημοκρατική ταξική και μαζική, τα σωματεία και οι ομοσπονδίες των εργαζομένων.
66. Κατά δεύτερον, η κατάσταση αυτή οφείλεται στην χρεοκοπία των παραδοσιακών κομμάτων της αριστεράς και στην αποτυχία των νέων κομμάτων που εμφανίστηκαν στο χώρο της αριστεράς στην εποχή μετά την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ, να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εποχής.
Η ‘νέα αριστερά’
67. Τα κόμματα της νέας αριστεράς δημιουργήθηκαν σε μια προσπάθεια να καλυφθεί το κενό που άφηνε η αστικοποίηση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων από την μια και η χρεοκοπία των παραδοσιακών κομμάτων της αριστεράς από την άλλη (των σταλινικών με την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, των Ευρωκομμουνιστικών με την «σοσιαλδημοκρατικοποίησή» τους κλπ.). Τα νέα κόμματα της αριστεράς δημιουργήθηκαν σε μια περίοδο μεγάλης επίθεσης των αστών, όπου ένα σημαντικό κομμάτι της νεολαίας κατά κύριο λόγο και εργαζομένων κατά δεύτερο, έψαχνε και ψάχνει τρόπους αναχαίτισης της επίθεσης αυτής, μαχητικές λύσεις και απαντήσεις στα αριστερά – αλλά μακριά από τα παραδοσιακά κόμματα.
68. Σε μια πρώτη φάση τα κόμματα αυτά, άλλα πολύ ριζοσπαστικά, με κεντριστικά χαρακτηριστικά (π.χ. SSP, LCR-LO), άλλα αριστερά ρεφορμιστικά, πήραν εντυπωσιακά ποσοστά (για τα δεδομένα τους) καθώς πολύς κόσμος τα είδε σαν μια νέα ελπιδοφόρα αρχή. Ωστόσο όλα αυτά τα κόμματα μετά τις πρώτες εκλογικές επιτυχίες τους έκαναν δεξιές στροφές, στο όνομα της απεύθυνσης σε μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας. Ταυτόχρονα σε κανένα από τα σημαντικά γεγονότα της τελευταίας περιόδου δεν είδαμε τη νέα αριστερά να μπαίνει μπροστά μαχητικά, να καθοδηγεί αγώνες της εργατικής τάξης, στο ταξικό/συνδικαλιστικό επίπεδο και να τους δίνει προοπτική.
Γαλλία: LO και LCR
69. Το 2002 οι δύο αυτές τροτσκιστικές οργανώσεις είχαν πάρει μαζί πάνω από 10%, ενώ το 22% σκεφτόταν να τις ψηφίσει. Αυτά τα εκπληκτικά ποσοστά έδειξαν καθαρά πόσο ευνοϊκό μπορεί να είναι σήμερα το κλίμα για τις ιδέες του τροτσκισμού και τη δημιουργία ενός μαζικού επαναστατικού κόμματος. Παρά το ευνοϊκό κλίμα όμως, καμιά από τις δυο οργανώσεις δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της περιόδου και να αξιοποιήσει τις εκρηχτικές συνθήκες που υπάρχουν στη γαλλική κοινωνία. Καμιά από τις δυο οργανώσεις δεν μπήκε μπροστά σε εργατικούς αγώνες ούτε έκανε συγκεκριμένες προτάσεις για αγώνες.
70. Η LCR μάλιστα έχει μετακινηθεί προς τα δεξιά στη λογική ενός πιο πλατιού κόμματος με μεγαλύτερη απήχηση, μαζί με την ‘αριστερή πτέρυγα’ του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Η μετακίνηση αυτή φαίνεται επίσης καθαρά στη θέση που πήρε για το Ευρωσύνταγμα: «ψηφίστε όχι για να χτίσουμε την Ευρώπη» χωρίς να ξεκαθαρίζει ποια Ευρώπη εννοεί, την καπιταλιστική ή την σοσιαλιστική.
Σκοτία: Σοσιαλιστικό Κόμμα Σκοτίας (SSP)
71. Το Σκοτσέζικο Σοσιαλιστικό Κόμμα (SSP) αποτελεί μια συμμαχία μεταξύ οργανώσεων και ανένταχτων προσωπικοτήτων. Στις τελευταίες εκλογές έχασε το 40% των ψήφων σε σύγκριση με το 2001 και από το 3.1% έπεσε στο 1.9. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το SSP ενώ είχε ξεκινήσει αρκετά αριστερά στη δεκαετία του 90, κατόπιν στο όνομα της προσέγγισης πλατύτερων στρωμάτων, μετακινούταν όλο και πιο δεξιά. Εγκατέλειψε την θέση για την ‘εθνικοποίηση’ πολύ περισσότερο ‘ κάτω από εργατικό έλεγχο’ των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, τον στόχο για τον σοσιαλιστικό σχεδιασμό της οικονομίας και υποχώρησε στις πιέσεις του σκοτσέζικου εθνικισμού.
Ιταλία: Κομμουνιστική Επανίδρυση (PRC)
72. Η Κομμουνιστική Επανίδρυση είναι αποτελεί διάσπαση του παλιού ιταλικού ΚΚ με συμμετοχή οργανώσεων εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Τώρα έχει 40.000 μέλη από 100.000 που είχε φτάσει.
73. Η Επανίδρυση έβαλε το στίγμα της σε όλες τις εξελίξεις τη δεκαετία του ’90 στην Ιταλία: αντιπολεμικό κίνημα, απεργιακές εκρήξεις, αντιπαγκοσμιοποιητικές διαδηλώσεις. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ‘90 συμμετείχε σε κεντροαριστερή κυβέρνηση με το σοσιαλδημοκρατικοποιημένο πρώην ΚΚ (‘Αριστεροί Δημοκράτες’) και τα απομεινάρια του παλιού Σοσιαλιστικού Κόμματος και της κεντροδεξιάς. Αυτό οδήγησε την Κ. Επανίδρυση σε κρίση, σε αποχώρηση από την κυβέρνηση και σε διάσπαση, με αποχώρηση της δεξιάς πτέρυγας υπό τον Κοσούτα, με το κόμμα να μένει στα χέρια της αριστερής πτέρυγας υπό τον Μπερτινότι. Τώρα, η Κ.Ε. ετοιμάζεται να επαναλάβει το ίδιο λάθος. Έχει μετακινηθεί προς τα δεξιά κι έχει αποδεχτεί την ιδέα να μπει σε κεντροαριστερή κυβέρνηση συνεργασίας υπό τον πρώην πρόεδρο της ΕΕ Ρ. Πρόντι.
Αγγλία: RESPECT
74. Το RESPECT (Σεβασμός) αποτελεί μια πρωτοβουλία του SWP (αδελφή οργάνωση του ελληνικού ΣΕΚ) σε συμμαχία με τον Γκάλογουεϊ (πρώην βουλευτή των ‘Νέων Εργατικών’ που διαγράφηκε από τον Μπλερ λόγω της αντίθεσης του στον πόλεμο του Ιράκ) και κάποια τμήματα των μουσουλμανικών κοινοτήτων. Εκεί εξάλλου οφείλει και την επιτυχία του. Βασίστηκε στην δυναμική του αντιπολεμικού κινήματος που πυροδότησε αγανάκτηση στις μουσουλμανικές κοινότητες.
75. Στις πρόσφατες εκλογές στην Αγγλία το RESPECT πήγε καλά σε περιοχές με πλειοψηφία μουσουλμάνων, και σημείωσε επιτυχία με την εκλογή του Τζώρτζ Γκάλογουεϊ. Στις υπόλοιπες περιοχές όμως που δεν υπήρχε μαζική παρουσία του μουσουλμανικού στοιχείου πήρε κατά μέσο όρο 0.3% των ψήφων. Οι θέσεις με βάση τις οποίες εκλέχτηκε ο Γκάλογουεϊ ήταν πολύ συντηρητικές: αντί να κάνει κριτική στον ρόλο της θρησκείας έλεγε ότι «αποτελεί μέσο για την διατήρηση της πολιτιστικής ταυτότητας» ενώ πήρε θέση ενάντια στις εκτρώσεις. Στις πρόσφατες κινητοποιήσεις ενάντια στις απολύσεις και στο κλείσιμο στην αυτοκινητοβιομηχανία ROVER η θέση του RESPECT σε ανακοίνωσή του ήταν «να δοθεί στους ιδιοκτήτες δάνειο 100.000 λιρών»! Το SWP (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα) δεν είπε λέξη κριτικής για όλα αυτά.
Πορτογαλία: Αριστερό Μπλοκ
76. Το Αριστερό Μπλοκ δημιουργήθηκε με βάση μια συμμαχία κυρίως 4 οργανώσεων (μαοϊκοί, σταλινικοί, διαφωνούντες του ΚΚ κτλ.). Στις τελευταίες εκλογές το Αριστερό Μπλοκ ανέβασε τα ποσοστά του από 2,8% στο 6,4%, ενώ από κυρίως μικροαστική και ασταθή εκλογική βάση που είχε πριν 4 χρόνια, σε αυτές τις εκλογές είχε περισσότερη απήχηση στις πιο εργατικές περιοχές.
77. Στο πρόγραμμα του μιλάει για σοσιαλισμό αλλά δεν προσδιορίζει τι ακριβώς εννοεί μ’ αυτό. Επίσης, με πολύ συνειδητό τρόπο τα στελέχη της ηγεσίας του αρνούνται να συμπεριλάβουν τις εθνικοποιήσεις ή κρατικοποιήσεις στο πρόγραμμά τους.
Ολλανδία: Σοσιαλιστικό Κόμμα
78. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ολλανδίας πρόσφατα έφτασε τα 40.000 μέλη, ενώ έχει δημοτικούς συμβούλους σε πολλές πόλεις. Είναι ένα κόμμα που προήλθε από πρώην μαοϊκούς που τώρα κινούνται προς τα δεξιά και προσεγγίζουν σιγά- σιγά την σοσιαλδημοκρατική λογική. Αυτό έχει μεγάλη επίπτωση στο πως το βλέπει ο κόσμος, που ενώ στην αρχή υπήρχε ενθουσιασμός γύρω από αυτό το κόμμα, τώρα σε πολλά μαχητικά στρώματα της κοινωνίας επικρατεί ο σκεπτικισμός για την πορεία του.
Γερμανία: Αριστερό Κόμμα – PDS (Linkspartei-PDS)
79. Από τις πιο σημαντικές εξελίξεις στο χώρο της νέας αριστεράς είναι η δημιουργία του WASG το 2004 και του Linkspartei-PDS το 2005, στη Γερμανία.
80. Το Linkspartei-PDS δημιουργήθηκε με συνένωση του νέου αριστερού σχηματισμού WASG (Εκλογική Εναλλακτική για την Εργασία και την Κοινωνική Δικαιοσύνη), του PDS – πρώην ΚΚ Α. Γερμανίας – και του Λαφοντέν, βασικού στελέχους του SPD και υπουργού οικονομικών την δεκαετία του 90 που συγκρούστηκε με τον Σρέντερ και αποχώρησε από το κόμμα.
81. Το WASG, είναι το δυναμικό κομμάτι αυτής της συμμαχίας. Το WASG δεν μιλά στο όνομα του σοσιαλισμού ούτε έχει ως στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού. Ηγετικά στελέχη του WASG υποστηρίζουν ανοιχτά τον κενσυανισμό. Γενικά το WASG ξεκίνησε πιο «δεξιά» ακόμα και από εκεί που κατέληξαν πολλοί άλλοι αριστεροί σχηματισμοί. Ωστόσο αυτό που έκανε το WASG ελκυστικό στα μάτια των Γερμανών εργαζομένων ήταν το τεράστιο κενό στα αριστερά. Στην γερμανική αριστερά, σαν μαζικό κόμμα υπήρχε μόνο το PDS. Το οποίο όμως μπήκε σε τοπικές κυβερνήσεις μαζί με το SPD και εφάρμοσε τη νεοφιλελεύθερη πολιτική του. Την ίδια στιγμή ποτέ δεν αποκήρυξε το σταλινικό του παρελθόν.
82. Σ’ αυτό το κενό εμφανίστηκε το WASG. Η εκλογική συνεργασία του WASG με το PDS και τον Λαφοντέν πήρε στις πρόσφατες εκλογές 8,7% (πάνω από 4.000.000 ψήφους) και 54 έδρες (πήρε το 25% των ανέργων και το 12% των εργατών). Είναι η πρώτη φορά, μετά το 1949, που υπάρχει τώρα στη Βουλή ένα ισχυρό κόμμα στα αριστερά του ΣΔΚ.
83. Ωστόσο αυτή η συνεργασία του WASG με το PDS και τον Λαφοντέν σφραγίζει και το μέλλον του. Γιατί περιορίζονται αποφασιστικά οι πιθανότητες το κόμμα αυτό να κινηθεί προς τα αριστερά και να λειτουργεί στη βάση μιας πλατιάς δημοκρατίας στο εσωτερικό του. Η παρουσία των πολύ ισχυρών προσωπικοτήτων του Γκίζι (ηγέτης PDS) και του Λαφοντέν, προσδιορίζει και τα χαρακτηριστικά του κόμματος αυτού – δεν θα μπορεί να μετακινηθεί προς τα αριστερά και ο ρόλος της βάσης στον καθορισμό της πολιτικής του θα περιοριστεί δραστικά.
84. Αυτά αποτελούν σαφή όρια για το μελλοντικό ρόλο και πορεία του WASG. Το πότε θα το δούμε να ξεπουλάει αγώνες ή και να συμμετέχει σε κυβερνητικούς σχηματισμούς δεν μπορεί να προσδιοριστεί, αλλά είναι θέμα χρόνου. Σ’ αυτή τη φάση παίζει προωθητικό ρόλο για το κίνημα και το ζήτημα, για τους δικούς μας συντρόφους που δουλεύουν στο εσωτερικό του σαν αυτόνομη οργάνωση, και σαν η αριστερή αντιπολίτευση στο εσωτερικό του, είναι να αξιοποιηθεί αυτός ο χρόνος για να κερδηθούν στις ιδέες του μαρξισμού τα καλύτερα στοιχεία αυτού του κόμματος ή και ολόκληρα κομμάτια του.
Προοπτική της ‘νέας αριστεράς’
85. Το Ξ και η CWI δεν έχουν καμιά αυταπάτη στους σχηματισμούς της νέας αριστεράς. Ακόμα και στις χώρες στις οποίες συμμετέχουμε (πχ, Σκοτία και Ολλανδία) ή όπου παίζουμε ενεργό ρόλο στο κτίσιμο τους (όπως στη Γερμανία) δεν παύουμε να εξηγούμε τα όρια αυτών των νέων κομμάτων/ σχηματισμών της αριστεράς. Κανένα απ’ αυτά δεν πρόκειται να εξελιχθεί σε ένα μαζικό επαναστατικό κόμμα. Αντίθετα η πορεία τους είναι προς τα δεξιά στη βάση της εντελώς λαθεμένης αντίληψης πως πηγαίνοντας προς τα δεξιά θα μαζικοποιηθούν. Αυτό δεν σημαίνει πως τμήματά τους δεν θα οδηγηθούν σε επαναστατικά συμπεράσματα.
86. Η εμφάνιση αυτών των νέων σχηματισμών, όπως αναλύσαμε αρκετές φορές στο παρελθόν, αντανακλά ένα νέο στάδιο στη συνείδηση πλατιών στρωμάτων της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Όταν το κίνημα είναι σε άνοδο αυτοί οι νέοι σχηματισμοί να τείνουν να μετακινούνται προς τα αριστερά. Όταν το κίνημα είναι σε φάση ‘κοιλιάς’ θα κινούνται προς τα δεξιά. Η βάση της πολιτικής τους είναι κατά βάση ρεφορμιστική, στην καλύτερη περίπτωση ‘αριστερή ρεφορμιστική’. Γι’ αυτό ακόμα κι όταν συμμετέχουμε σε τέτοιους σχηματισμούς, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ο κύριος όγκος της δουλειάς μας είναι η ανεξάρτητη παρέμβαση μας μέσα στο κίνημα στο όνομα των δικών μας οργανώσεων – αυτή η ισορροπία είναι κάτι που κρίνουμε κατά περίπτωση.
87. Όσο αναπόφευκτες είναι οι παλινωδίες των κομμάτων της ‘νέας αριστεράς’ άλλο τόσο είναι αυτοί οι σχηματισμοί να μπουν σε κρίση – στο βαθμό που καταφέρνουν να διατηρήσουν τη μαζική ή ημιμαζική τους απήχηση (γιατί υπάρχει και η πιθανότητα να ‘σβήσουν’). Η παρουσία δικών μας οργανώσεων στο εσωτερικό τέτοιων σχηματισμών, εξυπηρετεί από τη μια το στόχο της ενίσχυσης των διεργασιών για το κτίσιμο αριστερών πτερύγων στο εσωτερικό τους, κι από την άλλη στο να αποσπαστούν τμήματά τους στη μεριά του μαρξισμού, όταν μπουν σε κρίση. Παράλληλα μ’ αυτό, χρειάζεται η κατανόηση πως η δεξιά πορεία και κρίση των κομμάτων της ‘νέας αριστεράς’ οδηγεί σε απογοήτευση τα τμήματα εκείνα των εργαζόμενων και της νεολαίας που πίστεψαν σ’ αυτά μια προηγούμενη περίοδο. Όμως αυτό δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να αποφευχθεί με τη δική μας παρέμβαση. Ο δικός μας ρόλος είναι να παρέχουμε την εξήγηση για αυτές τις εξελίξεις και ταυτόχρονα την προοπτική
η ταξική πάλη και γενικές διεργασίες
88. Η Ευρώπη είναι μια ήπειρος σε κρίση, και θα παραμείνει σε κρίση. Η ευημερία και οι ‘όμορφες μέρες’ που υποσχέθηκαν οι αστοί στο όνομα της ενοποίησης και του ευρώ, θα αποδεικνύονται ένα μεγάλο ψέμα στη συνείδηση όλο και ευρύτερων στρωμάτων. Η επίθεση των αστών ενάντια στα λαϊκά στρώματα, την παλιά και τη νέα γενιά θα συνεχιστεί, γιατί εκεί οδηγεί η λογική και η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος σε διεθνές επίπεδο.
89. Κρίση, όπως αναλύουμε και αλλού στο κείμενο αυτό, δεν σημαίνει αυτόματα ταξικούς αγώνες. Σημαίνει όμως μια εποχή με γενικό χαρακτηριστικό την ένταση της ταξικής πάλης, τους μεγάλους αγώνες, τις κοινωνικές εκρήξεις. Σημαίνει πάνω απ’ όλα κατανόηση από όλο και πιο πλατιά στρώματα ότι δεν υπάρχουν λύσεις σε ατομικό επίπεδο, ότι χρειάζεται συλλογική πάλη, ότι χρειάζονται πολιτικές απαντήσεις, πράγμα που σταδιακά οδηγεί στην εμφάνιση μιας μαζικής αντικαπιταλιστικής και κατά προέκταση σοσιαλιστικής συνείδησης.
90. Οι μάζες δεν οδηγούνται αυτόματα σε επαναστατικά συμπεράσματα. Ο ρεφορμισμός στις διάφορες αποχρώσεις του είναι ένα αναπόφευκτο στάδιο προτού καταλήξουν οι μάζες σε επαναστατικά συμπεράσματα. Για αυτό στην εποχή που διανύουμε η τάση είναι το κενό που υπάρχει στο χώρο της αριστεράς να καλυφθεί από ρεφορμιστικούς σχηματισμούς. Αυτοί, που σήμερα τους ονομάζουμε ‘νέα αριστερά’ αντανακλούν ένα νέο στάδιο στη συνείδηση του μαζικού κινήματος, και ανάλογα με τη σημασία τους και το ρόλο τους, η Ο μας στην Ελλάδα και διεθνώς, καθορίζει την στάση της, δηλαδή την τακτική της.
91. Κρίση, ταξικοί αγώνες, διεργασίες στο πολιτικό επίπεδο και την αριστερά, είναι αλληλένδετα και αλληλοεπηρεάζονται. Μέσα απ’ αυτές τις εμπειρίες οι πρωτοπόροι θα οδηγούνται στο μαρξισμό γιατί μόνο ο μαρξισμός μπορεί να δώσει τις απαντήσεις. Σταδιακά δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την εμφάνιση του τροτσκισμού σαν μαζικό φαινόμενο μέσα στο εργατικό κίνημα στην Ευρώπη. Η σημασία του χτισίματος μαζικών επαναστατικών κομμάτων στην Ευρώπη, στην ιστορική εποχή που διανύουμε, θα λειτουργήσει καταλυτικά για όλο τον πλανήτη. Ο ρόλος της δικής μας διεθνούς οργάνωσης σ’ αυτές τις διεργασίες είναι ιστορικής σημασίας, ιδιαίτερα καθώς άλλες οργανώσεις που μιλούν στο όνομα του τροτσκισμού αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων.