Του Τόνι Σόνουα
Μόλις ένα χρόνο μετά από την νίκη στις προεδρικές εκλογές του Λούλα του PT (Κόμμα των Εργαζομένων), στις 19 Ιανουαρίου 2004, στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, εκπρόσωποι διάφορων αριστερών και σοσιαλιστικών οργανώσεων, ανάμεσα στις οποίες και το βραζιλιάνικο τμήμα της CWI – Επαναστατικός Σοσιαλισμός, μαζί με συνδικαλιστές, διανοούμενους και 4 πρώην βουλευτές του PT (Κόμμα των Εργαζομένων), συναντήθηκαν και ανακοίνωσαν την δημιουργία της Αριστερής Δημοκρατικής Σοσιαλιστικής Κίνησης.
Ο στόχος της νέας αυτής κίνησης είναι να ξεκινήσει να οργανώνει ένα νέο εργατικό σοσιαλιστικό κόμμα στη Βραζιλία, μια εναλλακτική στις φιλοκαπιταλιστικές, νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόζει η κυβέρνηση του Λούλα από τότε που βγήκε στην εξουσία.
Η Κίνηση για ένα νέο κόμμα σηματοδοτεί την είσοδο σε μια νέα φάση στον ταξικό αγώνα στη Βραζιλία. Και εμπεριέχει σημαντικά μαθήματα για το διεθνές εργατικό κίνημα.
H κίνηση αυτή ήρθε μετά από μια διαρκή κίνηση προς τα δεξιά της ηγεσίας του PT και τη δραματική μείωση των μελών του.
Η εκλογική νίκη του Λούλα αρχικά δημιούργησε πολύ μεγάλο ενθουσιασμό και μεγάλες προσδοκίες στους βραζιλιάνους εργάτες. Και αυτό γιατί ήταν η πρώτη φορά που το PT κέρδιζε τις εκλογές. Ο Λούλα ήταν πρώην λούστρος και εργάτης μετάλλου, και είναι ο πρώτος πρόεδρος στην Βραζιλία που προέρχεται από την εργατική τάξη. Και μόνο αυτό το στοιχείο δημιούργησε ελπίδες στους καταπιεσμένους. Η αίσθηση ότι "είναι ένας από μας, καταλαβαίνει τις ανάγκες μας και τι θέλουμε" ήταν ένα κοινό αίσθημα που είχαν εκατομμύρια σε όλη τη χώρα.
Πολλά μέλη του PT διαφώνησαν με την δεξιά στροφή της ηγεσίας και ανησυχούσαν για το τι θα σήμαινε για τον τρόπο που θα κυβερνούσε. Παρόλα αυτά, πολλοί εργάτες και φτωχοί ήλπιζαν ότι αυτή η στροφή ήταν απλώς μια εκλογική τακτική, και ότι όταν ο Λούλα έβγαινε στην εξουσία θα εφάρμοζε τις ριζοσπαστικές σοσιαλιστικές πολιτικές που ιστορικά υπεράσπιζε το PT. Ο κόσμος ψήφισε το PT όχι λόγω της δεξιάς στροφής της ηγεσίας του αλλά για να τιμωρήσει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της προηγούμενης κυβέρνησης του Καρντόσο. Τελικά όμως αυτές ακριβώς οι πολιτικές εφαρμόζονται τώρα από την κυβέρνηση του Λούλα.
Η νέα κυβέρνηση του PT από την αρχή προσπάθησε να δείξει ότι ήταν άξια εμπιστοσύνης, όχι όμως στους φτωχούς αλλά στους καπιταλιστές, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και στην Παγκόσμια Τράπεζα. Χαρακτηριστικά, η κυβέρνηση υπέγραψε συμφωνία, κάνοντας περισσότερες υποχωρήσεις ακόμα και από αυτά που ζητούσε το ΔΝΤ. Ακόμα, έδωσε μεγαλύτερη αυτονομία στην Κεντρική Τράπεζα, της οποίας ο διορισμένος διευθυντής (ο Ενρίκε Μεϊρέγιες) είναι πρώην στέλεχος της αμερικάνικης Τράπεζας της Βοστώνης.
Η κυβέρνηση πέρασε μια αντεργατική ασφαλιστική μεταρρύθμιση που αυξάνει τα όρια συνταξιοδότησης και καταργεί κατακτήσεις που είχαν κερδίσει οι εργαζόμενοι στον ομοσπονδιακό κρατικό τομέα. Παρόμοια μεταρρύθμιση είχε προταθεί από την κυβέρνηση Καρντόσο, και δεν είχε περάσει τότε, λόγω των αντιδράσεων του PT.
Παράλληλα με αυτά, υπάρχει η προοπτική επιβολής διδάκτρων στα πανεπιστήμια και η εισαγωγή αντεργατικών νόμων. Ακόμα και η προηγούμενη κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να περάσει τέτοια μέτρα, όπως η κατάργηση του 13ου μισθού.
Υπάρχει βέβαια ισχυρή αντίθεση από τον φτωχό πληθυσμό, και έτσι η κυβέρνηση αποφάσισε να αναβάλει την εφαρμογή αυτών των μέτρων για το 2005, μετά τις δημοτικές εκλογές.
Η κυβέρνηση του PT αστικοποιείται όλο και περισσότερο, και προσεγγίζει το μοντέλο των Νέων Εργατικών του Μπλέρ στην Βρετανία.
Η ελίτ των πλουσίων στην Βραζιλία- που το χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς είναι από τα μεγαλύτερα παγκόσμια- είναι πολύ ικανοποιημένοι από τον πρώτο χρόνο της κυβέρνησης Λούλα. Σε ένα εξώφυλλο της Ελ Παϊς (αστική ισπανική εφημερίδα, 5/1/04) ο Λούλα χαρακτηρίζεται η έκπληξη και γίνεται αναφορά με ενθουσιασμό για τη σφιχτή νομισματική πολιτική που ακολουθεί.
Ένας πλούσιος καταναλωτής, βγαίνοντας από ένα ακριβό κατάστημα στο Σάο Πάολο, ακολουθούμενος από 6 υπηρέτες, δήλωσε: Επιτέλους, ο Λούλα έρχεται στα λογικά του. Στην αρχή νόμιζα ότι θα χρειαζόταν να μετακομίσω στο Μαϊάμι.
Οι φόβοι της άρχουσας τάξης για τον Λούλα αποδείχτηκαν αβάσιμοι. Αντίθετα, έχει δημιουργήσει μεγάλη απογοήτευση και οργή στους εργαζόμενους. Οι υποσχέσεις του Λούλα για δημιουργία 10 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας τα πρώτα 4 χρόνια εγκαταλείφθηκε. Τους πρώτους 12 μήνες αυξήθηκαν οι άνεργοι κατά 800.000, και είναι αυτή τη στιγμή στο 13%. Την ίδια περίοδο το πραγματικό επίπεδο των μισθών έπεσε 15%.
Εκρηκτικοί αγώνες για τη γη
Ένα από τα πιο εκρηκτικά ζητήματα είναι αυτό της γης. Τα 2003 150.000 οικογένειες ήταν οργανωμένες σε πρόχειρους οικισμούς, είτε προετοιμάζοντας καταλήψεις γης γαιοκτημόνων, είτε περιμένοντας την απαλλοτρίωση από την κυβέρνηση, η οποία είχε υποσχεθεί να τακτοποιήσει 60.000 οικογένειες. Οι ελπίδες τους όμως δεν εκπληρώθηκαν- μόνο 13.000 εγκαταστάθηκαν σε γη. Το αίτημα του MST (του κινήματος των ακτημόνων, που στήριξε το PT) ήταν για τακτοποίηση 120.000 οικογενειών το 2003 και 1 εκατομμυρίου οικογενειών μέχρι το 2006.
Η μάχη για τη γη έχει οδηγήσει σε συγκρούσεις με όπλα μεταξύ των ακτημόνων και των γαιοκτημόνων – όπου έχουν σκοτωθεί πάνω από 60 εργάτες γης. Όταν το MST κάλεσε διαδήλωση στο Σάο Γκάμπριελ, η κυβέρνηση συνέλαβε αγωνιστές, και έτσι τώρα έχουμε την τραγελαφική κατάσταση όπου μέλη του MST βρίσκονται σε φυλακές της κυβέρνησης που οι ίδιοι υποστήριξαν για να βγει.
Οι επιθέσεις της κυβέρνησης έχουν προκαλέσει κινητοποιήσεις από κάποια στρώματα των εργαζομένων. Η πιο σημαντική ήταν η σκληρή απεργία των 600.000 υπαλλήλων του δημόσιου τομέα ενάντια στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση, που κράτησε πάνω από ένα μήνα. Οι εργάτες μετάλλου και οι εργαζόμενοι στην αυτοκινητοβιομηχανία επίσης μπήκαν σε κινητοποιήσεις. Τώρα οι φοιτητές και οι καθηγητές βρίσκονται σε αναμονή για κινητοποιήσεων ενάντια στην επικείμενη εισαγωγή διδάκτρων και την μείωση μισθών.
Αυτό που κάνει εντύπωση στη Βραζιλία είναι η ταχύτητα με την οποία έχουν γίνει αυτές οι εξελίξεις- μόλις ένα χρόνο από την εκλογή της κυβέρνησης.
Μέσα σε αυτή την πραγματικότητα ξεκίνησε η Αριστερή Δημοκρατική Σοσιαλιστική Κίνηση για ένα νέο κόμμα. Το Δεκέμβρη του 2003 7.000 ακτιβιστές, συνδικαλιστές, διανοούμενοι υπέγραψαν ένα κείμενο που κατέληγε ότι υπάρχει ανάγκη για ένα νέο σοσιαλιστικό κόμμα και ότι είναι πια αδύνατο να αλλάξει το PT προς μια πιο αριστερή κατεύθυνση.
Ο Λούλα βέβαια έχει ακόμα την υποστήριξη του 60% του πληθυσμού, σύμφωνα με τα τελευταία γκάλοπ.
Παρόλα αυτά, η απόφαση του να διαγράψει 4 βουλευτές γιατί ψήφισαν ενάντια στην αντεργατική ασφαλιστική μεταρρύθμιση οδήγησε πολλούς αγωνιστές και συλλογικότητες μέσα στο PT να συνειδητοποιήσουν ότι χρειάζονται γρήγορα βήματα στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός νέου κόμματος.
Οι υποτιθέμενοι τροτσκιστές στην κυβέρνηση
Κάποιοι, όμως, όπως η Σοσιαλιστική Δημοκρατική Τάση (το τμήμα της 4ης Διεθνούς στη Βραζιλία, που υποτίθεται είναι τροτσκιστές) δεν έχουν βγάλει τα ίδια συμπεράσματα. Ένα από τα μέλη τους πρόσφατα διαγράφηκε από το PT. Διαφώνησαν με τις διαγραφές βέβαια, αλλά δεν υποστηρίζουν τη δημιουργία του νέου κόμματος, και ταυτόχρονα δεν συμμετέχουν στον αγώνα ενάντια στις δεξιές πολιτικές της ηγεσίας του PT και της κυβέρνησης.
Στο πρόσφατο συνέδριο της CUT (της βραζιλιάνικης ΓΣΕΕ) αρνήθηκαν να υποστηρίξουν μια αριστερή υποψηφιότητα, και ψήφισαν τον δεξιό υποψήφιο που πρότεινε η ηγεσία του PT.
Επιπλέον, ένα μέλος της τάσης τους, ο Μιγκέλ Ροσσέτο, είναι υπουργός αγροτικής μεταρρύθμισης στην καπιταλιστική κυβέρνηση του Λούλα, στην οποία συμμετέχουν και αστικά κόμματα. Η λογική με την οποία συμμετέχει στην κυβέρνηση, σύμφωνα με την οργάνωση του, είναι ότι έτσι μπορεί να υποστηρίξει τους αγώνες των ακτημόνων. Κάτι τέτοιο όμως δεν φάνηκε στα γεγονότα του Σάο Γκάμπριελ. Ο Ροσσέτο τότε είχε δηλώσει: Δεν θα ανεχτούμε την βία από ομάδες είτε ακτημόνων είτε γαιοκτημόνων … πρέπει να υπάρχουνε νόμοι από την κυβέρνηση και υπακοή στους κανόνες.
Η αποδοχή θέσεων σε μια καπιταλιστική κυβέρνηση είναι ενάντια στις αρχές που πρέσβευε ο Τρότσκι
Η αποδοχή αυτή σημαίνει ότι αναπόφευκτα γίνεσαι δέσμιος του καπιταλιστικού συστήματος και αναγκάζεσαι να εφαρμόσεις αντιλαϊκές πολιτικές. Για αυτούς τους λόγους ο Τρότσκι έδωσε μάχη ενάντια σε αυτές τις αντιλήψεις, πχ στην περίπτωση του Ισπανικού εμφυλίου το ’36-’39. Τότε είχε προειδοποιήσει το POUM (ένα κόμμα που μιλούσε στο όνομα του Μαρξισμού) ότι η συμμετοχή του στην κυβέρνηση λαϊκής ενότητας, μαζί με τα καπιταλιστικά κόμματα θα λειτουργούσε σαν μια συνομωσία ενάντια στην εργατική τάξη.
Ο πραγματικός τροτσκισμός παλεύει για μια ανεξάρτητη πολιτική και πρόγραμμα της εργατικής τάξης. Για να γίνει αυτό πρέπει να υπάρχει απόλυτη ανεξαρτησία από καπιταλιστικές κυβερνήσεις, που τελικά (όσο κι αν μερικές φορές στον κόσμο φαίνεται το αντίθετο) θα υπερασπίσουν τα συμφέροντα της αστικής τάξης και των γαιοκτημόνων.
Αυτό το ζήτημα εμπεριέχει σημαντικά μαθήματα για το εργατικό κίνημα διεθνώς. Η στάση αυτή του βραζιλιάνικου τμήματος της Ενιαίας Γραμματείας της 4ης Διεθνούς αποκτά άλλες διαστάσεις και από το γεγονός ότι η διεθνής αυτή οργάνωση αρνήθηκε να καταδικάσει το γεγονός, θεωρώντας το εσωτερικό ζήτημα της Βραζιλίας. Πολλοί αγωνιστές περιμένουν το άνοιγμα που κάνει η LCR, το γαλλικό τμήμα της 4ης Διεθνούς, και φυσικά αυτό θα είναι σημαντικό βήμα. Η οργάνωση όμως αυτή δεν έχει καταδικάσει τέτοιες πρακτικές, και μάλιστα απαγόρευσε, στο πρόσφατο συνέδριο που είχε, κάποια μέλη της που διαφωνούσαν να κατεβάσουν σχετικό ψήφισμα.
Οι προοπτικές για το νέο κόμμα
Θα υπάρχουν το επόμενο διάστημα μεγάλες ευκαιρίες για το νέο κόμμα που χτίζεται, όσο ο κόσμος όλο και περισσότερο θα καταλαβαίνει τις προδοσίες του PT.
Σύμφωνα με τη διακήρυξη που υπογράφτηκε θα είναι ανοιχτό σε όλους αυτούς που
"…αρνούνται να παραπλανηθούν από προνόμια και τον πλούτο και που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία της εργατικής τάξης ενάντια στους καπιταλιστές… ανοιχτό σε όλους όσους καταλαβαίνουν την απόλυτη ασυμβατότητα μεταξύ της εκπλήρωσης των αιτημάτων για κοινωνική δικαιοσύνη με το καπιταλιστικό σύστημα… Είναι ανοικτό σε όλους όσους χαρακτηρίζουν τους εαυτούς τους σαν ‘αριστερούς’ και ταυτίζονται με την πάλη για το σοσιαλισμό και τη δημοκρατία σαν στρατηγικούς, ξεκάθαρους και μόνιμους στόχους".
Το Socialismo Revolutionario, τμήμα της CWI στη Βραζιλία θα παλέψει με όλες του τις δυνάμεις για να πετύχει, και την ίδια ώρα θα συνεχίσει τον αγώνα για την υιοθέτηση ενός επαναστατικού σοσιαλιστικού προγράμματος και πολιτικής.