Ανακοίνωση της Green Attack
Από τις 22/1, μέχρι τις 5/2 του 2013 θα δημοπρατηθούν σύμφωνα με τον ΕΔΣΝΑ (Ειδικό Διαβαθμιδικό Σύνδεσμο Νομού Αττικής) τα τέσσερα νέα εργοστάσια διαχείρισης απορριμμάτων που σχεδιάζονται εδώ και χρόνια, αλλά μέχρι σήμερα σκοντάφτουν στις αντιστάσεις των τοπικών κοινωνιών.
Οι μονάδες, (στη Φυλή, τα Άνω Λιόσια, την Κερατέα και το Γραμματικό) σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του ΕΔΣΝΑ, θα διαχειρίζονται από 127.500 τόνους σκουπίδια το χρόνο (Γραμματικό), μέχρι 700.000 τόνους (Φυλή). Η μονάδα των Άνω Λιοσίων υπολογίζεται ότι θα διαχειρίζεται 400.000 τόνους, ενώ στην περίπτωση της Κερατέας, η ανακοίνωση του ΕΔΣΝΑ αφήνει αυτές τις «λεπτομέρειες» ανοιχτές: «Όπως ωστόσο τονίζεται ρητά στην προκήρυξη του έργου, ο ΕΔΣΝΑ ως αναθέτουσα αρχή επιφυλάσσεται του δικαιώματος της περαιτέρω εξειδίκευσης και του ακριβούς προσδιορισμού, τόσο σε ό,τι αφορά την χωροθέτηση όσο και σε ό,τι αφορά την ακριβή ποσότητα των προς επεξεργασία απορριμμάτων…».
Ταυτόχρονα αναφέρει ότι «η αναθέτουσα αρχή δεν προκρίνει τη χρήση συγκεκριμένης τεχνολογίας επεξεργασίας». Στην περίπτωση της Κερατέας επομένως, που προφανώς είναι αυτή που προβληματίζει περισσότερο απ όλες την κυβέρνηση και τους αρμόδιους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, λόγω βεβαρυμμένου κινηματικού παρελθόντος, «όλα είναι ανοιχτά και προς συζήτηση».
Η πραγματικότητα ωστόσο είναι αρκετά διαφορετική, αφού είναι μάλλον αδύνατο η Κερατέα να κινηθεί σε διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που επιλέγεται για τις άλλες τρεις περιπτώσεις, και που σε τελευταία ανάλυση αποτελεί κεντρική επιλογή τόσο της κυβέρνησης όσο και των εργολάβων που θα αναλάβουν τα έργα: των τεράστιων μονάδων επεξεργασίας, με έμφαση στην ενεργειακή αξιοποίηση των σκουπιδιών, τη μετατροπή τους δηλαδή σε καύσιμη ύλη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Με πρόσχημα το «φρακάρισμα» του ΧΥΤΑ Φυλής, που ούτως ή άλλως αποτελεί ένα τερατώδες περιβαλλοντικό έγκλημα σε βάρος των κατοίκων της Δυτικής Αθήνας, προσπαθούν να προωθήσουν ένα ακόμη μεγαλύτερο: την κατασκευή τεράστιων μονάδων διαχείρισης (που ο όγκος τους και μόνο αποκλείει τη δυνατότητα ουσιαστικής διαλογής και ανακύκλωσης, ενώ ταυτόχρονα τις μετατρέπει σε ένα πρώτης τάξης «πλυντήριο» τοξικών αποβλήτων). Και βέβαια, οι εγκαταστάσεις αυτές θα οδηγούν και πάλι, είτε στη γνωστή δοκιμασμένη μέθοδο του «θαψίματος» των σκουπιδιών, είτε στη νέα, πολλά υποσχόμενη ως προς τα κέρδη των επενδυτών, αλλά εξίσου επικίνδυνη μέθοδο της καύσης τους.
Είναι στο χέρι των τοπικών κοινωνιών και του περιβαλλοντικού κινήματος να αποτρέψουν αυτά τα σχέδια, υιοθετώντας και επιβάλλοντας λύσεις φιλικές προς το περιβάλλον, βασισμένες στη διαλογή στην πηγή, την ανακύκλωση και την κομποστοποίηση. Λύσεις που θα εφαρμόζονται σε μικρή, τοπική κλίμακα, με ουσιαστικό έλεγχο και συμμετοχή των εργαζομένων στην καθαριότητα, αλλά και της τοπικής κοινωνίας συνολικά, δημιουργώντας θέσεις εργασίας, ρίχνοντας κατακόρυφα τα δημοτικά τέλη, και επιστρέφοντας στην κοινωνία αυτό που πάντα θεωρούσε βρώμικο και αηδιαστικό, που ωστόσο δεν είναι απλά χρήσιμο, αλλά και πραγματική ιδιοκτησία της.