Του Ανδρέα Παγιάτσου
Ήταν θέμα χρόνου προτού η Χρυσή Αυγή προχωρήσει σε πολιτική δολοφονία. Όποιος ήθελε «να δει», όλη την προηγούμενη περίοδο, θα το ήξερε.
Η Χρυσή Αυγή ξεκίνησε από τους μετανάστες, χτυπώντας, δέρνοντας, μαχαιρώνοντας και δολοφονώντας, συσπείρωσε δυνάμεις, τις φανάτισε και τις μετέτρεψε σε δολοφόνους, για να χτυπήσει στη συνέχεια την Αριστερά και το εργατικό κίνημα. Αυτή ήταν η διαδρομή που ακολούθησε ο φασισμός πάντα στην ιστορία του. Δεν απαιτούσε ιδιαίτερες ιστορικές γνώσεις για να ξέρει κανείς πού το πήγαινε η Χρυσή Αυγή. Όποιος λοιπόν ήθελε «να δει», θα ήξερε!
Από την περίοδο των εκλογών του περασμένου χρόνου (Μάης και Ιούνης 2012) η Αριστερά δέχεται επανειλημμένες επιθέσεις! Δεν είναι μόνο το επεισόδιο με τον Κασιδιάρη να βγάζει το άχτι του απέναντι σε δύο γυναίκες βουλευτές, την Λιάνα Κανέλλη (ΚΚΕ) και την Ρένα Δούρου (ΣΥΡΙΖΑ) στο στούντιο του Αντένα. Είναι, ακόμη περισσότερο, οι διαρκείς επιθέσεις σε προεκλογικά περίπτερα και στελέχη της Αριστεράς (όλης της Αριστεράς!) ιδιαίτερα την περίοδο των περυσινών εκλογών αλλά και στη συνέχεια.
Τον τελευταίο χρόνο η Χ.Α. κάνει πολύ συστηματικές προσπάθειες να αποκτήσει προσβάσεις μέσα στους εργατικούς χώρους, επενδύοντας στην κούραση και την ήττα, μέσα στα πιο συντηρητικά στρώματα της εργατικής τάξης. Αυτό είναι το πρώτο στάδιο προτού τα τάγματα κρούσης των φασιστών αρχίζουν να χτυπούν απεργίες και απεργούς (στο όνομα πάντα των «εθνικών συμφερόντων»).
Η άρχουσα τάξη δεν πρόκειται να εξαλείψει τον φασιστικό κίνδυνο
Σήμερα, ξαφνικά, η άρχουσα ελίτ «ανακαλύπτει» τον κίνδυνο του φασισμού. Σάμπως και οι μυστικές υπηρεσίες του κράτους δεν είχαν ενημερώσει όλους αυτούς, τους δήθεν δημοκράτες κρατούντες, για το τι ακριβώς κάνει η ΧΑ! Σάμπως και δεν ήξεραν ότι Χρυσή Αυγή έχει προσβάσεις μέσα στην αστυνομία και στον στρατό! Δεν είχαν δει ποτέ τα φωτογραφικά ντοκουμέντα! Δεν είχαν δει ούτε ένα βίντεο απ’ αυτά που προβάλλονταν στο ίντερνετ και ακόμα και στα επίσημα ΜΜΕ! Από «άγνοια» φαίνεται τους χαϊδεύανε…
Ας είμαστε σοβαροί! Η άρχουσα τάξη δεν ήθελε να χτυπήσει τη Χρυσή Αυγή! Ήθελε να την έχει δίπλα της (μέσα σε ελεγχόμενα όμως πλαίσια) για τις περιπτώσεις που θα χρειαζόταν να χτυπήσει ακόμα πιο δυνατά το μαζικό κίνημα και την Αριστερά. Ήθελε να έχει μια δύναμη κρούσης, ένα παρακράτος, αλλά στα πλαίσια του δικού της ελέγχου, για να το χρησιμοποιεί ενάντια στο κίνημα, όταν οι τυπικοί κοινοβουλευτικοί θεσμοί δεν θα επιτρέπανε κάτι τέτοιο. Αυτό θα ίσχυε ιδιαίτερα σε συνθήκες μιας πιθανής μελλοντικής αριστερής διακυβέρνησης.
Όταν λοιπόν σήμερα η κυβέρνηση και η αστική δικαιοσύνη αποφασίζουν ότι πρέπει να «κόψουν τα πόδια» της Χρυσής Αυγής, οι αντιφασίστες πρέπει να κρατάνε πολύ μικρό καλάθι!
Γιατί η πραγματική δύναμη της Χρυσής Αυγής δεν είναι τα μπράτσα του κάθε γελοίου φουσκωτού. Είναι η κρίση η οποία δημιουργεί εκατομμύρια απελπισμένων ανθρώπων.
Μετά από ένα όριο, η απελπισία οδηγεί στην παράνοια. Μην ψάχνουμε για «λογική» σε αυτές τις συνθήκες! Η Χ.Α. μπορεί να χτυπηθεί τελειωτικά μόνο αν εξαλειφθούν οι αιτίες της κρίσης! Όμως η κρίση θα παραμείνει! Οι κρατούντες δεν έχουν τρόπο να θέσουν τέρμα στην κρίση, να φέρουν ανάπτυξη κι ευημερία! Και με αυτή την έννοια η κρίση θα συνεχίσει να τροφοδοτεί την ακροδεξιά, όποια μορφή και όποιο όνομα και αν αποκτήσει.
Τα αστικά δικαστήρια κάτω από κάποιες συνθήκες μπορεί ακόμα και να καταστήσουν παράνομη την Χρυσή Αυγή. Μπορεί να βάλουν φυλακή κάποια από τα ηγετικά στελέχη της. Όμως δεν θα τα βάλουν όλα! Και οι φασίστες θα μπορούν πάντα να αλλάξουν όνομα και να συνεχίσουν το βρωμερό τους έργο!
Η αριστερά υποτίμησε τον κίνδυνο
Τον φασισμό μπορεί να τον νικήσει και να τον εξαλείψει μόνο το λαϊκό κίνημα και οι πολιτικές του οργανώσεις – δηλαδή η Αριστερά.
Κι εδώ οφείλουμε να πούμε «τα σύκα, σύκα και τη σκάφη, σκάφη»: οι ευθύνες βασικών οργανώσεων της Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ) για την άνοδο του φασισμού είναι πολύ μεγάλες, γιατί τον υποτίμησε ολοκληρωτικά σε όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Τα μαζικά κόμματα της Αριστεράς είχαν μια «απαξιωτική» στάση απέναντι στην Χρυσή Αυγή – το θεωρούσαν υποτιμητικό να ασχολούνται μαζί της. Το ίδιο ισχύει και για την πλειοψηφία των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Σαν αποτέλεσμα ποτέ δεν υπήρξε καμία σοβαρή προσπάθεια, πολύ περισσότερο μια ενωτική προσπάθεια, αντιμετώπισης του φασισμού από τη μεριά της Αριστεράς.
Το Κ.Κ.Ε. βέβαια δεν έχει καμία ενωτική προσέγγιση με κανένα και για τίποτα – επομένως δεν προκαλεί καμία έκπληξη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ (η πλειοψηφία σε επίπεδο ηγεσίας) επέμενε ακόμα και μετά τις εκλογές του Ιούνη πέρυσι, να θεωρεί το φαινόμενο «περιθωριακό», να υποστηρίζει ότι όλο αυτό ήταν «μια φούσκα που δεν θα αργούσε να ξεφουσκώσει»!
Τα στελέχη αυτά του ΣΥΡΙΖΑ δυστυχώς δεν έχουν καταλάβει κάτι ακόμα: Ότι η πραγματικά επικίνδυνη στιγμή θα έρθει όταν (και αν) έχουμε μια αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα. Ότι τότε ακριβώς είναι που τα λυσσασμένα σκυλιά του φασισμού θα ξαμολυθούν. Και ότι θα επιδιώκουν και θα επενδύουν, και μαζί μ’ αυτούς η άρχουσα τάξη, στην αποτυχία και την κατάρρευσή της Αριστεράς!
Τέλος, στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, πιο ειδικά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η πλειοψηφία των οργανώσεων (όπως ΝΑΡ, ΑΡΑΝ, ΑΡΑΣ, ΕΚΚΕ, κλπ) υποτιμούν τη σημασία του φαινομένου, ενώ το ΚΕΕΡΦΑ πάσχει από όλες τις ασθένειες του ΣΕΚ που το δημιούργησε: Καμία δημοκρατική διαδικασία, προκλητικό καπέλωμα των πάντων, άρνηση συνεργασίας με άλλες αντιφασιστικές κινήσεις (που απαιτούν βέβαια ισοτιμία). Δυστυχώς η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σέρνεται πίσω από το ΚΕΕΡΦΑ.
Συμπεράσματα μετά τη δολοφονία;
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα φαίνεται να δημιουργεί μια νέα κατάσταση στην Αριστερά.
Το ΚΚΕ είναι διατεθειμένο, λέει, να συζητήσει συνεργασία με την υπόλοιπη Αριστερά. Πολύ ωραία! Πρέπει όμως να το δούμε στην πράξη προτού «χαρούμε»!
Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει χρειάζονται δράσεις τώρα, προτού είναι πολύ αργά. Κι αυτό πολύ σωστό! Όμως, τι είδους δράσεις; Γιατί η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στον πρόεδρο της δημοκρατίας με αίτημα τη συνεργασία όλων των κομμάτων για την αντιμετώπιση του φασισμού, είναι ακριβώς ο δρόμος της αποτυχίας!
Αν η Αριστερά θέλει ο φασισμός όχι μόνον να μην αποδυναμωθεί αλλά να ανδρωθεί και να γίνει ανεξέλεγκτος, το μόνο που χρειάζεται να κάνει είναι να συνεργαστεί με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη Ν.Δ. για να τον (υποτίθεται) αντιμετωπίσουν.
Τι πρέπει να κάνουμε
- Χρειάζεται ενότητα και κοινή δράση των αντιφασιστικών κινήσεων, των κοινωνικών κινημάτων, των μαχητικών σωματείων και συνδικάτων και της Αριστεράς, ενάντια στους φασίστες.
- Σε αυτή την ενότητα δεν έχουν καμία θέση οι πολιτικές δυνάμεις οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εμφάνιση και την άνοδο του φασισμού – τα κόμματα του κεφαλαίου, οι εκπρόσωποι της τρόικας, και πάνω απ’ όλα το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Ν.Δ.
- Η κοινή ενωτική δράση πρέπει να πάρει τη μορφή αντιφασιστικών επιτροπών σε κάθε γειτονιά και κάθε χώρο που να είναι δικτυωμένες μεταξύ τους, κατ’ αρχήν σε επίπεδο πόλεων και πανελλαδικά σε δεύτερη φάση.
- Είναι πάρα πολύ σημαντικό το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 60 αντιφασιστικές επιτροπές πανελλαδικά, που αρχίζουν να δικτυώνονται μεταξύ τους.
- Ο φασισμός πρέπει να αντιμετωπιστεί σε όλα τα επίπεδα: ιδεολογικό, πολιτικό, καθώς και σε επίπεδο δράσεων. Πέρα από διαδηλώσεις και πορείες, χρειάζονται μαζικές εκστρατείες εξήγησης, ακόμα και πόρτα-πόρτα. Χρειάζονται επίσης ομάδες αυτοάμυνας που να μπορούν να αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις των φασιστών ενάντια στα κινήματα και την Αριστερά.
- Τα μπάχαλα βοηθούν τους φασίστες. Αυτό πρέπει να τονιστεί για μια ακόμη φορά. Όσο κατανοητή και αν είναι η οργή μεγάλων κομματιών της νεολαίας απέναντι στους φασίστες, χρειάζεται η κατανόηση ότι τα μπάχαλα αποξενώνουν τα πλατιά λαϊκά στρώματα και βοηθούν την άρχουσα τάξη να προβάλλει τη θεωρία των «δύο άκρων». Γι’ αυτό οι πορείες πρέπει να περιφρουρούνται.
- Τέλος, αν δεν υπάρξει έξοδος από την κρίση, δεν υπάρχει τρόπος να τσακιστεί ο φασισμός. Και αυτό θέτει την Αριστερά απέναντι στο κεντρικό της καθήκον. Ο μόνος τρόπος να βγει η χώρα από την κρίση είναι στη βάση ενός μεταβατικού/σοσιαλιστικού προγράμματος και του χτισίματος ενός μεγάλου κοινωνικού μετώπου πάλης, πάνω σ’ αυτό το πρόγραμμα. Γι’ αυτά πρέπει να παλέψουμε όπου κι αν βρισκόμαστε – είτε ανήκουμε στη βάση των δύο μαζικών κομμάτων της Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ) είτε στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, είτε στις συνδικαλιστικές οργανώσεις του κινήματος, τις αντιφασιστικές κινήσεις, τα κοινωνικά κινήματα, τις λαϊκές συνελεύσεις, κοκ.