Της Μαριάνθης Κυπρίδου, συντηρήτριας αρχαιοτήτων στο Υπ. Πολιτισμού
Μετά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, πολλές αντιδράσεις έχουν ξεσπάσει για το θέμα των αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στη Θεσσαλονίκη, στις εργασίες για το σταθμό του μετρό στη Βενιζέλου. Ενώ το ζήτημα της παραμονής των αρχαίων in situ (κατά χώραν) και της παράλληλης συνέχισης του μετρό είχε δρομολογηθεί από το 2017, με τη σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων φορέων, με κατάλληλη τεχνική μελέτη και την έγκριση του ΚΑΣ (Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο), η κυβέρνηση Μητσοτάκη επανέρχεται στην εκδοχή της απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαίων.
Η κοινωνία της πόλης και ο επιστημονικός κόσμος έχουν αντιδράσει έντονα, καθώς είναι εντελώς παράλογο να θες να ξοδέψεις κι άλλα χρήματα, κι άλλο χρόνο, να ταλαιπωρήσεις κι άλλο τους Θεσσαλονικείς με τα εργοτάξια μες στην πόλη, για να εφαρμόσεις μια λύση που όπως θα δούμε παρακάτω, δεν είναι η κατάλληλη ούτε για τις αρχαιότητες. Εκτός αν δε σε ενδιαφέρουν όλα τα παραπάνω, και το μόνο που σε νοιάζει είναι να δώσεις μια νέα, μεγάλη εργολαβία σε μια ιδιωτική κατασκευαστική εταιρεία, πέρα απ’ την αποζημίωση που θα πάρει ο ΑΚΤΩΡ…
Γιατί είναι τόσο σημαντικές αυτές οι αρχαιότητες;
Το 2013, στη συμβολή των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου, ήρθε στο φως ένα εντυπωσιακό μνημειακό σύνολο που περιλαμβάνει το καλύτερα σωζόμενο τμήμα των κύριων οδών της αρχαίας Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για ένα σταυροδρόμι στον κεντρικό οδικό άξονα της βυζαντινής πόλης με πυκνοδομημένα οικοδομικά τετράγωνα που περιλάμβαναν καταστήματα και εργαστήρια, με έμφαση στον τομέα της αργυροχρυσοχοΐας. Η Θεσσαλονίκη ήταν πολύ σημαντικό εμπορικό κέντρο για όλη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, το δεύτερο μετά την Κωνσταντινούπολη. Η πλακόστρωτη Μέση οδός ή λεωφόρος των βυζαντινών χρόνων, που σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση, σε μήκος 75 μέτρων κάτω από τη σημερινή Εγνατία, διασταυρώνεται με τον μαρμαρόστρωτο δρόμο cardo, στην κατεύθυνση της σημερινής οδού Βενιζέλου.
Η Π. Βελένη, προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων & Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟΑ (Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού) και τέως διευθύντρια στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, επισημαίνει ότι «πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχουν τέτοια δείγματα αστικού ιστού από την ύστατη αρχαιότητα, από τον 4ο μ.Χ. αιώνα έως τον 7ο και μέχρι τους λεγόμενους Σκοτεινούς Χρόνους του Μεσαίωνα, 7ο μ.Χ. έως 12ο».
Η Δ. Κουτσούμπα, ταμίας του ΔΣ του ΣΕΑ (Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων) αναφέρει ότι αποτελεί ένα ιστορικό σταυροδρόμι από την εποχή του Γαλέριου, όπου σχεδιάστηκε, μέχρι σήμερα, 16 αιώνες μετά. Από τις ανασκαφικές έρευνες αποδείχτηκε ότι οι δρόμοι διατήρησαν την ίδια χάραξη μέχρι και τους νεότερους χρόνους, δηλαδή ο δρόμος ο ελληνιστικός, με τον ρωμαϊκό, με τον βυζαντινό και τη νεότερη οδό Εγνατία του σήμερα. Έχουμε ένα αρχαιολογικό σύνολο σε εξαιρετική κατάσταση διατήρησης, που συνομιλεί με το ιστορικό και το σύγχρονο περιβάλλον του.
«Πομπηία της Θεσσαλονίκης» αποκάλεσε το BBC τις εν λόγω αρχαιότητες, όταν ανακαλύφθηκαν. Ουσιαστικά πρόκειται για μια πόλη κάτω από την πόλη, αναδεικνύοντας με τον καλύτερο τρόπο τη συνύπαρξη του παρελθόντος με το σήμερα. Η έκταση του τοπίου καταλαμβάνει περίπου 1600 τ.μ. και τα αρχαιολογικά ευρήματα ανέρχονται σε χιλιάδες.
Το ιστορικό
Η ρίζα του προβλήματος ξεκίνησε την περίοδο σχεδιασμού του έργου, όταν αποφασίστηκε, εσφαλμένα, να γίνουν δύο σταθμοί στο κέντρο της πόλης, στην Αγία Σοφία και στη Βενιζέλου, οι οποίοι απέχουν λιγότερο από 500 μ. Εκ των υστέρων έγινε αντιληπτό ότι καλύτερο θα ήταν η κατασκευή ενός ενδιάμεσου σταθμού, στο ύψος της Αριστοτέλους. Αυτό όμως δεν είναι πλέον εφικτό, καθώς οι εργασίες έχουν υλοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό.
Σύμφωνα με την Μ. Βλαζάκη, αρχαιολόγο και πρώην Γ.Γ. του ΥΠΠΟΑ, τα στελέχη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας έκρουσαν από την πρώτη στιγμή τον κώδωνα του κινδύνου και προειδοποίησαν ότι ο συγκεκριμένος σχεδιασμός σημαίνει καταστροφή του θαμμένου αρχαίου κέντρου της πόλης, ζητώντας τη μετατόπιση της χάραξης (όπως είχε γίνει και για το σταθμό του μετρό Κεραμεικός στην Αθήνα). Δυστυχώς, οι προειδοποιήσεις δεν εισακούστηκαν.
Το 2014, η τότε κυβέρνηση της ΝΔ (με πρωθυπουργό τον Α. Σαμαρά) αποφάσισε τη μετακίνηση των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου. Οι αντιδράσεις ήταν και τότε σφοδρές. Η ελληνική και διεθνής κοινότητα, η Αρχαιολογική Υπηρεσία και οι επιστημονικοί φορείς συντάχτηκαν στην κατεύθυνση της διατήρησης των αρχαιοτήτων. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης (επί δημαρχίας Γ. Μπουτάρη) ζήτησε αναθεώρηση, με συγκεκριμένη πρόταση για ανάδειξη του μνημείου στη θέση του.
Το 2015, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η πρόταση του Δήμου Θεσσαλονίκης εγκρίθηκε και το ΚΑΣ συμφώνησε, κρίνοντας τη διατήρηση in situ «αναγκαία για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος που συνίσταται στη διαφύλαξη και προστασία της αυθεντικότητας του μοναδικού αυτού μνημειακού συνόλου για την παγκόσμια κληρονομιά».
4 χρόνια μετά, και ενώ μεγάλο μέρος των εργασιών έχει υλοποιηθεί, ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης εξαγγέλλει ξαφνικά στη ΔΕΘ την απόσπαση των αρχαιοτήτων και τη μεταφορά τους στο πρώην στρατόπεδο Π. Μελά. Αυτό συνέβη χωρίς να έχει προϋπάρξει διάλογος με τους επιστημονικούς φορείς και την Αρχαιολογική Υπηρεσία, χωρίς να υπάρχει η σχετική οικονομοτεχνική μελέτη, χωρίς καμία διαβούλευση με την κοινωνία της Θεσσαλονίκης και σε πλήρη αντίθεση με τον αρχαιολογικό νόμο, ο οποίος χαρακτηριστικά προβλέπει μετακίνηση κατ’ εξαίρεση και μόνο: «Η μετακίνηση μνημείου λόγω τεχνικού έργου εξετάζεται μόνον όταν μετά από σχετικό επιστημονικό έλεγχο αποκλείεται κάθε δυνατότητα διατήρησής του στο περιβάλλον του» (άρθρο 42). Επίσης, μεταθέτοντας μόνος του τα χρονοδιαγράμματα, ο πρωθυπουργός δίνει πάτημα στην ανάδοχο εταιρεία (ΑΚΤΩΡ) να ζητήσει νέες αποζημιώσεις για καθυστερήσεις. Το κόστος θα είναι πολύ μεγαλύτερο, όπως επίσης και ο χρόνος υλοποίησης του εγχειρήματος (από το 2020 θα πάει στο 2023).
Η Δρ. Δέσποινα Μακροπούλου, διευθύντρια στην 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων όταν ήρθε στο φως το σταυροδρόμι και η αρχαία Εγνατία, αναφέρει ότι θα πρέπει να γίνει νέα μελέτη και, αφού εγκριθεί από το ΚΑΣ, να αδειάσουν χιλιάδες σακιά με άμμο που έχουν τοποθετηθεί κάτω από τη πλάκα της Εγνατίας, να τρυπήσει η Εγνατία, να αποσπαστεί κομμάτι-κομμάτι ένα μνημειακό σύνολο, που όμοιο του δεν έχει βρεθεί αλλού και που είναι αδύνατο να τοποθετηθεί ξανά με τον ίδιο τρόπο οπουδήποτε. Έπειτα θα πρέπει να γίνει πάλι ανασκαφή πιο κάτω. Κανένας σχετικός επιστήμονας δεν υποστηρίζει αυτή την άποψη, παρά μόνο η εταιρεία του Μετρό που έχει οικονομικό συμφέρον.
Σύμφωνα με τη μελέτη που εγκρίθηκε το 2017 και βρίσκεται σε υλοποίηση έκτοτε, διασφαλίζεται η αυθεντικότητα του μνημείου και η δημιουργία ενός ανοιχτού για το κοινό αρχαιολογικού χώρου, εντός του υπόγειου σταθμού. Συγκεκριμένα, στο επίπεδο -4 θα βρίσκεται η αποβάθρα, στο -3 τα ακυρωτικά μηχανήματα, ενώ στο -1 θα εκτίθεται ο εντυπωσιακός Decumanus Maximus, κεντρικός δρόμος της βυζαντινής Θεσσαλονίκης, τον οποίο θα μπορούν να απολαύσουν όσοι περνούν από την πεζογέφυρα που θα κατασκευαστεί από πάνω. Κάτι τέτοιο θα αποτελεί ιστορικό, αρχαιολογικό και αρχιτεκτονικό θησαυρό όχι μόνο της Θεσσαλονίκης, αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας και του συνολικού παγκόσμιου πολιτισμού. Συν του ότι θα είναι πόλος έλξης τουρισμού.
Ποιοι είναι υπέρμαχοι της απομάκρυνσης των αρχαιοτήτων;
Για να κατανοήσουμε την πλήρη εικόνα, ας δούμε ποιοι είναι υπέρ της απόσπασης των αρχαιοτήτων:
- Ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, Απόστολος Τζιτζικώστας (ΝΔ), που συγκάλεσε σύσκεψη με διάφορους φορείς όπως οι βιομήχανοι, οι οποίοι συντάσσονται με την απόσπαση [1] και δήλωσαν την ανησυχία τους για την αποζημίωση των ιδιωτών εργολάβων του μετρό. Στη σύσκεψη βέβαια δεν καλέστηκαν εκπρόσωποι από την Αρχαιολογική Υπηρεσία ούτε άλλοι φορείς που θα επιχειρηματολογούσαν επιστημονικά για το ανεδαφικό της απόσπασης.
- Ο νυν δήμαρχος Θεσσαλονίκης , Κ. Ζέρβας, που υπήρξε μέλος του ΔΣ της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ.
- Η κατασκευαστική εταιρεία ΑΚΤΩΡ, μία από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες της Ελλάδας, που θα πάρει αποζημιώσεις εκατομμυρίων, αν προχωρήσει η απόσπαση.
- Η Υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, που για περίπου μια δεκαετία ως Γενική Γραμματέας στο Υπ. Πολιτισμού -με ένα διάλειμμα επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- είχε υπερασπιστεί τότε με όλα τα μέσα την απόσπαση των αρχαιοτήτων ως μοναδική λύση για την ολοκλήρωση του έργου.
Η νέα σύνθεση του ΚΑΣ που ορίστηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει κάποια μέλη με ιδιαίτερο παρελθόν: Τον ακαδημαϊκό και ομότιμο καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Μ. Τιβέριο, ο οποίος υπήρξε επιστημονικός σύμβουλος της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ και είχε πάρει θέση υπέρ της απόσπασης των αρχαιοτήτων του Μετρό Θεσσαλονίκης από το σταθμό της Βενιζέλου. Τον ομότιμο καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Ε. Κορρέ. Η εταιρία που απέσπασε τις αρχαιότητες από τον υπό κατασκευή σταθμό της Αγίας Σοφίας ανήκει σε συγγενικό του πρόσωπο.
Την αρχαιολόγο και προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αχαΐας Α. Κουμούση. Μέλος του ΔΣ του αμαρτωλού Ταμείου Αλληλοβοηθείας του Υπουργείου Πολιτισμού, για το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη πολύπλευρη δικαστική έρευνα για σοβαρή κακοδιαχείριση και σκανδαλώδη σπατάλη δημοσίου χρήματος. Για την υπόθεση αυτή η κ. Κουμούση ελέγχεται πειθαρχικά. Το εν λόγω σκάνδαλο συνέβαινε τα χρόνια που Γ.Γ. του Υπ. Πολιτισμού ήταν η σημερινή Υπουργός Λίνα Μενδώνη και αφορά ποσά του ύψους των 45,5 εκατομμυρίων ευρώ! Η Υπουργός εξήγγειλε το αιφνίδιο κλείσιμο του Ταμείου Αλληλοβοηθείας, ενώ βρίσκεται σε διαδικασία εκκαθάρισης.
Για τους εργαζόμενους στο Μετρό, μιλάει κανείς;
Ο αριθμός των συμβασιούχων εργαζόμενων στο Μετρό έφτανε τους 600, όταν όλα τα αρχαιολογικά σκάμματα ήταν σε λειτουργία. Παρ’ όλες τις επισημάνσεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας για μεγάλο όγκο δουλειάς ακόμα και μετά την απομάκρυνση των αρχαιοτήτων από τις ανασκαφές, οι εργαζόμενοι απασχολούνταν με συμβάσεις ορισμένοι χρόνου και κάποιες φορές έμεναν άνεργοι για πολλούς μήνες. Σήμερα, λόγω των συνεχών απολύσεων, έχουν μείνει μόνο μερικές δεκάδες εργαζόμενοι, με την τελευταία τους σύμβαση να λήγει στο τέλος του Σεπτέμβρη και με αβέβαιο εργασιακό μέλλον.
Η στάση των σωματείων του Πολιτισμού
Έξι σωματεία του ΥΠΠΟΑ[2] δημοσίευσαν κοινό ψήφισμα[3], για να παραμείνουν οι αρχαιότητες στη θέση τους παράλληλα με τις εργασίες του μετρό. Αναφέρουν ότι πρόκειται για ένα μνημειακό σύνολο, μοναδικό στο είδος του. Για άλλη μια φορά, μπαίνει ψευδώς το δίλημμα «αρχαία ή μετρό» και στο στόχαστρο βρίσκονται οι αρχαιότητες ως «καθυστέρηση» όλου του έργου, όταν είναι γνωστό ότι σταθμοί στους οποίους βρέθηκαν σημαντικές αρχαιότητες έχουν παραδοθεί εδώ και χρόνια. Οι 12 σταθμοί της βασικής γραμμής θα μπορούσαν να αρχίσουν να λειτουργούν σε εύλογο χρονικό διάστημα, πλην της Βενιζέλου, μέχρι να ολοκληρωθεί. Η διατήρηση αρχαιοτήτων in situ στο σταθμό Μοναστηράκι στην Αθήνα αποδεικνύει ότι η παραμονή των αρχαιοτήτων είναι εφικτή. Τα σωματεία καλούν την κοινωνία και τους φορείς να δημιουργήσουν ένα κοινό μέτωπο.
Εκκωφαντική είναι από αυτό το ψήφισμα η απουσία του Ενιαίου Συλλόγου Υπαλλήλων Β. Ελλάδος, που αποτελεί έναν από τους δύο μεγαλύτερους πρωτοβάθμιους συλλόγους του ΥΠΠΟΑ, με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Ο ρόλος του σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα θα ήταν να πρωτοστατεί στη διατήρηση των αρχαιοτήτων, να συνταχθεί με τους άλλους φορείς και να διοργανώσει μαζί με άλλα σωματεία απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων.
Είναι ξεκάθαρο ότι και αυτό το ζήτημα είναι θέμα πολιτικής επιλογής. Σήμερα, στο βωμό της ανάπτυξης για λίγους θυσιάζονται αγαθά όπως η ιστορία και ο πολιτισμός. Στόχος των απανταχού ισχυρών είναι το κυνήγι του ακατάπαυστου πλούτου και της εξουσίας, σε βάρος της πλειοψηφίας της κοινωνίας, του πολιτισμού, της φύσης. Το δικό μας χρέος είναι να μην αφήσουμε αυτό να συμβεί.
Όπως και την προηγούμενη φορά, πριν μερικά χρόνια, έτσι και σήμερα οφείλουμε οι διεκδικήσεις μας με δυνατό, καθαρό και ενωτικό τρόπο να πετύχουν τη διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς στο περιβάλλον που ανήκει. Οι κυβερνώντες έχουν τα δικά τους συμφέροντα, αλλά κι εμείς τα δικά μας. Οι άνθρωποι, η φύση, ο πολιτισμός δεν είναι εμπορεύματα για κερδοφορία. Οφείλουμε να χτίσουμε μια κοινωνία όπου δε θα υπερισχύει το συμφέρον του μεγάλου και ισχυρού, αλλά των πολλών, και όπου η φύση, η τέχνη, η ιστορία και ο πολιτισμός θα είναι προτεραιότητες και δε θα θυσιάζονται για κέρδος και εξουσία των λίγων.
_____________