Της Χριστίνας Ζιάκα
Η Συνδιάσκεψη του ΞΕΚΙΝΗΜΑΤΟΣ στις 7-8 Ιούνη, ολοκλήρωσε μια συζήτηση που ξεκίνησε τους προηγούμενους μήνες και αποφάσισε την συμμετοχή της οργάνωσης στο μετωπικό σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ. Είχε προηγηθεί η θέση του ΞΕΚΙΝΗΜΑΤΟΣ για την υπερψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτέμβρη, και μια ουσιαστική σύσφιγξη σχέσεων, με την συμμετοχή μας στην Πανελλαδική Συνάντηση του ΣΥΡΙΖΑ (Μάρτης) αλλά και σε τοπικές εκδηλώσεις-συνελεύσεις πόλεων ή γειτονιών. (Οι σχέσεις του ΞΕΚΙΝΗΜΑΤΟΣ με τις περισσότερες από τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ έχουνε βέβαια πολύ μεγαλύτερο βάθος: στα κοινά μέτωπα πάλης και την κοινή δράση που είχαμε αναπτύξει στο αντι-παγκοσμιοποιητικό, στο αντι-πολεμικό, στο αντιρατσιστικό κίνημα κ.λ.π.)
Γιατί το ΞΕΚΙΝΗΜΑ μπαίνει στο ΣΥΡΙΖΑ
Το ΞΕΚΙΝΗΜΑ αναγνωρίζει ότι ο ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ στις πολιτικές εξελίξεις είναι σήμερα, καταλυτικός σε πολλά επίπεδα.
Μια μεγάλη ανατροπή έχει ήδη συντελεστεί στα δεδομένα της Αριστεράς αλλά και της κοινωνίας. Ο δικομματισμός βρίσκεται σε κρίση. Η φθορά του διοχετεύεται κύρια προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η Αριστερά δεν είναι πια μια «ταπεινή» δύναμη διαμαρτυρίας του 3 + 5 % που σέρνεται πίσω από τις εξελίξεις, αλλά αρχίζει να «απειλεί» με συνολικά ποσοστά που ξεπερνούν το 20% (ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ μαζί). Ο νεοφιλελευθερισμός δεν «παίζει» πια στο γήπεδο χωρίς αντίπαλο, αντίθετα οι ιδέες της αριστεράς και του αντικαπιταλισμού, έχουν γίνει ξανά επίκαιρες, το ίδιο και η αναφορά στο σοσιαλισμό. Τέτοιες ιστορικές ευκαιρίες για την Αριστερά ούτε εμφανίζονται κάθε μέρα, ούτε διαρκούν για πάντα.
Κάθε πολιτική δύναμη που μιλά στο όνομα της Αριστεράς, του σοσιαλισμού και των εργαζομένων, είναι υποχρεωμένη, όχι απλά να αναγνωρίσει τις ευκαιρίες, αλλά και να τοποθετηθεί καθαρά. Η συζήτηση για τις δυνατότητες ανατροπής των σημερινών δεδομένων έχει ήδη ανοίξει. Δεν διεξάγεται μόνο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μέσα σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Με μια απλή αναγωγή των δημοκοπικών ευρημάτων, γίνεται κατανοητό ότι αυτή η συζήτηση αφορά σχεδόν 1 εκ. του ελληνικού πληθυσμού!
Η απόφαση του ΞΕΚΙΝΗΜΑΤΟΣ για συμμετοχή στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι στην πραγματικότητα απόφαση για συμμετοχή σ’ αυτή την ανοικτή και ζωντανή πολιτική διαδικασία, από την σκοπιά του δυναμώματος της ριζοσπαστικοποίησης και της αντικαπιταλιστικής συνείδησης στην Ελλάδα. Από την σκοπιά της ενίσχυσης των επαναστατικών μαρξιστικών ιδεών, που κατά την γνώμη μας, αποτελούν το μόνο φωτεινό μονοπάτι, την μόνη οδό διεξόδου από την καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Γιατί το ΞΕΚΙΝΗΜΑ εντάσσεται στο ΣΥΡΙΖΑ τώρα;
Κάποιος εύλογα θα αναρωτηθεί: γιατί τώρα, κι όχι το 2004 ή το 2007;
Γιατί έλειπαν μια σειρά από προϋποθέσεις που θεωρούσαμε απαραίτητες για την επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες σήμερα υπάρχουν, όχι βέβαια στο 100% αλλά σε έναν επαρκή βαθμό.
Εξηγούσαμε τότε ότι για να μπορέσει η συνεργασία του ΣΥΝ με την Εξ. Αριστερά (ο ΣΥΡΙΖΑ) να αποτελέσει κάτι πραγματικά νέο και ”φρέσκο” το οποίο να μπορέσει να έχει ουσία και νόημα, δηλαδή να αγκαλιαστεί από την κοινωνία και από μαζικά λαϊκά στρώματα, να αποκτήσει κοινωνική απήχηση και δυναμική και να μην είναι απλά ένας κύκλος συζήτησης μέσα σε «κλειστά δωμάτια», ήταν απαραίτητο,
– να έχει ένα πρόγραμμα με σαφείς σοσιαλιστικές αναφορές,
– να αποκλείσει κάθε κυβερνητική συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ,
– να εκπέμψει ένα καθαρό μήνυμα στην κοινωνία ότι είναι κάτι ριζικά διαφορετικό από μια απλή συνεύρεση του Συνασπισμού με κάποιους «φίλους» του, που παλεύουν για μια μίζερη κοινοβουλευτική επιβίωση.
Την τελευταία περίοδο είδαμε τη μετακίνηση του ΣΥΡΙΖΑ αισθητά προς την κατεύθυνση που περιγράφουν τα πιο πάνω σημεία.
Ο πιο αιχμηρός αντικαπιταλιστικός λόγος μαζί με αναφορές στον σοσιαλισμό στο πρόγραμμά του, η εμπλοκή του στα κινήματα ιδιαίτερα της παιδείας, η επιθετική άρνηση της συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, η πιο επιθετική κριτική απέναντι στην συνδικαλιστική ηγεσία, η αναγωγή του ΣΥΡΙΖΑ στην «κύρια» – με μια έννοια – αντιπολίτευση στην πολιτική της κυβέρνησης, όλα αυτά σε συνδυασμό με την βαθιά κρίση του ΠΑΣΟΚ μετά την ήττα των εκλογών του Σεπτέμβρη, επέτρεψαν την αλματώδη ενίσχυση του. Αυτή η κοινωνική δυναμική έτυχε ακόμα μεγαλύτερης πυροδότησης εξαιτίας της ανανέωσης στην ηγεσία του ΣΥΝ, μέσα από τον Α. Αλαβάνο και τον Α. Τσίπρα. Αλλά και εξαιτίας της αίσθησης που προκαλεί ο ΣΥΡΙΖΑ ότι είναι ένας αρκετά ανοιχτός και δημοκρατικός σχηματισμός, που στηρίζεται στην ανεξάρτητη λειτουργία και δράση των διαφορετικών συνιστωσών του.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των εξελίξεων έγινε εφικτό εξαιτίας των σημαντικών αλλαγών που υπήρξαν στο εσωτερικό της μεγαλύτερης συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ, τον ΣΥΝ. Η αριστερή στροφή επιβλήθηκε στον ΣΥΝ, από μια σειρά παράγοντες: την κρίση επιβίωσης που αντιμετώπιζε, την πίεση των δυνάμεων της Εξ. Αριστεράς και μέσα αλλά και έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ, το μεγάλο κίνημα της παιδείας, την διασπαστική στάση του ΚΚΕ, αλλά και από την ολοκληρωτική αδυναμία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς (ΜΕΡΑ και ΕΝΑΝΤΙΑ) να αρθρώσει σοβαρό λόγο μέσα σε συνθήκες ιδιαίτερα ευνοϊκές για την ίδια.
Από «μακριά κι απέξω» ή μπαίνοντας στην μάχη;…
Από όλα τα πιο πάνω γίνεται φανερό πως η εικόνα του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ είναι διαφορετική από παλιά, πως αρκετά απ’ αυτά που θα θέλαμε να δούμε στον ΣΥΡΙΖΑ –κι εμείς όπως και μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας– σήμερα αποτελούν πραγματικότητα. Σίγουρα όχι όλα, όχι το 100%. Το ερώτημα όμως που προκύπτει εδώ είναι αν μια οργάνωση «κάθεται» και θέτει όρους από μακριά ή «απέξω», ή αν μπαίνει στη μάχη καθώς βλέπει πως αναπτύσσονται διεργασίες οι οποίες κινούνται στην κατεύθυνση που επιζητεί, στην κατεύθυνση που έχει ανάγκη η εργατική τάξη, η νεολαία, η αντιστεκόμενη κοινωνία. Επιλέγουμε το δεύτερο.
Η αλήθεια είναι πως για τον ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα δεν έχουν ακόμη κριθεί. Οι προοπτικές του δεν είναι καθόλου δεδομένες. Η ενίσχυση και η σταθεροποίηση των δυνάμεων του θα μετρηθεί στο αμέσως επόμενο διάστημα, αλλά και στα επόμενα χρόνια. Νέα άλματα προς τα εμπρός δεν μπορούν να αποκλειστούν αλλά το ίδιο ισχύει και για «άλματα» προς τα πίσω.
Θα το επαναλάβουμε άλλη μια φορά: οι όροι και οι προϋποθέσεις για να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να «αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου» και να παραμείνει συνεπής με τις αρχές και τις διακηρύξεις του, είναι:
– να έχει ένα ξεκάθαρο σοσιαλιστικό πρόγραμμα,
– να έχει μαχητική εμπλοκή στα ταξικά ζητήματα,
– να σταθεί με συνέπεια στη θέση ενάντια στην κεντροαριστερά,
– να διατηρήσει το σημερινό, φρέσκο, ανανεωτικό και ενωτικό προφίλ που τον χαρακτηρίζει και
– να βαθύνει την εσωτερική δημοκρατία, δίνοντας ουσιαστικές αρμοδιότητες στη βάση του και ελέγχοντας την ηγεσία.
Ποια στάση απέναντι στο ΠΑΣΟΚ
Ένα από τα σημεία που επηρεάζουν τις προοπτικές του ΣΥΡΙΖΑ είναι η στάση του απέναντι στο ΠΑΣΟΚ. Ήταν αναπόφευκτο λόγω της πίεσης του ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ να επιχειρήσει να «προσεγγίσει» τον ΣΥΡΙΖΑ, μετακινούμενο λίγο, – και μόνο στα λόγια – προς τα «αριστερά»… Αυτή η τακτική του ΠΑΣΟΚ, αποσκοπεί στο να ελέγξει, να συγκρατήσει ή και να αντιστρέψει, τη μετακίνηση ψηφοφόρων του προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, χρειάζεται μια καλά επεξεργασμένη τακτική, για να μπορέσει να αποφύγει αυτή την πίεση, η οποία δεν έχει δείξει ακόμα τα «δόντια» της: η πραγματική δοκιμασία θα φανεί πιθανά στη φάση των επόμενων γενικών εκλογών, όταν για εκατοντάδες χιλιάδες προβληματισμένους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ θα μπαίνει το δίλημμα «πώς θα φύγει η κυβέρνηση της ΝΔ;».
Η κοινωνία δεν τριπλασίασε το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ τυχαία. Του βάζει μπροστά του την ευθύνη να απαντήσει «μετά τη ΝΔ, τι;;», «μετά το τέλος του δικομματισμού, τι;;». Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανταποκριθεί θετικά και συγκεκριμένα σ’ αυτή την ευθύνη, τότε αυτά τα ίδια αυτά κομμάτια της κοινωνίας θα αρχίσουν να αποτραβιούνται. Σε τελική ανάλυση η κοινωνία θέτει το ζήτημα ως εξής: αν για να απαλλαγούμε από τη ΝΔ και τον δικομματισμό, πρέπει η αριστερά να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες, τότε αυτή τις θέλει ή όχι και τι σκοπεύει να τις κάνει;
Μα καλά δεν είναι επικίνδυνη αυτή η συζήτηση θα πουν κάποιοι σύντροφοι; Μήπως οδηγεί τον ΣΥΡΙΖΑ στην αγκαλιά της κεντροαριστεράς; Μόνο οι πολιτικές του επιλογές θα οδηγήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στην μια ή στην άλλη κατεύθυνση. Οι κίνδυνοι ούτε ξορκίζονται, ούτε αποφεύγονται. Αντιμετωπίζονται. Αν όχι, τότε αυτό στη γλώσσα των λαϊκών στρωμάτων μεταφράζεται σε ανευθυνότητα.
Η άποψη μας είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να υποβάλει συγκεκριμένη πρόταση για «αριστερή διακυβέρνηση» δηλαδή, να απευθυνθεί στα λαϊκά στρώματα ζητώντας την υποστήριξή τους για να γίνει πλειοψηφία και να φέρει σε πέρας ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Αυτό το πρόγραμμα δεν μπορεί να είναι άλλο από ένα καλά επεξεργασμένο σοσιαλιστικό πρόγραμμα – γιατί μόνο αυτό επιτρέπει στον ΣΥΡΙΖΑ να είναι συνεπής με τις διακηρύξεις του. Στη συνέχεια να προτείνει αυτό το πρόγραμμα στο σύνολο της αριστεράς, απευθυνόμενο κύρια το ΚΚΕ. Με μια τέτοια τακτική από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ το θέμα της πιθανής συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ θα λάμβανε τέλος, με τα καλύτερα κομμάτια των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ να κατανοούν ότι η αιτία βρίσκεται στο γεγονός ότι η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αρνείται ένα πρόγραμμα στην υπηρεσία των εργαζομένων: τα πιο ταξικά στρώματα της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ θα στρεφόντουσαν προς την αριστερά, προσφέροντάς της τη δυνατότητα μιας νέας κοινωνικής πλειοψηφίας, ενώ η ηγεσία του μάλλον θα στρεφόταν προς τη ΝΔ.
Η σημασία του σοσιαλιστικού προγράμματος
Η επιμονή μας στην ανάγκη του σοσιαλιστικού προγράμματος δεν έχει να κάνει με κάποιου είδους προσκόλληση σε αφηρημένες αρχές, ή πολύ περισσότερο ακαδημαϊκά κείμενα. Προκύπτει, επειδή είναι ο μόνος τρόπος η κοινωνία να πάει μπροστά, να αναχαιτιστεί η επίθεση που δέχονται η νεολαία, τα εργατικά και λαϊκά στρώματα. Το σοσιαλιστικό πρόγραμμα είναι, πάνω απ’ όλα, μια αναγκαιότητα για την κοινωνία!
Κατ’ επέκταση, είτε ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανταποκριθεί σ’ αυτή την ανάγκη της κοινωνίας, είτε θα προδώσει τις προσδοκίες της. Δηλαδή η δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει συνεπής με τις σημερινές του διακηρύξεις εξαρτάται απευθείας από το αν θα προχωρήσει στην υιοθέτηση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος. Το σοσιαλιστικό πρόγραμμα είναι, έτσι, μια αναγκαιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ!
Έτσι, μια σειρά μέτρων που εμείς θεωρούμε απαραίτητα στα πλαίσια μιας αριστερής πρότασης διακυβέρνησης, είναι τα ακόλουθα.
– 35ωρο – 7ωρο – 5μερο και κατάργηση της κατάργηση της επισφαλούς απασχόλησης, ενάντια στην ανεργία
– δραστικές αυξήσεις στους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους και Αυτόματη Τιμαριθμική Προσαρμογή για να χτυπηθεί η νέα φτώχεια,
– ανατροπή όλων των αντι-ασφαλιστικών, αντεργατικών νόμων και αντι-εκπαιδευτικών νόμων της προηγούμενης περιόδου,
– εφαρμογή του εργατικού ελέγχου πλατιά στην παραγωγική διαδικασία ώστε μέσα από επιτροπές, με κυρίαρχη την παρουσία εκπροσώπων των εργαζομένων, να ελέγχονται η τήρηση των εργατικών κατακτήσεων, να χτυπηθούν τα σκάνδαλα, η κακοδιαχείριση, η εισφοροδιαφυγή και η φοροδιαφυγή,
– βαριά φορολογία στο κεφάλαιο,
– επιστροφή στο δημόσιο όλων των ΔΕΚΟ που ιδιωτικοποιήθηκαν την προηγούμενη περίοδο
– εθνικοποίηση των μεγάλων στρατηγικών μονάδων της παραγωγής, των μονοπωλίων, των ολιγοπωλίων, και των τραπεζών
– διαφάνεια, εργατικός έλεγχος και δημοκρατία στις δημόσιες επιχειρήσεις από αιρετές διοικήσεις με κυρίαρχη την συμμετοχή των εργαζόμενων σ’ αυτές μέσα από εκλεγμένους και ανακλητούς εκπροσώπους, για να πάψει η διαφθορά, οι μίζες, οι προμήθειες και τα προνόμια
Ένα τέτοιο πρόγραμμα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας, που αγωνιά, υποφέρει και απαιτεί επιτέλους να αλλάξει η ζωή της.
Πολλά θα κριθούν την επόμενη περίοδο, από το αν ο ΣΥΡΙΖΑ στο σύνολο του ή κομμάτια του θα μπουν σ’ αυτή την συζήτηση και από το ποιες, πόσες δυνάμεις και πως, στο εσωτερικό του και στο εξωτερικό του, θα δώσουν την μάχη γι’ αυτές τις ιδέες.
Στα γεγονότα που θα ‘ρθουν στους επόμενους μήνες και χρόνια, στην «ώρα της κρίσεως», ο καθένας θα χρειαστεί να διαλέξει και αναλάβει και τις συνέπειες της επιλογής του. Δεν πιστεύουμε ότι αυτός ο δρόμος θα είναι εύκολος, ούτε απλός, ούτε γρήγορος. Πολύ περισσότερο δεν πιστεύουμε ότι όλοι θα βρεθούμε στην ίδια όχθη του ποταμού.
Κάθε προχώρημα του ΣΥΡΙΖΑ θα οξύνει την αναζήτηση, θα ενθαρρύνει χιλιάδες νέους ανθρώπους, θα φέρνει στο προσκήνιο μια νέα γενιά αγωνιστών, αλλά και θα αυξάνει και τις πιέσεις από τα δεξιά να προσαρμοστεί, να προσχωρήσει στο «ρεαλισμό», να συμβιβαστεί. Κάθε ταλάντευση, κάθε ασάφεια, κάθε στραβοπάτημα, θα φέρνει προβληματισμό, απογοήτευση, αποστράτευση, ήττες, αλλά και συμπεράσματα.
Η κοινωνία μέσα από «σπασμούς», δεχόμενη τις επιθέσεις του κεφαλαίου, ανάμεσα σε κόμματα που θα μιλούν στο όνομα της αλλά κάποια θα το εννοούν και κάποια όχι, δοκιμάζοντας όλων των ειδών τις εμπειρίες και μαθαίνοντας από την πείρα της, θα βρει το δρόμο για να αρχίσει να γράφει τη δική της αληθινή ιστορία.
____________________________
Τι δουλειά έχουν οι επαναστάτες με αυτούς που δεν είναι επαναστάτες – με τα λόγια του Λένιν
Είναι σίγουρο ότι οι ηγεσίες οργανώσεων όπως το ΚΚΕ, το ΝΑΡ κλπ θα ασκήσουν δριμεία κριτική στις αποφάσεις της Ο μας για συμμετοχή στον ΣΥΡΙΖΑ. Είμαστε προετοιμασμένοι για την επιχειρηματολογία τους: «οι επαναστάτες δεν έχουν τίποτα να κάνουν και να πουν με τους προδότες ρεφορμιστές». Η καλύτερη απάντηση σ’ αυτούς είναι οι ίδιοι οι κλασσικοί και ιδιαίτερα ο Λένιν, μέσα από τα γραπτά του για το «ενιαίο μέτωπο» και τον «αριστερισμό». Αρκούμαστε εδώ να παραθέσουμε μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο του Λένιν, «Αριστερισμός, η παιδική αρρώστια του Κομμουνισμού».
Ο Λένιν βρέθηκε μπροστά σε αντίστοιχα επιχειρήματα όσων διαφωνούσαν με την συνεργασία του Κ.Κ. Αγγλίας με το βρετανικό Εργατικό Κόμμα (το οποίο ο ίδιος ο Λένιν χαρακτηρίζει σαν «ένα αστικό εργατικό κόμμα»). Έγραφαν χαρακτηριστικά οι διαφωνούντες:
«Ο Χέντερσον, ο Κλάινς [σημ: ηγέτες του Εργατικού Κόμματος] και σία είναι αδιόρθωτα αντιδραστικοί. Το επίσημο (Ανεξάρτητο) Εργατικό Κόμμα, πέφτει όλο και περισσότερο κάτω από την εξουσία των αστών φιλελεύθερων… Το Εργατικό Κόμμα είναι άσπονδος εχθρός της Τρίτης διεθνούς… Το να υποστηρίζεις με οποιοδήποτε τρόπο τους κοινοβουλευτικούς – οπορτουνιστές σημαίνει απλώς να παίζεις το παιγνίδι των κυρίων που αναφέραμε παραπάνω…».
Ο Λένιν απαντά σ’ αυτά τα επιχειρήματα
«Είναι σωστό ότι οι Χέντερσον, οι Κλάινς… είναι αθεράπευτα αντιδραστικοί. Είναι επίσης σωστό ότι… θέλουν να κυβερνούν σύμφωνα με τους ίδιους παμπάλαιους αστικούς κανόνες… Όλα αυτά είναι σωστά. Από εδώ όμως δεν έπεται καθόλου ότι η υποστήριξη τους αποτελεί προδοσία της επανάστασης, αλλά αντίθετα, ότι προς το συμφέρον της επανάστασης οι επαναστάτες της εργατικής τάξης πρέπει να παρέχουν σ’ αυτούς τους κύριους ορισμένη κοινοβουλευτική υποστήριξη…
…Αν είμαστε κόμμα της επαναστατικής τάξης, αν θέλουμε να τραβήξουμε μαζί μας τις μάζες (και χωρίς αυτό κινδυνεύουμε να μείνουμε απλώς φαφλατάδες) πρέπει, πρώτο, να βοηθήσουμε τον Χέντερσον ή τον Σνόουντεν (σημ: ηγέτες του Εργατικού Κόμματος] να νικήσουν τον Λόυδ Τζώρτζ [σημ: ηγέτης του αστικού κόμματος των ”Φιλελεύθερων”] και τον Τσώρτσιλ [σημ: ηγέτης του ”Συντηρητικού Κόμματος”]….
…Το Κομμουνιστικό Κόμμα [πρέπει να] προτείνει στους Χέντερσον και τους Σνόουντεν "συμβιβασμό", εκλογική συνεργασία: να παλέψουμε μαζί ενάντια στην συμμαχία του Λόυδ Τζώρτζ και των ”Συντηρητικών”… [Ταυτόχρονα] να διατηρήσουμε απόλυτη ελευθερία ζύμωσης προπαγάνδας, πολιτικής δράσης.
Αν οι Χέντερσον και Σνόουντεν δεχτούν τον συνασπισμό μ’ αυτούς τους όρους, τότε κερδίζουμε, γιατί το σπουδαίο για μας δεν είναι καθόλου ο αριθμός των βουλευτικών εδρών, εμείς δεν κυνηγάμε έδρες, στο σημείο αυτό πρέπει να είμαστε υποχωρητικοί… Κερδίζουμε γιατί θα μεταφέρουμε τη ζύμωση μας μέσα στις μάζες… και θα βοηθήσουμε όχι μόνο το Εργατικό Κόμμα να σχηματίσει πιο γρήγορα την κυβέρνηση του αλλά και τις μάζες να καταλάβουν πιο γρήγορα όλη την κομμουνιστική μας προπαγάνδα …
Στην περίπτωση που οι Χέντερσον και Σνόουντεν θα αρνούνταν να σχηματίσουν συνασπισμό με τους Κομμουνιστές, οι Κομμουνιστές θα κέρδιζαν αμέσως στο έργο της κατάκτησης των συμπαθειών των μαζών και της υπόσκαψης του κύρους των Χέντερσον και Σνόουντεν… Κάνουν λάθος οι σύντροφοι… αν βλέπουν σ’ αυτό προδοσία του κομμουνισμού η παραίτηση από τον αγώνα ενάντια στους σοσιαλπροδότες».
__________________________
Η εμπειρία της νέας Αριστεράς διεθνώς
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και 2000 νέοι αριστεροί σχηματισμοί εμφανίστηκαν διεθνώς, πολλοί απ’ αυτούς, τηρουμένων των αναλογιών, με μεγάλες ομοιότητες με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΞΕΚΙΝΗΜΑ και η Διεθνής μας όχι απλά σημείωσε τον θετικό – καταρχήν – χαρακτήρα αυτής της εξέλιξης, αλλά σε πολλές περιπτώσεις συμμετείχε ή συμμετέχει σε αυτούς τους σχηματισμούς.
Πολλές φορές, στα κείμενά και την αρθογραφία μας, έχουμε επίσης καυτηριάσει την πορεία αυτών των νέων σχηματισμών της αριστεράς. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι αυτό της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης στην Ιταλία. Πολύ επίκαιρο επίσης είναι το παράδειγμα του Αριστερού Κόμματος στη Γερμανία. Ακόμα και στην Βραζιλία το P-SOL ένα από τα πιο αριστερά νέα κόμματα με σαφείς αναφορές στον σοσιαλισμό, ακόμα και αυτό μετακινήθηκε προς τα δεξιά. Στη διάρκεια του προηγούμενου χρόνου είχαμε την διάσπαση του Respect στην Βρετανία καθώς και την διάλυση, μέσα από εκφυλιστικές και προσωπικές συγκρούσεις του SSP στην Σκοτία.
Η οργάνωση μας προσεγγίζει πάντα αυτά τα φαινόμενα με πολλή προσοχή στις ισορροπίες και ακρίβεια σ’ ότι αφορά τα θετικά και τα αρνητικά, τις εσωτερικές αντιφάσεις που περικλείουν και τις προοπτικές τους.
Εξηγούμε από τη μια τα θετικά και από την άλλη προειδοποιούμε για τα αρνητικά. Δηλαδή εξηγούμε πως η εμφάνιση αυτών των σχηματισμών έχει το θετικό ότι αντανακλά εξελίξεις στην συνείδηση της κοινωνίας και δίνει περαιτέρω ώθηση στην ριζοσπαστική αναζήτηση και στην ταξική πάλη. Και από την άλλη εξηγούμε τα όρια αυτών των σχηματισμών προειδοποιώντας ότι επειδή δεν έχουν ένα μαρξιστικό πρόγραμμα, ένα πρόγραμμα για την ανατροπή του καπιταλισμού, τελικά οδηγούνται σε συμβιβασμούς που καταλήγουν ακόμα και σε προδοσίες.
Κατά τη διάρκεια αυτής της πορείας επηρεάζονται και δημιουργούνται συνειδήσεις. Μεγάλα τμήματα του κινήματος ασφαλώς απογοητεύονται. Άλλα τμήματα βγάζουν συμπεράσματα – συμπεράσματα που αφορούν το πώς θα μπορέσει ένας σχηματισμός της αριστεράς να αντέξει τις πιέσεις της αστικής τάξης και να ολοκληρώσει το έργο του για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, δηλ. μαρξιστικά συμπεράσματα.
Η έκταση όμως στην οποία μπορούν, μικρότερα ή μεγαλύτερα, στρώματα, να βγάλουν μαρξιστικά συμπεράσματα καθορίζεται σε εξαιρετικό βαθμό από το κατά πόσον υπάρχει ένας μαρξιστικός πυρήνας ο οποίος να λειτουργεί μέσα στις γραμμές του νέου αυτού σχηματισμού. Και γι’ αυτό το λόγο το ΞΕΚΙΝΗΜΑ και η CWI αντιλαμβάνονται ως υποχρέωση τους την εμπλοκή σ’ αυτούς τους σχηματισμούς με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.