Δανάη Γκαΐνα – Φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Η εμφάνιση του κορονοϊού μαζί με τον επιδημιολογικό κίνδυνο που επέφερε τον Δεκέμβριο του 2019, ανέδειξε και διεύρυνε την ανισότητα των φύλων. Μέσα στους μήνες της πανδημίας, το μισθολογικό χάσμα ανδρών και γυναικών διευρύνθηκε, οι οικογενειακές υποχρεώσεις έπεσαν σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό στις πλάτες των γυναικών όλου του κόσμου, ενώ αυξήθηκε δυσανάλογα και η ανεργία των γυναικών.
Γυρίσαμε 25 χρόνια πίσω…
Σύμφωνα με έρευνα του ΟΗΕ, η οποία πραγματοποιήθηκε σε 38 χώρες χαμηλού έως μεσαίου εισοδήματος (αν και παρόμοια στοιχεία παρουσιάζουν και οι πιο προηγμένες χώρες), ένα από τα παράπλευρα αποτελέσματα της πανδημίας είχε να κάνει με το ότι 25 χρόνια προόδου και προσπαθειών για ισότητα των δύο φύλων εξαφανίστηκαν σε ένα μόλις χρόνο.
Πριν την πανδημία εκτιμάται πως τα 3/4 των 16 δισεκατομμυρίων απλήρωτων ωρών εργασίας που γίνονταν καθημερινά σε όλον τον κόσμο, αναλογούσαν σε γυναίκες.
Δηλαδή για κάθε μία ώρα απλήρωτης εργασίας ενός άντρα αντιστοιχούσαν σε τρεις ώρες απλήρωτης εργασίας μιας γυναίκας. Η απλήρωτη εργασία αφορά κατά κύριο λόγο τις οικιακές εργασίας και τη φροντίδα των παιδιών, των ηλικιωμένων και των ασθενών σε μια οικογένεια. Το γεγονός ότι οι γυναίκες απασχολούνταν σε αυτές 3 φορές περισσότερο από τους άντρες είναι φυσικά αποτέλεσμα της τεράστιας ανισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών στις σημερινές κοινωνίες.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυτή η διαφορά έγινε ακόμα μεγαλύτερη καθώς οι απλήρωτες ώρες εργασίας των γυναικών διπλασιάστηκαν!
Αύξηση της απλήρωτης εργασίας και της ανεργίας
Το πρόβλημα για τις γυναίκες μέσα στην πανδημία δεν σταματά εκεί. Η αύξηση των ωρών απλήρωτης εργασίας συμβαδίζει σε ένα βαθμό με την αύξηση της ανεργίας των γυναικών.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ΗΠΑ. Τον Σεπτέμβρη, περίπου 865.000 γυναίκες στις ΗΠΑ βρέθηκαν χωρίς δουλειά ενώ ο αντίστοιχος αριθμός των αντρών νέων ανέργων ήταν 200.000.
Στην Ευρώπη, το μηνιαίο ποσοστό ανεργίας των ανδρών αυξήθηκε από 3,3% τον Φεβρουάριο σε 13% τον Απρίλιο. Η ανεργία στις γυναίκες έφτασε στο 15,5% τον Απρίλιο, από το 3,1% που ήταν το Φεβρουάριο.
Οι άνδρες (εκτός από την υγειονομική περίθαλψη) είναι πιο πιθανό να εργάζονται σε θέσεις που θεωρούνται απαραίτητες όπως οι μεταφορές, τα σώματα ασφαλείας, η γεωργία, η συντήρηση και οι επισκευές, έτσι προστατεύονται περισσότερο από την ανεργία. Την ίδια στιγμή, οι γυναίκες κυριαρχούν αριθμητικά σε τομείς που περιλαμβάνουν συχνά επαφή με πελάτες και για τις οποίες δεν είναι δυνατή η τηλεργασία και πολύ συχνά αναστέλλεται η λειτουργία τους κατά τις περιόδους του lockdown ή κινδυνεύουν με κλείσιμο, όπως δραστηριότητες λιανικής, αναψυχής και προσωπικών υπηρεσιών, φιλοξενία, ταξίδια και τουρισμός.
Πολλές γυναίκες ωστόσο έχασαν τη δουλειά τους, όχι επειδή απολύθηκαν αλλά επειδή αναγκάστηκαν, λόγω της έλλειψης μέσων για την φροντίδα των παιδιών τους.
Αυτό αναφέρεται καθαρά και στην έρευνα που διεξάχθηκε από την Fawcett Society, μια βρετανική οργάνωση υπεύθυνη για την ισότητα των φύλων και των γυναικείων δικαιωμάτων. Στους 8.400 ενήλικες που συμμετείχαν, 1 στις 3 εργαζόμενες μητέρες αναφέρει ότι έχασε την εργασία ή τα ωρομίσθια της γιατί δεν είχε που να «αφήσει» τα παιδιά της (παιδικό σταθμό, σχολείο κλπ). Το ποσοστό αυξάνεται στο 44% όταν αφορά μητέρες που ανήκουν στην μαύρη και ασιατική κοινότητα ή άλλες μειονότητες.
Η Fawcett Society ανέφερε επίσης ότι Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι εξαιτίας του κορονοϊού, που θα μπορούσε να επηρεάσει την πρόοδο της ισότητας στο χώρο εργασίας για πολλά χρόνια.
Στην ίδια λογική, η διευθύντρια του τμήματος Γυναικών του ΟΗΕ, Ανίτα Μπάτια, δήλωσε ότι η σημερινή κατάσταση εγκυμονεί «τον αληθινό κίνδυνο επαναφοράς των στερεοτύπων του ’50».
Τι συμβαίνει με την τηλεργασία;
Σύμφωνα με την προαναφερόμενη έρευνα, εν μέσω πανδημίας βλέπουμε ότι κατά μέσο όρο εργάζεται εξ’ αποστάσεως το 39% των γυναικών έναντι του 35% των αντρών. Το ποσοστό αυξάνεται στο 46% όσον αφορά γυναίκες με μικρά παιδιά.
Για μια ακόμα φορά βλέπουμε τις γυναίκες να επηρεάζονται δυσανάλογα σε σχέση με τους άντρες. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η τηλεργασία σε μία εποχή κοινωνικής απόστασης και καραντίνας αποδεικνύεται εξαιρετικά προβληματική για πολλές εργαζόμενες μητέρες, καθώς πρέπει να εργάζονται ενώ ταυτόχρονα φροντίζουν τα παιδιά και τα οικιακά, όλα στον ίδιο χώρο και χρόνο, πράγμα που ασκεί τεράστια ψυχολογική και σωματική πίεση στις γυναίκες.
Ποιες είναι οι ψυχολογικές επιπτώσεις;
Η δυσανάλογη πίεση που προκαλείται στις γυναίκες από το δίπολο σπιτιού – εργασίας επηρεάζει φυσικά την ψυχική ευημερία των γυναικών περισσότερο από ότι των ανδρών, ειδικά όσον αφορά εκείνες με μικρά παιδιά.
Στην Βρετανία, τον Απρίλιο του 2020, οι γυναίκες με παιδιά ηλικίας 11 ετών και κάτω ήταν πιο πιθανό να αισθάνονται ένταση από τους άνδρες με παιδιά στην ίδια ηλικιακή ομάδα (23% έναντι 19%), να αισθάνονται μοναξιά (14% έναντι 6%) και κατάθλιψη (14% έναντι 9%).
Το ίδιο μοτίβο ισχύει για γυναίκες και άνδρες με παιδιά ηλικίας 12-17 ετών, αν και οι διαφορές είναι πιο περιορισμένες.
Το πρόβλημα δεν είναι ο κορονοϊός αλλά ο καπιταλισμός και η πατριαρχία
Τα αποτελέσματα των ερευνών κατέδειξαν ένα πρόβλημα που χρήζει άμεσης και ουσιαστικής αντιμετώπισης. Ωστόσο, είναι σημαντικό να μην ξεχάσουμε τι πραγματικά κρύβεται πίσω από το πρόβλημα αυτό. Είναι γεγονός ότι η απλήρωτη εργασία των γυναικών αυξήθηκε, όμως η αιτία δεν είναι ο κορονοϊός αλλά τα κοινωνικά στερεότυπα που έχουν γαλουχήσει τις κοινωνίες μας και θέλουν τη γυναίκα να επωμίζεται δυσανάλογα την ευθύνη της οικογενειακής φροντίδας. Πολλές γυναίκες εργάζονταν και ταυτόχρονα αναλάμβαναν το βάρος των οικιακών, τη μέριμνα των παιδιών και τη διδασκαλία τους, στο πλαίσιο των στερεότυπων ρόλων των φύλων που έχει καθιερώσει ιστορικά η πατριαρχική κοινωνία και την οποία αναπαράγει και καλλιεργεί επιμελώς ο καπιταλισμός.
Η μη αμειβόμενη εργασία των γυναικών καλύπτει συχνά το οικογενειακό κόστος φροντίδας, υποστηρίζει οικονομίες και κλείνει τις τεράστιες τρύπες των κοινωνικών υπηρεσιών που θα έπρεπε να προσφέρει το κράτος. Κι όμως, σπάνια αναγνωρίζεται επίσημα ως εργασία, ακριβώς επειδή είναι εργασία που γίνεται στη συντριπτική πλειοψηφία από γυναίκες και εργασία που αναμένεται από την κοινωνία να γίνει από τις γυναίκες.
Η σημερινή εκρηχτική διεύρυνση της ανισότητας όσον αφορά στην απλήρωτη εργασία, την ανεργία και όλες τις προεκτάσεις τους δεν εμφανίστηκαν εκ του μη όντως, αλλά πάτησαν πάνω στην προϋπάρχουσα ανισότητα. Δεν είναι η πρώτη φορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προηγούμενη οικονομική κρίση, κατά την οποία οι εργοδότες επέλεξαν σε μεγαλύτερο βαθμό να απολύσουν γυναίκες ή να μειώσουν το ωράριο τους σε μερικής απασχόλησης, επειδή θεωρούνται πιο αναλώσιμες σε σχέση με τους άντρες.
Η πατριαρχία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με κάποιο «εμβόλιο» όπως η πανδημία. Από αρχαιοτάτων χρόνων η πατριαρχία μαθαίνει στις κοινωνίες να υποτιμούν την αξία των γυναικών και να τις καταπιέζουν. Ο καπιταλισμός, ως ένα σύστημα το οποίο βασίζεται στις ανισότητες, τις τρέφει και τις αναπαράγει, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την πατριαρχία, όπως δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το ρατσισμό και όλες τις διαιρέσεις και καταπιέσεις που χρησιμοποιεί για να κρατά χωρισμένους τους εργαζόμενους στη βάση του φύλου, της καταγωγής, του χρώματος, του σεξουαλικού προσανατολισμού κοκ. Γι’ αυτό ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία δεν μπορεί να φτάσει μέχρι τέλους χωρίς να γίνει ταυτόχρονα αγώνας ενάντια στο σύστημα που τον έχει κάνει αναπόσπαστο κομμάτι του.