Θεσσαλονίκη – Ιούλιος 2013
Η άσκηση της αστικής πολιτικής με όρους ανάπτυξης
Όλες οι μορφές πολιτικής διακυβέρνησης στις έξη μεταπολεμικές δεκαετίες, κι’ ακόμη περισσότερο στα τελευταία σαράντα χρόνια της μεταπολιτευτικής κοινωνικής ιστορίας, ανεξάρτητα από την τοποθέτησή τους στη συντηρητική ή την σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση, λειτουργούσαν ως εκφραστές του γενικού κοινωνικού συμφέροντος, υπό την αστική προφανώς ηγεμονία. Με την πολιτική που ασκούσαν επεδίωκαν την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, την διασφάλιση της λειτουργίας στοιχειωδών μορφών κοινωνικής προστασίας των λαϊκών τάξεων, καλλιεργούσαν την προσδοκία για την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, φρόντιζαν να εξασφαλίζουν την κοινωνική συναίνεση. Αυτή η κυβερνητική πολιτική που είχε ως κεντρικό άξονα αναφοράς την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, σε συντηρητικότερη ή προοδευτικότερη απόχρωση, συμβάδιζε με την παράλληλη ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, την οποία και υπηρετούσε, με αντίτιμο την κατανομή ενός μέρους της παραγόμενης εισοδηματικής πίτας στον μισθωτό εργαζόμενο κόσμο.
Στη δεκαετία του 1950 διαμορφώθηκαν οι γενικοί όροι αναπαραγωγής του κεφαλαίου με τα μεγάλα τεχνικά, οδικά, ενεργειακά έργα, απαραίτητα για την διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970 καταγράφηκε η φαντασμαγορική βιομηχανική ανάπτυξη, που χαρακτηρίστηκε ως η «χρυσή περίοδος» του ελληνικού καπιταλισμού. Η εκδήλωση της πρώτης κρίσης υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1980 γρήγορα αντιμετωπίσθηκε με την εφαρμογή ενός ήπιου νεοφιλελευθερισμού, και την ανασυγκρότηση του κεφαλαίου, κυρίως με την εισαγωγή της πληροφορικής, του αυτοματισμού κλπ. στην κοινωνική παραγωγή. Η οικονομική ανάπτυξη αποκαταστάθηκε εκ νέου δίνοντας έδαφος σε μια συστηματική και σημαντική καπιταλιστική συσσώρευση και συγκέντρωση του κεφαλαίου και της κερδοφορίας, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μέχρι την έκρηξη της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης (2008) , η οποία στην τελευταία πενταετία έθεσε τέρμα στην οικονομική ανάπτυξη και έδωσε τη θέση της στην μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, παγίων κεφαλαίων και ζωντανής εργασίας.
Η εκτέλεση ενός συμβολαίου κοινωνικού θανάτου
Ο τερματισμός αυτής της πολύχρονης οικονομικής ανάπτυξης που σημαδεύτηκε με την ανάδειξη της μείζονος κρίσης κεφαλαιακής υπερσυσσώρευσης, οι δραματικές κοινωνικές συνέπειες που προκάλεσε (μαζική ανεργία και εκκαθάριση επιχειρήσεων), τροποποίησαν ριζικά και τα δεδομένα άσκησης της πολιτικής εξουσίας. Οι μνημονιακές πολιτικές που υιοθετήθηκαν και εφαρμόζονται αδιαλείπτως την τελευταία τριετία με σκοπό να συμβάλουν στην υπέρβαση της κρίσης προς όφελος των δυνάμεων της αστικής τάξης και σε βάρος των συμφερόντων των λαϊκών τάξεων, σε συνδυασμό με την κρίση χρέους, την χρεοκοπία του τραπεζικού συστήματος και την υπέρογκη χρηματοδοτική στήριξή του από το σημερινό αστικό κράτος, μετάλλαξαν πλέον τελεσίδικα τα ορόσημα αναφοράς της αστικής πολιτικής. Η αναφορά στην οικονομική ανάπτυξη έδωσε την θέση της στην παρατεταμένη ύφεση και στα πασίδηλα φαινόμενα της οικονομικής καταστροφής. – Ο λόγος για την απασχόληση του εργατικού δυναμικού έδωσε τη θέση του στην υπερμεγέθη διόγκωση της ανεργίας που τείνει να αγκαλιάσει το ένα τρίτο του ΟΕΠ. – Η ιστορική φιλολογία των αστικών κυβερνήσεων της προηγούμενης περιόδου για μορφές κοινωνικής δικαιοσύνης έδωσε τη θέση της στις παντοειδείς φορολογικές επιβαρύνσεις των εργαζομένων επί των μισθών τους, των κατοικιών τους κλπ.
Με το πρόσχημα της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και της μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και με κύριο στόχο την δήμευση των εισοδημάτων και των περιουσιών της εργαζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας, προκειμένου να διασωθούν οι ιδιωτικές τράπεζες, να ενισχυθεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων, και να συγκρατηθούν τα ζημιογόνα αποτελέσματα των υπολοίπων, εφαρμόζεται ανοιχτά η κυβερνητική πολιτική του κοινωνικού θανάτου ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων. Από την κοινωνία των δύο-τρίτων για την οποία γινόταν λόγος στην δεκαετία του 1980 φτάσαμε αισίως στην κοινωνία του ενός-τετάρτου (αστική τάξη και ανώτερα μικροαστικά στρώματα) : Η σωτηρία πλέον του ελληνικού καπιταλισμού και του αστικού κράτους επιβάλλουν ως προϋπόθεση την γενικευμένη οικονομική καταστροφή των υπόλοιπων τριών-τετάρτων (μισθωτών, ανέργων, συνταξιούχων, νεολαίας, αυτοαπασχολουμένων). Κάθε ίχνος νομιμοποιητικής βάσης της αστικής διακυβέρνησης έχει πλέον εξαφανιστεί και η όποια κοινωνική συναίνεση έχει δώσει τη θέση της στην κυβερνητική δικτατορική επιβολή.
Ανατροπή της συγκυβέρνησης όρος ζωής για τις λαϊκές τάξεις
Το ότι πρόκειται για μια μνημονιακή συγκυβέρνηση που αντιπροσωπεύει μια συμμορία που έχει αναλάβει να εκτελέσει το συμβόλαιο θανάτου των τριών-τετάρτων της ελληνικής κοινωνίας (προς όφελος της εργοδοσίας, των τραπεζιτών και των τοκογλύφων) είναι περισσότερο από εμφανές στην εργαζόμενη λαϊκή πλειοψηφία. Μια διακυβέρνηση που δεν έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε έχει υπάρξει στις προηγούμενες δεκαετίες και η οποία :
- Είναι καταφανώς λαϊκή μειοψηφία που μετά βίας προσεγγίζει το ένα-τρίτο του εκλογικού σώματος και που η κοινοβουλευτική της πλειοψηφία προέρχεται από το καλπονοθευτικό εκλογικό σύστημα.
- Ασκεί την εξουσία της με δικτατορικούς όρους, όπως οι πολιτικές επιστρατεύσεις στην εκπαίδευση, στις συγκοινωνίες κ.ά., ο «ξαφνικός θάνατος» της δημόσιας τηλεόρασης, η κατάργηση της τεχνικής εκπαίδευσης, οι μαζικές εκκαθαρίσεις επιχειρήσεων.
- Δεν υπηρετεί κανέναν στόχο του γενικού κοινωνικού συμφέροντος ούτε στην πλέον ελάχιστη μορφή του, αλλά απεναντίας σκορπάει τον κοινωνικό θάνατο σ’ όλα τα λαϊκά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας χωρίς καμία διάκριση.
Κατά συνέπεια η ανατροπή της και ο τερματισμός της ζωής της είναι όρος ζωής για την εργαζόμενη κοινωνική πλειοψηφία. Η αναμονή της πτώσης της μέσα από τις ίδιες της τις αντιφάσεις της επιτρέπει να συνεχίζει ανενόχλητη το κοινωνικά εγκληματικό της έργο. Άλλωστε, όσο οι λαϊκές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις δεν κινητοποιούνται συντονισμένα και μετωπικά για την κινηματική της ανατροπή, τόσο η λαϊκή οργή, αγανάκτηση και εξαθλίωση, διαπιστώνοντας την αναποτελεσματικότητα του αριστερού και εργατικού κινήματος, θα στρέφεται στις στρεβλές πολιτικές εκφράσεις του νεοναζισμού, επιτείνοντας τα αδιέξοδα.
Τα κύματα κινητοποιήσεων στην εκπαίδευση, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στη δημόσια ραδιοτηλεόραση, στα εργοστάσια που κλείνουν, στις επιχειρήσεις που κατακρεουργούν τους μισθούς των συλλογικών συμβάσεων, στους συνταξιούχους που υφίστανται μια πρωτοφανή γενοκτονία, στην διανοητική νεολαία που οδηγείται στο τέλμα της παρακμής χωρίς να μπορεί να βρει εργασιακές διεξόδους, στους ανέργους που βιώνουν κυριολεκτικά τον κοινωνικό θάνατο, από κοινού με το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων που εναντιώνονται στην πολιτική των μνημονίων και στις ολέθριες συνέπειες της κρίσης υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου, μπορούν να αποτελέσουν στη σημερινή συγκυρία το ριζοσπαστικό εκείνο πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο που μέσα από την κινητοποίησή του είναι σε θέση να επιφέρει τον εξαναγκασμό της μνημονιακής συγκυβέρνησης σε παραίτηση και απομάκρυνση από την πολιτική εξουσία. Η ελεύθερη λαϊκή δημοκρατική ετυμηγορία, σε συνδυασμό με την ισχύ και παρέμβαση των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων, μπορούν να αναδείξουν την διακυβέρνηση του τέλους των μνημονίων, της απαλλαγής από τον βρόγχο του χρέους και των ριζοσπαστικών παρεμβάσεων στην εταιρική ιδιωτική οικονομία που θα συντείνουν στην έξοδο από την καπιταλιστική κρίση προς όφελος του κόσμου της μισθωτής εργασίας.