Δημοσιεύουμε ανακοίνωση της Αριστερής Ριζοσπαστικής Κίνησης (ΑΡΚ) για το Μακεδονικό. Η ΑΡΚ, είναι μία από τις οργανώσεις της ελληνικής Αριστεράς που κρατάνε μια ισορροπημένη στάση πάνω στο θέμα, που είναι πολύ κοντά στις θέσεις του «Ξ» (για τις θέσεις μας διαβάστε περισσότερα εδώ).
Ζούμε και πάλι, αυτές τις μέρες, το απόλυτο θέατρο του παραλόγου, με την αναζωπύρωση ενός κλίματος εθνικιστικού παροξυσμού με αφορμή την ονοματοδοσία του γειτονικού κράτους της πΓΔΜ, που θυμίζει τις χειρότερες μέρες των συλλαλητηρίων της δεκαετίας του ’90.
Από τη μια μεριά η Κυβέρνηση Τσίπρα, αποκλειστικά κινούμενη στα ασφυκτικά πλαίσια του Ευρωατλαντισμού και της απόλυτα υποταγμένης τακτικής της διεκπεραίωσης των σχεδίων του Τραμπ στην περιοχή. Είναι απόλυτα δεδομένο ότι οι επιλογές της δεν εντάσσονται σε κανένα συνολικό, συγκροτημένο, ανεξάρτητο σχέδιο πρωτοβουλιών που θα ενισχύουν τις σχέσεις φιλίας και θα προωθούν συνθήκες ειρηνικής συνύπαρξης των λαών της περιοχής. Ταυτόχρονα, ανέχεται το ακραίο εθνικιστικό παραλήρημα των «καμμένων» κυβερνητικών συνεταίρων εκτινάσσοντας τον βαθμό του καιροσκοπισμού και αμοραλισμού της, σε δυσθεώρητα ύψη.
Από την άλλη μεριά, μπροστά στον κίνδυνο σοβαρού πολιτικού κόστους, όλες οι δυνάμεις του πολιτικού φάσματος μετατοπίζονται προς τις γνωστές φοβικές εθνικιστικές θέσεις που αντιμετωπίζουν την πΓΔΜ ως μια «σοβαρή απειλή», ως το «δούρειο ίππο» για την υπονόμευση της ακεραιότητας της χώρας. Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να είναι αναμενόμενη για τη ΝΔ της συγκατοίκησης του «εκσυγχρονιστή» Μητσοτάκη με τους ακροδεξιούς προγονόπληκτους Γεωργιάδη, Βορίδη, Σαμαρικό μπλοκ κοκ. Ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο που βλέπει τον κίνδυνο εκλογικής διαρροής να εμφανίζεται ορατός μέσα από το σχέδιο συγκρότησης μιας «σοβαρής» ακροδεξιάς, με τη μορφή ενός πολιτικού σχηματισμού «εθνικής υπερηφάνειας & ελληνικής καθαρότητας» (σχηματισμού απόλυτα συστημικού βέβαια, που μπορεί οι εκφραστές του να απευθύνονται στο θυμικό των πληττόμενων λαϊκών μαζών -οι οποίες βλέπουν τις ζωές τους να καταστρέφονται και την αξιοπρέπεια τους να καταρρακώνεται-, κραυγάζοντας «το όνομα, η ιστορία και η ψυχή μας δεν πωλούνται», αλλά που δεν δείχνουν καμία αντίστοιχη ευαισθησία όταν ο δημόσιος πλούτος, οι κρατικές υποδομές, το όποιο κοινωνικό κράτος, η γη και το περιβάλλον χαρίζονται με σκανδαλώδη τρόπο στις διεθνείς και εγχώριες ελίτ).
Κι αν φαίνεται λογική αυτή η μετατόπιση για τη ΝΔ αλλά και την υπόλοιπη πολιτική συμμορία του ΝΑΙ, οι σχετικές προσεγγίσεις δυνάμεων και προσωπικοτήτων από τον χώρο της Αριστεράς και του «μπλοκ του ΟΧΙ», που έφθασαν στο σημείο να ανακαλύψουν στο «πατριωτικό συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης» στοιχεία …γνήσιας λαϊκής αντίδρασης στις μνημονιακές πολιτικές, ή απαιτούν την (μονομερή) καταδίκη και απαλοιφή κάθε αλυτρωτισμού από τη μεριά της γειτονικής χώρας συντασσόμενες επί της ουσίας με τον «εθνικό κορμό», αποτελούν μια πολύ άσχημη εξέλιξη.
Δεν έχει καμία σχέση η καλλιέργεια του εθνικισμού με οποιαδήποτε αγωνιστική διάθεση. Τα ψευτο«πατριωτικά» αυτά συλλαλητήρια λειτουργούν εντελώς εχθρικά για τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας και την Αριστερά. Προσπαθούν να στρέψουν την οργή των υποτελών τάξεων απέναντι στη φτώχεια και τα μνημόνια προς τον εθνικισμό, την δεξιά και την ακροδεξιά. Όποιος/α ανέχεται, στηρίζει ή ξεπλένει τέτοιες εκδηλώσεις δίνει έδαφος στην καλλιέργεια του εθνικισμού, του σκοταδισμού και του φασισμού. Οι αριστερές δυνάμεις που πέφτουν σε αυτήν την παγίδα, δείχνουν ότι δεν είναι σε θέση να καταλάβουν πώς μπορεί να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε σύντομα να υπάρξει η σοβαρή αριστερή εναλλακτική απέναντι στη συνθηκολόγηση του Σύριζα.
Εμείς μαζί με τις άλλες αριστερές και ριζοσπαστικές δυνάμεις που κινούνται σε αυτήν την κατεύθυνση, σε πείσμα των καιρών, δεν θα συγχρωτιστούμε με τις πολεμικές ιαχές σαλταρισμένων στρατηγών, δεσποτάδων, καναλιών, πολιτικάντηδων, φασιστών και λοιπών πατριδοκάπηλων. Αντ’ αυτού, θα επιμένουμε ότι οι λαοί της βαλκανικής θα μπορέσουν να συνυπάρξουν ειρηνικά μόνο παραμερίζοντας τους εκατέρωθεν εθνικισμούς, τους οποίους τους πλήρωσαν με εκατόμβες νεκρούς και με τη διαιώνιση ενός παράλογου μίσους με το οποίο συγκαλύπτονταν πάντα η καταπίεση και η εκμετάλλευση και από τις δυο μεριές των συνόρων. Και σε αυτήν την χρονική περίοδο, που η «άλλη πλευρά» (για τους δικούς της λόγους και σχεδιασμούς προφανώς) έχει κάνει σημαντικά βήματα, τα οποία δέχονται αντίστοιχη άγρια επίθεση από τον «απέναντι» εθνικισμό, η ελληνική πλευρά πρέπει να τα αξιοποιήσει. Μια λύση-συμφωνία αναγνώρισης της γειτονικής χώρας, κόντρα στους εκατέρωθεν εθνικισμούς, ακόμα κι αν δεν θα γίνει με τους όρους που θα έπρεπε, θα είναι σημαντικό βήμα.