Α. Βαλσαμάκη στο AntifaCon 2025: Μπορούν να επαναληφθούν φαινόμενα του Μεσοπολέμου;

Διαβάστε παρακάτω το άνοιγμα της  Α. Βαλσαμάκη εκ μέρους του «Αντιφασιστικού Συντονισμού Αθήνας – Πειραιά» ο στη συζήτηση με τίτλο «Υπάρχει προοπτική επανάληψης των φαινομένων του Μεσοπολέμου; Όψεις του φασισμού και της ακροδεξιάς χθες και σήμερα» που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 23/3 στο πλαίσιο του διημέρου AntifaCon 2025. Δείτε σχετικό ρεπορτάζ του Antinazi Zone εδώ

Μπορούν σήμερα να επαναληφθούν φαινόμενα του Μεσοπολέμου; Αυτό είναι ένα ερώτημα που επανέρχεται συχνά στον δημόσιο διάλογο, καθόλου τυχαία. Σήμερα η Ακροδεξιά κυβερνά ή συγκυβερνά σε επτά ευρωπαϊκές χώρες. Έχουμε την Μελόνι στην Ιταλία, την άνοδο του AFD στη Γερμανία, την πρωτιά της Λεπέν στη Γαλλία, πρόσφατα είχαμε και την επανεκλογή Τραμπ, είδαμε τα έκτροπα στην ορκωμοσία του με τους ναζιστικούς χαιρετισμούς (και όχι από κάποιον τυχαίο αλλά από τον Μάσκ έναν δισεκατομμυριούχο της τεχνολογίας).  Είμαστε σε μια περίοδο δηλαδή, όπου το πολιτικό ρεύμα της Ακροδεξιάς γιγαντώνεται, φέρνοντάς την στο κέντρο των πολιτικών εξελίξεων σε μια σειρά από τις πιο ισχυρές χώρες του κόσμου. Διόλου τυχαία λοιπόν, ή μάλλον πολύ εύστοχα, ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου γράφει στο βιβλίο του «Το γκρίζο κύμα» ότι το διεθνές κύμα προέλασης της Ακροδεξιάς και του νεοφασισμού είναι σαφώς το πιο εκτεταμένο και επικίνδυνο που έχουμε δει (μετά βέβαια την δεκαετία του 1930). 

Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Όμως παρόλες τις διαφορές που υπάρχουν με τον Μεσοπόλεμο, υπάρχουν κάποιες ομοιότητες που δεν μπορούμε να παραβλέψουμε. Βλέπουμε δηλαδή και σήμερα το πώς η οικονομική κρίση και η πολιτική κρίση που ακολούθησε, έδωσε τη δυνατότητα στην Ακροδεξιά και τον φασισμό να ανέβουν. 

Όταν οι απόγονοι του Βισύ, όταν οι νοσταλγοί του φασισμού, όταν η Μελόνι (που δεν διστάζει να εκδηλώνει δημόσια τον θαυμασμό της για τον Μουσολίνι) βρίσκονται ή βαδίζουν προς την εξουσία, τότε ο παραλληλισμός με την περίοδο του μεσοπολέμου δεν μπορεί να θεωρηθεί αδικαιολόγητος. Και βέβαια, αυτός ο παραλληλισμός δίκαια διατυπώνεται με αγωνία. Η  δεκαετία του 30 ήταν η πιο τραγική, η πιο οδυνηρή περίοδος της σύγχρονης ιστορίας. Χίτλερ, Μουσολίνι, και στη συνέχεια ένας παγκόσμιος πόλεμος με 60 εκατομμύρια νεκρούς, στρατόπεδα συγκέντρωσης, ολοκαύτωμα. 

Θα βάλω κάποιες σκέψεις. Θα ξεκινήσω βασικά με τρία σημεία που αφορούν τις όψεις που η Ακροδεξιά και ο νεοφασισμός παίρνουν σήμερα στις βασικές τουλάχιστον εκδοχές τους, κάνοντας παράλληλα και κάποιες ιστορικές αναφορές. Εδώ πιστεύω θα φανούν κάποιες αισθητές διαφορές της σύγχρονης Ακροδεξιάς με τον παραδοσιακό φασισμό του μεσοπολέμου που είναι κρίσιμες ώστε να κατανοήσουμε τον εχθρό στο σήμερα.

Πρώτο σημείο. Το διακριτικό γνώρισμα του φασισμού στον μεσοπόλεμο ήταν η κινητοποίηση των μαζών σε μια εκστρατεία βίας ενάντια στην οργανωμένη εργατική τάξη.  Τον Γενάρη του 1931 τα μέλη της SA στην Γερμανία (των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου) έφτασαν τις 100.000. Στις αρχές του επόμενου χρόνου έφτασαν τις 300.000 και τον Ιούλη του 1932 τις 400.000. 86 άνθρωποι σκοτώθηκαν μόνο τον Ιούλη του 1932 σε μάχες για τον έλεγχο των δρόμων. Όταν ο Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία το 1933 το ναζιστικό κόμμα είχε πάνω από 2.000.000 μέλη. Αυτό θα πει ότι ο ναζισμός ήταν μια στυγνή δικτατορία που για την εφαρμογή της δεν χρησιμοποιούσε μόνο τους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς, αλλά στηριζόταν και σε μεγάλες κοινωνικές μάζες. Συνοδευόταν δηλαδή από ένα μαζικό κίνημα, προκειμένου να συντρίψει κάθε αντιπολίτευση και τις οργανώσεις της εργατικής τάξης. Και αυτό γιατί ο φασισμός στον Μεσοπόλεμο είναι μια αντεπαναστατική δύναμη απέναντι σε μια εργατική τάξη που έχει εκείνη την εποχή τεράστια δύναμη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στον μεσοπόλεμο η σοσιαλιστική επανάσταση είναι στην ημερήσια διάταξη. Αυτός είναι εξάλλου και ο βασικός λόγος που η άρχουσα τάξη, το κεφάλαιο, στήριξε την εξουσία του Χίτλερ, όπως και του Μουσολίνι αντίστοιχα. Η σημερινή Ακροδεξιά από την άλλη, βασίζεται στα μεσαία και κατώτερα στρώματα της κοινωνίας που φοβούνται τη φτωχοποίηση. Δεν είμαστε όμως σε μια περίοδο όπου μπορούμε να μιλήσουμε για Ακροδεξιά ή για ανερχόμενα φασιστικά κινήματα. Βεβαίως και είμαστε αντιμέτωποι με φαινόμενα κοινωνικού εκφασισμού, βεβαίως και η Μελόνι έχει σχέση με τάγματα εφόδου (συνέχεια έρχονται στο φως αποκαλύψεις για την ναζιστική δράση των Αδελφών της Ιταλίας, της νεολαίας Μελόνι, ενώ το ίδιο ισχύει και για την Λεπέν, όπως και με τη Χρυσή Αυγή εδώ, για το AFD, κα). Όμως η σημερινή Ακροδεξιά δεν βασίζεται τόσο σε οργισμένες μάζες που είναι έτοιμες να συγκρουστούν στον δρόμο. 

Δεύτερο σημείο. Υπάρχουν προφανώς διαφοροποιήσεις, αλλά σε γενικές γραμμές η Ακροδεξιά οικοδομεί την επιρροή της στο εσωτερικό κάθε χώρας σε αντιμεταναστευτική και αντι-woke ατζέντα. Αν και εξακολουθεί να διακατέχεται από έναν γεμάτο μίσος αντισημιτισμό, αυτός δεν παίζει πια τόσο κεντρικό ρόλο όσο στον μεσοπόλεμο. Σήμερα η Ακροδεξιά εμφανίζει περισσότερο έναν αντιισλαμισμό. Αντί να τα βάλει με τους υπεύθυνους για την κρίση, που είναι το κεφάλαιο και το πολιτικό κατεστημένο, τα βάζει με τους πρόσφυγες, τις μειονότητες, τους πιο αδύναμους. Τελικά εκτρέπει τη λαϊκή οργή δημιουργώντας αποδιοπομπαίους τράγους. Σήμερα η Λεπέν, η Λατινοπούλου, ο Τραμπ  προσπαθούν να πείσουν τους ψηφοφόρους τους ότι αν απελαθούν οι μετανάστες η ζωή θα είναι πιο εύκολη, ότι έτσι θα υπάρχουν μεγαλύτερα περιθώρια άσκησης κοινωνικής πολιτικής και άλλα παρόμοια. Αυτό όμως είναι και μια μεγάλη συνεισφορά της Ακροδεξιάς στο σύστημα. Γιατί αυτό επίσης είναι ένα βασικό σημείο του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος εν γένει, δηλαδή οι απελάσεις και η αυστηροποίηση στον έλεγχο των συνόρων, ο ρατσισμός, οι αντιπροσφυγικές πολιτικές. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο βλέπουμε τις πολιτικές δυνάμεις της δεξιάς και του κέντρου να υιοθετούν μέρος του ακροδεξιού λόγου και να κανονικοποιούν την ακροδεξιά προπαγάνδα.

Τρίτο σημείο. Τα κόμματα της Ακροδεξιάς σε μεγάλο βαθμό σήμερα, όταν παίρνουν την εξουσία, ασκούν μια κυβερνητική διαχείριση που βασικά έχει δύο άξονες. Ο πρώτος είναι μια διαχείριση προγραμμάτων λιτότητας και ο αυταρχισμός στο εσωτερικό και ο δεύτερος η ασφάλεια σε μια εποχή στρατιωτικοποίησης των διεθνών ανταγωνισμών και του ιμπεριαλισμού. Και εδώ μπαίνει ένα κρίσιμο ερώτημα, που είναι πως απαντά σε αυτό η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στην Ευρώπη, δηλαδή η Δεξιά. Και φαίνεται ότι για τη Δεξιά σήμερα, αν μια Ακροδεξιά υποστηρίζει το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, τάσσεται υπέρ του Ισραήλ στη Γάζα και πολιτεύεται «λογικά» όσον αφορά το έλλειμμα και το χρέος, τότε ανοίγουν οι δρόμοι για συνεργασία. Δείτε την Μελόνι στην Ιταλία, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Προεκλογικά έκανε αντιευρωπαικές δηλώσεις. Αφού όμως κέρδισε τις εκλογές, ο Ντράγκι έπειτα από επικοινωνίες με τον Μακρόν, τον Σόλτς και την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έθεσε τρείς όρους στην Μελόνι, η οποία και τους δέχτηκε. Ο πρώτος ήταν η νέα κυβέρνηση να συνεχίζει να υποστηρίζει την οικονομική και στρατιωτική δέσμευση προς την Ουκρανία και να διατηρήσει τις κυρώσεις κατά της Μόσχας. Ο δεύτερος να διατηρηθεί η προσήλωση στο ΝΑΤΟ και ο τρίτος να μην υπάρξουν αλλαγές στον προϋπολογισμό. Φαίνεται δηλαδή εδώ, ότι διαμορφώνεται ένα άτυπο κοινό πρόγραμμα Δεξιάς – Ακροδεξιάς. Και αυτό το κοινό πρόγραμμα διαψεύδει προφανώς κάθε ισχυρισμό περί αντισυστημικότητας της Ακροδεξιάς, της ανοίγει όμως διάπλατα τον δρόμο για την εξουσία.

Τι θα πει αυτό; Αυτό θα πει ότι σήμερα, από την Μελόνι ως τον Τραμπ, όπου δηλαδή η Ακροδεξιά ασκεί εξουσία, δεν καταλύει την αστική δημοκρατία, δεν τσακίζει τους δημοκρατικούς θεσμούς, ούτε απαγορεύει τις οργανώσεις της εργατικής τάξης με τον τρόπο που το έκαναν οι φασίστες στον μεσοπόλεμο. Είμαστε σε μια περίοδο όπου τα κράτη ασκούν αυταρχισμό σε μεγάλες δόσεις, έχουμε καταστολή και περιστολή δικαιωμάτων, όμως ένα φασιστικό καθεστώς δεν είναι απλώς μια πολύ αυταρχική καπιταλιστική κυβέρνηση. Όταν αναφερόμαστε στον Μουσολίνι ή στον Χίτλερ θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι μιλάμε για άλλα επίπεδα καταστολής, μιλάμε για στυγνές δικτατορίες. 

Να πω το εξής για παράδειγμα. Πολλοί θεωρούν ότι οι ΗΠΑ οδηγούνται άμεσα σε μια φασιστική δικτατορία. Είναι λάθος αυτό, ο Τραμπ είναι ένας αυταρχικός ακροδεξιός ηγέτης, δεν μπορεί όμως να τσακίσει τους δημοκρατικούς θεσμούς όπως έκαναν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι. Αλλά και γενικά είναι λάθος ο συχνός χαρακτηρισμός ως φασιστικής κάθε μορφής αυταρχικής αστικής διακυβέρνησης. Το γεγονός αυτό, πέρα από τη θεωρητική σύγχυση που προκαλεί, ενέχει τον κίνδυνο να δημιουργήσει στις λαϊκές μάζες την εσφαλμένη εντύπωση ότι το τέρας του φασισμού δεν είναι και κάτι τόσο φοβερό. Αυτό το λάθος που καταλήγει να σχετικοποιεί τον φασισμό, χαρακτηρίζει κυρίως την Αριστερά και είναι απότοκο μιας παράδοσης που μας έρχεται από τον μεσοπόλεμο. Το λάθος δηλαδή που έκαναν τα Κομμουνιστικά Κόμματα στον μεσοπόλεμο με τη θεωρία του σοσιαλαφασισμού, τη θεωρία δηλαδή ότι η σοσιαλδημοκρατία ήταν η μετριοπαθής πτέρυγα του φασισμού. Ήταν ένα λάθος αυτό που στοίχισε την ενότητα, την ανάγκη για κοινή δράση των εργατών απέναντι στον φασιστικό κίνδυνο. Και που οδήγησε; Όταν στα μέσα του 1933 ο Χίτλερ έγινε Καγκελάριος, οι περισσότεροι από τους ηγέτες των εργατών, τόσο οι κομμουνιστές όσο και οι σοσιαλδημοκράτες, τόσο οι γραφειοκράτες όσο και οι συνδικαλιστές βάσης, βρέθηκαν μαζί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. 

Αυτά δεν τα είπα για να υποτιμήσω τη σημερινή Ακροδεξιά. Οι αυταρχικοί ακροδεξιοί ηγέτες που παίρνουν τα ηνία της εξουσίας, αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για τους εργαζόμενους και τα καταπιεσμένα στρώματα, για την ειρήνη και τους λαούς σε όλο τον κόσμο. Και βέβαια υπάρχει ο κίνδυνος ο σημερινός μεταφασισμός που εμφανίζεται μετριοπαθής, σε μια επόμενη οικονομική κρίση να αγριέψει και ζήσουμε φαινόμενα του μεσοπολέμου. Άρα το πιο σημαντικό καθήκον που έχουμε σήμερα, είναι να ανακόψουμε την Ακροδεξιά, θέλει όμως προσοχή αυτό, αφού για να την αντιμετωπίσουμε πρέπει πρώτα να την κατανοήσουμε. 

Δύο ακόμη τελευταία σημεία θεωρώ σημαντικά. Το πρώτο: η Ακροδεξιά και οι φασίστες αυτοπλασσάρονται σήμερα ως αντισυστημικές δυνάμεις. Βέβαια δεν θέλει και πολύ κόπο για να καταλάβει κάποιος ότι αυτό δεν ισχύει. Δείτε την Μελόνι, τον τρόπο που ασκεί πολιτική, αναφέρθηκα σε αυτό και πριν. Αλλά ας αφήσουμε την Ιταλία. Δείτε και την Λεπέν που θεωρείται πιο ακροδεξιά από την Μελόνι. Έλεγε λοιπόν στο πρόγραμμα της η Λεπέν πως αν γίνει κυβέρνηση, η Γαλλία δεν θα στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία. Αποδείχτηκε βέβαια ότι αυτά ήταν παραμύθια. Λίγο πριν τον δεύτερο γύρο, ο Μπαρντελά αναθεώρησε τη γραμμή περί ΝΑΤΟ, όπως και την κατάργηση της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης Μακρόν.

Αλλά και εδώ ας δούμε τη Χρυσή Αυγή. Οι χρυσαυγίτες παρουσιάζονταν ως αντιμνημονιακοί όσο ήταν στη βουλή, όμως ψήφιζαν νομοσχέδια αντεργατικά προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε τους άρρηκτους δεσμούς με τα σώματα ασφαλείας και το παρακράτος. Ούτε βέβαια ξεχνάμε την εποχή Μπαλτάκου, την εποχή δηλαδή που η συνεργασία της ΝΔ με την ΧΑ ήταν ένα από τα σενάρια που απεργάζονταν στο Μαξίμου. 

Βεβαίως ο λαϊκισμός και μια ρητορική αντισυστημική, είναι στο DNA της Ακροδεξιάς και των φασιστών προκειμένου να ψαρέψουν ψηφοφόρους σε συνθήκες κρίσης. Όταν ήταν στην αντιπολίτευση, οι ναζί υιοθέτησαν τον όρο «σοσιαλιστές» και είχαν κάποια ρηχή αντικαπιταλιστική ρητορική. Τα πραγματικά ωστόσο ιστορικά στοιχεία δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας. Το ναζιστικό καθεστώς ήταν ένα από τα καθεστώτα που πήραν τα πιο επιθετικά μέτρα υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων στην ιστορία του καπιταλισμού. 

Ένα τελευταίο σημείο: αν δει κανείς τα εκλογικά αποτελέσματα στην Γαλλία θα διαπιστώσει ότι η Λεπέν έχει μεγάλη επιρροή στην εργατική τάξη. Το «Λαϊκό Μέτωπο» κατάφερε προς το παρόν να βάλει φρένο στην Λεπέν, όμως είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι είναι ένας πολιτικός φορέας που θα μπορέσει να αποτελέσει μια ουσιαστική, μια πραγματική εναλλακτική στον νεοφασισμό. Ο Τρότσκι είχε γράψει την περίοδο του μεσοπολέμου ότι ο φασισμός είναι το κόμμα της απελπισίας. Και ποιο είναι το αντίπαλο δέος στην απελπισία που βιώνουν οι εργαζόμενοι και η νεολαία σήμερα στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς; Σίγουρα όχι πολιτικές δυνάμεις που ευθύνονται για αυτήν. Σίγουρα όχι ο Ολάντ. Το αντίπαλό δέος στην απελπισία είναι η ελπίδα των λαών ότι μπορούν να σηκώσουν κεφάλι. Και αυτή η ελπίδα δεν χτίζεται με εκλογικές τακτικές, αλλά με εργατικούς και ταξικούς αγώνες, με στροφή της Αριστεράς στη βάση της κοινωνίας, με ένα πρόγραμμα ανατρεπτικό που θα συγκρούεται με το σύστημα.  Αυτό, το αν δηλαδή υπάρχουν οι όροι για έναν πολιτικό φορέα, αντικαπιταλιστκo, που θα καταφέρει να συνομιλήσει με την κοινωνία, να δώσει προοπτική, αυτό είναι μια μεγάλη συζήτηση, είναι όμως και το πιο καυτό θέμα. 

Σήμερα βλέπουμε να αναπτύσσονται σημαντικά κινήματα, βλέπουμε σπουδαίες αντιστάσεις. Αναφέρθηκα πιο πριν στην Λεπέν και την επιρροή της στην εργατική τάξη, όμως στην πλειοψηφία της η εργατική τάξη απέχει από τις εκλογές, το είδαμε στην Γαλλία, το βλέπουμε και εδώ, είναι ένα διεθνές φαινόμενο. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και μέσα από αυτή την κρίση φαίνεται να κερδίζει η Ακροδεξιά, θέλει όμως μια προσοχή εδώ. Οι εκλογές βεβαίως και αποτυπώνουν τάσεις και ιδεολογικούς συσχετισμούς, όμως το κάνουν με έναν τρόπο μερικό και σε καμία περίπτωση δεν καθορίζουν την πορεία που θα πάρουν οι κοινωνικοί και ταξικοί αγώνες. Πιστεύουμε ότι η πλειοψηφία της κοινωνίας στέκεται ενάντια στον φασισμό, όλοι μας κρατάμε την εικόνα από τη μεγαλειώδη συγκέντρωση στο Εφετείο την ημέρα που ανακοινώθηκε η απόφαση στη δίκη της Χρυσής Αυγής, αλλά και διεθνώς έχουμε σημαντικές αντιφασιστικές κινητοποιήσεις, έχουμε γενικά σπουδαίες αντιστάσεις και κινήματα.  Όμως σε όλα αυτά λείπει η πολιτική έκφραση. Δείτε τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη.  Αυτή η λαϊκή κινητοποίηση εξελίχθηκε σε έναν τελείως απρόβλεπτο αντίπαλο για την κυβέρνηση. Ο Μητσοτάκης απάντησε με έναν ανασχηματισμό και μάλιστα με έναν ανασχηματισμό με πολύ Ακροδεξιά, όμως η κυβέρνηση έχει φθαρεί πολύ και δεν είναι απίθανο την επόμενη περίοδο να ζήσουμε καταστάσεις Σερβίας. 

Όμως το πρόβλημα παραμένει. Γιατί ακόμη και σε αυτή την συνθήκη, η Αριστερά αδυνατεί να συγκροτήσει πολιτική πρόταση. Και εδώ τίθεται το ερώτημα: θα συνεχίσουμε να ασκούμε κριτική στην αδύναμη αντιπολίτευση και να επιλέγουμε ανάμεσα στο μικρότερο κακό, ή θα δουλέψουμε για τη δημιουργία ενός νέου, κοινωνικά γειωμένου αντικαπιταλιστικού φορέα; Εμείς πιστεύουμε ότι αυτή η προοπτική είναι βασική προϋπόθεση για να μπει ένα φρένο στις αυταρχικές κυβερνήσεις και στην Ακροδεξιά. Όταν ξεκινήσαμε τις συζητήσεις στον Αντιφασιστικό Συντονισμό σχετικά με την καμπάνα «Διάλεξε πλευρά!» και με αυτό το διήμερο, ένας από τους στόχους ήταν και αυτός. Να αποτελέσει δηλαδή όλη αυτή η συζήτηση που έγινε αυτές τις δυο μέρες, μια συμβολή σε αυτή την ανάγκη. Είναι δύσκολος αυτός ο δρόμος, αλλά είναι μονόδρομος, πρέπει να είναι  προτεραιότητα μας, σε αυτόν πρέπει να βαδίσουμε, και όσο δύσκολο και αν φαίνεται, να μην ξεχνάμε ότι ο δρόμος ανοίγει πάντα προχωρώντας.

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,273ΥποστηρικτέςΚάντε Like
990ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
434ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα