Του Απόστολου Κόλτζου, μέλους της ΟΜ ΣΥΡΙΖΑ Τούμπας
Διαβάζοντας τα ρεπορτάζ για την επτάλεπτη παρέμβαση του συντρόφου και πρόεδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, μου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση η φράση: “Να μη γίνουμε ΕΔΑ, να ενσωματώσουμε το κέντρο”. Η πρόταση αυτή αποτελεί την επιτομή της αντίφασης. Γιατί ακριβώς, αν κάτι ευθύνεται περισσότερο για την “ατυχή” πορεία που ακολούθησε η ΕΔΑ μετά το εξαιρετικά επιτυχημένο αποτέλεσμα των εκλογών του ’58 που κατέστησε για πρώτη φορά την ΕΔΑ Αξιωματική Αντιπολίτευση με το ιστορικό άλλα και ανέλπιστο για τη δεδομένη πολιτική κατάσταση ποσοστό του 24,42 %, ήταν η επίσης αντιφατική στάση που επεδείκνυε η ηγεσία της ΕΔΑ (κυρίως η “Ανανεωτική” Πτέρυγα της) απέναντι στις δυνάμεις του πολιτικού “Κέντρου” και ιδίως στην Ένωση Κέντρου, που από τη μια τη θεωρούσε πολιτικό και εκλογικό ανταγωνιστή και από την άλλη σύμμαχο στην προσπάθεια πολιτικού εκδημοκρατισμού, που κυρίως η Ε.Κ επιχειρούσε, όμως με τα πολιτικά κέρδη να συσσωρεύονται κατά κύριο λόγο στην τελευταία.
Στις εκλογές του ’61,στις λεγόμενες “εκλογές βίας και νοθείας”, η αμηχανία της Αριστεράς ήταν εμφανής απέναντι στην ωμή βία και τρομοκρατία των Σωμάτων Ασφαλείας που άσκησαν σε πολίτες αλλά ακόμα και σε στελέχη και υποψηφίους της ΕΔΑ. Αμήχανη όμως φάνηκε και όσον αφορά τον εκλογικό νόμο της “Ενισχυμένης Αναλογικής”, ο οποίος ήταν κομμένος και ραμμένος για να πλήξει την ΕΔΑ, η οποία κατέβηκε με τον όνομα ΠΑΜΕ και κατάφερε να συγκεντρώσει μόνο το 14,63 % των ψήφων. Η Ένωση Κέντρου δέχτηκε και η ίδια κάποια περιστατικά βίας και ο Γεώργιος Παπανδρέου ξεκινά τον “Ανένδοτο” και μαζί με αυτόν και η μεγάλη ηττημένη των εκλογών, η ΕΔΑ, συμμετέχει οργανώνοντας μάλιστα πολλές από τις διαδηλώσεις. Οι αληθινές όμως προθέσεις της ¨Ένωσης Κέντρου και του Γεωργίου Παπανδρέου φάνηκαν στις εκλογές του ’63,όταν και η ΕΚ ήρθε πρώτο κόμμα. Αρνούμενος να κυβερνήσει με την ανοχή της ΕΔΑ, παραιτείται και βγαίνει αυτοδύναμος τέσσερις μήνες αργότερα. Η ΕΚ και ο Γ. Παπανδρέου ξεκάθαρα χρησιμοποιούσε την ΕΔΑ και την Αριστερά γενικότερα προς ιδίων όφελος και για μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Η έλλειψη κεντρικής στρατηγικής και πολλές φόρες “καιροσκοπική” στάση της ΕΔΑ ήταν που οδήγησε στην ακύρωση του πολιτικού της αυτοπροσδιορισμού, συχνά κινούμενη ακόμα και “κατασταλτικά” απέναντι στις ριζοσπαστικοποιημένες μάζες. Η θολή στάση της ΕΔΑ είχε ακόμα σαν συνέπεια την σταδιακή αποδυνάμωση της οργανωτικά, εκλογικά αλλά και κινηματικά. Αυτό φάνηκε σε μεγάλο βαθμό στην παραλυτική αμηχανία που επέδειξε μπροστά στο Απριλιανό Πραξικόπημα με συνέπεια την αργοπορημένη και καχεκτική αντίδραση της σε αυτό, με τους ηγέτες της και πολλά από τα στελέχη της να πιάνονται κυριολεκτικά στον ύπνο.
Σήμερα, η πολιτική κατάσταση είναι γεμάτη ομοιότητες αλλά και αντιθέσεις σε σχέση με την ταραγμένη μεταπολεμική πολιτική περίοδο. Αυτό που έχουμε σήμερα δεν είναι μια αντίστοιχη κυβέρνηση Ένωσης Κέντρου ή ΕΡΕ, αλλά μια συγκυβέρνηση η οποία αποτελείται πλειοψηφικά από μια Δεξιά (για πολλούς Ακροδεξιά) παράταξη η οποία φλερτάρει ανοιχτά με την Νεοναζιστική παράταξη της ΧΑ, ενώ η έτερη παράταξη που συμμετέχει μειοψηφικά σε αυτήν συγκυβέρνηση, είναι μια παράταξη που σήμερα προσπαθεί να εκφράσει την Κεντροαριστερά χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, είτε εκλογικά είτε ιδεολογικοπολιτικά, καταφέρνοντας όμως με τρομερή επιτυχία να ταυτιστεί με τον Δεξιό εταίρο της, μετά από μια διαρκής μετατόπιση προς τα δεξιά, εδώ και σχεδόν δυο δεκαετίες. Αντίστοιχες διαφορές και ομοιότητες παρουσιάζει σήμερα και η κοινωνία κυρίως με τη με τη φτωχοποίηση της αλλά και με τα σκληρά αντιδημοκρατικά αντανακλαστικά που επιδεικνύει η συγκυβέρνηση.
Απέναντι σε αυτήν την κινούμενη στα όρια της νομιμότητας συγκυβέρνηση, ένα κόμμα της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, διεκδικεί με αξιώσεις την εξουσία από την θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης αλλά αυτή τη φορά, όντας το μεγαλύτερο κόμμα, σύμφωνα με τα νικηφόρα αποτέλεσμα των τελευταίων Ευρωεκλογών. Σε αυτήν την προσπάθεια, υπάρχει η ανάγκη για αναζήτηση συμμαχιών από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, πριν αλλά και μετά τις επερχόμενες Εθνικές εκλογές οι οποίες δεν θα αργήσουν, έτσι ώστε να επιτευχθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία αλλά και να υφίσταται η “κοινωνική νομιμοποίηση” που θα πρέπει να έχει μια Αριστερή Κυβέρνηση.
Ο καθένας θα συμφωνούσε ότι χρειάζονται τόσο οι πολίτικες όσο και οι κοινωνικές συμμαχίες, λαμβάνοντας πάντα υπόψιν μας τις συνεδριακές αποφάσεις του κόμματος για το συγκεκριμένο θέμα. Τι είδους συμμαχίες χρειάζονται όμως και με ποιούς;
Στις πολίτικες συμμαχίες θα πρέπει να συμπεριληφθούν πολιτικές δυνάμεις, παλιές και καινούριες οποίες ανήκουν στην ευρύτερη Αριστερά με σαφή δημοκρατικά, αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά και με όραμα τον Σοσιαλισμό. Στις πολιτικές μας συμμαχίες δε θα πρέπει να συμπεριληφθεί κανένα πρόσωπο αλλά και πολιτικός σχηματισμός ο οποίος έστω και για μια στιγμή έχει βοηθήσει τα πάλαι ποτέ δύο “μεγάλα” κόμματα, το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, είτε ενεργητικά είτε παθητικά στη προσχεδιασμένη καταστροφική πολιτική των Μνημονίων, τα οποία είναι αποτελέσματα αλλά και εργαλεία των νεοφιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών.
Όσον αφορά τις κοινωνικές συμμαχίες, στον πρώτο που θα πρέπει να στραφούμε είναι ο φυσικός μας σύμμαχος, η Εργατική Τάξη. Για την ακρίβεια, είναι όλα αυτά τα κοινωνικά στρώματα τα οποία έχουν πληγεί περισσότερο από την οικονομική κρίση αλλά και από την θεσμική κρίση όπως την ποιοτική υποβάθμιση της Δημοκρατίας και την κατάλυση του Συντάγματος σε πολλές περιπτώσεις, όλα σαν αποτέλεσμα της εφαρμογής των καπιταλιστικών Μνημονίων. Με λίγα λόγια, μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα πρέπει να μεροληπτεί υπέρ των ανέργων και των εργαζομένων και όχι να τηρεί “ουδέτερη” στάση στην Ταξική Πάλη.
Το όραμα για μια Κυβέρνηση της Αριστεράς σε αυτόν τον τόπο αποτελεί μεγάλο το στοίχημα απέναντι στις δυνάμεις της Συντήρησης και του Κεφαλαίου. Μάλιστα ξεφεύγει από τα στενά εθνικά όρια, καθώς αυτό το στοίχημα καθίσταται Πανευρωπαϊκό, αν όχι Παγκόσμιο και αν κερδηθεί, τίποτα δεν θα είναι σαν πρώτα. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, όλες αυτές οι “σκοτεινές” δυνάμεις θα κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους έτσι ώστε να αποτρέψουν αυτό το πολύ ελπιδοφόρο εγχείρημα. Θα αποτύχουν! Πάντα με τη προϋπόθεση ότι μια Αριστερή Κυβέρνηση με αιχμή του δόρατος τον ΣΥΡΙΖΑ θα έχει δίπλα της τον κόσμο, τον λαό που εκφράζει, στις πλατείες και στους δρόμους να υπερασπίζεται την κυβέρνηση του. Μόνο έτσι θα νικήσουμε. Και θα νικήσουμε. Είμαστε αναγκασμένοι να νικήσουμε!