Δημοσιεύουμε άρθρο που μας έστειλε ο τακτικός αναγνώστης και συνεργάτης της ιστοσελίδας μας, σύντροφος Γιάννης Ανδρουλιδάκης, εκπαιδευτικός στο 3ο Γυμνάσιο Καλαμάτας
Οι προσδοκίες που δημιούργησε η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ σε Ελλάδα και Ευρώπη ήταν μεγάλες. Ειδικά στο εσωτερικό, όπου η κοινωνία υποφέρει από τις επιπτώσεις των μνημονίων και την πολιτική μιας σκληρής και αδιέξοδης λιτότητας. Η θεραπεία του κακού δεν είναι εύκολη υπόθεση και ούτε περιμένει ο ελληνικός λαός να λυθούν τα προβλήματα του από τη μια μέρα στην άλλη. Θα περάσουν χρόνια, ίσως δεκαετίες, για να κλείσουν οι πληγές. Ο κόσμος, όμως, θέλει επιτέλους να δει συνέπεια λόγων και έργων και διαφορετικά δείγματα γραφής στον τρόπο διακυβέρνησης και δημοκρατικής λειτουργίας. Και κυρίως να ξεκαθαριστεί μέσα από ποιο δρόμο θα αντιμετωπιστεί η κρίση.
Μέχρι σήμερα η κυβέρνηση ακολουθεί το δρόμο της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Και μπορεί να δείχνει αποφασιστικότητα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι το ευρωπαϊκό πολιτικό πλαίσιο είναι τέτοιο που δεν επιτρέπει πολλή αισιοδοξία. Η συντηρητική Ευρώπη σε ρόλο σύγχρονης Ιερής Συμμαχίας και η καγκελάριος Μέρκελ ως νέος Μέτερνιχ είναι έτοιμες να καταπνίξουν κάθε φωνή διαμαρτυρίας(ειδικά όταν αυτή είναι και κυβερνητική) η οποία αμφισβητεί το μονόδρομο της πολιτικής τους. Επιπλέον θέλουν να στείλουν μήνυμα σε όποιον από τους ευρωπαϊκούς λαούς ετοιμάζεται να σηκώσει κεφάλι ότι η λιτότητα, αν και δεν είναι δομικό στοιχείο της Ε.Ε., είναι αδιαπραγμάτευτη. Το διευθυντήριο της Ευρώπης με την καθοδήγηση της Γερμανία γνωρίζοντας την αδυναμία ρευστότητας, που έχει η ελληνική οικονομία, σφίγγει τη θηλιά γύρω από το λαιμό της χώρας με στόχο να τη στραγγαλίσει και να οδηγήσει σε πτώση την προσφάτως εκλεγμένη κυβέρνηση Υποθέτω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν μιλούσε προεκλογικά για διαπραγμάτευση, θα γνώριζε πόσο δυσμενές για την υλοποίηση του προγράμματος του είναι το ευρωπαϊκό περιβάλλον και επομένως θα είχε ένα εναλλακτικό σχέδιο. Μέχρι στιγμής κάτι τέτοιο δεν έχει φανεί. Η κυβέρνηση επιμένει στην επιλογή της ευρωζώνης, αν και η διαπραγματευτική τακτική της δεν αποδίδει τα αναμενόμενα.
H προ ημερών συμφωνία των Βρυξελλών μπορεί να διέψευσε όλους εκείνους που για μια ακόμη φορά προεξοφλούσαν αδιέξοδο και καταστροφή, αλλά δεν αφήνει και περιθώριο για πανηγυρισμούς και αισιοδοξία, αφού όχι μόνο δε λύθηκε άμεσα το πρόβλημα της ρευστότητας, αλλά προκειμένου να αρχίσει η χρηματοδότηση θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση συντόμως να υποβάλλει κατάλογο μεταρρυθμίσεων απολύτως κοστολογημένων, οι οποίες θα εγκριθούν(;) από τo eurugroup, δηλαδή από τον Σόιμπλε. Αναμένεται έτσι νέος κύκλος αντιπαραθέσεων και τριβών.
Γεγονός πάντως είναι ότι το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης δύσκολα θα εφαρμοστεί. Η συμφωνία παρά τα θετικά της σε ήσσονος σημασίας ζητήματα ( π.χ. τόπος και τρόπος διαπραγματεύσεων) δεν αποτελεί υποχώρηση της Ε.Ε., η οποία αντιθέτως επιχειρεί μεθοδικά και σταδιακά, επιτυχώς θα έλεγα, να οδηγήσει την κυβέρνηση σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερες υποχωρήσεις. Γιατί τι να σημαίνει άραγε η συμφωνία για αποφυγή μονομερών ενεργειών; Μήπως ότι για να κατατεθούν σημαντικά νομοσχέδια, θα έχουν πρώτα την έγκριση των θεσμών; Αν ναι, τότε ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα; Φαίνεται ότι η περίφημη δημιουργική ασάφεια, όταν έγινε πιο συγκεκριμένη, μάλλον δεν ήταν και τόσο ευνοϊκή για την Ελλάδα. Επιπλέον δεν μπορεί να παρουσιάζεται σαν επιτυχία από μια αριστερή κυβέρνηση η <<φιλανθρωπική>> κίνηση εκείνων που προκάλεσαν την ανθρωπιστική κρίση να δώσουν 2 δις για την αντιμετώπιση της. Η καθόλου αθώα αυτή απόφαση, η οποία ας τονιστεί ότι δεν ξεπλένει κανέναν <<φιλέλληνα>> ή μη από τις ευθύνες του, γίνεται στο πλαίσιο του δουναι και λαβειν που θα δούμε να ξετυλίγεται μπροστά μας το επόμενο διάστημα.
Η επαναβεβαίωση της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου από την επταμερή συνάντηση των Βρυξελλών οδήγησε τον πρωθυπουργό να δηλώσει ότι η διαδικασία ξαναμπήκε στις ράγες. Το ουσιαστικό ερώτημα είναι πού καταλήγουν αυτές οι ράγες. Γιατί, αν οδηγούν στην αναστολή του προγράμματος της Θεσσαλονίκης ή στην υλοποίηση δευτερευουσών εξαγγελιών, τότε δημιουργείται σοβαρότατο πρόβλημα. Αν η μετάφραση της δημιουργικής ασάφειας οδηγήσει σε μια συμφωνία ετεροβαρή, και οι ξένοι συνεχίσουν να διαφεντεύουν τις τύχες αυτής της χώρας τότε υπάρχει ζήτημα δημοκρατικής νομιμοποίησης. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ψηφίστηκε για να καταργήσει τα μνημόνια και για να εφαρμόσει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Αν διαπιστώσει, λοιπόν, αδυναμία υλοποίησης αυτού του προγράμματος, σ αυτήν την περίπτωση ο δρόμος για ένα αριστερό κόμμα, που βρίσκεται στην κυβέρνηση, είναι ένας: να το παραδεχτεί και να δηλώσει ξεκάθαρα στον ελληνικό λαό τι πρόκειται να κάνει. Από κει και πέρα ας πληροφορηθούν οι ψηφοφόροι από τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας με υπευθυνότητα και ειλικρίνεια ποια είναι τα διλήμματα, ποιες οι προτάσεις εξόδου από την κρίση και ποιες οι συνέπειες που θα υπάρξουν από τη μία ή την άλλη επιλογή. Και ας αποφασίσουν οι πολίτες ελεύθερα και δημοκρατικά σε ποιες ράγες θέλουν να κινηθεί η χώρα.