Του Παναγιώτη Βογιατζή
Μέχρι τα μέσα του προηγούμενου μήνα, η ελληνική οικονομία τα πήγαινε περίφημα. Είχε πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα, τα είχε καταφέρει σε όλους τους εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους που είχε θέσει, οι εταίροι έσταζαν μέλι για τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης που άρχισαν επιτέλους ν’ αποδίδουν καρπούς και φυσικά είχε ανταμειφθεί από «τις αγορές», οι οποίες αποφάσισαν ν’ αρχίσουν να μας ξαναδανείζουν, εντάξει, με λίγο τσιμπημένο επιτόκιο είναι η αλήθεια.
Ξαφνικά όμως, πριν από λίγες μέρες, η ειδυλλιακή αυτή εικόνα έσβησε. Τι είχε συμβεί; Μήπως κάποια καινούρια διεθνής οικονομική κρίση; Όχι, απλώς… τελείωσαν οι εκλογές.
Την αρχή έκανε – ως συνήθως – το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) που ανακάλυψε ότι η ελληνική οικονομία θα αντιμετωπίσει «δημοσιονομικό κενό» τα επόμενα χρόνια, ύψους 12,5 δις ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έσπευσε να συμφωνήσει, λέγοντας ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί νέο δάνειο, πάνω από 10 δις, που φυσικά θα συνοδεύεται από νέο μνημόνιο, και μάλιστα τονίζοντας ότι οι στόχοι για την επόμενη τριετία είναι «εξαιρετικά φιλόδοξοι», που στην διπλωματική γλώσσα μεταφράζεται «αν τους πιάσετε να μας τρυπήσετε τη μύτη». Καθώς στόχοι που δεν πιάνονται σημαίνουν νέες τρύπες και νέα "κενά", όλα τα ποσά που αναφέρονται εδώ θα αναθεωρηθούν προς τα πάνω πολύ σύντομα.
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) προχώρησε παραπέρα, δηλώνοντας πως το περιβόητο «πρωτογενές πλεόνασμα» δεν περιλαμβάνει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών και άρα δεν έχει και τόση σημασία – ας αναφέρουμε εδώ ότι η «βοήθεια προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα», δηλαδή τα δανεικά κι αγύριστα των τραπεζών, έχει ήδη φτάσει το 10,6% του ΑΕΠ και τίποτα δε δείχνει ότι θα ανακοπεί στο προβλεπτό μέλλον.
Μετά ήρθε κι ο Πρόεδρος του Εurogroup, Γ. Ντάισελμπλουμ, που δήλωσε πως
«Η Ελλάδα δεν τηρεί τις δεσμεύσεις της και άρα δε μπαίνει θέμα συζήτησης για τη βιωσιμότητα του χρέους»
και ο Όλι Ρεν που ανακάλυψε κι αυτός ότι
«Είναι σημαντικό η χώρα να επανέλθει στο δρόμο των σοβαρών οικονομικών μεταρρυθμίσεων, ο οποίος ήταν ο ενδεδειγμένος τρόπος για τη σταθεροποίηση της οικονομίας και θέλω να πιστεύω ότι η Ελλάδα θα επανέλθει σε αξιόπιστο δρόμο μεταρρυθμίσεων σύντομα»
δηλαδή με δυο λόγια ότι η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει τις παροχές (τις… ποιες;) και να συνεχίσει τις «μεταρρυθμίσεις», που μόνο αυτός κατάλαβε ότι σταμάτησαν έστω και ένα δευτερόλεπτο…
Τι σημαίνουν για τις ζωές μας όλες οι παραπάνω δηλώσεις; Πολύ συγκεκριμένα πράγματα:
- Ότι κανένα απ’ τα χαράτσια δεν προβλέπεται να καταργηθεί,
- κανένας μισθός δεν πρόκειται ν’ αυξηθεί,
- οι συντάξεις θα συνεχίσουν να μειώνονται με πρώτο μέσον την ουσιαστική κατάργηση των επικουρικών,
- ενώ η ζούγκλα των εργασιακών σχέσεων θα γίνει ακόμα πιο άγρια και αφιλόξενη.
Το ΔΝΤ που έχει αναλάβει εργολαβικά αυτό το ζήτημα ήδη ζητάει κατάργηση των τριετιών, που σημαίνει πρακτικά να βγαίνεις στα 67 στη σύνταξη με τον μισθό που είχες όταν πρωτόπιασες δουλειά στα 25 και επαναφορά του λοκ άουτ, της εργοδοτικής ανταπεργίας δηλαδή, που έχει καταργηθεί στη χώρα μας από το μακρινό 1982. Αυτή θα είναι και η μόνη «απεργία» που τα δικαστήρια δε θα βαφτίζουν παράνομη και καταχρηστική…
Όλα τα παραπάνω σημαίνουν βέβαια τελικά ένα μόνο πράγμα: Ότι όλες οι μέχρι τώρα θυσίες της ελληνικής κοινωνίας έχουν πάει στο βρόντο, ότι θα απαιτηθεί νέο μνημόνιο, το οποίο αμφιβάλλουμε αν θα μπουν καν στον κόπο να του αλλάξουν όνομα με κάτι κάπως πιο εύηχο και ότι δε βρισκόμαστε ακόμα όχι «στο τέλος της προσπάθειας» αλλά ούτε καν στη μέση της.