Δημοσιεύουμε κείμενα βασισμένα στις εισηγήσεις των Γιώργου Λυγουριώτη και VoxPopuli στη συζήτηση με θέμα: «Το ατομικό και το συλλογικό στην τέχνη», που πραγματοποιήθηκε στο 32ο κάμπινγκ Antinazizone – YRE στο Γύθειο, την Κυριακή 27 Ιουλίου.
Γιώργος Λυγουριώτης
Η τέχνη, ιστορικά, υπήρξε πεδίο έκφρασης, αλλά και πεδίο μάχης. Πάντα εξέφραζε τις κοινωνικές αντιθέσεις της εποχής της. Υπάρχουν μορφές τέχνης που υπηρετούσαν τις ελίτ και τους ισχυρούς και άλλες που βγαίνουν στους δρόμους προκειμένου να γίνει η φωνή των καταπιεσμένων.
Όταν μιλάμε για τη συλλογική τέχνη, δύο καλλιτεχνικά ρεύματα ξεχωρίζουν, έχοντας γεννηθεί σε έντονες κοινωνικές και πολιτικές περιόδους: το Proletkult στη Σοβιετική Ρωσία και το Bauhaus στη Γερμανία του Μεσοπολέμου.
Proletkult
Το Proletkult (Προλεταριακή Κουλτούρα) δημιουργήθηκε λίγο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, και ήταν ένα μαζικό πολιτιστικό κίνημα που στόχο είχε τη δημιουργία μιας νέας τέχνης, για την εργατική τάξη, από την εργατική τάξη.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 σηματοδότησε μια σημαντική επέκταση των πολιτιστικών κινημάτων. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, δημιουργήθηκαν πάνω από 400 παραρτήματα, στα οποία συμμετείχαν περισσότερα από 450.000 άτομα στο κίνημα Proletkult.
Το κίνημα αυτό απέρριπτε την αστική τέχνη και τις ελιτίστικες φόρμες της που ήταν πολύ δύσκολα κατανοητή και δύσκολα προσβάσιμη για την εργατική τάξη. Οραματίστηκε μια τέχνη που να υπηρετεί τη συλλογική πράξη, να μορφώνει πολιτιστικά και πολιτικά, να εξοπλίζει τον κόσμο της εργασίας με νέες αισθητικές και δημιουργικές δυνατότητες.
Φυσικά, πρέπει να σημειώσουμε ότι το Proletkult δεν ήταν τέλειο, αφού υπήρχαν αντιφάσεις στο εσωτερικό του. Αφενός εστίαζε στον πειραματισμό και την πρωτοπορία, αφετέρου απέρριπτε την κλασική τέχνη και λογοτεχνία ως «αστική». Συγκεκριμένα, ο Λένιν είχε ασκήσει έντονη κριτική στο κίνημα, χαρακτηρίζοντάς την ως «μικροαστική ανοησία», καθώς απομακρυνόταν από τις πραγματικές ανάγκες των εργατών της Σοβιετικής Ρωσίας. Παρά τις αντιφάσεις του, ωστόσο, το Proletkult έδειξε τον δρόμο για μια συλλογική, αντιεμπορευματική τέχνη με ξεκάθαρη ταξική τοποθέτηση.
Bauhaus
Την ίδια εποχή, στη Γερμανία, γεννιέται το Bauhaus από διαφορετική βάση, αλλά με παρόμοιους προβληματισμούς. Πρόκειται για μια σχολή τέχνης και αρχιτεκτονικής, με βασική αρχή ότι η τέχνη πρέπει να είναι προσβάσιμη, να εισχωρεί στα σπίτια όλων, να είναι χρηστική και να υπηρετεί τις ανάγκες όλων – όχι μόνο των πλουσίων.
Οι δημιουργοί του ρεύματος αυτού σχεδίαζαν από μαχαιροπίρουνα και τσαγιέρες μέχρι κτίρια. Αυτή η κίνηση ήταν καθαρά πολιτική, καθώς μέχρι τότε οι τσαγιέρες και τα μαχαιροπίρουνα ήταν σχεδιασμένα αποκλειστικά για την αστική τάξη και την αριστοκρατία.
Την ίδια στιγμή βλέπουμε πόσο καινοτόμες ήταν οι βασικές αρχές του Bauhaus, καθώς εστίαζαν στη σύνδεση της τέχνης με την τεχνική κατάρτιση καταργώντας το διαχωρισμό ανάμεσα στον καλλιτέχνη και τον τεχνίτη. Παράλληλα έδιναν έμφαση στην εκπαίδευση καλλιτεχνών με στόχο την ένταξή τους στην κοινωνία προκειμένου να έχουν άμεση επαφή με τη βιομηχανική παραγωγή.
Από την πρώτη στιγμή αυτές οι καινοτόμες ιδέες έγιναν αντικείμενο έντονης κριτικής από τις δεξιές συντηρητικές δυνάμεις της εποχής, με αποτέλεσμα να τις θεωρήσουν «Μπολσεβίκικες και αριστερές» ζητώντας το κλείσιμο της σχολής.
Μάλιστα, το 1927 ο Ελβετός αρχιτέκτονας και γνωστός μαρξιστής Χάνς Μέγιερ ανέλαβε τη διοίκηση της σχολής, προσκαλώντας ανοιχτά αριστερούς σπουδαστές να φοιτήσουν στο Bauhaus με στόχο να συνδέσει τη σχολή και την παραγωγή προϊόντων με τις ανάγκες των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η σχολή κυνηγήθηκε από τους Ναζί, με αποτέλεσμα το 1933, όταν δηλαδή ανέβηκε ο Χίτλερ στην εξουσία, η σχολή έκλεισε οριστικά.
Μουσική Αντίστασης
Από τη δεκαετία του ’60 και μετά η μουσική έγινε ένα από τα πιο δυνατά εργαλεία συλλογικής έκφρασης και αντίστασης. Μια μορφή τέχνης που μέχρι σήμερα συνομιλεί πιο άμεσα με τα κινήματα και τα πλατιά στρώματα της κοινωνίας.
Μέσα σε αυτές τις δεκαετίες υπήρχαν εξαιρετικά παραδείγματα μουσικών καλλιτεχνών που είτε μέσα από τα τραγούδια τους, είτε μέσα από τη συνολική τους στάση, κατάφεραν να δώσουν φωνή σε όλους τους καταπιεσμένους που βιώνουν τις πολιτικές της φτώχειας και της εξαθλίωσης που εφαρμόζονται. Από τον Γούντι Γκάθρι και τη Νίνα Σιμόν μέχρι τους Public Enemy, τους The Class και άλλους.
Rage Against the Machine & ΛΕΞ
Ένα από τα πιο επιδραστικά γκρουπ, όχι μόνο μουσικά, ήταν οι Rage Against the Machine. Μέσα από τους στίχους τους μιλούσαν για την ταξική εκμετάλλευση, την αστυνομική βία, τον ρατσισμό κτλ και την ίδια στιγμή η μουσική τους ήταν ένα κάλεσμα αντίστασης.
Ωστόσο, δεν περιορίστηκαν στα λόγια. Ήταν ένα συγκρότημα που ταυτίστηκε με τα κοινωνικά κινήματα που είχαν αναπτυχθεί εκείνη την περίοδο και συνέβαλαν στην ανάπτυξή τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν οι συναυλίες που έκαναν έξω από τα συνέδρια των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων το 1998, αλλά και το 2000. Ήταν συναυλίες ενταγμένες στο σχέδιο δράσης του Αμερικανικού κινήματος.
Στην Ελλάδα, ο ΛΕΞ έχει καταφέρει να πιάσει τον παλμό της νεολαίας και μέσα από τα τραγούδια του μιλάει για τις ήττες και τις νίκες των φτωχών, για τις ζωές των «αόρατων», για τη βία της ανεργίας, για τη γειτονιά, την αλληλεγγύη, την προδοσία και την αξιοπρέπεια.
Μπορεί να μην κάνει «πολιτική τέχνη» με την στενή έννοια, αλλά η οργανική του σχέση με τα πλατιά λαϊκά στρώματα και τη νεολαία, κάνει τη μουσική του φορέα συλλογικής εμπειρίας.
Συλλογικές μορφές τέχνης
Προφανώς, πέρα από τη μουσική, υπάρχουν πολλά παραδείγματα σε όλες τις μορφές τέχνης που ανέδειξαν τη συλλογική ανάγκη για αντίσταση και ανατροπή. Για λόγους χρόνου αναφέρουμε επιγραμματικά:
Στο θέατρο, το Teatro Campesino στις ΗΠΑ είναι ένα από τα πιο σημαντικά παραδείγματα συλλογικής τέχνης. Μετανάστες εργάτες γης έκαναν θέατρο για τους ίδιους, για να εκφράσουν την καθημερινή ζωή και τα προβλήματα της δουλειάς στα χωράφια, αλλά και τους αγώνες και τις απεργίες που οργάνωναν.
Στον κινηματογράφο, ο Κεν Λόουτς δεν έδειχνε απλώς τα προβλήματα της εργατικής τάξης, αλλά είχε σαν άμεσο στόχο την κινητοποίηση της.
Στην ποίηση, ο Ρίτσος αποτύπωσε τους αγώνες των λαών για δικαιοσύνη, τους διωγμούς των αγωνιστών της αριστεράς, τα βάσανα των φτωχών και των καταπιεσμένων.
Ο ατομικισμός στην τέχνη σήμερα
Σήμερα παρατηρούμε τη μετάβαση από τη συλλογική, λαϊκή, πολιτικά φορτισμένη τέχνη προς μια ατομική και εσωστρεφή μορφή τέχνης. Γιατί όμως υπάρχει αυτή η μετάβαση;
Η επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού έχει επηρεάσει ακόμα και τον πολιτισμό, με αποτέλεσμα καλλιεργεί έναν άνθρωπο-εταιρεία, που οφείλει να «πουλάει» τον εαυτό του. Το ίδιο ισχύει και για τον καλλιτέχνη που γίνεται brand και η τέχνη γίνεται «περιεχόμενο» (καθόλου τυχαία ο διευθύνων σύμβουλος του Spotify, Ντάνιελ Εκ, αποκαλεί «περιεχόμενο» τη μουσική που ανεβαίνει στην πλατφόρμα). Έτσι, η συλλογική δημιουργία δεν χωράει σε αυτό το πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού, καθώς δεν είναι «ανταγωνιστική».
Το πιο σημαντικό όμως είναι η κρίση που διανύει η Αριστερά. Η εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, αλλά και άλλων ρεφορμιστικών σχηματισμών διεθνώς, που από υπόσχεση ρήξης μετατράπηκε σε αφομοίωση και εφαρμογή μνημονίων και αντιλαϊκών πολιτικών, έδωσε ισχυρά χτυπήματα στη συλλογική ελπίδα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, πολλοί αισθάνονται ότι «τίποτα δεν αλλάζει» και όταν διαψεύδεται η δυνατότητα της συλλογικής δράσης, η υποχώρηση στο ατομικό γίνεται η μόνη προφανής διέξοδος. Όλα αυτά αναπόφευκτα αντανακλώνται και στην τέχνη, μετατρέποντάς την σε ατομική.
Τι τέχνη θέλουμε;
Κι εδώ έρχεται το βασικό ερώτημα: Τι τέχνη θέλουμε κι έχουμε ανάγκη σήμερα;
Προφανώς, δεν θέλουμε μια τέχνη που να είναι αποκομμένη από τις ανάγκες της κοινωνίας. Θέλουμε μια τέχνη που να μπορεί να «μιλάει» τη γλώσσα της νεολαίας και των εργαζομένων και την ίδια στιγμή να έχει μια άμεση σύνδεση με τα κινήματα. Η ιστορία μας έδειξε ότι η σχέση των κινημάτων και της τέχνης είναι άμεσα συνδεδεμένη. Όσο αυξάνονται οι αντιστάσεις απέναντι στις πολιτικές που εφαρμόζονται από τις αστικές κυβερνήσεις, τόσο αυξάνονται και οι φωνές αντίστασης μέσα στο χώρο της τέχνης, η οποία μπορεί να τροφοδοτεί το κίνημα και αντίστροφα.
Έχουμε ανάγκη μια τέχνη που να παίρνει θέση και να μιλάει ανοιχτά για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας: για την γενοκτονία των Παλαιστινίων, για το γεγονός ότι μας έχουν τσακίσει τα εργασιακά και δημοκρατικά μας δικαιώματα, να παίρνει θέση ενάντια στην Ακροδεξιά τον φασισμό, το σεξισμό, την ομοφοβία κοκ. Οι καλλιτέχνες πρέπει να κατανοήσουν ότι η τέχνη είναι ένα σημαντικό όπλο στα χέρια τους καθώς τους δίνει τη δυνατότητα να μιλάνε σε μεγαλύτερα ακροατήρια. Και αυτό το όπλο πρέπει να γίνει και όπλο στα χέρια των ανθρώπων που δίνουν τις μάχες μέσα από τα κινήματα.
Τέλος, χρειάζεται οι καλλιτέχνες να προχωρήσουν στη δημιουργία δικτύων και συλλογικοτήτων προκειμένου να δώσουν αυτές τις μάχες από κοινού.
Εξαιρετικής σημασίας είναι το πρόσφατο παράδειγμα όπου οι Massive Attack, ο Brian Eno, οι Fontaines DC και οι Kneecap ανακοίνωσαν τη δημιουργία ενός σωματείου για να προστατεύσουν όσους καλλιτέχνες βρίσκονται αντιμέτωποι με διώξεις ή δέχονται απειλές επειδή μιλούν ανοιχτά για τη στρατιωτική επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα. Τέτοιες πρωτοβουλίες οφείλουμε όχι μόνο να τις στηρίζουμε, αλλά και να τις επεκτείνουμε γιατί μόνο με αυτό το τρόπο μπορούμε να δώσουμε τη μάχη από μια καλύτερη θέση.
Μια αντίστοιχη πρωτοβουλία προσπαθεί να κάνει τώρα τα πρώτα της βήματα στην Αθήνα, με τη δημιουργία μιας αντιφασιστικής κοινότητας με τη συμμετοχή καλλιτεχνών (και όχι μόνο) απ’ όλες τις μορφές τέχνης. Στόχος αυτής της πρωτοβουλίας είναι με έναν συλλογικό τρόπο και μέσα από την οργάνωση αντιφασιστικών δράσεων (εκδηλώσεις-συζητήσεις, αντιφασιστικές καμπάνιες στα social media κτλ) να συνδεθεί οργανικά με το αντιφασιστικό κίνημα προκειμένου να υψώσουμε τείχος απέναντι στην Ακροδεξιά.
Επομένως, χρειαζόμαστε μια τέχνη που για να γίνει συλλογική πρέπει να βαδίζει μέσα και παράλληλα με τα κινήματα. Γιατί αν η τέχνη δεν συναντήσει τα κινήματα, τότε θα μείνει ένα προνόμιο των λίγων. Και αν τα κινήματα δεν συναντήσουν την τέχνη, τότε αυτά θα στερηθούν ένα από τα ισχυρότερα όπλα τους.
Vox Populi
Η άποψη ενός συντρόφου κάποια στιγμή ήταν ότι «η τέχνη υπάρχει για να μην τρελαινόμαστε», δηλαδή σαν ένα στήριγμα των ανθρώπων κόντρα στην αδικία της συστημικής καταπίεσης που παράγει ο καπιταλισμός.
Αυτό μπορεί να σημαίνει πολλά, αλλά σήμερα θα κάνω μια μικρή υπέρβαση και θα μιλήσω για την τέχνη που θα κάνει την υπέρβαση και θα λειτουργήσει ως περιφρούρηση του επαναστατικού κινήματος.
Έχουν υπάρξει πολλά καλλιτεχνικά ρεύματα και στην Σοβιετική Ένωση και στην Ισπανική Επανάσταση, αλλά αυτό που θα δώσω ως reference στο σήμερα είναι το κόμμα των Μαύρων Πανθήρων και τους Lost Poets που είχαν άμεση καλλιτεχνική σχέση.
Οι Lost Poets ήταν μια στρατευμένη μορφή spoken word και μπορείς να πεις ότι υπήρξαν οι προπάτορες του ραπ σαν τεχνοτροπία.
Οι Lost Poets συμμετείχαν στις δράσεις του κόμματος των Μαύρων Πανθήρων για την ενδυνάμωση της κοινότητας σε spoken word βραδιές, σε σχολεία για μαύρα παιδιά κλπ.
Εκτός από την ενδυνάμωση όμως είχαν εισάγει και την κριτική στην κοινότητα όχι ως κούνημα δαχτύλου, αλλά σαν προσπάθεια αφύπνισης με χαρακτηριστικό το τραγούδι «niggas scared of revolution».
Ερχόμενος λοιπόν στο σήμερα έχουμε να αντιμετωπίσουμε τα εξής ρεύματα μουσικής που είναι αποτύπωση των ρευμάτων της κυριαρχίας.
Ακραίος ατομικισμός
Η Trap κάνει επίδειξη πλούτου, με τη λογική του αμερικανικού ονείρου.
Έχοντας ως βασικό μότο το «from nothing to something» και το success story των rappers παρουσιάζεται και εν τέλει προπαγανδίζεται η λογική της προσωπικής επιτυχίας στον καπιταλισμό. Έτσι ενισχύεται το ιδεολογικό κατασκεύασμα «αν δουλέψεις σκληρά πετυχαίνεις».
Νεοφιλελευθερισμός – Πολιτική ταυτοτήτων
Βάζει μπροστά τις κοινότητες γυναικών, queer κλπ και αισθητικοποιεί το βίωμα προσπαθώντας να φτάσει μέχρι εκεί και μετά να γίνει ένα εμπορεύσιμο προϊόν που θα πουλάει στις πλατφόρμες.
Τι κάνουμε εμείς
Σαν κίνημα είμαστε ανάμεσα σε όλη αυτή την οχλαγωγία και στεκόμαστε αμήχανοι γιατί στην ουσία δεν έχουμε αισθητική και πολιτική πρόταση για να αναμετρηθούμε.
Προσπαθούμε να πιαστούμε από ρεύματα όπως αυτό των συναυλιών του ΛΕΞ προκειμένου να απευθυνθούμε καλλιτεχνικά στις μάζες που μαζεύονται στις μεγάλες συναυλίες αλλά χάνουμε το βασικό κλειδί.
Τα μεγάλα και μαζικά θεάματα στο σήμερα συσπειρώνουν κόσμο πάνω στην αισθητικοποίηση του προσωπικού βιώματος, στην συναισθηματική ταύτιση και την παραγωγή τους σε θέαμα προς κατανάλωση.
Εμείς δεν θέλουμε κάτι τέτοιο. Θα πρέπει να φτιάξουμε την τέχνη του κινήματος σαν περιφρούρηση του απέναντι στους εχθρούς του.
Αυτό μπορεί να γίνει μόνο όταν το ίδιο το αντικαπιταλιστικό κίνημα θα θέσει ως στόχο:
- Αναμέτρηση με την κυρίαρχη ιδεολογία. Να συγκρούεται με τον ατομισμό, με την γυάλα της καλλιτεχνικής επιτυχίας, με τις νεοφιλελεύθερες τάσεις που προσπαθούν να κεφαλαιοποιήσουν τις underground κουλτούρες.
- Ακτιβιστική καλλιτεχνική κουλτούρα. Από τη δράση στην τέχνη και από την τέχνη στην δράση. Η συμμετοχή σε ένα live οικονομικής ενίσχυσης δεν αρκεί. Ένα story με θέση free palestine δεν αρκεί. Χρειάζεται να φτιάξουμε την πλατφόρμα που θα εμπλέκει τον καλλιτέχνη με τη δράση ακόμα και σε εμβρυακό ακτιβιστικό επίπεδο. Να παρεμβαίνουμε σε μεγάλα θεάματα και να αναδεικνύουμε τον ρόλο τους.
- Κοινότητα ενάντια στην ενσωμάτωση. Η καλλιτεχνική βιομηχανία είναι κάτι υπαρκτό και η εμπορευματοποίηση της τέχνης επίσης. Έχει αποδειχθεί ιστορικά πως η πλήρης αποχή από αυτές τις δομές δημιουργεί περιθωριοποίηση. Οι κινηματικοί καλλιτέχνες οφείλουμε συστηματικά να αναδεικνύουμε το ζήτημα και να συμπεριφερόμαστε σαν κοινότητα που δεν αναγνωρίζει την βιομηχανία ως το μέσο ύπαρξης αλλά ως κάτι που παλεύουμε να το μετασχηματίσουμε σε κολεκτιβοποίηση μορφή σε άλλη κοινωνία.
Όλα αυτά δεν πρέπει να επαφίενται στην πρωτοβουλία 10 ανθρώπων που είναι στο κίνημα και κάνουν τέχνη. Πρέπει συστηματικά οι δομές και οι οργανώσεις να πλαισιώσουν και να στηρίξουν ενεργά αυτές τις πρωτοβουλίες και να τις προτείνουν στην κοινωνία με δράσεις σε χώρους εργασίας και σε γειτονιές.