Στις 20/11, αρκετές χιλιάδες εργαζομένων διαδήλωσαν στην Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας, συμμετέχοντας παράλληλα στη Γενική Απεργία που κάλεσαν ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Η συμμετοχή στις κινητοποιήσεις ήταν αρκετά καλή, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς ότι οι ηγεσίες των συνδικάτων που προκήρυξαν την απεργία, δεν έκαναν πραγματική εκστρατεία στους εργασιακούς χώρους για την επιτυχία της.
Παρόλα αυτά, ιδιαίτερα κάποιοι κλάδοι που βρίσκονται σε φάση κινητοποιήσεων, είχαν μαζική παρουσία στις απεργιακές συγκεντρώσεις. Ανάμεσά τους, οι εποχικοί πυροσβέστες που παλεύουν για τη μονιμοποίησή τους και παίρνουν ως απάντηση σκληρή καταστολή, οι εκπαιδευτικοί που εξακολουθούν να απέχουν από την αυταρχική αξιολόγηση του Υπουργείου Παιδείας και να διώκονται ακόμη και για το γεγονός ότι του κάνουν δημόσια κριτική, οι υγειονομικοί, που από τη μια μεριά δέχονται διαρκείς επιθέσεις στα εργασιακά τους δικαιώματα και από την άλλη βλέπουν το δημόσιο σύστημα υγείας να καταρρέει και να ιδιωτικοποιείται.
Η ανάγκη για μαζικές, συντονισμένες απεργιακές κινητοποιήσεις με διάρκεια και συγκεκριμένους στόχους, είναι σήμερα πιο απαραίτητη από ποτέ. Δεν είναι μόνο οι επιθέσεις στους μισθούς και τις συντάξεις που αντί να αυξάνονται, στην πραγματικότητα μειώνονται εξαιτίας της εκτίναξης του κόστους ζωής. Ταυτόχρονα, η κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με την ασταμάτητη υποβάθμιση κάθε πτυχής του κοινωνικού κράτους που υπήρχε κάποτε.
Η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για την υγεία περιλαμβάνει μερικά πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ένας στους τέσσερις χαμηλόμισθους υπολογίζεται ότι δεν έλαβε την υγειονομική περίθαλψη που χρειάστηκε μέσα στο 2023 επειδή δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στο κόστος της. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει τον μικρότερο αριθμό νοσηλευτών (που δουλεύουν στα δημόσια νοσοκομεία) σε αναλογία πληθυσμού (περίπου 2 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους, την ώρα που η Γερμανία έχει 12 και οι σκανδιναβικές χώρες τουλάχιστον 14). Όσο για τις ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία, ενώ στην Ευρώπη ο μέσος όρος τους φτάνει στο 15% των συνολικών δαπανών, στον Ελλάδα και άλλες τρεις χώρες (Λιθουανία, Λετονία, Βουλγαρία) φτάνουν το 30% του συνόλου.
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα του κατώτατου μισθού, που στην Ελλάδα βρίσκεται πολύ χαμηλά σε σύγκριση με τις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες. Για την ακρίβεια, ο κατώτατος μισθός σήμερα είναι 830 ευρώ, ενώ στην Ολλανδία είναι 2.300 ευρώ, στη Γερμανία 2.151, στην Ιρλανδία 2.146, κοκ. Όσο για τις τιμές βασικών ειδών πρώτης ανάγκης, έχουν οδηγήσει τα νοικοκυριά σε δραστικές περικοπές και το κόστος της στέγασης μπορεί να φτάσει να εξανεμίζει ακόμη και μισό μισθό!
Σε αυτές τις συνθήκες, η απάντηση από τη μεριά του εργατικού κινήματος στις πολιτικές της κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι πολύ πιο μαζική, μαχητική, με διάρκεια και σχέδιο, προκειμένου να ανατραπεί αυτή η ζοφερή εικόνα. Η βασική ευθύνη για αυτή την ανακολουθία βρίσκεται στις ηγεσίες των μεγάλων συνδικάτων, που βρίσκονται πολύ πίσω από τις πραγματικές ανάγκες του κινήματος, αλλά και της Αριστεράς, ιδιαίτερα του ΚΚΕ/ΠΑΜΕ, που επιμένει να αρνείται να συνεργαστεί με οποιαδήποτε άλλη δύναμη στην κατεύθυνση της τόνωσης των εργατικών αγώνων. Τα μαχητικά πρωτοβάθμια σωματεία (των οποίων η συγκέντρωση της 20ης Νοέμβρη στην Αθήνα ήταν μαζική) αλλά και τα κομμάτια της Αριστεράς που αντιλαμβάνονται την ανάγκη της ενότητας, πρέπει το επόμενο διάστημα να πάρουν πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση του χτισίματος των δυνάμεων που θα οργανώσουν τους αγώνες που χρειαζόμαστε, τόσο στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος, όσο και στην κοινωνία συνολικά.