Στις 11 Νοέμβρη, η 22χρονη Τζούλια Τσεκετίν πήγε με τον πρώην σύντροφό της Φιλίππο Τουρέττα για να αγοράσει ρούχα για την επικείμενη αποφοίτησή της από το πανεπιστήμιο. Από τότε και για μια εβδομάδα τόσο η Τζούλια όσο και ο Φιλίππο αγνοούνταν. Αυτό, μέχρι να βρεθεί το πτώμα της Τζούλια τυλιγμένο σε νάιλον και γεμάτο μαχαιριές, με τον Φιλίππο να μετατρέπεται αυτόματα σε ύποπτος για τη δολοφονία της.
Λίγες μέρες μετά ο Φιλίππο συνελήφθη στη Γερμανία όπου είχε διαφύγει και εκδόθηκε πίσω στην Ιταλία όπου μεταφέρθηκε σε φυλακή στη Βερόνα. Βίντεο που καταγράφηκε από κάμερα ασφαλείας, δείχνει σύμφωνα με τα ΜΜΕ τον Φιλίππο να χτυπάει την Τζούλια και στη συνέχεια να τη βάζει στο αυτοκίνητό του.
Σήμερα, ο Φιλίππο είναι προφανώς ο βασικός ύποπτος για τη δολοφονία της Τζούλια, μετατρέποντας την υπόθεσή της σε «μια ακόμα» γυναικοκτονία και συγκεκριμένα στην 106η γυναικοκτονία στη χώρα μέσα στο 2023, με τις 55 από αυτές ο δράστης να είναι ο νυν ή ο πρώην σύντροφος.
«Άλλη μια στατιστική»;
Η Τζούλια είχε όλα τα χαρακτηριστικά ώστε να μπει στις θλιβερές στατιστικές που αναμασούν κάθε 25η Νοέμβρη (παγκόσμια ημέρα για την εξάλειψη της έμφυλης βίας) και κάθε 8η Μάρτη (παγκόσμια ημέρα της γυναίκας) πολιτικοί εκπρόσωποι του καπιταλιστικού συστήματος, αστυνομικοί, δικαστικοί κοκ, δακρύζοντας υποκριτικά για τις διακρίσεις και τη βία που υφίστανται οι γυναίκες.
Η Τζούλια όμως, έγινε σύμβολο της έμφυλης βίας, συμπυκνώνοντας στην τραγική της ιστορία όλες τις τραγικές ιστορίες καθημερινής βίας κατά εκατομμυρίων γυναικών.
Ενός λεπτού κραυγή
Ο υπουργός παιδειας της Ιταλίας, Φιλίπο Βαλνιτάρα κάλεσε τα εκπαιδευτικά ιδρύματα να κρατήσουν ενός λεπτού σιγή στη μνήμη της Τζούλια. Σαν απάντηση σε αυτό, φοιτήτριες/ρε στο πανεπιστήμιο της Πάντοβα έκαναν φασαρία για ένα λεπτό, αρνούμενες/οι να σωπάσουν μπροστά στην έμφυλη βία.
Στις 23 Νοέμβρη, κατά τη διάρκεια του αγώνα του champions league γυναικών ανάμεσα στη Ρόμα και τον Άγιαξ, οπαδοί της Ρόμα ανάρτησαν πανό που έγραφε: «Η αληθινή αγάπη δεν σκοτώνει…αρκετά! Αντίο Τζούλια».
Πέρα από τις συμβολικές και σημαντικές αντιδρασεις όμως, από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστό ότι βρέθηκε το πτώμα της Τζούλια, οργανώθηκαν συγκεντρώσεις και πορείες ενάντια στην πατριαρχία και την έμφυλη βία. Η 25η Νοέμβρη αποτέλεσε σημείο σταθμό, με εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες και άντρες να βγαίνουν στους δρόμους σε πολλές πόλεις της Ιταλίας διεκδικώντας δικαίωση για την Τζούλια – και δικαίωση για όλα τα θύματα.
Η υποκρισία και τα ψέματα της Μελόνι
Ίσως είναι από τις ελάχιστες φορές που η εκλογή της «πρώτης γυναίκας πρωθυπουργού» σε μια χώρα δεν συνοδεύτηκε από αυταπάτες και προσδοκίες πως θα υπερασπιστεί τα δικαιώματα των γυναικών. Και αυτό έχει να κάνει προφανώς με το ακροδεξιό της προφίλ συνολικά αλλά και πιο συγκεκριμένα με τη στάση της απέναντι στα γυναικεία δικαιώματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η επίθεση που είχε εξαγγείλει στο δικαίωμα στην άμβλωση ήδη πριν την εκλογή της.
Παρόλα αυτά, η Μελόνι είπε ότι νιώθει οργή και θλίψη για τη δολοφονία της Τζούλια, ενώ στη συνέχεια, με τόσο θράσος που μόνο άνθρωποι του συστήματος έχουν, δήλωσε ότι η κυβέρνησή της έχει αυξήσει τα κονδύλια που προορίζονται για τα κέντρα καταπολέμησης της βίας και τα καταφύγια γυναικών σε ολόκληρη τη χώρα.
Βέβαια, πολύ σύντομα η Αντονέλα Βέλτρι (Antonella Veltri), η πρόεδρος του σημαντικότερου δικτύου της Ιταλίας που συντονίζει τα κέντρα καταπολέμησης της βίας σε όλη τη χώρα, τη διέψευσε δηλώνοντας πως τα καταφύγια γυναικών δεν έχουν δει καμία τέτοια αύξηση. Αντιθέτως:
«(…)οι τελευταίες επιταγές που πήραμε ήταν για το 2022, και αυτές χορηγήθηκαν κατά πλειοψηφία από τις περιφερειακές αρχές της Ιταλίας.»
«Τα κονδύλια για το 2023 δεν έχουν δοθεί ακόμη και δεν έχουμε ιδέα πότε και αν θα δοθούν».
Μάλιστα, σύμφωνα με την ActionAid, τα περισσότερα κονδύλια ξοδεύονται για την ανακούφιση του προβλήματος, δηλαδή σε δομές για τα θύματα βίας, ενώ ένα μικρό μόλις ποσοστό πηγαίνει σε προγράμματα και δράσεις για την πρόληψη και τη μείωση του φαινομένου της έμφυλης βίας. Χαρακτηριστικά, το 2023 η χρηματοδότηση για την πρόληψη μειώθηκε κατά 70% σε σχέση με το 2022.
Η συσσωρευμένη οργή
Τα κινήματα ενάντια στην έμφυλη βία, τις περισσότερες φορές γεννήθηκαν μέσα από μια αφορμή, από ένα περιστατικό βίας και γυναικοκτονίας που έκανε τη συσσωρευμένη οργή της κοινωνίας να ξεσπάσει. Στην Ιταλία σήμερα, η περίπτωση αυτή ήταν της Τζούλια, με την οικογένειά της και κυρίως η αδερφή της να μπαίνουν μπροστά στον αγώνα για τη δικαίωση της Τζούλια αλλά και για να μπει ένα τέλος στην έμφυλη βία.
Εξάλλου, η έμφυλη βία και οι γυναικοκτονίες είναι από τα βασικά ζητήματα που έχουν αναδειχθεί παγκόσμια από το φεμινιστικό κίνημα, με το σύνθημα «Ni una menos» (καμία λιγότερη) να έχει γεννηθεί στη Λατινική Αμερική και να έχει εξαπλωθεί σε όλες τις ηπείρους και τον όρο «γυναικοκτονία» να έχει επιβληθεί στην ουσία στον δημόσιο λόγο αλλά και να έχει αναγνωριστεί νομικά σε κάποιες χώρες, κυρίως της Λατινικής Αμερικής.
Κάτω από τις πιέσεις της κοινωνίας, την Τετάρτη 22 Νοέμβρη η Γερουσία της Ιταλίας ενέκρινε ομόφωνα νέα νομοθεσία για την ενίσχυση των μέτρων κατά της έμφυλης βίας, που περιλαμβάνουν αυστηρότερη τιμωρία και περιοριστικά μέτρα σε όσους κρίνονται ένοχοι σε περιστατικά έμφυλης βίας. Επίσης η Μελόνι αναγκάστηκε να υποσχεθεί μια νέα εκπαιδευτική καμπάνια στα σχολεία για την «καταπολέμηση της διαδεδομένης κουλτούρας μισογυνιστικής βίας στην Ιταλία».
Αγώνας ενάντια σε ό,τι γεννά τη βία
Τα παραπάνω μέτρα είναι μια πρώτη επιτυχία του κινήματος. Όμως, όπως κάθε υποχώρηση καπιταλιστικής κυβέρνησης κάτω από την πίεση των κινημάτων, δεν είναι αρκετά.
Αφενός γιατί δεν γνωρίζουμε εάν, πότε και με ποιον ακριβώς τρόπο θα εφαρμοστούν. Ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα ενάντια στην έμφυλη βία, σε «λάθος χέρια» μπορεί να καταλήξει να αναπαράγει τα σεξιστικά στερεότυπα που υποτίθεται προσπαθεί να καταρρίψει. Οι βαρύτερες τιμωρίες των γυναικοκτόνων και όσων ασκούν έμφυλη βία, από μόνες τους δεν θα λύσουν το πρόβλημα, όσο ζούμε σε μια κοινωνία που μας γαλουχεί με σεξιστικές αντιλήψεις.
Τα μέτρα που παίρνει η κάθε κυβέρνηση, ο κάθε δήμος κοκ μπορούν να έχουν πραγματικά αποτελέσματα όταν προέρχονται από πραγματικό διάλογο που αποφασιστικό ρόλο θα έχουν δομές, φορείς, συλλογικότητες αλλά και τα ίδια τα κινήματα, ώστε να ικανοποιούν τα αιτήματα της κοινωνίας. Σήμερα, αυτό που κάνουν οι κυβερνήσεις είναι να παίρνουν όσο πιο «ανώδυνα» μέτρα τα οποία δεν αγγίζουν τον πυρήνα του προβλήματος.
Αν τα φεμινιστικά κινήματα θέλουν να πετύχουν νίκες που να έχουν μόνιμο χαρακτήρα πρέπει να οργανωθούν, να συντονιστούν μεταξύ τους, να συνδεθούν με τους αγώνες όλης της κοινωνίας και να προτάξουν ένα πρόγραμμα διεκδικήσεων με στόχο μια κοινωνία πραγματικής ισότητας και αλληλεγγύης, μια κοινωνία σοσιαλιστική.