Της Σύνταξης του “Ξ”
Ένα από τα λίγα πράγματα που θυμίζουν ότι βρισκόμαστε μερικές μέρες πριν από τη διεξαγωγή δημοτικών και περιφερειακών εκλογών είναι τα φυλλάδια των υποψηφίων στις εισόδους των πολυκατοικιών και τα περίπτερα στους κεντρικούς δρόμους των πόλεων. Κατά τα άλλα, η συζήτηση γύρω από τις τοπικές εκλογές (όπως και τα τοπικά ζητήματα γενικά) είναι υποτονική και άνευρη και η εκλογική μάχη δεν δείχνει να απασχολεί ιδιαίτερα την κοινωνία. Η βαθιά απογοήτευση και απαξίωση του πολιτικού σκηνικού συνολικά παραμένει, το ίδιο και η κρίση στην οποία βρίσκεται η Αριστερά, κι έτσι η οργή δεν βρίσκει διέξοδο σε μαχητικές, διεκδικητικές κατευθύνσεις.
Η πραγματικότητα είναι ότι τα ζητήματα της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι κρίσιμα και αφορούν την καθημερινότητα των πολιτών πολύ περισσότερο από όσο φαίνεται. Από τις συνθήκες που επικρατούν στους δημοτικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς, μέχρι θέματα που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των απορριμμάτων, από τα υπέρογκα δημοτικά τέλη που δεν ανταποκρίνονται σε πραγματικές παροχές προς τους δημότες, μέχρι τα ζητήματα του πρασίνου, των συγκοινωνιών, γενικά της ποιότητας ζωής, της δυνατότητας μας να κυκλοφορούμε με άνεση και ασφάλεια στις πόλεις που ζούμε.
Σε όλα τα παραπάνω ζητήματα κυριαρχούν οι ίδιες πολιτικές που εφαρμόζονται και κεντρικά: πλήρης ιδιωτικοποίηση κάθε υπηρεσίας, με μοναδικό στόχο την αύξηση των κερδών επιχειρήσεων και εργολάβων και πλήρης διάλυση των δημοτικών / περιφερειακών υπηρεσιών. Από την καθαριότητα μέχρι τα διάφορα έργα υποδομών, τις υπηρεσίες Παιδείας, Υγείας, φροντίδας ηλικιωμένων και άλλων ευάλωτων ομάδων, τα πάντα χαρίζονται στον ιδιωτικό τομέα, με τεράστιο κόστος τόσο για τις θέσεις εργασίας στους δήμους και τις περιφέρειες, όσο και για τους ίδιους τους δημότες που πληρώνουν πολύ ακριβά, για όλο και χαμηλότερου επιπέδου υπηρεσίες.
Επιπλέον, όλα τα τελευταία χρόνια οι κυβερνήσεις της λιτότητας προσπαθούν να μετατρέψουν τους δήμους σε απλούς διαχειριστές των πολιτικών που εφαρμόζονται και κεντρικά. Τους στερούν τη χρηματοδότηση, περιορίζουν τις αρμοδιότητές τους, απαξιώνουν τα τοπικά ζητήματα και βέβαια φροντίζουν οι παρατάξεις και οι υποψήφιοι των κομμάτων του κατεστημένου να συγκεντρώνουν όλο και μεγαλύτερη εξουσία στα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια μέσα από αντιδημοκρατικές διαδικασίες.
Ο νόμος Βορίδη εξασφαλίζει ότι τα σχήματα και οι υποψήφιοι που θα πάρουν το μεγαλύτερο ποσοστό, θα πάρουν αυτομάτως τα τρία πέμπτα των θέσεων στο συμβούλιο όπου εκλέχτηκαν, ενώ ο πρώτος υποψήφιος ανακηρύσσεται νικητής/τρια από την πρώτη Κυριακή αν έχει εξασφαλίσει το 43% του εκλογικού σώματος.
Ταυτόχρονα, το όριο του 3% για την είσοδο των μικρότερων σχημάτων στα τοπικά συμβούλια, στην πραγματικότητα υπάρχει για να εξασφαλίσει ότι θα πεταχτούν εκτός συμβουλίων οι μαχητικοί συνδυασμοί της Αριστεράς.
Όλα τα παραπάνω εντείνουν την απογοήτευση και την αίσθηση αδιεξόδου για μεγάλο τμήμα των λαϊκών στρωμάτων.
Η κατάσταση όμως δεν είναι παντού η ίδια. Σε κάθε περίπτωση που η Αριστερά λειτούργησε ενωτικά, μπήκε μπροστά στο χτίσιμο τοπικών κινημάτων, έδωσε μαχητικές απαντήσεις στις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών, τα αποτελέσματα ήταν πολύ διαφορετικά.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η δημοτική κίνηση «Η Πόλη Ανάποδα» στην Θεσσαλονίκη. Έχοντας φέρει σε ένα κοινό σχήμα την πλειοψηφία των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής – αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, λειτουργώντας με, δημοκρατικές διαδικασίες και συλλογική εκπροσώπηση, αποτελεί σήμερα για σημαντικά κομμάτια της κοινωνίας που ασφυκτιούν από τις πολιτικές του συστήματος, μια πραγματικά διεκδικητική εναλλακτική που αξίζει να στηριχτεί, που αξίζει να δώσει κανείς μάχες μαζί της!
Η «Πόλη Ανάποδα» έχει μπει μπροστά στο χτίσιμο τοπικών κινημάτων σε μια σειρά γειτονιές της Θεσσαλονίκης, λειτουργεί στη λογική της πραγματικής συμμετοχής των κατοίκων και όχι της ανάθεσης, προτείνει μαχητικά αιτήματα σε όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με τη ζωή στην πόλη, τις δημοτικές υπηρεσίες, τις ανάγκες τις τοπικής κοινωνίας. Αιτήματα για τα οποία πολύς κόσμος αντιλαμβάνεται την ανάγκη να παλέψει.
Αυτού του είδους οι πρωτοβουλίες από την πλευρά της Αριστεράς, πρέπει να λειτουργήσουν ως μοντέλο όχι μόνο για τοπικά αυτοδιοικητικά σχήματα, αλλά και κεντρικά. Παρόμοιες πρωτοβουλίες όπως το ελπιδοφόρο εγχείρημα «Ανατρεπτική Συμμαχία για την Αθήνα», αλλά και άλλες αριστερές ενωτικές πρωτοβουλίες σε μια σειρά δήμους, (πχ Αγία Παρασκευή, Ραφήνα, Συκιές, κλπ) είναι απαραίτητο να επεκταθούν, να ενισχυθούν στις επερχόμενες εκλογές και να δώσουν μαζί με τις τοπικές κοινωνίες τη μάχη για την ανατροπή των πολιτικών του συστήματος σε τοπικό αλλά και κεντρικό επίπεδο.