Σία Τσίκγου, φοιτήτρια του Πανεπιστημίου Αιγαίου στη Μυτιλήνη
Την Τετάρτη 22/9 έγινε γνωστή η 11η (δημοσιοποιημένη) γυναικοκτονία για το 2021.
H γυναικοκτονία αυτή δεν φαίνεται όμως να σόκαρε τόσο όσο οι προηγούμενες. Δεν υπήρχε το ίδιο μέγεθος αντιδράσεων και κατακραυγής όπως σε προηγούμενες. Μήπως αρχίζουμε να «συνηθίζουμε» στην ιδέα των γυναικοκτονιών; Κάτι τέτοιο θα ήταν τραγικά λάθος.
Στο Ροδίνι της Ρόδου, η 32χρονη Δώρα έχασε τη ζωή της από τον πρώην σύντροφό της, ο οποίος την πυροβόλησε έξω από το σπίτι της με κυνηγετική καραμπίνα και στη συνέχεια αυτοκτόνησε.
Η σχέση τους κράτησε μόλις 9 μήνες αφού μετά τη συγκατοίκησή τους ο δράστης έβγαλε τον πραγματικό του εαυτό και η Δώρα αποφάσισε να τον χωρίσει. Της απαγόρευε να ζει με τον τρόπο τον οποίο ήθελε εκείνη και της ασκούσε ακραίο έλεγχο – της απαγόρευε π.χ. να παρακολουθεί τηλεόραση όταν αυτός δεν ήταν μπροστά, να βγαίνει κλπ. Η αντίδραση της Δώρας στα πρώτα σημάδια επιβολής και εξαιρετικά καταπιεστικής συμπεριφοράς ήταν άμεση. Τον χώρισε αμέσως και κράτησε τις απαραίτητες αποστάσεις.
Κανείς δε μπορεί να «αντιπαρατεθεί» απέναντι στην αντίδραση της Δώρας. Κανείς δεν μπορεί να ρίξει έμμεσα ευθύνες σε αυτήν, όπως προσπαθούν διάφοροι/ες, είτε κακόπιστα, είτε από αφέλεια διαμορφωμένη από την πατριαρχική κοινωνία. Δεν χωράνε στην περίπτωση της Δώρας ερωτήσεις «γιατί δεν τον χώρισε κατευθείαν;», «γιατί δε μίλησε σε κάποιον» καθώς αυτές ακριβώς ήταν οι πρώτες της κινήσεις.
Αντιθέτως, φαίνεται έντονα ο εντελώς στερεοτυπικός πατριαρχικός χαρακτήρας του δράστη. Τη θεωρούσε ιδιοκτησία του και της επέβαλλε έναν ασφυκτικά περιοριστικό τρόπο ζωής. Βλέποντας ότι με το χωρισμό δεν είχε πια αρκετά μέσα για να της επιβληθεί χρησιμοποίησε την πιο ακραία μορφή βίας, την δολοφονία.
Το σημείωμα που άφησε ο δράστης της γυναικοκτονίας πριν αυτοκτονήσει θεωρήθηκε από την οικογένειά του και άλλους ομοίως σκεπτόμενους, ως απόδειξη της παθιασμένης αγάπης που είχε για τη Δώρα. Η «αρρωστημένη» εμμονή και η δολοφονία δεν έχει καμία σχέση με την αγάπη. Η αγάπη δεν οδηγεί στη δολοφονία ούτε στην αυτοκτονία. Στη δολοφονία οδηγεί ο άκρατος εγωϊσμός. Στην αυτοκτονία η αδυναμία ενός χαρακτήρα διαμορφωμένου από τις πιο συντηρητικές πατριαρχικές αντιλήψεις να χάσει τον έλεγχο και την εξουσία πάνω στο κτήμα του.
Αξιοσημείωτη είναι η δήλωση του θείου του: «Το παιδί δεν είναι το τέρας που παρουσιάζετε. Ήταν ένας άνθρωπος, ερωτευμένος, παθιασμένος με την κοπέλα του, όπως είναι ο καθένας μας και καλά κάνει, γιατί έτσι πρέπει να είσαι και από εκεί κει πέρα η καθεμία από εσάς θα πρέπει να σέβεται αυτό που ο καθένας μας είναι σε θέση να προσφέρει. Όχι μέχρι να μας ρίξετε και μόλις σας φτιάξουμε τα σπίτια ξαφνικά θέλετε την ελευθερία σας. Ο καθένας από εμάς θα ζήλευε. Δεν πήρε ένα όπλο και ξαφνικά κι έκανε έτσι για να φτάσει στο σημείο να κάνει αυτό που έκανε και να αυτοκτονήσει πρέπει να την έχει λατρέψει» και «δεν είστε όλες οι γυναίκες θύματα».
Αυτή η ανατριχιαστική δήλωση, εμπεριέχει μερικές από τις πιο ακραίες και συντηρητικές αντιλήψεις της πατριαρχίας: Ότι τα φύλα έχουν συγκεκριμένους ρόλους. Ότι οι γυναίκες δημιουργούν σχέσεις εκμετάλλευσης με τους άντρες. Ότι οι γυναίκες είναι εξαρτημένες από αυτούς όσον αφορά τα απαραίτητα στοιχεία επιβίωσης (στέγη, οικονομική αποκατάσταση κλπ) και είναι ανίκανες να τα παρέχουν οι ίδιες στον εαυτό τους.
Επιπλέον, το αίσθημα της ελευθερίας γι’ αυτόν δεν έχει θέση σε ερωτικές ή συζυγικές σχέσεις. Ακόμα και η καθημερινότητα της Δώρας (διασκέδαση, επαγγελματικά ραντεβού) που είναι φυσιολογική, χαρακτηρίζεται έμμεσα προκλητική και δικαιολογεί τη ζήλια του δράστη. Γιατί η σχέση ταυτίζεται με την υποταγή της γυναίκας στον άντρα, στην εξυπηρέτηση όλων των «θέλω» και των αναγκών του και σ’ ένα καθεστώς ιδιοκτησιακού τύπου. Δυστυχώς τέτοιες δηλώσεις δεν περιορίζονται στο οικογενειακό περιβάλλον τού δράστη αλλά αντανακλούν ακόμα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας.
Πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν τέτοιες αντιλήψεις και περιστατικά όσο βρισκόμαστε στα πλαίσια ενός συστήματος που υποθάλπει και καλλιεργεί την πατριαρχία. Όμως το σημαντικό είναι ότι δεν πρέπει να συνηθίζουμε. Αντιθέτως πρέπει να εντείνουμε τον αγώνα ενάντια της. Όπως έδειξε και η περίπτωση της Δώρας, μια δυναμική ατομική στάση δυστυχώς δεν επαρκεί. Ο συλλογικός αγώνας ενάντια στη πατριαρχία είναι ο μόνος δρόμος για την εξάλειψή της.