Το έχουμε καταλάβει καλά εδώ και δέκα χρόνια αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν χάνει ευκαιρία να μας το υπενθυμίζει. Λεφτά μπορεί να μην υπάρχουν για τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας σε υγεία, εκπαίδευση, πολιτικές αντιμετώπισης της πανδημίας, υπάρχουν όμως για την υποτιθέμενη «υγιή επιχειρηματικότητα».
Εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ έχουν φύγει εδώ και δυο χρόνια προς κάθε μεγαλοεπιχειρηματία, μεγαλοεργολάβο ή μεγαλοκαναλάρχη, αρκεί και μόνο να τα ζητήσει. Δεν έχει καν νόημα η παράθεση της πλήρους λίστας της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, αρκούν τα πιο γνωστά παραδείγματα της Aegean (120 εκ ευρώ), της Fraport (178 εκ ευρώ) και των εταιρειών διοδίων (84 εκ ευρώ μόνο για το πρώτο λοκντάουν) που ζήτησαν και πήραν ζεστό κρατικό χρήμα, όχι για να μην καταρρεύσουν, όχι για να κρατήσουν όρθιες τις εταιρείες τους, όχι για να κρατήσουν το προσωπικό τους, αλλά επειδή μειώθηκε η κερδοφορία τους.
Οι γνωστές αυτές περιπτώσεις είναι ενδεικτικές της φύσης του ελληνικού κεφαλαίου που σε κάθε μείωση της κερδοφορίας του τρέχει με απλωμένο το χέρι στο «κακό», κατά τα άλλα, κράτος ζητώντας ελεημοσύνη.
Καμία Aegean ωστόσο, καμία Fraport και κανένας εργολάβος δεν μπορεί να συγκριθεί με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Οι ιδιωτικές τράπεζες εδώ και πάνω από δέκα χρόνια (από το 2008) στην κυριολεξία παρασιτούν πάνω στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας. Και το παράδειγμα της Τράπεζας Πειραιώς είναι ενδεικτικό, πρώτον γιατί είναι η τράπεζα που έχει χρηματοδοτηθεί περισσότερο από κάθε άλλη, δεύτερον επειδή καμία υποτίθεται «σωτήρια» χρηματοδότησή της δεν είναι τελικά σωτήρια καθώς μετά από λίγο πάλι χρειάζεται νέα «ενίσχυση», τρίτον γιατί παρά τα πακέτα και χρηματοοικονομικά κόλπα προκειμένου να συνεχίσει να αρμέγει κρατικό χρήμα συνεχίζει να κλείνει υποκαταστήματα και να μειώνει το προσωπικό της.
Πρόσφατα μάλιστα προανήγγειλε νέες μειώσεις: 64 καταστήματά της πανελλαδικά θα κλείσουν, το 13% δηλαδή του συνόλου, και 500 εργαζόμενοι θα «αποχωρήσουν». Ο Σύλλογος Εργαζομένων της τράπεζας αντέδρασε και επί της ουσίας αμφισβήτησε τον «εθελούσιο» χαρακτήρα αυτών των αποχωρήσεων. Εξάλλου, μόλις την προηγούμενη χρονιά η Πειραιώς προέβη σε ακόμα μία μείωση του προσωπικού της κατά 1.000 υπαλλήλους.
Τι έχει γίνει στην Πειραιώς τον τελευταίο χρόνο
- Στο τέλος του 2020 η Τράπεζα Πειραιώς βρέθηκε σε «αδιέξοδο». Η αδυναμία της να αποπληρώσει τόκους ομολογιών της, την έφερε στην αγκαλιά του κράτους. Πρακτικά το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) έριξε 2 δισ. ευρώ για να αγοράσει μετοχές της, αρκετές φορές πάνω από τη χρηματιστηριακή τους αξία. Βρέθηκε έτσι με το 64% των μετοχών της Πειραιώς στην κατοχή του. Στην πραγματικότητα, με τη χρηματιστηριακή αξία της Πειραιώς θα μπορούσε να πάρει το 98% της τράπεζας.
- Το Μάρτη του 2021 ξεκίνησε η αντίστροφη διαδικασία. Η κατά 64% κρατική Πειραιώς, όπως ήταν το αρχικό σχέδιο, πρέπει να ξανα-ιδιωτικοποιηθεί. Για αυτό το λόγο η διοίκησή της σε συνεργασία με την κυβέρνηση Μητσοτάκη αλλά και τη μνημονιακή διοίκηση του ΤΧΣ, βάζουν σε εφαρμογή ένα πολύπλοκο σχέδιο για την κυριαρχία των ιδιωτών στην τράπεζα. Πραγματοποιείται αύξηση μετοχικού κεφαλαίου από την οποία αποκλείονται οι παλιοί μέτοχοι, άρα και το ΤΧΣ. Η διοίκηση του ΤΧΣ μάλιστα δημόσια δηλώνει ότι επιδιώκει να χάσει το ποσοστό του στην τράπεζα. Το οποίο τελικά με την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατρακυλάει στο 33%.
- Όλη αυτή η διαδικασία, εκτός του ότι συντέλεσε στην απώλεια περιουσίας του δημοσίου, χτύπησε και τους μικρομετόχους οι οποίοι επίσης βρέθηκαν να χάνουν καθώς είχε σαν αποτέλεσμα την κατακρήμνιση της μετοχής της Πειραιώς στο χρηματιστήριο. Το σκάνδαλο αυτό οδήγησε και στην παραίτηση του διευθύνοντος συμβούλου του ΤΧΣ, Μάρτιν Τζούρντα.
- Παράλληλα με όλη αυτή τη διαδικασία κρατικοποίησης και αποκρατικοποίησης με χρήματα του δημοσίου η κυβέρνηση, η οποία την έστησε, έκανε και ότι μπορούσε για να καλύψει τα νώτα των εμπλεκόμενων. Νομοθέτησε τη νομική οχύρωση των στελεχών του ΤΧΣ, θεσπίζοντας σε αυτά ειδικό ακαταδίωκτο, ανεξάρτητα από τη ζημιά που θα προκαλέσουν στο Δημόσιο με τις αποφάσεις τους.
Και πράγματι, το ΤΧΣ, το ταμείο που διαχειρίζεται μεγάλο κομμάτι της δημόσιας περιουσίας και που υποτίθεται φτιάχτηκε από τις μνημονιακές κυβερνήσεις και κάτω από τις οδηγίες της Τρόικα για να βοηθήσει τη σταθεροποίηση του ελληνικού τραπεζικού τομέα, έχει μειώσει την περιουσία του επί κυβέρνησης Μητσοτάκη στο 1/3 της αρχικής. Από 1,8 δισ. ευρώ έχει φτάσει να έχει 600 εκ. ευρώ.
Να απαλλαγούμε από τα παράσιτα
Είναι εξόφθαλμο ότι αν αφαιρέσουμε το πέπλο μυστηρίου, σύνθετων και δυσνόητων όρων που συνοδεύουν την σύγχρονη τραπεζική και χρηματοοικονομική θα βρούμε μόνο σκάνδαλα, διαφθορά και δυσωδία. Το τραπεζικό κεφάλαιο στην Ελλάδα (και όχι μόνο) παίζει έναν όλο και πιο παρασιτικό – για την κοινωνία και την οικονομία – ρόλο.
Για να ανασάνει η κοινωνία και η οικονομία, αλλά και για να διασωθούν οι θέσεις εργασίας στον κλάδο των τραπεζοϋπαλλήλων απαιτείται:
- Να ανοίξουν άμεσα τα βιβλία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, να καταργηθεί η νομική ασυλία που απολαμβάνουν οι διοικήσεις ΤΧΣ και Τραπεζών.
- Να περάσει το τραπεζικό σύστημα σε δημόσια ιδιοκτησία χωρίς αποζημίωση των ιδιωτών μεγαλομετόχων.
- Να εφαρμοστούν θεσμοί εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, δημοκρατίας και διαφάνειας στην λειτουργία του τραπεζικού συστήματος.
- Να σχεδιαστεί πρόγραμμα μαζικών δημοσίων επενδύσεων σε Υγεία, Παιδεία, υποδομές, μεταφορές, ενέργεια, μεταποίηση, γεωργία, τεχνολογία, βιομηχανία, κτλ. στηριγμένο σε χαμηλότοκα και μακράς διάρκειας τραπεζικά δάνεια, πάντα με σεβασμό στο περιβάλλον με στόχο τη ριζική αναβάθμιση των εργασιακών σχέσεων, την ευημερία της κοινωνίας και τις ανάγκες της μεγάλης εργαζόμενης πλειοψηφίας αντί της μικροσκοπικής παρασιτικής ελίτ που θησαυρίζει σε βάρος της κοινωνίοας.