«Όπως η κυβέρνηση δίνει τη μάχη για την υγεία όλων, το ίδιο μεθοδικά εργάζεται και για την ευημερία όλων.»
Αυτή ήταν μια από τις φράσεις του Κ. Μητσοτάκη στη Βουλή στις 25/11, κατά τη συζήτηση νομοσχεδίου του Υπουργείου Εργασίας που αφορά σε έκτακτα μέτρα ενίσχυσης ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, ανέργων κλπ. Στόχος των πρωθυπουργικών δηλώσεων ήταν πιθανά να δημιουργήσουν εντυπώσεις για την επίδειξη κοινωνικής ευαισθησίας από τη μεριά της κυβέρνησης. Ωστόσο, το σενάριο ότι «θα κάνει τα ίδια» στο πεδίο της εργασίας, της αντιμετώπισης της ανεργίας, του ασφαλιστικού κλπ, με τον ίδιο τρόπο που διαχειρίστηκε την υγειονομική κρίση, μόνο τρόμο και οργή μπορεί να προκαλέσει.
Το πλάνο
Αρχές του 2020 η κυβέρνηση αποφάσισε τη συγκρότηση «επιτροπής ειδικών» με στόχο τη σύνταξη ενός «Σχεδίου Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία». Πρόεδρος αυτής της Επιτροπής ορίστηκε ο Χρ. Πισσαρίδης και μαζί με άλλους «διεθνούς φήμης», «διακεκριμένους» και υποτίθεται «πολιτικά ανεξάρτητους» επιστήμονες, ανέλαβαν αυτό το έργο. Με το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού –και μετά το σχετικά ομαλό 1ο κύμα στην Ελλάδα– η κυβέρνηση έπαιξε πιο δυναμικά το «χαρτί» των ειδικών, λέγοντας ότι όπως ακούσαμε τους ειδικούς και ξεπεράσαμε με τις λιγότερες απώλειες το 1ο κύμα της υγειονομικής κρίσης, τώρα πρέπει να ακούσουμε και τους ειδικούς στην οικονομία.
Όπως θα δούμε παρακάτω, αυτή η επιτροπή δεν έχει να πει τίποτα καινοτόμο και τίποτα που να προκαλεί οποιαδήποτε έκπληξη. Το μόνο που προτείνει είναι το πώς θα χειροτερεύσουν ακόμη περισσότερο οι συνθήκες για τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τη νεολαία, τους συνταξιούχους, τους μικροεπαγγελματίες προς όφελος των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων και του κεφαλαίου.
Χτύπημα ανεργιακού επιδόματος
Μια από τις «τομές» που προτείνουν οι «σοφοί» οικονομολόγοι, λοιπόν, αφορά στην αλλαγή του τρόπου υπολογισμού του επιδόματος ανεργίας.
Η πρόταση αφορά στη μείωση της χρονικής διάρκειας στο μισό (από 12 σε 6 μήνες), αλλά και την αποσύνδεσή του από το βασικό μισθό – να ορίζεται πλέον στο 55% του μέσου μηνιαίου μισθού των 3 τελευταίων ετών.
Δηλαδή ο κάθε άνεργος θα παίρνει ένα διαφορετικό ποσό, ανεξάρτητα από τις ανάγκες του και βέβαια για να καταφέρει να το πάρει θα πρέπει να αποδεικνύει ότι αναζητά επίμονα εργασία και να επανακαταρτίζεται. Αντίστοιχες πολιτικές «αποδείξεων» που εφαρμόστηκαν στη Γερμανία δείχνουν το πόσο δύσκολο έως και εξευτελιστικό μπορεί να είναι αυτό για έναν άνεργο.
Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 1 στους 3 εργαζόμενους σήμερα λαμβάνει μηνιαίες αποδοχές μικρότερες από τον κατώτατο μισθό, αυτή η πρόταση, οδηγεί και στη μείωση του ποσού που σήμερα παρέχεται ως ανεργιακό επίδομα (πέρα από τη χρονική μείωση του επιδόματος).
Παράλληλα με την «απόδειξη» της αναζήτησης εργασίας, οι άνεργοι θα πρέπει να παρακολουθούν υποχρεωτικά προγράμματα κατάρτισης, τα οποία θα είναι μεν δωρεάν για τους ίδιους, αλλά το κράτος θα αναθέτει σε ιδιωτικά κέντρα την υλοποίησή τους. Πρόκειται δηλαδή για απλόχερη χρηματοδότηση ιδιωτικών κέντρων κατάρτισης, μια πρόταση που έρχεται μόλις λίγους μήνες μετά το σκάνδαλο «Σκόιλ Ελικίκου», που η κυβέρνηση έτρεξε να μαζέψει άρον-άρον. Αυτό μας δίνει μια σαφή εικόνα για το τι είδους κατάρτιση μπορούμε να περιμένουμε.
Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, η επιτροπή προτείνει οι άνεργοι να κάνουν «πρακτική άσκηση» σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και να αμείβονται από την κυβέρνηση με τον κατώτατο μισθό. Πράγμα που σημαίνει τσάμπα εργατικό δυναμικό για τις επιχειρήσεις, χωρίς να υπάρχει καμία δέσμευση για μελλοντική πρόσληψή τους!
Χτύπημα βασικού μισθού – κατάργηση συλλογικών συμβάσεων
Κι αν στο σημείο αυτό σκεφτεί κανείς ότι «εντάξει, αλλά μπορεί ο βασικός μισθός μέσα από τις διεκδικήσεις των εργαζομένων να αυξηθεί σε αξιοπρεπή επίπεδα», η επιτροπή Πισσαρίδη έρχεται να μας επαναφέρει στην νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα.
Ο κατώτατος μισθός προτείνεται να καθορίζεται από «Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων» κάθε τρία χρόνια, ενώ αυτή η απόφαση να είναι δεσμευτική για την κυβέρνηση.
Δηλαδή, μια μη εκλεγμένη επιτροπή να αποφασίζει ερήμην των εργαζομένων – παρακάμπτοντας τους αγώνες και τις διεκδικήσεις τους από κυβέρνηση και εργοδοσία.
Ούτε καν οι «συλλογικές συμβάσεις» που υπογράφονται από τα συνδικάτα των εργαζομένων και τους εργοδότες δεν θα έχουν καμία αξία – η επιτροπή εμπειρογνωμόνων τις καταργεί.
Ούτε στα πιο ευφάνταστά τους όνειρα δεν θα είχαν τέτοιες επιδιώξεις οι εργοδότες και το κεφάλαιο, αλλά εμφανίστηκε μια «ανεξάρτητη» επιτροπή «σοφών» οικονομολόγων να τους τις εκπληρώσει…
Ασφαλιστικό
Το ασφαλιστικό είναι ένα ακόμα βασικό σημείο που θίγει το πόρισμα της επιτροπής. Οι προτάσεις της κινούνται στην κατεύθυνση της μείωσης των εργοδοτικών εισφορών και στην ανάπτυξη της ιδιωτικής ασφάλισης, μέσω του «κεφαλαιοποιητικού συστήματος».
Ξεκινούν από την παραδοχή ότι υπάρχουν όρια στο σημερινό σύστημα λόγω του «δημογραφικού προβλήματος» που επηρεάζει την αναλογία εργαζομένων/συνταξιούχων. Βέβαια, δεν γίνεται κανένας λόγος για το ποιος οδήγησε στις διαρκείς μειώσεις των μισθών την τεράστια ανεργία και τη μαζική μετανάστευση περίπου 500.000 κυρίως νέων, με αποτέλεσμα να βαθύνει δραματικά η κρίση των ασφαλιστικών ταμείων.
Ούτε βέβαια υπάρχει αναφορά στη ληστεία των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών, ούτε για το γεγονός ότι μετά από τρία μνημόνια και πάνω από δέκα μειώσεις στις συντάξεις, οι Ελληνες συνταξιούχοι έχασαν το ιλιγγιώδες ποσό των 63 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η «απάντηση» της επιτροπής σε αυτό το πρόβλημα είναι το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, δηλαδή η ατομική αποταμίευση κάθε ασφαλισμένου, όπως και η επιλογή ιδιωτικής ασφάλισης για όσους έχουν τη δυνατότητα. Για τους χαμηλόμισθους αυτό θα σημαίνει ακόμα πιο χαμηλές συντάξεις πείνας από αυτές που παίρνουν τώρα.
Παράλληλα, λόγω της μείωσης των εργοδοτικών εισφορών προς τα ασφαλιστικά ταμεία, θα προκύψει ένα τεράστιο χρηματοδοτικό κενό, της τάξης των 60 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο αντί να το πληρώσουν οι εργοδότες –ως όφειλαν– θα μετακυλήσει στην οικονομία, δηλαδή θα το πληρώσουν και πάλι οι εργαζόμενοι.
Σε ένα παράδειγμα που χρησιμοποιεί η έκθεση για να πείσει για την αναγκαιότητα των παραπάνω, αναφέρει έναν εργαζόμενο άνω των 1.000 ευρώ και τα «υπέρογκα» ποσά που καλείται να πληρώσει ένας εργοδότης. Σήμερα όμως στην Ελλάδα, το 70% των εργαζομένων αμείβονται με μηνιαίο μισθό κάτω από 1.000 ευρώ (μικτά). Αυτό δεν φαίνεται να απασχολεί την «επιτροπή των σοφών». Για την πλειοψηφία των εργαζομένων και των συνθηκών στις οποίες ζουν, ούτε λέξη. Μοναδικός στόχος των «καινοτόμων προτάσεων» των Πισσαρίδη και Σία είναι οι ελαφρύνσεις στο κεφάλαιο από εισφορές και φόρους και βέβαια φθηνότερο εργατικό κόστος!
Υγεία – Παιδεία
Εν μέσω πανδημίας, με τις ΜΕΘ γεμάτες και τα νοσοκομεία στα όριά τους, το προσωπικό ελάχιστο και εξαντλημένο, μάλλον δεν ήταν αρκετές οι 250 σελίδες της έκθεσης για να συμπεριλάβουν κάποια πρόταση για την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Το μόνο που είχαν να αναφέρουν οι «σοφοί» που ανέλαβαν τη σωτηρία μας, ήταν το να εφαρμοστεί κάποιο «σύστημα παρακολούθησης κόστους και αξιολόγησης»…
Η απουσία επαφής της επιτροπής με την πραγματικότητα επιβεβαιώνεται και στον τομέα της Παιδείας, όπου οι προτάσεις της είναι εφιαλτικές. Προτείνει συγχώνευση σχολικών μονάδων, χρηματοδότηση των ΑΕΙ με ανταποδοτικά κριτήρια και στροφή των ΑΕΙ σε προγράμματα σε συνεργασία με την επιχειρηματική κοινότητα.
Για την χρηματοδότηση των σχολικών μονάδων προτείνεται επίσης να γίνει σε συνάρτηση με την επίτευξη στόχων πράγμα που θα οδηγήσει σε ανισομερή κατανομή πόρων που θα επηρεάσει και την εκπαιδευτική διαδικασία.
Προτείνουν ένα ακόμη πιο συγκεντρωτικό σύστημα με συγχώνευση σχολικών μονάδων και «αύξηση του μεγέθους των τάξεων με αύξηση του ελάχιστου αριθμού μαθητών ανά τάξη» (σελ.84 της Έκθεσης).
Τέλος, για τα πανεπιστήμια και τους φοιτητές/τριες επαναφέρει ακραίες νεοφιλελεύθερες προτάσεις, όπως τη θέσπιση φοιτητικών δανείων στα πλαίσια της φοιτητικής μέριμνας (!) αλλά και την επιβολή διδάκτρων (με τη μορφή τέλους επανεγγραφής) για όσους/ες ξεπερνούν τον ελάχιστο χρόνο σπουδών.
Πρόκειται για προτάσεις που αν εφαρμοστούν θα οδηγήσουν στο να μπορούν να σπουδάζουν μόνο όσοι έχουν τα χρήματα να το κάνουν, ενώ επεκτείνεται ακόμα περισσότερο η λειτουργία των ΑΕΙ με όρους αγοράς.
Να μείνει στα χαρτιά
Μια έκθεση με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, δεν θα μπορούσε να μην συμπεριλάβει και τις προτάσεις υπέρ των επενδύσεων του μεγάλου κεφαλαίου. Οι πιο πολλές από αυτές αφορούν την επίσπευση «μεταρρυθμίσεων» που αποτελούν μνημονιακές υποχρεώσεις, με επίκεντρο αυτές που αφορούν την ενέργεια και το περιβάλλον, την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, των μεγάλων έργων (π.χ. βιομηχανικού τύπου εγκαταστάσεις ανεμογεννητριών) κλπ.
Το τελικό πόρισμα της «Επιτροπής Πισσαρίδη» από τη μία σερβίρει μια ξαναζεσταμένη σούπα νεοφιλελεύθερων μέτρων, από την άλλη κλιμακώνει την επίθεση στα εργασιακά, στα δικαιώματα των ανέργων, στο ασφαλιστικό, την Υγεία, την Παιδεία, ακόμα και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Όσο κι αν η κυβέρνηση μιλάει για ένα σχέδιο ειδικών που δεν αποτελεί πολιτικό ή κυβερνητικό πρόγραμμα, στην ουσία είναι πλήρως εναρμονισμένο με την κυβερνητική πολιτική, τόσο στην οικονομία όσο και στα εργασιακά, εξυπηρετώντας ολοκληρωτικά και απόλυτα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου.
Το εργατικό κίνημα και η ανατρεπτική Αριστερά πρέπει να παλέψουν με νύχια και δόντια για να μείνουν στα χαρτιά οι προτάσεις των πληρωμένων υπηρετών του μεγάλου κεφαλαίου που παριστάνουν τους σοφούς.