Σχόλιο του «Ξ»
Οι φετινές κινητοποιήσεις για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου διοργανώθηκαν σε πείσμα της κυβέρνησης, μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατίας και λάσπης ενάντια στο κίνημα και την Αριστερά. Παρόλα αυτά, η απαγόρευση των συναθροίσεων άνω των τριών ατόμων, που μάλιστα επιβλήθηκε με απόφαση του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ., έσπασε στην πράξη! Η 17η Νοέμβρη του 2020 θα μείνει στην ιστορία σαν η μέρα κατά την οποία η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θέλησε να επιβάλει νεκρική σιγή και απόλυτη πειθαρχία και απέτυχε θεαματικά!
Στην Αθήνα οι συγκεντρώσεις του ΚΚΕ και των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς έγιναν τηρώντας όλα τα μέτρα προστασίας από τον κορονοϊό αλλά υπέστησαν άγρια καταστολή, δακρυγόνα, ξύλο και συλλήψεις, ενώ το κέντρο της πόλης, γεμάτο από ΜΑΤ, οχήματα της ΕΛΑΣ και αύρες, θύμιζε σκηνές από πολεμικές ταινίες.
Πολύς κόσμος που δεν τα κατάφερε να φτάσει στο κέντρο, κρέμασε πανό στις γειτονιές ή διοργάνωσε άλλες συμβολικές δράσεις. Στη Θεσσαλονίκη μια υποδειγματική τόσο από υγειονομική άποψη όσο και από μαχητικότητα συγκέντρωση, περικυκλώθηκε για ώρες από την αστυνομία, η οποία προχώρησε σε αναίτιες συλλήψεις και επιβολή προστίμων.
Όλη αυτή την αγριότητα, το μένος απέναντι στον κόσμο των κινημάτων και της Αριστεράς, η κυβέρνηση την έντυσε με τον μανδύα της προστασίας από την πανδημία και της τήρησης των υγειονομικών μέτρων. Η πραγματικότητα τους διέψευσε με ξεκάθαρο τρόπο! Στις συγκεντρώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου, τα μέτρα προστασίας (μάσκες, αποστάσεις, κλπ) τηρήθηκαν ευλαβικά. Αυτή που έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να διαδώσει τον κορονοϊό, ήταν η ίδια η αστυνομία.
Αρχικά, στην Αθήνα στείλανε αστυνομικούς από όλη τη χώρα, χωρίς βέβαια να έχουν προηγηθεί τεστ, στοιβαγμένους τον έναν πάνω στον άλλο μέσα στα λεωφορεία της ΕΛ.ΑΣ. Κανείς δεν ξέρει πόσοι από αυτούς μπορεί να ήταν ασυμπτωματικοί φορείς του κορονοϊού, πάντως είναι χαρακτηριστικό ότι μια διμοιρία από τη Λαμία αναγκάστηκε να επιστρέψει άρον – άρον, μετά από εντοπισμό κρούσματος ανάμεσα στα μέλη της. Σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, οι φύλακες του νόμου, της τάξης και υποτίθεται της δημόσιας υγείας, πιάστηκαν πολλές φορές από το φακό να κυκλοφορούν κολλητά ο ένας στον άλλο χωρίς μάσκα. Όταν ξεκίνησαν δε τις επιθέσεις, υποχρέωσαν τους συγκεντρωμένους να ξεχάσουν μάσκες και αποστασιοποίηση είτε τρέχοντας για να γλυτώσουν είτε πέφτοντας ο ένας πάνω στον άλλο, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό στη Θεσσαλονίκη όπου ένα τμήμα των διαδηλωτών ακινητοποιήθηκε περικυκλωμένο για 3 ολόκληρες ώρες.
Η στάση αυτή της κυβέρνησης και της αστυνομίας οδήγησε ακόμη και ανθρώπους που μέχρι και μια μέρα πριν ήταν δύσπιστοι, να καταλάβουν ποιες ήταν οι πραγματικές προθέσεις τους. Η απαγόρευση δεν είχε καμία σχέση με την προστασία από την πανδημία. Πραγματικός τους στόχος ήταν να επιφέρουν ένα ακόμη χτύπημα στο δικαίωμα στη διαμαρτυρία. Ο ίδιος ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη εξάλλου, το παραδέχτηκε ανοιχτά σε συνέντευξή του μια μέρα μετά τα γεγονότα λέγοντας χαρακτηριστικά ότι έχει έρθει η ώρα «να τελειώνει αυτή η υπόθεση με τις διαδηλώσεις οι οποίες καταλύουν και καταργούν πλήρως την κοινωνική ζωή».
Την ίδια περίοδο η κυβέρνηση επιβάλει σκληρά αντεργατικά μέτρα, χτυπάει το οκτάωρο, το δικαίωμα στην απεργία, αφήνει τη δημόσια υγεία και παιδεία στα όρια της διάλυσης, αρνείται να παρέχει ουσιαστική στήριξη στους εργαζόμενους που πλήττονται σκληρά από την καραντίνα, γεμίζει τα σχολεία κάμερες αντί να μειώσει τον αριθμό των μαθητών ανά τάξη, ενώ παράλληλα χαρίζει σε φίλους επιχειρηματίες υπέρογκα ποσά.
Για να ολοκληρώσει με επιτυχία όλες αυτές τις επιθέσεις ενάντια στην κοινωνία, ο περιορισμός των δημοκρατικών δικαιωμάτων και του δικαιώματος στη διαμαρτυρία της είναι απαραίτητος. Μόνο που, όπως έδειξε ο φετινός εορτασμός της επετείου του Πολυτεχνείου, αυτή η «μέθοδος» μπορεί να φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, εξοργίζοντας ακόμη περισσότερο τους εργαζόμενους και τη νεολαία, που υφίστανται καθημερινά τις επιπτώσεις αυτών των πολιτικών.
Μέσα σε αυτή τη ζοφερή εικόνα της καταστολής, της υποκρισίας και των απαγορεύσεων, το γεγονός ότι το κίνημα απάντησε μαχητικά, αποτελεί σίγουρα σημαντική ελπίδα, αλλά και τη βάση πάνω στην οποία μπορούμε να χτίσουμε τις αντιστάσεις μας από δω και πέρα.