Σε νέα επίπεδα καταστολής και επίθεσης στα δημοκρατικά δικαιώματα έχει περάσει πλέον η κυβέρνηση. Μετά την ψήφιση του νόμου για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, κατά τη διάρκεια της οποίας οι δυνάμεις καταστολής επιδόθηκαν σε ένα ρεσιτάλ αγριότητας ενάντια στον κόσμο που βγήκε στο δρόμο παλεύοντας για την ανατροπή του, η αστυνομία και η «ανεξάρτητη» Δικαιοσύνη συνεχίζουν να παίζουν ανοιχτά το ρόλο του υπερασπιστή των κυβερνητικών πολιτικών.
Στις 9/7, ημέρα ψήφισης του νόμου, οι εικόνες με τα μηχανάκια της ομάδας Δράση να κυνηγάνε διαδηλωτές πάνω στα πεζοδρόμια δεν άφησαν καμία αμφιβολία για τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύει η κυβέρνηση να υπερασπιστεί τις πολιτικές της απέναντι στο κίνημα. Τις επόμενες μέρες, η τάση όξυνσης της καταστολής επιβεβαιώθηκε, με την αστυνομία να δείχνει την ίδια αγριότητα απέναντι σε ανθρώπους του αντιρατσιστικού κινήματος, που επιχείρησαν να υπερασπιστούν τις οικογένειες προσφύγων της πλατείας Βικτωρίας που μπήκαν στο στόχαστρο ακροδεξιών.
Βία, κατασκευασμένες κατηγορίες και τα «απαγορευμένα Εξάρχεια»
Αυτή τη φορά, ήταν οι Α. Τιτκώβ και Θ. Λάλος, μέλη της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε, αυτοί που υπέστησαν την ακραία βία της ομάδας Δράση. Μετά τον άγριο ξυλοδαρμό τους από τους αστυνομικούς που τους συνέλαβαν οδηγήθηκαν στον ανακριτή, ενώ αφέθηκαν τελικά ελεύθεροι την επόμενη μέρα με βαριές κατηγορίες (ένα κακούργημα και δυο πλημμελήματα) αλλά και ανήκουστους περιοριστικούς όρους: τους απαγορεύουν να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δημόσια συνάθροιση (δηλαδή συγκέντρωση ή διαδήλωση) και να κυκλοφορούν στα Εξάρχεια (από Ασκληπιού μέχρι Αλεξάνδρας και Πατησίων) μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.
Πρόκειται όχι απλά για πρωτοφανή μέτρα στέρησης βασικών δημοκρατικών δικαιωμάτων, αλλά και για καταπάτηση του Συντάγματος, προκειμένου να τρομοκρατηθούν δυο νέοι άνθρωποι που αγωνίζονται για μια ανθρώπινη κοινωνία, όπως εξηγεί η δικηγόρος τους.
Όσο για το κατηγορητήριο, το βίντεο που έχει κάνει τον γύρο του διαδικτύου με τους αστυνομικούς να «φυτεύουν» αποδεικτικά στοιχεία στο σακίδιο του Α. Τιτκώβ, δείχνει με πεντακάθαρο τρόπο πως στήνονται οι κακουργηματικές κατηγορίες από την ελληνική αστυνομία και δικαιοσύνη.
Και ο «αγανακτισμένος» Μπογδάνος
Εκτός όμως από τη βία, την αστυνομία και τα δικαστήρια, τις στημένες κατηγορίες ενάντια σε ανθρώπους του κινήματος, η κυβέρνηση της ΝΔ δίνει τη μάχη και στο επίπεδο του δημόσιου λόγου – αν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «λόγος» το ακροδεξιό παραλήρημα του Μπογδάνου. Ένα από τα καλύτερα όπλα της κυβέρνησης αυτή την περίοδο, είναι ένας πρώην «δημοσιογράφος», που αφού βρέθηκε στην ίδια συγκέντρωση με κάθε λογής φασίστες, δίπλα στον «σοβαρό» Κασιδιάρη που κατηγορείται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, προσπάθησε να φιμώσει τους πραγματικούς δημοσιογράφους, προκειμένου να μη γίνουν γνωστά τα γεγονότα γύρω από την αντιφασιστική συγκέντρωση.
Ο Μπογδάνος ξεκίνησε την προσπάθεια αστυνόμευσης της ελευθερίας του λόγου, με την Ελευθερία Κουμάντου, δημοσιογράφο του ραδιοφωνικού σταθμού Αθήνα 9.84 και μέλος του Godlen Dawn Watch. Μέσω twitter, ζήτησε «εξηγήσεις» από το σταθμό, για το ρεπορτάζ της Ε. Κουμάντου, υπονοώντας ότι μάλλον θα πρέπει να απολυθεί, προκειμένου να εξοικονομηθούν τα χρήματα των δημοτών. Στη συνέχεια επιτέθηκε στο δημοσιογράφο Νίκο Μπογιόπουλο, απειλώντας τον και πάλι μέσω twitter, ότι «έρχεται η σειρά του». Τι θα του κάνει άραγε; Όλα τα παραπάνω προκάλεσαν το ειρωνικό σχόλιο της Ε. Ακρίτα, χάρη στο οποίο το παραλήρημα του Μπογδάνου συνεχίστηκε με μήνυση εναντίον της. Το όλο σκηνικό θα ήταν πραγματικά ξεκαρδιστικό, αν στο βάθος του δεν ήταν επικίνδυνο.
Η τρομοκρατία να πέσει στο κενό
Αυτό το παραλήρημα κρύβει πίσω του την καθαρή πρόθεση να κυνηγηθεί μέχρις εσχάτων κάθε διαφορετική φωνή, να φιμωθεί και να τρομοκρατηθεί κάθε άνθρωπος που έχει άλλη άποψη, ή προσπαθεί να παρουσιάσει δημόσια την πραγματικότητα. Όλα τα παραπάνω εντάσσονται στο συνολικότερο πλαίσιο της προσπάθειας της κυβέρνησης να καταστείλει τα κινήματα και τις φωνές αντίστασης, τώρα που η κοινωνία βρίσκεται ακόμα μουδιασμένη κάτω από το βάρος των ηττών των προηγούμενων χρόνων και της χρεοκοπημένης ηγεσίας των κεντρικών συνδικάτων, αλλά και της πανδημίας που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ξέρουν ότι αυτό δε μπορεί να κρατήσει για πάντα και ότι αργά ή γρήγορα, οι πολιτικές που εφαρμόζουν θα ξαναβγάλουν τον κόσμο στο δρόμο. Έτσι, προετοιμάζονται για τις επόμενες μάχες, θέτοντας από νωρίς τόσο το νομικό, όσο και το ιδεολογικό πλαίσιο της άγριας καταστολής κάθε αντίστασης.
Οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι φτωχοί, η νεολαία, η κοινωνία στο σύνολό της πρέπει να φοβάται να αντιδράσει και να μάθει να υπομένει όλα όσα της ετοιμάζουν. Αυτές οι νέες επιθέσεις στα δικαιώματα και τις ελευθερίες μας δε μπορούν να μείνουν αναπάντητες. Το επόμενο διάστημα, πρέπει να ενταθεί η προσπάθεια να οργανώσουμε τις αντιστάσεις μας και να ανατρέψουμε στην πράξη τον τρόμο που προσπαθούν να σπείρουν.