Σαν σήμερα, στις 14 Φλεβάρη του 1884 γεννήθηκε ο ποιητής Κώστας Βάρναλης. Με αυτή την αφορμή αναδημοσιεύουμε παλιότερο άρθρο του σ. Αλέξανδρου Πραντούνα για τη ζωή και το έργο του.
«Φτωχέ σου μάραναν κόποι και πόνοι τη θέληση αβουλη πιομένο αφιόνι! Aν είναι ο λάκος σου πολύ βαθύς χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς».
«Η Καμπάνα»
Σήμερα, 14 Φλεβάρη, συμπληρώνονται 137 χρόνια από την γέννηση του ποιητή Κώστα Βάρναλη. Ο ποιητής γεννήθηκε στον Πύργο της Ανατολικής Βουλγαρίας περιοχή που εκείνη την εποχή ελληνοκρατούνταν. Η οικογένεια του Βάρναλη ήταν πολύ φτωχή, θεοσεβούμενη, ενώ εμφορούνταν από εθνικιστικές αξίες.
Αφού τέλειωσε με πολλές δυσκολίες και με την οικονομική βοήθεια του μεγαλύτερου αδελφού του το σχολείο, πήρε υποτροφία για το Πανεπιστήμιο της Αθήνας.
Το 1902 πήγε στην Αθήνα για σπουδές όπου έδειξε αμέσως ενδιαφέρον για τη δημοτική γλώσσα, και συμμετείχε ενεργά στο δημοτικιστικό κίνημα.
Τα πρώτα χρόνια ως εκπαιδευτικός
Ο Βάρναλης τελειώνει τις σπουδές του το 1908 και διορίζεται δάσκαλος του Σχολαρχείου, σχολάρχης (διευθυντής) και καθηγητής σε διάφορες περιοχές.
Αυτήν την περίοδο ο ποιητής ανοίγει ένα καινούργιο παράθυρο προς τον κοινωνικό περίγυρο: ενδιαφέρεται ειλικρινά για την παιδεία του λαού του και γίνεται άξιος δάσκαλος, φροντίζοντας με αίσθημα ευθύνης το μαθητή. Πολλές μαρτυρίες το βεβαιώνουν, είναι όμως και οι καταγγελίες που γινόντουσαν εναντίον του από τους στυλοβάτες του «ελληνοχριστιανικού» κατεστημένου και τους γλωσσαμύντορες.
Παρίσι, το σημείο-καμπή
Ο Βάρναλης πήγε τρεις φορές στο Παρίσι και τρεις ξαναγύρισε, πάντα φτωχότερος στη τσέπη, πλουσιότερος όμως πνευματικά. Εκεί ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την αντιπολεμική λογοτεχνία που μεσουρανούσε εκείνη την εποχή και τις ριζοσπαστικές ιδέες.
Αντικρίζοντας τις συνέπειες του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου στον απόηχο της Οκτωβριανής Επανάστασης, καταλάβαινε και την πραγματική αιτία όλων γενικά των κερδοσκοπικών πολέμων. Έβλεπε την «αιμοβορία των νικητών κεφαλαιούχων, που ζητούσανε να γδάρουνε ως το κόκκαλο τους νικημένους λαούς», δικαιολογημένα αφού γι’ αυτό είχαν βάλει τους δικούς τους λαούς να σκοτωθούν!
Ελλάδα, ξανά καθηγητής, οι διώξεις, η απόλυση
Στα 1924, όταν ο Βάρναλης γύρισε για δεύτερη φορά από το Παρίσι και εργάστηκε στην Παιδαγωγική Ακαδημία, κάτω από την διεύθυνση του Δημήτρη Γληνού. Σύντομα η Παιδαγωγική Ακαδημία έκλεισε, ο Γληνός απολύθηκε, ενώ ο Κώστας Βάρναλης τιμωρήθηκε με εξάμηνη αργία!
Ύστερα από όλα αυτά, ο Βάρναλης αποφασίζει να μην πάει στην έδρα του (Γυμνάσιο Χανίων) μετά την ποινή και βέβαια απολύεται οριστικά. Στην συνέχεια εργάζεται ως χρονογράφος, επιφυλλιδογράφος και δημοσιογράφος για να βιοποριστεί.
Περίπου στα τέλη της δεκαετίας του 1920 γίνεται μέλος του ΚΚΕ έως τον θάνατο του. Το 1929 παντρεύτηκε την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου, με την οποία έζησαν μαζί ως το τέλος της ζωής του. Το 1934, συμμετέχει μαζί με τον Δημήτρη Γληνό, στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στην Μόσχα. Λίγο μετά την επιστροφή του το 1935 εξορίζεται στην Μυτιλήνη και στον Αη-Στρατή. Παρ’ όλο που αυτή ήταν η μοναδική εξορία της ζωής του, ζούσε πάντα στην ανασφάλεια με «μια βαλίτσα πάντα έτοιμη» καθώς έλεγε. Μετά την απελευθέρωσή του και μέχρι το 1947, συνεργάζεται με την «Αυγή». Το 1959 του απονέμεται το Βραβείο Λένιν για την ειρήνη. Το 1967 η Χούντα τον συλλαμβάνει πολύ ηλικιωμένο πια και τον οδηγεί στην Ασφάλεια. Ο Κ. Βάρναλης φεύγει απ’ την ζωή στις 16 Δεκέμβρη του 1974 και η κηδεία του μετατρέπεται σε λαϊκό προσκύνημα
Η ποίηση του Βάρναλη
Ο Κώστας Βάρναλης είναι κύρια γνωστός για την δεύτερη περίοδο του έργου του, την πολιτική, την επαναστατική. Πολλοί άνθρωποι ακόμα δεν ξέρουν καν πως υπήρξε και μια πρώτη περίοδος εντελώς διαφορετική, τόσο για τον ίδιο τον ποιητή και τις πεποιθήσεις του, όσο και για το έργο του.
Η ποίηση του Βάρναλη ως το 1919 δεν παρουσιάζει τίποτα που να προμηνάει την μετέπειτα πολιτική και καλλιτεχνική του πορεία.
Όμως κάτω από την επίδραση της Οκτωβριανής Επανάστασης και του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Βαρνάλης στράφηκε προς τον μαρξισμό και συνέθεσε ποιήματα που υμνούσαν την εργατική τάξη, τους αγώνες και τις αγωνίες της.
Κι όπως ο Παλαμάς είναι το αστικοδημοκρατικό πρότυπο του ποιητή – πνευματικού οδηγού της φυλής, ο Βάρναλης γίνεται ο συνοδοιπόρος των προλεταρίων και της εργατικής τάξης. Ο ποιητής πλαστουργός μιας «νιας ζωής» που με το όραμα και τον αγώνα μεταμορφώνει τις συνειδήσεις και τις διαπαιδαγωγεί.
«Το φως που καίει», η οριστική στροφή
Στα 1922 παρουσιάζει την ποιητική συλλογή «Το φως που καίει». Η εν λόγω ποιητική συλλογή τυπώθηκε, για λόγους προφύλαξης, μακριά από την Αθήνα, στην Αλεξάνδρεια, και με ψευδώνυμο (Δήμος Τανάλιας). Για πρώτη φορά ίσως στα ελληνικά γράμματα η ιδεολογία της εργατικής τάξης παίρνει ποιητική μορφή.
Ο Βάρναλης από εκείνη την εποχή και μετά αποτελεί έμπνευση για τους μικρούς και τους μεγάλους αγώνες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων που στο έργο του βλέπουν με σοκαριστικό τρόπο την αλήθεια για την μιζέρια στην οποία ζουν βυθισμένοι (Οι Μοιραίοι, Ο Κωνσταντής) την παρακμή της άρχουσας τάξης και τον τρόπο που επιβάλει την ιδεολογία της στα λαϊκά στρώματα (Το τραγούδι του τρελού) και την επαναστατική προοπτική των αγώνων τους (Η μπαλάντα του κυρ-Μέντιου).
Τα γνωστότερα έργα του
Ο Βάρναλης σύντομα απέκτησε φανατικούς θαυμαστές στους κόλπους των εργαζομένων και της προοδευτικής διανόησης και φανατικούς εχθρούς στους κόλπους της άρχουσας τάξης και των διανοούμενων – υπηρετών της .
Μοιραία όμως τα ποιήματα του που έγιναν πιο γνωστά και δημοφιλή μέχρι τις μέρες μας είναι αυτά που μελοποιήθηκαν.
Η μπαλάντα του Αντρίκου και βέβαια Οι Μοιραίοι που συνέθεσε ο Μ. Θεοδωράκης και ερμήνευσε ο Γ. Μπιθικώτσης, Η μπαλάντα του κυρ-Μέντιου που ερμήνευσε συγκλονιστικά ο Ν. Ξυλούρης, Ο Οδηγητής σε σύνθεση Χ. Λεοντή και ερμηνεία της Α. Μάνου, Το τραγούδι του τρελού που συνέθεσε ο Ν. Μαμαγκάκης και ερμήνευσε η Μ. Δημητριάδη.
Το πιο γνωστό ίσως από τα ποιήματα του -και ένα από τα συγκλονιστικότερα- άργησε πολύ να βρει τον δρόμο της μελοποίησης. Μόλις το 1998 το χιπ χοπ συγκρότημα Active Member μελοποίησε την Καμπάνα δίνοντας της νέα πνοή και φέρνοντας σε επαφή τη νέα γενιά με τους επαναστατικούς στίχους του ποιητή.