Του Χρήστου Κεφαλή*
Με αναλυτικό κείμενό του, «Μια απάντηση σε μια απάντηση (το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του;)», απάντησε ο σ. Λιόσης σε πρόσφατη κριτική μου σε άρθρο του στην Ίσκρα για το θέμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.[1]
Στο άρθρο μου επέκρινα κυρίως τον σ. Λιόση για μια υποτίμηση των κινδύνων από τη μεριά του ελληνικού εθνικισμού και για μια λάθος έμφαση όταν θέτει σε πρώτο πλάνο σήμερα το ζήτημα της στάσης σε ένα ενδεχόμενο ελληνοτουρκικό πόλεμο, ενώ το κύριο ζήτημα, ενόψει μιας διαφαινόμενης τέτοιας απειλής, είναι ο αγώνας για την αποτροπή του πολέμου.
Στην απάντησή του, ο σ. Λιόσης υποδεικνύει μια πληθώρα λάθη μου. Αυτό είναι ευχάριστο, γιατί αν μπορεί κανείς τόσο εύκολα να ανακαλύπτει τα λάθη κάποιου, μπορεί να ελπίζεται ότι θα υποδεικνύει εξίσου καλά τα σωστά πράγματα για το κίνημα και το κίνημα θα αρχίσει να προοδεύει. Θα σταθώ συνοπτικά σε μερικές ανακρίβειες ή αστοχίες της κριτικής του, για να αναφερθώ στο πιο βασικό θέμα του ελληνικού εθνικισμού στο τέλος.
- Ο σ. Λιόσης παραθέτει ως εξής ένα απόσπασμα από το άρθρο μου: «“Δεν είναι πιθανή η ελληνοτουρκική σύρραξη” ισχυρίζεται ο ΧΚ».
Όποιος όμως διαβάσει την πλήρη φράση στο άρθρο θα δει ότι λέει κάτι αρκετά διαφορετικό:
«Σήμερα, για παράδειγμα –χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί απόλυτα– μια ελληνοτουρκική σύρραξη δεν φαίνεται πολύ πιθανή». Παραθέτω μερικούς λόγους για τους οποίους η πολεμική απειλή δεν φαίνεται άμεση –το μέτωπο που έχει ήδη ανοικτό η Τουρκία στο Αφρίν, η ένταση με ΗΠΑ και ΕΕ (στους οποίους θα μπορούσε να προστεθούν και άλλοι, όπως η αποδιοργάνωση του τουρκικού στρατού μετά το πραξικόπημα)– για να καταλήξω ότι η απειλή μιας ελληνοτουρκικής σύρραξης θα μπορεί, αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, να γίνει ρεαλιστική σε «μερικά χρόνια».
Προφανώς είναι ένα πράγμα να λες ότι μια εξέλιξη δεν είναι άμεσα πολύ πιθανή, και ένα άλλο να λες ότι δεν είναι γενικά καθόλου πιθανή. Στο άρθρο μου λέω το πρώτο, ο σ. Λιόσης όμως, όπως παραθέτει το κείμενο, κάνει να φαίνεται σαν να λέω το δεύτερο.
- Ο σ. Λιόσης διαμαρτύρεται ακόμη ότι του αποδίδω λαθεμένα την άποψη ότι «ένας τυχόν ελληνοτουρκικός πόλεμος θα είναι ιμπεριαλιστικός από τη μεριά της Τουρκίας». Ιμπεριαλιστικές εξ ορισμού είναι οι μεγάλες δυνάμεις, ΗΠΑ, ΕΕ, κοκ, και το να χρησιμοποιούμε αυτό τον όρο για την Τουρκία δημιουργεί σύγχυση.
Εδώ δημιουργείται λίγο η αίσθηση ότι παίζουμε με τις λέξεις. Όλο το άρθρο του σ. Λιόση είναι δομημένο πάνω στη θέση ότι η αστική τάξη της Τουρκίας είναι επιθετική, με βλέψεις επέκτασης στην περιοχή, κοκ. Η χρήση μου του όρου ιμπεριαλισμός έχει την έννοια ακριβώς της επιθετικότητας, του επεκτατισμού, και δεν νοείται με την ίδια έννοια που ήταν ιμπεριαλιστικός ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι τότε και τωρινές μεγάλες δυνάμεις. Προφανώς, υπάρχουν και τοπικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και δεν είναι καθόλου εξωπραγματικό ότι η Τουρκία φιλοδοξεί να εξελιχθεί σε μια τέτοια δύναμη στην περιοχή.
Η έκφραση που ο ίδιος ο Λιόσης χρησιμοποιεί στο άρθρο του, ότι η Τουρκία «φέρει ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά στη συμπεριφορά της» δεν λέει κάτι άλλο. Θα ήταν άραγε πολύ διαφορετικό αν έλεγα, «ένας τυχόν ελληνοτουρκικός πόλεμος θα φέρει ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά από τη μεριά της Τουρκίας»;
- Ο σ. Λιόσης εκτιμά ότι προσπερνώ τα στοιχεία που δείχνουν τις μεγάλες οικονομικές προόδους της Τουρκίας στις δυο τελευταίες δεκαετίες. Παραθέτει μια σειρά ενδιαφέροντα τέτοια στοιχεία για τις επιδόσεις της τουρκικής οικονομίας σε διάφορους κλάδους και στη συνέχεια αναφέρεται στα τωρινά προβλήματά της, όπως η υποτίμηση της τουρκικής λίρας, ο υψηλός πληθωρισμός, το υψηλό και αυξανόμενο χρέος, για να καταλήξει:
«Τίθεται, ωστόσο, ένα ερώτημα: υπάρχει σήμερα χώρα που να μην αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα και επικείμενους κινδύνους; Τα όποια οικονομικά προβλήματα δεν σημαίνουν απαραίτητα και υποχώρηση της επιθετικότητας. Μπορεί να σημαίνουν και το αντίθετο: τα οξυμένα οικονομικά προβλήματα να ωθήσουν σε μία νέα εντεινόμενη επιθετικότητα».
Όλα αυτά είναι σωστά, βέβαια, αλλά παραβιάζουν ανοικτές πόρτες. Στο άρθρο μου αναφέρομαι στις οικονομικές προόδους της Τουρκίας, σημειώνω παραπέρα ότι το μοντέλο στο οποίο βασίστηκαν δείχνει σήμερα να περιέρχεται σε κρίση (όχι με την έννοια, παρεμπιπτόντως, ότι έχει σταματήσει η ανάπτυξη, που συνεχίζεται με ρυθμό 6-7%, αλλά ότι έχουν έρθει στο προσκήνιο οι ανισορροπίες του που απειλούν να γίνουν ανεξέλεγκτες) και καταλήγω ότι ο συνδυασμός αυτών των περιστατικών επιτείνει την επιθετικότητα της τουρκικής αστικής τάξης.
Πού, λοιπόν, βρίσκεται η διαφορά; Ουσιαστικά πρόκειται για την ίδια περίπου σκέψη.
- Ο σ. Λιόσης αναφέρεται στις τάσεις ανεξαρτησίας της τουρκικής αστικής τάξης, προσέγγιση με τη Ρωσία, δική της ατζέντα στη Συρία, κοκ, εκτιμώντας ότι δεν δίνω την οφειλόμενη προσοχή σε αυτή την πλευρά στο άρθρο μου. Είναι μια κατ’ αρχήν σωστή κριτική, έχω όμως μια αίσθηση ότι τείνει να υπερεκτιμά αυτές τις τάσεις.
Η Τουρκία συγκρίνεται γενικά σήμερα με τις αναδυόμενες οικονομίες, και παρά τις σημαντικές οικονομικές προόδους της είναι ακόμη πολύ πίσω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ενδεικτικά το κατά κεφαλή εισόδημα είναι 11.100 $, όταν της Ελλάδας είναι 18.600$. Ένα σημαντικό μέρος της ανάπτυξής της δεν οφείλεται σε εγχώρια κεφάλαια, αλλά σε μεταφορά μεταποιητικών δραστηριοτήτων από ευρωπαϊκές χώρες, λόγω του φτηνού εργατικού δυναμικού, περίπου όπως γίνεται και με την Κίνα. Για να εκτιμήσει κανείς με ακρίβεια τη σχετική ανεξαρτησία της τουρκικής αστικής τάξης (τα μεγέθη της οποίας ωχριούν μπροστά σε εκείνα της Κίνας) πρέπει προφανώς να δει τη σχέση ανάμεσα στο εγχώριο και το ξένο κεφάλαιο στην τουρκική οικονομία. Ο Λιόσης αναφέρει σχετικά ότι στην αυτοκινητοβιομηχανία πρόκειται βασικά για ξένα κεφάλαια, δεν εξάγει όμως κάποιο συμπέρασμα από αυτή την επισήμανση.
- Ο σ. Λιόσης αρνείται την ύπαρξη μιας επιθετικής, εθνικιστικής-αντιδραστικής μερίδας της αστικής τάξης στη χώρα μας, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι η αναγνώριση της ύπαρξης μιας τέτοιας μερίδας αποτελεί το μεγαλύτερο λάθος μου.
Γράφει:
«Ο ΧΚ υποστηρίζει πως η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ελλάδα εκφράζει και μία επιθετική τάση της ελληνικής αστικής τάξης. Πραγματικά, σε αυτό το σημείο κάνει το μεγαλύτερο σφάλμα. Η ελληνική αστική τάξη όποτε έκανε επιλογές ακροδεξιάς κατεύθυνσης ή επιχείρησε να κατασκευάσει “Μεγάλες Ιδέες”, όλα αυτά συνοδεύονταν από τη μεγαλύτερη εθελοδουλία».
Το επιχείρημα είναι άστοχο, γιατί η επιθετικότητα και η εθελοδουλία μπορεί άνετα να συνδυάζονται όταν επιδεικνύονται προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Ένας νονός της νύχτας στα Εξάρχεια μπορεί να είναι επιθετικός απέναντι στους μαγαζάτορες στους οποίους παρέχει «προστασία» και δουλικός απέναντι στον μεγαλύτερο νονό, που ελέγχει όλο το κέντρο της Αθήνας. Ένα μεσαίου μεγέθους ψάρι μπορεί να είναι επιθετικό απέναντι στα μικρά και δουλικό απέναντι στα μεγαλύτερα ψάρια.
Σε αυτό το επιχείρημα όμως βασίζεται ο Λιόσης για να αποδείξει παραπέρα ότι ο εγχώριος φασισμός δεν έχει στηρίγματα στη «δουλική ελληνική αστική τάξη» και είναι ο ίδιος ανίκανος για οποιαδήποτε επιθετικότητα:
«Ο ναζισμός/φασισμός του μεσοπολέμου εξέφραζε ισχυρότατα μονοπώλια που διεκδικούσαν νέες ζώνες επιρροής και μετατροπή χωρών σε προτεκτοράτα. Η ελληνική ακροδεξιά, ψαρεύει σε θολά νερά, είναι πατριδοκάπηλη, δεν αμφισβητεί το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και το ευρώ. Οι θέσεις της Χρυσής Αυγής είναι ενδεικτικότατες. Είναι συστημική και δεν επιθυμεί κανένα απογαλακτισμό από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ούτε και μπορεί να ασκήσει επιθετική πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Μόνο λεονταρισμούς».
Αν αυτό όλο δείχνει κάτι, είναι μια επιβεβαίωση της θέσης μου ότι η προβολή σε πρώτο πλάνο του τουρκικού κινδύνου σήμερα ενέχει τον κίνδυνο να υποτιμήσουμε τον κίνδυνο της εγχώριας ακροδεξιάς αντίδρασης.
Πραγματικά, σε όλη την Ευρώπη παρατηρείται τις τελευταίες δυο δεκαετίες μια διαρκής, ισχυρή άνοδος της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού, με σημαντικά τμήματα της αστικής τάξης σε κάθε χώρα, ιδιαίτερα μετά την κρίση του 2007, να στρέφονται σε αυτή την κατεύθυνση, να στηρίζουν τα ακροδεξιά αντί για τα παραδοσιακά αστικά κόμματα, κοκ. Αυτή η κίνηση έχει κάνει σοβαρά βήματα στην Ελλάδα –όπως και στην Τουρκία επίσης, μάλιστα μεγαλύτερα εκεί– με την τελευταία περίοδο στην Ελλάδα να σημαδεύεται όχι από ριζοσπαστικά κινήματα, όπως οι Αγανακτισμένοι στα 2011-12, αλλά από τα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το Μακεδονικό. Και ο σ. Λιόσης μας καλεί παρήγορα να πιστέψουμε ότι, σε αντίθεση υποθέτουμε με τις άλλες αστικές τάξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, η ελληνική αστική τάξη δεν είναι ικανή για καμιά επιθετικότητα και ότι η Χρυσή Αυγή επίσης δεν μπορεί τίποτα να κάνει, εκτός από μερικούς λεονταρισμούς. Δεν υπάρχει εδώ μια υποτίμηση και ένας εξωραϊσμός της ελληνικής αστικής τάξης και της εγχώριας ακροδεξιάς αντίδρασης, η παρουσίασή τους ως καλύτερων και λιγότερο επικίνδυνων από ό,τι πραγματικά είναι;
- Αυτό μας φέρνει στο κρίσιμο θέμα της στάσης της ελληνικής αριστεράς, και της κάθε συνιστώσας της ειδικότερα, απέναντι στην ακροδεξιά και τον ακροδεξιό εθνικισμό. Ο σ. Λιόσης, παίρνοντας αφορμή από μια κριτική στο κείμενό μου σε ανάρτηση της Ίσκρα, ένα υμνητικό κείμενο του Αμερικανού ακροδεξιού Πολ Κρεγκ Ρόμπερτς για τον Τραμπ, αναφέρεται στην κριτική που έχει ασκήσει σε επίσημα κείμενα της ΛΑΕ στο βιβλίο του «Ζητήματα στρατηγικής και τακτικής». Αυτό είναι ευπρόσδεκτο, ο ίδιος όμως συνεχίζει παραπέρα:
«Αν τώρα τα άρθρα αυτά στα οποία αναφέρεται ο ΧΚ δίνουν τον τόνο, δεν το γνωρίζω αλλά και δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα να τα καταδικάσω, στο βαθμό που είναι προβληματικά».
Αυτό είναι προβληματικό, όχι μόνο γιατί το να μη γνωρίζουμε δεν αποτελεί επιχείρημα, αλλά κυρίως γιατί το ζητούμενο σήμερα δεν είναι μόνο να καταδικάσουμε, αλλά να βγάλουμε και κανένα σωστό συμπέρασμα. Καθώς στο άρθρο μου υπήρχε μόνο μια ενδεικτική αναφορά στην καταχώρηση ακροδεξιών-εθνικιστικών άρθρων στην Ίσκρα, θα συνοψίσω εδώ τα σχετικά δεδομένα:
Ι. Η Ίσκρα φιλοξενεί τα τελευταία χρόνια, σε διαρκώς αυξανόμενο βαθμό, αρκετούς εθνικιστές και ακροδεξιούς αρθρογράφους, Έλληνες και ξένους, όπως οι Α. Αποστολόπουλος, Μ. Στυλιανού, Τ. Φωτόπουλος, Κ. Γρίβας, Κ. Κυριακόπουλος, Χ. Καπούτσης, Π.Κ. Ρόμπερτς, Π. Μπιουκάναν, Κ. Τζόνστον, κ.ά.
Η αρθρογραφία αυτή δεν είναι περιστασιακή. Μόνο εκείνη του Αποστολόπουλου, π.χ., περιλαμβάνει 72 άρθρα στο νέο σάιτ της Ίσκρα και ισάριθμα ή και περισσότερα στο παλιό. Του Κυριακόπουλου, ενός ως πρόσφατα στελέχους του ΕΠΑΜ, μέσα σε ελάχιστους μήνες έχουν δημοσιευθεί 36 άρθρα, του Στυλιανού γύρω στα 30 και πολλές μεταφράσεις, κοκ. Όλα αυτά τα κείμενα κινούνται σε ένα κοινό μήκος κύματος, που περιλαμβάνει την υπεράσπιση της Ρωσίας του Πούτιν, της συριακής δικτατορίας, αλλά και τον εκθειασμό του Τραμπ και ακροδεξιών της Ευρώπης όπως η Λε Πεν, που προβάλλονται σαν πατριώτες, υπερασπιστές της ειρήνης και της διεθνούς νομιμότητας, απέναντι στον δυτικό ιμπεριαλισμό. Ιδιαίτερα στην περίπτωση των Ρόμπερτς, Μπιουκάναν, Τζόνστον, κ.ά., πρόκειται για ακροδεξιούς των ΗΠΑ, που συχνά έχουν εκφράσει φιλοφασιστικές και ρατσιστικές απόψεις ενάντια στους μετανάστες, αμφισβητούν το Ολοκαύτωμα και τάσσονται υπέρ της συνεργασίας με ακραίους ρατσιστές, ενάντια στο «φιλελεύθερο κατεστημένο», κοκ.
Ανάλογες απόψεις, ιδιαίτερα όσον αφορά στην υποστήριξη της συριακής δικτατορίας και της Ρωσίας του Πούτιν ως της μόνης δήθεν «αριστερής» και «αντιιμπεριαλιστικής» επιλογής εκφράζουν συστηματικά στελέχη της ΛΑΕ όπως ο Α. Ζαφείρης, ο Κ. Σπετσέρης, που έχει ταχθεί υπέρ της συνεργασίας με το ΕΠΑΜ, κοκ.[2]
ΙΙ. Τις απόψεις αυτές υιοθέτησε επίσημα τελευταία, με κάμποσα σχόλια στη στήλη «Κοκκινοπιπεράτα», η ίδια η Ίσκρα, ώστε δεν αποτελούν πλέον θέσεις κάποιων στελεχών, αλλά ουσιαστικά κεντρική γραμμή της ΛΑΕ. Έτσι, για παράδειγμα, σε ένα από τα σχόλια υπερασπίζουν την πρόσφατη ανακοίνωση «47 Κομμουνιστικών Κομμάτων» στην οποία ο εμφύλιος που εξαπέλυσε το καθεστώς του Άσαντ στη Συρία εμφανίζεται σαν αγώνας του συριακού λαού ενάντια στον ιμπεριαλισμό:
«Τα υπογράφοντα κόμματα, διακηρύσσουν την αλληλεγγύη τους με τον λαό της Συρίας, που, εδώ και επτά χρόνια, αντιμετωπίζοντας την επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, είτε άμεση είτε έμμεση από την δράση τρομοκρατικών ομάδων, αντιστέκεται και αγωνίζεται για να υπερασπιστεί την κυριαρχία, την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας του, και το δικαίωμά του να αποφασίζει για τη μοίρα του, ελεύθερος από κάθε παρέμβαση».[3]
Το παραπέρα που χρειάζεται να ειπωθεί είναι ότι, εντελώς συμπτωματικά, ακριβώς τις ίδιες θέσεις, της παρουσίασης του Άσαντ ως «πατριώτη» πολέμιου της Νέας Τάξης, που από κοινού με τον Πούτιν και νεοφασιστικές δυνάμεις όπως το κόμμα της Λε Πεν, και δυνάμεις της επιθετικής δεξιάς, όπως οι υποστηρικτές του Τραμπ στις ΗΠΑ, συμμερίζεται η Χρυσή Αυγή, όπως και τα άλλα νεοναζιστικά κόμματα της Ευρώπης.
Η Χρυσή Αυγή μάλιστα έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο συντονισμό των κινητοποιήσεων των Ευρωπαίων νεοναζί υπέρ του Τραμπ, με αντιπροσωπείες της από κοινοβουλευτικά της στελέχη, απόστρατους στρατηγούς, κ.ά., να επισκέπτονται τη Συρία αλλά και ευρωπαϊκές χώρες γι’ αυτό το σκοπό4.
Πώς ερμηνεύουμε αυτά τα γεγονότα;
Αν πούμε ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι ικανή για τίποτα, εκτός από «λεονταρισμούς», ότι δεν υπάρχει καμιά επιθετική μερίδα της ελληνικής αστικής τάξης, που στρέφεται στην ακροδεξιά, κοκ, τότε και αυτοί όλοι οι τύποι που εναγκαλίζεται η Ίσκρα θα μας φανούν γραφικοί και ακίνδυνοι, ίσως και αληθινοί «πατριώτες».
Στην πραγματικότητα, όμως, η υποστήριξη της Χρυσής Αυγής στον Άσαντ κάθε άλλο παρά τυχαία είναι.
Συνδέεται με το γεγονός ότι ο Άσαντ είναι ένας στυγνός δικτάτορας, που δε δίστασε να χρησιμοποιήσει μαζική στρατιωτική βία εναντίον του συριακού λαού για να κρατηθεί στην εξουσία (κάτι που ακόμη και η δική μας δική μας δικτατορία των συνταγματαρχών δεν είχε αποτολμήσει το 1974). Και κάνοντάς το αυτό έγινε ο κυματοθραύστης της γνήσιας επαναστατικής διαδικασίας που αντιπροσώπευε η Αραβική Άνοιξη, η οποία αν είχε επιτύχει την ανατροπή του Άσαντ θα ριζοσπαστικοποιούνταν παραπέρα πριν προλάβουν να οργανωθούν οι τζιχαντιστές (που δεν έπαιζαν κανένα σημαντικό ρόλο στα αρχικά στάδιά της) και πριν προλάβει η φασιστική και εθνικιστική ακροδεξιά να κάνει τις προόδους που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη.
Από αυτό όμως απορρέουν δυο συμπεράσματα. Πρώτο, δεν υπάρχει κάποια διαφορά ουσίας ανάμεσα στην εγχώρια ακροδεξιά και το νεοφασισμό και τους ομογάλακτούς της στην υπόλοιπη Ευρώπη, τις ΗΠΑ, κ.λπ. Όλοι τους υπολογίζουν λίγο-πολύ σε αντίστοιχα στηρίγματα σε κάθε χώρα και ο συντονιστικός ρόλος που έχει παίξει η Χρυσή Αυγή στην κινητοποίηση των Ευρωπαίων νεοφασιστών υπέρ του Άσαντ οπωσδήποτε είναι κάτι παραπάνω από «λεονταρισμός». Και δεύτερο, ότι όσοι στην αριστερά υιοθετούν και προβάλλουν αυτές τις απόψεις, με το ενδιάμεσο δημοσιολόγων στο στιλ των Αποστολόπουλου, Στυλιανού, Κυριακόπουλου, κοκ, όπως κάνει η Ίσκρα, ενεργούν στην πράξη σαν υποχείρια της ακροδεξιάς, της δίνουν «προοδευτικά» και «πατριωτικά» εύσημα και τη βοηθούν στην προσπάθεια να συγκεντρώσει και να αναπτύξει τις δυνάμεις της, ιδρύοντας, π.χ., αύριο πλάι στη Χρυσή Αυγή και ένα κόμμα τύπου «Πέντε Αστέρων». Είναι δε σαφές ότι αυτή η διείσδυση της ακροδεξιάς ιδεολογίας σε χώρους της ελληνικής αριστεράς, για λόγους που δεν είναι της ώρας να αναλύσουμε, πιστοποιεί ότι ο κίνδυνος από τη μεριά του ακροδεξιού εθνικισμού είναι σαφώς μεγαλύτερος από όσο αναγνωρίζουν ορισμένοι.
Για να το πούμε κάπως αλλιώς, στο Αιγαίο και στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο δεν υπάρχουν μόνο ψάρια. Υπάρχουν και αχινοί, οι διάφοροι ακροδεξιοί, νεοναζί, κοκ. Υπάρχουν επίσης και φύκια, οι διάφοροι Αποστολόπουλοι, Στυλιανού, κοκ, οι οποίοι σκεπάζουν τους αχινούς, αυξάνοντας τον κίνδυνο να τους πατήσουμε. Και υπάρχουν και ορισμένοι «αριστεροί», όπως η Ίσκρα, που λανσάρουν τα φύκια σαν αριστερές και πατριωτικές κορδέλες, ανεβάζοντας την αξία τους στα μάτια του κόσμου. Αυτό το τελευταίο είναι κάτι στο οποίο, όσοι παίρνουμε στα σοβαρά την υπόθεση της αριστεράς, οφείλουμε αποφασιστικά να αντιδράσουμε.
Το τελευταίο σημείο δεν υπάρχει στην απάντηση του σ. Λιόση, είναι όμως ένα θέμα στο οποίο η παραμικρή ασάφεια είναι ανεπίτρεπτη. Όσοι εκτιμούν τον Άσαντ σαν «αντίβαρο» στον ιμπεριαλισμό, όπως κάνει εμφανώς η ηγεσία της ΛΑΕ και έχει κάνει στο παρελθόν η ηγεσία του ΚΚΕ, οφείλουν μια απάντηση στο ερώτημα: γιατί όλοι οι Ευρωπαίοι νεοναζί και ακροδεξιοί έχουν κινητοποιηθεί στο πλευρό της συριακής δικτατορίας;
- Ο σ. Λιόσης κάνει στο άρθρο του ορισμένες γενικότερες αναφορές στις θέσεις του ΣΕΚ, του Στίνα, κοκ, σε ορισμένες από τις οποίες, όπως η θεωρία ότι η ΕΣΣΔ ήταν μια μορφή κρατικού καπιταλισμού, έχει ασκήσει κριτική και ο γράφων.[5]
Αυτή η κριτική και η συζήτηση είναι γενικά χρήσιμη και απαραίτητη, δεν πρέπει να υποκαθιστά όμως τη σαφή εκτίμηση του συγκεκριμένου ζητήματος που έχουμε κάθε φορά μπροστά μας. Δεδομένου ότι κανείς από μας δεν είναι Μαρξ ή Λένιν, που είχαν δίκιο στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, δεν αποκλείεται καθόλου ορισμένες οργανώσεις, πρόσωπα, κ.λπ., να έχουν άδικο σε μερικά ζητήματα, αλλά να έχουν δίκιο σε κάποια άλλα.
Συνταύτιση με την ατζέντα και τα ιδεολογήματα του εθνικισμού και της ακροδεξιάς δεν υπάρχει στο ΣΕΚ, υπάρχει όμως σήμερα, σε μια σειρά καίρια ζητήματα, στην Ίσκρα.
Σημειώσεις
1. Βλέπε Β. Λιόσης, «Μια απάντηση σε μια απάντηση (το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του;)», https://kommon.gr/component/k2/item/1950-mia-apantisi-se-mia-apantisi-to-aigaio-anikei-sta-psaria-tou-tou-vasili-liosi. Για το άρθρο μου στο οποίο απαντά ο Λιόσης, βλέπε «Ο πόλεμος, ο εθνικισμός και οι κομμουνιστές: μια απάντηση στον Βασίλη Λιόση», https://www.kommon.gr/theoria/item/1945-o-polemos-o-ethnikismos-kai-oi-kommounistes-mia-apantisi-ston-vasili-liosi-tou-xristou-kefali.
2. Για τα παραπάνω βλέπε πιο αναλυτικά, Χρ. Κεφαλής, «Για την προβολή των ακροδεξιών από την Ίσκρα», https://xekinima.org/gia-tin-provoli-ton-akrodexion-apo-tin/.
3. Α.Ρ. «Τα κείμενα των ΚΚ και τα “παπαγαλάκια” του ΚΚΕ», http://www.iskra.gr/%CE%BA%CE%BA%CE%B5-%CF%84%CE%B1-%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B1-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BA%CE%BA-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%B1-%CF%80%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%AC%CE%BA%CE%B9/.
4. Για τα τελευταία, βλέπε πιο αναλυτικά, Χρ. Κεφαλής, «Ο Άσαντ, οι νεοναζί και η Ίσκρα», https://xekinima.org/x-kefalis-o-asant-oi-neonazi-kai-i-iskra/, ιδιαίτερα τα μέρη «Η Χρυσή Αυγή υπέρ του Άσαντ» και «Οι Ευρωπαίοι νεοναζί στο πλευρό του Άσαντ».
5. Βλέπε σχετικά, «Ένα σχόλιο για τις θεωρίες σχετικά με τη φύση της ΕΣΣΔ», στο Χρ. Κεφαλής, Μαρξιστικές Ματιές στον Σύγχρονο Κόσμο, εκδ. Τόπος, Αθήνα 2016, ιδιαίτερα σελ. 127-135.
*Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης.