Δημοσιεύουμε άρθρο που μας έστειλε ο τακτικός αναγνώστης και συνεργάτης της ιστοσελίδας μας, σύντροφος Γιάννης Ανδρουλιδάκης, εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας.
Μετά τη μεταπολίτευση σταθερό αίτημα του εκπαιδευτικού κόσμου ήταν η αύξηση των δαπανών για την Παιδεία. Αυτό δεν αποτελούσε μια ευκαιριακή ή συντεχνιακή διεκδίκηση, αλλά τον απαραίτητο όρο για να στηριχθεί το δημόσιο σχολείο και να ξεκινήσει μια ουσιαστική αναβάθμιση του. Όπως είναι ,όμως, γνωστό τα κονδύλια, τα οποία οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ διέθεσαν, ήταν ελάχιστα. Έτσι κάτω από την επίδραση και άλλων παραγόντων αργά και σταθερά απαξιώθηκε και μετατράπηκε σε ένα κακής ποιότητας δημόσιο φροντιστήριο. Στα μάτια της κοινωνίας οι ευθύνες έπεφταν στους εκπαιδευτικούς δίκαια ή άδικα. Τα τελευταία 7 χρόνια τα μνημόνια ξεχαρβάλωσαν ακόμη περισσότερο το δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης και το έφεραν στη σημερινή του κατάντια.
Για όσους εμπλέκονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην εκπαιδευτική διαδικασία τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Πριν να ξεκινήσουμε τη συζήτηση για οτιδήποτε, αν δεν υπάρξει γενναία χρηματοδότηση, μαζικοί διορισμοί, επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, περισσότερη δημοκρατία στα σχολεία και νέα προγράμματα σπουδών προσαρμοσμένα στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, η τωρινή εικόνα δε θα αλλάξει. Και τι κάνει γι αυτό η «αριστερή» και «φιλολαϊκή» κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα; Τίποτα, γιατί θέλει να πετύχει άλλους στόχους που της έχουν υπαγορεύσει μέσα στα μνημόνια οι δανειστές. Μεγαλύτερες περικοπές και λιγότερα χρήματα σε ένα σχολείο που θα οδηγεί την πλειοψηφία των μαθητών του στα υποβαθμισμένα ΕΠΑΛ και στη μαθητεία. Χαρακτηριστικό του πώς αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση τα προβλήματα του δημόσιου σχολείου είναι η συμφωνία που έκανε με τους θεσμούς για την 6ωρη καθημερινή παραμονή των εκπαιδευτικών, τις συγχωνεύσεις , την αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης και την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων. Ευλόγως αναρωτιέται κανείς με ποιο τρόπο οι εξαγγελίες αυτές θα αλλάξουν την εικόνα του, θα συμβάλλουν στην επαγγελματική εξέλιξη του εκπαιδευτικού και θα καλυτερεύσουν τη μαθησιακή διαδικασία.
Υποτιμούν την κοινή λογική τα επιχειρήματα τα οποία επικαλείται ο κ. Γαβρόγλου για να δικαιολογήσει τις παραπάνω αποφάσεις. Για την 30ωρη υποχρεωτική παρουσία των εκπαιδευτικών το σχετικό άρθρο του νόμου του 1985, το οποίο υποτίθεται ότι την προέβλεπε, αναφέρει ρητά ότι ο εκπαιδευτικός δύναται να παραμείνει μέχρι έξι ώρες. Πουθενά δεν αναγράφεται ότι υποχρεούται. Όσον αφορά τις συγχωνεύσεις ( οι οποίες θα έχουν ως συνέπεια να αυξηθεί ο αριθμός των μαθητών στα τμήματα και να χαθούν οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών) ας σταματήσει ο υπουργός Παιδείας να προκαλεί και να λανσάρει ως επιτυχία το αυτονόητο , ότι δηλαδή απέφυγε η κυβέρνηση το κλείσιμο σχολείων σε νησιωτικές και δυσπρόσιτες περιοχές!! Μπορούν, ωστόσο, να νιώθουν « περηφάνια», αφού για μια ακόμη φορά πήραν τη μπουκιά από το στόμα του κ. Μητσοτάκη και θα εφαρμόσουν την αξιολόγηση των στελεχών και την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων, η οποία θα κατηγοριοποιήσει τα σχολεία και θα οδηγήσει σε κλείσιμο τους και σε νέες συγχωνεύσεις . Τον επόμενο χρόνο θα ακολουθήσει , επιτέλους(!) , και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, η πανάκεια που, μόλις εφαρμοστεί , θα θεραπεύσει όλα τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης. Το μέτρο αυτό αποτελούσε στόχο και των προηγούμενων κυβερνήσεων και θεωρείται βέβαιο ότι θα δώσει, αν χρειαστεί, έτοιμες απολύσεις.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υλοποιεί με μαθηματική ακρίβεια ό, τι δεν μπόρεσε να κάνει κανένας άλλος. Η ελληνική κοινωνία σαρώνεται από έναν τυφώνα που ισοπεδώνει τα πάντα. Οι αντιστάσεις και οι αντιδράσεις ελάχιστες. Το εκπαιδευτικό κίνημα το οποίο στο παρελθόν είχε δώσει μεγάλους και επιτυχημένους αγώνες ακολουθεί τη γενικότερη απογοήτευση και παραλυσία. Και , όμως, τα προβλήματα της εκπαίδευσης και το μέλλον της , όπως διαγράφεται, θα μπορούσαν να αποτελέσουν κόντρα στην αδράνεια και την ηττοπάθεια τη βάση για μια νέα και πλατιά συσπείρωση . Θέματα όπως η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, η σταθερή και μόνιμη εργασία των εκπαιδευτικών, η άρση των ταξικών φραγμών, το βάθεμα της δημοκρατίας και τελικά ένας διαφορετικός προσανατολισμός του σχολείου, το οποίο θα μορφώνει και θα διαμορφώνει υπεύθυνους πολίτες, καθώς και άλλα ζητήματα θα μπορούσαν να ανοίξουν ένα διαφορετικό δρόμο που σήμερα μοιάζει με μονοπάτι μακρύ, δύσβατο και κακοτράχαλο.