Του Παναγιώτη Βογιατζή
Αν πιστέψουμε τα ΜΜΕ, τότε το κυρίαρχο ζήτημα για την ελληνική κοινωνία είναι εδώ και αρκετούς μήνες η εκλογή του επόμενου Πρόεδρου της Δημοκρατίας. Καθώς όμως για πρώτη φορά «παίζει» τόσο έντονα η περίπτωση να εκλεγεί σ’ αυτό το αξίωμα ένα πρόσωπο απ’ το χώρο της Αριστεράς, είναι φυσικό ότι η όλη διαδικασία έχει γεννήσει αρκετές διαφωνίες και συγκρούσεις.
Ο Κ.Καραμανλής θα ήθελε – χωρίς να είναι η μόνη του επιλογή – ένα υποψήφιο πρόεδρο από την αριστερά προκειμένου να ενισχύσει το προφίλ του μετριοπαθή ηγέτη για τον εαυτό του και του κοινωνικού κέντρου για το κόμμα του, ώστε να περάσει την αντιλαική του πολιτική με τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις. Παράλληλα με αυτόν τον τρόπο πετάει το μπαλάκι για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών στον Γ.Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ.
Οι υποστηρικτές της υποψηφιότητας Κωνσταντόπουλου στο χώρο του ΣΥΝ τονίζουν πως η αριστερά «κέρδισε» το δικαίωμα να εκλέγει αντιπρόσωπο απ’ τις γραμμές της ακόμη και στο πιο ψηλό αξίωμα και πως είναι «νίκη της δημοκρατίας» μια τέτοια εκλογή.
Ομως η αριστερά και ειδικά ο ΣΥΝ καθόλου δεν κέρδισε το δικαίωμα να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας μέσα από την ανάπτυξη αγώνων ή την πίεση του κινήματος. Είναι η διαρκής συμβιβαστική του πολιτική και η ενσωμάτωση της ηγεσίας του στο σύστημα που τον κάνουν βολική λύση για την αστική τάξη. Στην συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα πρόκειται για εκλογή από τα 2 μεγάλα κόμματα που υπηρετούν πιστά το κεφάλαιο από τα κυβερνητικά πόστα. Τα ονόματα δε, που ακούγονται από το χώρο κάθε άλλο παρά όπλα στον αγώνα για μια άλλη κοινωνία μπορούν να θεωρηθούν. Συμβαίνει μάλλον ακριβώς το αντίθετο: Κωνσταντόπουλος, Κουβέλης ή οποιοσδήποτε άλλος με παρόμοια χαρακτηριστικά, καλούνται για άλλη μια φορά να λειτουργήσουν σαν άλλοθι του συστήματος, σαν «απόδειξη» ότι δεν υπάρχουν πια διαχωριστικές γραμμές, σαν φωτεινό παράδειγμα εντέλει του πόσο βαθιά είναι η περιβόητη «εθνική ενότητα» και του πόσο λάθος κάνουν αυτοί που αντιστέκονται στο ιδεολογικό τσουβάλιασμα που επιχειρείται τα τελευταία χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Η περίπτωση του Κωνσταντόπουλου μάλιστα, που φέρεται σαν ένα από τα φαβορί, είναι τόσο καραμπινάτη που πραγματικά εκπλήσσει. Από τότε που πρωτακούστηκε το όνομά του, κάνει τα αδύνατα δυνατά για να ξεπεράσει και τον ίδιο του τον εαυτό και πρέπει να πούμε ότι… τα καταφέρνει!
Μέσα στις τελευταίες βδομάδες, αποφάσισε ότι επιτέλους τα δυο μεγάλα κόμματα ή για να ακριβολογούμε οι αρχηγοί τους, σήκωσαν τη σημαία κατά της διαπλοκής και θα μας λυτρώσουν απ’ τα μεγάλα συμφέροντα και ότι έτσι …δικαιώνεται η πολιτική του ΣΥΝ. Αποφάσισε ακόμα και το δήλωσε δημόσια στην εκδήλωση της ΟΝΝΕΔ για το Πολυτεχνείο, ότι η αντίσταση κατά της χούντας δεν ήταν υπόθεση του εργατικού κινήματος και της νεολαίας αλλά …όλου του έθνους, ακόμα και της δεξιάς που ήταν αυτή που έθρεψε την χούντα και έκανε τα αδύνατα δυνατά για να την επιβάλλει. (αυτή βέβαια είναι μια παλιά αμαρτία του χώρου απ’ τον οποίο προέρχεται – η περίφημη ΕΑΔΕ – Εθνική Αντιδικτατορική Ενότητα του ΚΚΕ Εσωτερικού στην δεκαετία του ’70 ). Αν αυτές οι απόψεις προβάλλονται πριν την εκλογή του, μπορούμε να φανταστούμε τι μας περιμένει στη συνέχεια.
Το αν θα επιλεγεί τελικά Πρόεδρος από αυτόν τον χώρο είναι ακόμα και σήμερα σκοτεινό, αν και μένουν λιγότερο από δυο μήνες πριν την τελική απόφαση. Κι αυτό από μόνο του αποδεικνύει ότι μια τέτοια εκλογή δεν θα είναι παρά ένας μικροπολιτικός τακτικός ελιγμός του Καραμανλή, χωρίς ίχνος βέβαια «μακρόπνοης πολιτικής». Η μακρόπνοη πολιτική της αστικής τάξης έχει χαραχθεί εδώ και καιρό και δεν είναι άλλη από την συνεχή και ανελέητη επίθεση ενάντια στα δικαιώματα όλων μας. Χρέος της «αριστεράς» είναι, αν δεν αντιπαλεύει, τουλάχιστον να μην υποβοηθά την πολιτική αυτή.