Δεν είναι ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά εκατοντάδες εργαζόμενοι που μοχθούν για το μεροκάματο. Δουλεύουν 10 με 12 ώρες την ημέρα, σαν σερβιτόροι, στη λάντζα, σε τσιπουράδικα, σε ταβέρνες, στις καφετέριες. Και το κυριότερο πρόβλημά τους είναι ότι οι περισσότεροι είναι ανασφάλιστοι… Ο σύντροφος Ν. Κανελλής, εκ’ μέρους του Ξεκινήματος, μίλησε με την Teuta Rushiti, φιλόλογο μετανάστρια από την Αλβανία. Η Teuta δούλευε για μήνες σε κεντρικό fastfood του Βόλου όταν διαπίστωσε ότι ο εργοδότης της δεν της κολλούσε ένσημα, παρά τις υποσχέσεις του. Η Teuta βρήκε το θάρρος και έκανε καταγγελία στην επιθεώρηση εργασίας και τελικά πήγε τον εργοδότη στα δικαστήρια. Η υπόθεση ακόμη εκκρεμεί.
Ερ: Teuta, πως και πήρες την απόφαση να καταγγείλεις τον εργοδότη;
Να πω την αλήθεια στην αρχή δεν ήξερα ότι είχα το δικαίωμα να βρω το δίκιο μου. Φοβόμουνα ότι επειδή ο εργοδότης είναι πολύ ισχυρός θα βρεθώ μόνη μου χωρίς υποστήριξη.
Μεγάλη υποστήριξη για μένα ήταν και το γραφείο υποστήριξης μεταναστών στο Εργατικό Κέντρο Βόλου, σε κάθε βήμα για να βρω το δίκιο μου.
Έκανα την καταγγελία αλλά οι υπηρεσίες σαν να φοβόταν και αυτές – εκτός αν δεν ήθελαν να υποστηρίξουν τον εργαζόμενο.
Η εκμετάλλευση είναι παντού και είναι μεγάλη. Στην πληρωμή, στο ωράριο εργασίας και στην ασφάλιση. Λόγω της μεγάλης ανάγκης, όπως και πολλοί άλλοι εργαζόμενοι, δεχόμαστε από εξαναγκασμό του εργοδότη να δουλεύουμε με λίγα ένσημα, ή χωρίς καθόλου ένσημα.
Έτσι την πάτησα και εγώ. Από την μεγάλη πίεση ότι δεν θα με πάρουν στη δουλειά αν δεν δεχόμουν να δουλεύω με τα μισά ένσημα. Όμως από τον Μάιο του 2006 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2007 δούλευα χωρίς ο εργοδότης να μου κολλάει τελικά καθόλου ένσημα.
Στην αρχή τον πίστευα και δεν έκανα κανένα έλεγχο. Πίστεψα τα λόγια του, το λόγο του ότι θα μου κολλούσε τα μισά. Όταν πέρασαν οι μήνες και μάθαμε ότι γίνονταν κατά καιρούς έλεγχοι από υπηρεσίες (επιθεώρηση εργασίας) χωρίς εμείς να παίρνουμε είδηση, ανησύχησα. Μίλησα με τον εργοδότη και όταν του είπα ότι τα χρειάζομαι τα ένσημα για να ανανεώσω την άδεια παραμονής μου όχι μόνο με απείλησε αλλά με απόλυσε από την δουλειά.
Ερ: Γινόντουσαν έλεγχοι από την επιθεώρηση εργασίας και όλα ήταν εντάξει;
Εμείς οι εργαζόμενοι δεν ξέραμε ποιος ήταν (από την επιθεώρηση εργασίας) και πότε ερχόταν. Εμείς δουλεύαμε στο πίσω μέρος του μαγαζιού ή στον πάνω όροφο. Υπήρχαν μερικές φορές που ο ίδιος ο εργοδότης μας σταματούσε από τη δουλειά και μας έστελνε στον πάνω όροφο χωρίς λόγο. Την αλήθεια την μαθαίναμε αργότερα από άλλους όταν οι άνθρωποι (της επιθεώρησης εργασίας) είχαν φύγει, γιατί ο εργοδότης μας ξεγελούσε λέγοντας ψέματα. Από την συζήτηση που είχαμε με τα άλλα παιδιά στη δουλειά κυκλοφορούσαν φήμες ότι αν θα μας έπιαναν όλη η ευθύνη είναι σε εμάς τους εργαζόμενους και τα πρόστιμα θα τα πληρώναμε εμείς οι ίδιοι. Αυτά τα λέγανε εργαζόμενοι που ήταν με το μέρος του εργοδότη. Αυτοί ήταν οι λίγοι εργαζόμενοι που πληρωνόταν λίγο πιο πολύ από εμάς και είχαν και χάρες από τον εργοδότη όπως μια μέρα ρεπό, ή να φύγουν λίγο πιο νωρίς όταν είχαν ανάγκη.
Ερ: Δεν είχες καμία επαφή με το σωματείο;
Όχι, δεν ξέραμε γι’ αυτό. Όχι μόνο εμείς οι αλλοδαποί αλλά και οι ντόπιοι εργαζόμενοι δεν ξέρανε τι είναι το σωματείο, ποια είναι τα δικαιώματα μας και που πρέπει να απευθυνθούμε.
Στις μέρες μας υπάρχει μεγάλη ανεργία και όπως είναι απελπισμένοι οι έλληνες και οι μετανάστες, χωρίς να το θέλουμε αναγκαζόμαστε να βρεθούμε αντίπαλοι. Πιστεύω ότι είναι καιρός να ενώσουμε τις φωνές μας και τη δύναμη μας για τα ίδια τα δικαιώματα μας. Και εμείς οι αλλοδαποί θέλουμε να είμαστε μέλη στα σωματεία, μαζί με τους έλληνες εργαζόμενους.
Ερ: Πιστεύεις ότι θα δικαιωθείς από το δικαστήριο;
Πιστεύω ότι θα το βρω το δίκιο μου παρόλο που οι ίδιοι οι συνάδελφοι μου φοβόντουσαν ότι θα χάσουν τη δουλειά τους αν έρθουν σαν μάρτυρες για να με υποστηρίξουν λέγοντας την αλήθεια. Υπήρχαν και συνάδελφοι μου που αναγκάσθηκαν από τον εργοδότη να έρθουν στο δικαστήριο και να πάρουν το μέρος του εργοδότη.
Αυτό που εγώ πιστεύω είναι ότι από εδώ και πέρα οι εργαζόμενοι, έλληνες και αλλοδαποί, θα ενώσουν τις φωνές και τις δυνάμεις τους για να ζητήσουν τα δικαιώματα τους που τους ανήκουν και δεν θα φοβούνται να καταγγέλλουν οποιονδήποτε όσο και ισχυρός και αν είναι.