Την Παρασκευή 18 Δεκέμβρη το «Ξ» καλέστηκε να απευθύνει ολιγόλεπτο χαιρετισμό σε ανοικτή εκδήλωση της ΑΡΑΝ («Αριστερή Ανασύνθεση» – που έχοντας αποχωρήσει από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ συμμετέχει στην Λαϊκή Ενότητα) με αφορμή το ξεκίνημα των διαδικασιών της 5ης Συνδιάσκεψής της, το Σαββατοκύριακο 19 και 20 Δεκέμβρη. Το «Ξ» έστειλε τον ακόλουθο χαιρετισμό. Στη συνάντηση αυτή το «Ξ» αντιπροσώπευσε ο σ. Κυριάκος Χάλαρης, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του «Ξ».
Σύντροφοι, συντρόφισσες
Το «Ξεκίνημα» και η Επιτροπή για μια Εργατική Διεθνή στην οποία συμμετέχει, χαιρετίζουν τις διαδικασίες της Ε΄ Συνδιάσκεψης της Αριστερής Ανασύνθεσης.
Η παρουσία μας στις διαδικασίες αυτές δεν θέλουμε να έχει έναν εθιμοτυπικό χαρακτήρα αλλά επιδιώκουμε να αποτελέσει μια ευκαιρία ανταλλαγής απόψεων μεταξύ των οργανώσεών μας για τα ουσιαστικά ζητήματα της περιόδου. Πως οδηγηθήκαμε στην ήττα αυτή του κινήματος, τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε, πώς μπορούμε να την ξεπεράσουμε και κυρίως ποια πρέπει να είναι στο μέλλον η απάντηση της Αριστεράς. Ακόμα, ποιος είναι ο ρόλος σε αυτή τη διαδικασία των οργανώσεων που μιλούν στο όνομα της επαναστατικής Αριστεράς.
Για μας η στροφή της Αριστερής Ανασύνθεσης το τελευταίο διάστημα και ο ρόλος της στη συγκρότηση της ΛΑΕ είναι ένα θετικό γεγονός. Ο σεχταρισμός που χαρακτηρίζει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι αδιέξοδος και είναι θετικό ότι οι υγιώς σκεπτόμενες δυνάμεις που θέλουν να έχουν ζωντανή σχέση και συμμετοχή στα μαζικά ρεύματα και κινήματα στην κοινωνία αποστασιοποιούνται από αδιέξοδες λογικές και αναζητούν τρόπους ανασύνθεσης της Αριστεράς και των κινημάτων.
Θεωρούμε ότι σήμερα, λόγω των συμπερασμάτων που έχουν βγει από τις ήττες της τελευταίας 5ετίας, και παρά την αίσθηση της ήττας και την απογοήτευση που κυριαρχούν στην κοινωνία, έχουν, από μια σκοπιά και με μια έννοια, διαμορφωθεί καλύτεροι όροι ώστε να χτιστεί η Αριστερά που απαιτούν οι συνθήκες.
Ποια είναι αυτή η Αριστερά;
Κατά τη γνώμη μας πρέπει να δούμε το θέμα αυτό από δύο οπτικές γωνίες. Από τη μια, από τη σκοπιά των ευρύτερων δυνατών ενωτικών μετώπων κι από την άλλη από την σκοπιά της απάντησης που πρέπει να δώσουν οι δυνάμεις της επαναστατικής Αριστεράς στην καταστροφική κρίση με την οποία είμαστε αντιμέτωποι και στα αδιέξοδα του καπιταλιστικού συστήματος.
Η δημιουργία της ΛΑΕ σαν ένα πλατύ μέτωπο αγώνα είναι ασφαλώς κάτι θετικό και απαραίτητο. Όμως δεν είναι αρκετό. Το «πολιτικό αντιμνημονιακό, προοδευτικό, αντιιμπεριαλιστικό, δημοκρατικό και πατριωτικό μέτωπο» που υιοθέτησε η Πανελλαδική Σύσκεψη της ΛΑΕ με τη συμφωνία όπως φαίνεται, όλων των οργανώσεων που τη συναποτελούν, δεν αποτελεί την απάντηση στην κρίση.
Η κοινωνία χρειάζεται ένα μέτωπο ταξικό με στόχο την αντικαπιταλιστική ανατροπή και το σοσιαλιστικό /κομμουνιστικό μετασχηματισμό. Στο βαθμό στον οποίο η ΛΑΕ δεν δύναται να προχωρήσει σ’ αυτό το στόχο, τότε οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στον μαρξισμό και τον επαναστατικό σοσιαλισμό/κομμουνισμό χρειάζεται να πάρουν τις απαιτούμενες πρωτοβουλίες – πολιτικές και οργανωτικές.
Η πάλη της εξόδου από το Ευρώ και την ΕΕ, από μόνη της, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία ακόμα και αν συνοδεύεται με μέτρα όπως η άρνηση πληρωμής του χρέους, αν δεν συνδυαστεί με την εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας η πρόσφατη εμπειρία της Αργεντινής οφείλει να είναι διδακτική. Και αυτά τα μέτρα με τη σειρά τους, είναι καταδικασμένα σε αδιέξοδο αν δεν συνοδεύονται από τον σχεδιασμό της οικονομίας, στηριγμένο σε εργατικό και κοινωνικό έλεγχο και διαχείριση.
Αυτά, πρακτικά σημαίνουν τη δημιουργία εργατικών και λαϊκών συμβουλίων και επιτροπών τα οποία θα αναλάβουν τη διαχείριση της οικονομίας και της κοινωνίας, αφαιρώντας την οικονομική και πολιτική εξουσία από τους εφοπλιστές, τους βιομήχανους, τους εργολάβους.
Με άλλα λόγια η πάλη ενάντια στα Μνημόνια δεν μπορεί να ευοδωθεί αν δεν στοχεύει συνειδητά και συγκεκριμένα στην ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και των πολιτικών του εκπροσώπων, πράγμα που σημαίνει να τεθούν οι βάσεις για τη μετάβαση σε μια σοσιαλιστική κοινωνία και στην εργατική-λαϊκή εξουσία.
Γι’ αυτό το πρόγραμμα που χρειάζεται δεν μπορεί να είναι άλλο από ένα σοσιαλιστικό-επαναστατικό πρόγραμμα – αυτή είναι η μόνη σωστή ερμηνεία του όρου «μεταβατικό πρόγραμμα» που χρησιμοποιείται πλατιά, πια, από την Αριστερά.
Τέλος αυτή η μάχη για να μπορέσει να κερδηθεί θα πρέπει να έχει ουσιαστικά διεθνιστικά χαρακτηριστικά: θα πρέπει δηλαδή να συνδεθεί με την πάλη των εργαζομένων στην υπόλοιπη Ευρώπη και διεθνώς όχι μόνο για υποστήριξη και αλληλεγγύη αλλά για αντίστοιχους πολιτικούς και κοινωνικούς στόχους.
Αν η ΛΑΕ επιδιώκει να καλύψει το τεράστιο κενό που δημιούργησε η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να επιδιώξει να μετεξελιχθεί σε ένα Μέτωπο επαναστατικό, με βάση τα πιο πάνω χαρακτηριστικά. Όμως αυτό δεν περιέχεται στους στόχους ή τις επιδιώξεις της. Όσο θετική και αν είναι η ύπαρξη της ΛΑΕ, μια και έδωσε σε χιλιάδες αγωνιστές τον τρόπο να εκφραστούν εκλογικά και να αντιδράσουν στο ξεπούλημα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι, δεν διεκδικεί και δεν επιδιώκει να γίνει κάτι τέτοιο.
Οι επισημάνσεις του εισηγητικού σας κειμένου (σημ: της ΑΡΑΝ) στα προβλήματα γραφειοκρατικής λειτουργίας της ΛΑΕ, στη στάση της στο εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα, στην Αυτοδιοίκηση και στα προβλήματα επαφής με το κίνημα, με τα οποία συμφωνούμε, θεωρούμε ότι αποτελούν κεντρικά στοιχεία της φυσιογνωμίας της ΛΑΕ και ότι, δυστυχώς, δεν πρόκειται να αλλάξουν. Και σίγουρα συμφωνούμε ότι η ΛΑΕ δεν εξαντλεί την υπόθεση του «Μετώπου».
Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη η «συνάντηση» των δυνάμεων της Αριστεράς, οργανώσεων και ατόμων, που θέτουν τους πιο πάνω στόχους, είτε μέσα είτε έξω από τη ΛΑΕ. Χρειάζεται η δημιουργία ενός «επαναστατικού πόλου» με τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε. Ενός πόλου που θα μπορεί να κινείται εντός και εκτός των σημερινών πλατιών/μετωπικών σχηματισμών της Αριστεράς, που θα μπορεί να απευθύνεται στην κοινωνία συνολικά, στο εργατικό κίνημα τη νεολαία και τους κοινωνικούς αγώνες.
Αν οργανώσεις όπως οι δικές μας μπουν σε αυτή τη μάχη και καταφέρουν, μαζί με άλλους, να συγκροτήσουν ένα τέτοιο επαναστατικό-διεθνιστικό-σοσιαλιστικό/κομμουνιστικό πόλο θα έχουμε κάνει ένα πολύ μεγάλο βήμα που θα αποτελεί και παράδειγμα για τα πιο προχωρημένα στρώματα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και διεθνώς.