Δημοσιεύουμε άρθρο που μας έστειλε ο τακτικός αναγνώστης και συνεργάτης της ιστοσελίδας μας, σύντροφος Γιάννης Ανδρουλιδάκης, εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμη καμπή. Παρά τις αντιδράσεις του δεν μπόρεσε να αποτρέψει την εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών και για να μιλήσουμε καθαρά βγαίνει από αυτήν τη μάχη ηττημένο. Θα πρέπει, λοιπόν, να επαναπροσδιορίσει την τακτική και τη στρατηγική του για να προστατεύσει τα ελάχιστα δικαιώματα που απέμειναν στους εργαζόμενους και να διεκδικήσει όσα με βίαιο τρόπο τους αφαιρέθηκαν. Χρειάζεται, ακόμη, να ανοίξει νέους δρόμους υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων, να απαγκιστρωθεί από τις λογικές του κυβερνητικού συνδικαλισμού και του αβανταδόρου των κομματικών επιλογών. Υπάρχει, επιπροσθέτως, ανάγκη για νέα ηγεσία απαλλαγμένη από τα βαρίδια του παρελθόντος. Απαιτείται να κυριαρχήσει πάλι ο ταξικός προσανατολισμός (ο οποίος δεν υπήρξε το προηγούμενο διάστημα) και να απορριφθούν ευκαιριακές και μεταρρυθμιστικές λογικές του παρελθόντος. Μόνο αν καταφέρει να μιλήσει την πραγματική γλώσσα του αγώνα, θα εμπνεύσει ξανά και θα συσπειρώσει γύρω του τον κόσμο της εργασίας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έντονο προβληματισμό προκαλούν δημοσιεύματα, που δεν διαψεύδονται, τα οποία θέλουν τους συνδικαλιστές της ΛΑΕ και του ΣΥΡΙΖΑ σε κοινή κάθοδο στις επερχόμενες εκλογές σωματείων και συνδικάτων. Ήδη έχει αναφερθεί ότι το ΜΕΤΑ κατέρχεται ενιαίο στην ΑΔΕΔΥ. Το ίδιο ακούγεται και για τις ΣΥΝΕΚ στο χώρο των εκπαιδευτικών. Αν τελικά συμβεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει να εξηγηθεί με πειστικότητα για τι ακριβώς θα αγωνιστούν μέλη και στελέχη δύο κομμάτων με διαφορετικό προσανατολισμό, στόχους και επιδιώξεις.
Μια τέτοια συμμαχία είναι προφανές ότι όχι μόνο δεν έχει μέλλον, αλλά θα δημιουργήσει προβλήματα και απογοήτευση. Το μήνυμα που θα εκπέμψει είναι τελείως συγκεχυμένο. Κανένα πρόσχημα για το ποιος θα κρατήσει τους τίτλους των συνδικαλιστικών παρατάξεων, καμία αναφορά στην αυτονομία του συνδικαλιστικού κινήματος, καμιά επίκληση στην ενότητα των εργαζομένων και στην κοινή δράση δεν μπορούν να στηρίξουν μια τέτοια πιθανή απόφαση. Επιπλέον, αποτελεί τη μέγιστη ουτοπία ότι μετανιωμένα για τις πολιτικές τους επιλογές στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, με αυτόν τον τρόπο θα μετατοπιστούν πιο αριστερά. Η απόφαση όσων παραμένουν σε αυτό το κόμμα μετά τη μνημονιακή του μετάλλαξη είναι συνειδητή. Όλα τα υπόλοιπα είναι παιχνιδάκια. Η πραγματικότητα είναι πιο απλή και η αλήθεια απολύτως ξεκάθαρη: όποιος διαφωνεί με τις ακολουθούμενες πολιτικές, δε βρίσκεται στο κόμμα που τις ψηφίζει και τις υλοποιεί, αλλά απέναντι. Δεν μπορεί κάποιος να είναι και με τον αστυφύλακα και με τον χωροφύλακα, ούτε να πατά σε δύο βάρκες και να αλληθωρίζει σε κάθε κατεύθυνση. Ούτε να στηρίζει μια κυβέρνηση που εφαρμόζει μνημόνια από τη μια και από την άλλη αντιπαλεύει, τάχα, αυτήν την πολιτική στα συνδικάτα. Αυτό ευτελίζει τους αγώνες των εργαζομένων και εξυπηρετεί τα κυβερνητικά σχέδια. Τέλος, η κοινή κάθοδος θα δώσει ακλόνητα επιχειρήματα στις άλλες συνδικαλιστικές παρατάξεις και θα προκαλέσει ίντριγκες, καχυποψία και εσωτερική φαγωμάρα, αφού καθένας θα πριμοδοτεί δικούς του υποψήφιους.
Είναι πασιφανές ότι ομφάλιος λώρος με τις δυνάμεις που παραμένουν στο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κοπεί. Ασφαλώς και η κοινή πάλη ενάντια στις πολιτικές της βαρβαρότητας πρέπει να βρίσκεται σε πρώτη προτεραιότητα, όπως και η συμπόρευση όσων συμφωνούν σε ένα άλλο δρόμο προς όφελος των πολλών. Η ενότητα των εργαζομένων πάνω σ ένα πλαίσιο ταξικό και διεκδικητικό που θα συγκρουστεί με την Ε.Ε και τις πολιτικές της είναι το ζητούμενο στους χώρους δουλειάς. Αυτό, όμως, δεν προϋποθέτει την κοινή κάθοδο. Συνδικαλιστική συνύπαρξη με ένα κόμμα που εμφανίστηκε ως αριστερό και εφαρμόζει την πιο σκληρή δεξιά πολιτική δεν νοείται. Κανείς αριστερός συνδικαλιστής δεν πρέπει να γίνει το αριστερό άλλοθι του ΣΥΡΙΖΑ. Όσοι υποστηρίζουν την εκλογική συνεργασία ας αναρωτηθούν ποιον εξυπηρετεί πραγματικά. Τους εργαζόμενους και το λαϊκό κίνημα; Τον ταξικό προσανατολισμό των συνδικαλιστικών διεκδικήσεων; Ή μήπως βολεύεται για πολλοστή φορά ο κυβερνητικός συνδικαλισμός;
Ετούτες τις κρίσιμες ώρες χρειάζονται σταράτες κουβέντες, υπεύθυνη στάση και σαφής προσανατολισμός. Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να αντεπιτεθεί και να νικήσει. Τώρα δε χωράει ούτε ο παραμικρός καιροσκοπισμός. Δεν μπορεί να είναι κανείς εν μέρει εθνικός και εν μέρει χριστιανίζων, όπως λέει ο Καβάφης. Ας γίνει σαφές.