Του Παναγιώτη Βογιατζή
1. Τι ακριβώς σημαίνει οικονομική ύφεση ή κρίση και πώς δημιουργείται;
Δεν υπάρχει, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ένας καθολικά αποδεκτός ορισμός της ύφεσης και της κρίσης. Σύμφωνα με τον πιο διαδεδομένο, ύφεση στην οικονομία έχουμε όταν για δυο συνεχόμενα τρίμηνα η αύξηση του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν – το σύνολο των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών) παρουσιάζει μηδενική ή πολύ μικρή άνοδο, ενώ κρίση έχουμε όταν η πορεία του ΑΕΠ είναι αρνητική (όταν δηλαδή εμφανίζεται συρρίκνωση της πραγματικής παραγωγής).
Ο καπιταλισμός έχει αποδειχθεί εξαιρετικά εφευρετικός στο να ανακαλύπτει ολοένα και καινούριους τρόπους εμφάνισης των οικονομικών κρίσεων. Έτσι, είχαμε στο παρελθόν κρίσεις υπερπαραγωγής (περιόδους δηλαδή όπου τα παραγόμενα προϊόντα, παρ’ ότι χρήσιμα για το κοινωνικό σύνολο, ξεπερνούσαν τη δυνατότητα της κοινωνίας να τα αγοράσει, μ’ αποτέλεσμα να μένουν απούλητα), κρίσεις πλεονάζοντος δυναμικού (όπου εργοστάσια και εργατική δύναμη αφήνονται στο περιθώριο, επειδή δεν συμφέρει στους καπιταλιστές η χρησιμοποίηση τους) ή κρίσεις διόγκωσης ορισμένων τομέων της οικονομίας σε σχέση με κάποιους άλλους. Αυτές είναι οι περιβόητες «φούσκες», που αποτελούν την πιο συνηθισμένη αρρώστια του καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια και που θα τις δούμε αναλυτικότερα πιο κάτω.
Βέβαια, παρ’ όλη την περίτεχνη ορολογία που χρησιμοποιεί η αστική πολιτική οικονομία, όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν παρά εκφράσεις του ίδιου πάντα φαινομένου: της δομικής αντίφασης του καπιταλισμού όπου ενώ η παραγωγή γίνεται ΓΙΑ την κοινωνία (αυτοί την αποκαλούν «αγορά») και ΑΠΟ την κοινωνία (μέσω των εργαζομένων), το αποτέλεσμά της το καρπώνεται μια μικρή – που όσο πάει γίνεται και μικρότερη – μειοψηφία, η οποία προκειμένου να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της δεν διστάζει να υποθηκεύει το μέλλον ολόκληρης της ανθρωπότητας.
2. Σε ποια κατάσταση βρίσκεται αυτή τη στιγμή η παγκόσμια οικονομία;
Όλοι ανεξαιρέτως οι αναλυτές συμφωνούν πως η παγκόσμια οικονομία έχει σήμερα τα χάλια της. Κι αυτό παρ’ ότι τεχνικά δεν έχει καν μπει ακόμη σε ύφεση! Η αύξηση του ΑΕΠ, αν και αναθεωρείται συνεχώς προς τα κάτω, υπολογίζεται στο 1,8 – 2,6% για την επόμενη διετία, στηριζόμενη κυρίως στις οικονομίες της Κίνας και της Ινδίας. Ακόμη και οι οικονομίες των ανεπτυγμένων χωρών, πολύ πιο αδύναμες σ’ αυτή τη φάση, παραπέμπουν πιο πολύ σε στασιμότητα (άνοδος 1 – 1,5%) παρά σε ύφεση. Γιατί λοιπόν κυριαρχεί αυτή η διάχυτη απαισιοδοξία;
Δύο είναι κυρίως οι λόγοι: ο πρώτος είναι ότι καθώς οι καπιταλιστές συνηθίζουν – για όσο τους παίρνει – να κρύβουν τις βρωμιές τους κάτω απ’ το χαλί, κανείς δεν πιστεύει σήμερα στα στοιχεία που ανακοινώνονται και όλοι περιμένουν ακόμη περισσότερες αποκαλύψεις για χρέη, αδυναμίες πληρωμών κλπ. Ο δεύτερος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η σημερινή κρίση, που εκφράζεται κυρίως με την ασύλληπτη άνοδο της τιμής του πετρελαίου και των τροφίμων, επηρεάζει άμεσα τις ζωές δισεκατομμυρίων ανθρώπων και προκαλεί ταραχές και εξεγέρσεις σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη.
3. Πού οφείλεται αυτή η άνοδος των τιμών και πώς συνδέεται με την κρίση;
Αν έπρεπε να δώσουμε έναν τίτλο στη σημερινή κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας, θα λέγαμε ότι πάσχει από κρίση απληστίας.
Μιλάμε σήμερα για κρίση του συστήματος, ενώ ο πλούτος που έχει συσσωρευτεί ξεπερνάει κάθε ιστορικό προηγούμενο. Ο πλούτος όμως αυτός ούτε στο ελάχιστο δεν έχει αγγίξει το σύνολο της κοινωνίας. Αντίθετα, συγκεντρώνεται σε ολοένα και λιγότερα χέρια. Έτσι, στις αναπτυγμένες χώρες το πλουσιότερο 1% έχει υπερδιπλασιάσει τα εισοδήματά του τα τελευταία 20 χρόνια ενώ όλοι οι υπόλοιποι αγωνίζονται να διατηρήσουν τα εισοδήματα που είχαν το …1980! Και μάλιστα, όπου το καταφέρνουν, αυτό γίνεται με ακόμη περισσότερη δουλειά, με ακόμη λιγότερα δικαιώματα και με την ποιότητα της ζωής τους συνολικά να χειροτερεύει μέρα με τη μέρα. Αλλά και στις αναπτυσσόμενες χώρες τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Τα παλάτια (η λέξη είναι μάλλον φτωχή για «σπίτια» του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων) που χτίζονται σ’ ολόκληρη την Ινδία δίπλα στις παραγκουπόλεις, δίνουν μια εικόνα για το πού κατευθύνονται τα αποτελέσματα του «οικονομικού θαύματος» που συντελείται. Ενώ και στην Κίνα πήραμε μια γεύση της ανάπτυξης της στους πρόσφατους σεισμούς, από την αντίφαση ανάμεσα στα σχολεία που κατέρρευσαν σαν τραπουλόχαρτα σκοτώνοντας χιλιάδες παιδιά από τη μια και τα σχολεία για τους κομματικούς αξιωματούχους και τη νέα πλουτοκρατία που παρέμειναν εντελώς άθικτα από την άλλη…
Μια ακόμη απόδειξη αυτής της απληστίας και της χυδαίας συσσώρευσης πλούτου, μπορεί κάποιος να βρει και στην αγορά κάποιων άλλων προϊόντων, που – δίπλα στο ταπεινό καλαμπόκι – τραβούν τη δική τους ανηφόρα. Έτσι, μαθαίνουμε (από οικονομικά ρεπορτάζ ευτυχώς και όχι από προσωπική εμπειρία) ότι σε νέα ιστορικά ρεκόρ βρίσκεται η τιμή «αγαθών» όπως η σαμπάνια και το μαύρο χαβιάρι ενώ το ένα μετά το άλλο σπάνε και τα ρεκόρ στις τιμές έργων τέχνης ή «τέχνης».
Οι τεράστιες – ακόμα και για τον καπιταλισμό – ανισότητες είναι η μια πλευρά του ζητήματος αλλά η πιο σοβαρή, καθώς προκαλεί ακόμη πιο τεράστιες παρενέργειες.
Τα κέρδη που συσσωρεύονται με τόσο γρήγορους ρυθμούς πρέπει κάπου να επενδυθούν. Πού όμως; Ο «παραδοσιακός» καπιταλιστής που έχτιζε ένα εργοστάσιο, ξεζούμιζε τους εργάτες και με τα κέρδη έχτιζε ένα δεύτερο και μετά τρίτο κοκ, ανήκει πλέον στο παρελθόν. Σήμερα υπάρχουν πολύ πιο ευφυείς, πιο επικερδείς και κυρίως πιο γρήγοροι τρόποι επένδυσης, τα χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Η αρχή έγινε με την πιστωτική επέκταση: Μπορεί τα εισοδήματα των εργαζομένων να μην αυξάνονταν τις τελευταίες δεκαετίες αλλά η λύση βρέθηκε στον υπέρμετρο δανεισμό τους, από το φτηνό χρήμα που είχε συσσωρευτεί. Με τα επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ο καθένας μπορούσε να συντηρήσει τον τρόπο ζωής του δανειζόμενος – δηλαδή υποθηκεύοντας το ίδιο του το μέλλον. Το αποκορύφωμα έφτασε με την έκρηξη των στεγαστικών δανείων, που την βιώσαμε και στην Ελλάδα αλλά στις ΗΠΑ έφτασε σε αστρονομικά επίπεδα. Αφού δάνεισαν όλους όσους μπορούσαν να δανειστούν, άρχισαν να δανείζουν κι αυτούς που δεν μπορούσαν (με βάση τα εισοδήματά τους). Και όσο περισσότερο δεν μπορούσαν να δανειστούν οι πολίτες, τόσο υψηλότερο επιτόκιο ζητούσαν οι τράπεζες, κάνοντας ακόμη πιο σίγουρη την μη αποπληρωμή του δανείου! Και αφού ήξεραν ότι τα δάνεια που έδιναν ήταν πολύ υψηλού κινδύνου, τα …ασφάλισαν και έριξαν στην αγορά κι αυτά τα προϊόντα (τα περιβόητα subprimes). Το …κόλπο δούλεψε για 2-3 χρόνια αποφέροντας τεράστια κέρδη στις τράπεζες αλλά μετά, όπως ήταν φυσικό, κατέρρευσε. Εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τα σπίτια τους, παραγκουπόλεις ξεφύτρωσαν ακόμη και μέσα στη μητρόπολη του καπιταλισμού, πολλοί Αμερικανοί πήγαν μετανάστες στον Καναδά για να σωθούν. Αυτά όμως είναι απλώς …παράπλευρες απώλειες. Το μεγάλο πρόβλημα παρέμενε: και τώρα πού θα επενδύσουμε; Και ανακάλυψαν το πετρέλαιο, τα σιτηρά και τα άλλα εμπορεύματα.
4. Τελικά φταίει η αύξηση της ζήτησης από τις αναπτυσσόμενες χώρες ή οι κερδοσκόποι για την άνοδο των τιμών;
Η ερώτηση δεν θα έπρεπε καν να τίθεται. Και όμως, καθώς προσπαθούν να δικαιολογήσουν τ’ αδικαιολόγητα, πολλοί απολογητές του συστήματος προσπαθούν να ρίξουν το φταίξιμο για τις εξωφρενικές ανατιμήσεις στην «ακόρεστη δίψα» της Κίνας και της Ινδίας για πετρέλαιο και μεταλλεύματα καθώς και στην αλλαγή στις «καταναλωτικές συνήθειες» της μεσαίας τάξης που έχει δημιουργηθεί σ’ αυτές τις χώρες.
Πρώτα απ’ όλα, το να ζητάει κάποιος δυο πιάτα ρύζι τη μέρα αντί για ένα που έτρωγε μέχρι τώρα είναι ντροπή ν’ αποκαλείται «αλλαγή στις καταναλωτικές συνήθειες». Και τι αξία μπορεί να έχει ένα οικονομικό σύστημα που στηρίζει την ύπαρξή του στη διαρκή πείνα των 4/5 του πλανήτη; Αλλά δεν είναι καν εκεί το ζήτημα.
Είναι βέβαια γεγονός ότι οι ανάγκες για ενέργεια και τρόφιμα έχουν αυξηθεί την τελευταία περίοδο. Αλλά αυτή η αύξηση σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να δικαιολογήσει αυτό που βιώνουμε σήμερα. Απλώς δημιούργησε το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλουργούν σήμερα οι κερδοσκόποι. Οι τιμές του πετρελαίου λ.χ έχουν αυξηθεί 700% από το 2000. Συνεχίζουν δε ν’ αυξάνονται ακόμη και σήμερα, παρ’ ότι όπως είπαμε η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σαφώς σε πορεία επιβράδυνσης τον τελευταίο χρόνο. Παρόμοια είναι η εικόνα και στα σιτηρά, με αυξήσεις 100 – 300% μέσα σε λίγους μήνες. Πώς μπορούν να εξηγήσουν το φαινόμενο αυτό οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης; Η απάντηση είναι απλή: Δεν μπορούν.
Η αλήθεια είναι ότι τα κεφάλαια που πλεονάζουν στις τσέπες μιας ελάχιστης μειοψηφίας και κυκλοφορούν κάτω από εξωτικά ψευδώνυμα (hedge funds, offshore εταιρίες κλπ) εντόπισαν ένα καινούριο Ελντοράντο και έσπευσαν να επωφεληθούν, αδιαφορώντας για το αν η επένδυση αυτή έχει οποιοδήποτε πραγματικό αντίκρισμα. Έτσι, τα κεφάλαια που δραστηριοποιούνται στην αγορά εμπορευμάτων έφτασαν να αυξηθούν κατά 600% την τελευταία πενταετία, ενώ συνολικά τα κεφάλαια που κινούνται γενικώς στη σφαίρα των χρηματοοικονομικών προϊόντων τετραπλασιάστηκαν και ξεπερνούν σήμερα κατά 3,7 φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ!
Και εδώ βέβαια κρύβεται μια ακόμη μεγαλύτερη απειλή για όλους μας. Όσο αυτή η πρακτική τους αποφέρει υπερκέρδη δεν πρόκειται ποτέ να την εγκαταλείψουν. Όταν ωστόσο αυτή η κατάσταση φτάσει στο απροχώρητο (όπως είδαμε πιο πάνω ότι έγινε με τα στεγαστικά δάνεια), τότε με την ίδια βιασύνη θα σπεύσουν ν’ αποχωρήσουν από την αγορά των εμπορευμάτων, με τις τιμές όχι απλά να μειώνονται αλλά να καταρρέουν και με ολόκληρες οικονομίες να βυθίζονται στο χάος.
5. Τι επιπτώσεις έχει ή θα έχει η κρίση στην ελληνική οικονομία;
Για το ερώτημα αυτό, η κυβέρνηση και ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός, ο Αλογοσκούφης, έχουν δύο α λα καρτ απαντήσεις. Όταν το ερώτημα αφορά τις οικονομικές προοπτικές γενικώς και την πορεία των «μεταρρυθμίσεων», η απάντηση είναι ότι «η ελληνική οικονομία παραμένει ισχυρή και έχει αναπτύξει ισχυρές αντοχές, άρα οι επιπτώσεις θα είναι πολύ μικρές». Όταν όμως το ερώτημα τίθεται σε σχέση με το τι θα κάνει η κυβέρνηση για ν’ ανακουφίσει κάπως τα πιο φτωχά στρώματα, τότε «δυστυχώς η παγκόσμια κρίση, που μέρος της είναι και οι εξελίξεις στη χώρα μας, δεν επιτρέπει την λήψη τέτοιων μέτρων».
Το γεγονός είναι ότι ακόμη η κρίση δεν έχει περάσει τόσο πολύ στις εθνικές οικονομίες. Ακριβώς επειδή είναι τέτοια η φύση της, δηλαδή αύξηση της τιμής των προϊόντων, χτυπάει κυρίως τα νοικοκυριά παγκοσμίως και όχι τα δημόσια ταμεία. Βέβαια, για ν’ αναφερθούμε στην Ελλάδα, υπάρχει επίπτωση από την αύξηση των επιτοκίων, που επιβαρύνει τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και από την μείωση των πενιχρών ούτως ή άλλως εξαγωγών και του τουρισμού, λόγω της ισχυροποίησης του ευρώ έναντι του δολαρίου. Σε μεγάλο βαθμό όμως αυτή η επίπτωση αντισταθμίζεται από τους αυξημένους φόρους που εισπράττει το κράτος, κυρίως από το πετρέλαιο, αλλά και απ’ τα άλλα προϊόντα.
Αυτό όμως δεν πρόκειται να συνεχιστεί για πολύ. Στο βαθμό που αυτή η κατάσταση διαρκέσει κι άλλο ή ακόμα χειρότερα επιδεινωθεί, όπως όλοι λίγο πολύ περιμένουν, τα προβλήματα θα περάσουν αναπόφευκτα και στην πραγματική οικονομία και η Ελλάδα θα είναι από τις χώρες που θα πληγεί περισσότερο, λόγω της πτώσης της παραγωγής, της αύξησης της ανεργίας και κυρίως από μια μεγάλη άνοδο των επιτοκίων, που για μια χώρα με το δημόσιο χρέος της δικιάς μας θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα.
6. Υπάρχουν τρόποι εξόδου από την παρούσα κατάσταση;
Αν με την ερώτηση αυτή υπονοούμε την πιθανότητα οι τιμές να αρχίσουν να αποκλιμακώνονται ομαλά και σε μερικά χρόνια να έχουμε επανέλθει σε κάποια «λογικά» επίπεδα, η απάντηση είναι σαφέστατα όχι. Ποτέ στο παρελθόν μια «φούσκα» οποιουδήποτε είδους στην οικονομία δεν «ξεφούσκωσε» ομαλά. Από τις ολλανδικές τουλίπες του 17ου αιώνα (το πρώτο προϊόν στην ιστορία που η τιμή του πήρε χαρακτηριστικά «φούσκας») μέχρι τις εταιρίες υψηλής τεχνολογίας (τις dot.com) του 1999 – 2000 και τις τιμές των ακινήτων στις ΗΠΑ πρόσφατα, πάντα η ισορροπία επανέρχεται μόνο μετά από μια μεγάλη καταστροφή.
Από την άλλη βέβαια, δεν υπάρχει «τελική κρίση του καπιταλισμού». Το καπιταλιστικό σύστημα δεν πρόκειται να καταρρεύσει εξ αιτίας μιας κρίσης, όσο μεγάλη κι αν είναι αυτή. Πάντα θα βρίσκει τρόπους να συνεχίζει την πορεία του, όσο δεν ανατρέπεται από τις συνειδητές προσπάθειες της εργατικής τάξης, δηλαδή την επανάσταση. Σ’ αυτή την πορεία, περνώντας πάνω από τις ζωές εκατομμυρίων ή και δισεκατομμυρίων ανθρώπων, έχει την ικανότητα να κάνει κάποιες διορθωτικές κινήσεις και να παίρνει έτσι παράταση ζωής. Απ’ ότι φαίνεται, μια τέτοια προσπάθεια έχει ήδη αρχίσει.
Από παντού ακούγονται σήμερα φωνές για εγκατάλειψη των ακραιφνών νεοφιλελεύθερων πολιτικών και για επιστροφή στον κεϋνσιανισμό, δηλαδή στην κρατική παρέμβαση στην οικονομία, πολιτική που είχε πλήρως εγκαταλειφθεί τα τελευταία 30 περίπου χρόνια. Όπως είχε γίνει τόσο μετά τη μεγάλη κρίση του 1929 αλλά και μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1973, το κράτος έρχεται να αποτελέσει σωσίβιο για τους καπιταλιστές, που αφού γλέντησαν ιδιωτικά τα κέρδη τους δεν έχουν και μεγάλη αντίρρηση να «κοινωνικοποιήσουν» τις ζημίες τους…
Η κρατικοποίηση των τραπεζών Northern Rock στη Βρετανία και Bear & Sterns στις ΗΠΑ φαίνεται να είναι ακριβώς το προμήνυμα μιας τέτοιας αλλαγής.
7. Κρίση σημαίνει επαναστάσεις και αγώνες;
Ανάμεσα στην οικονομική συγκυρία και την ταξική πάλη υπάρχει σίγουρα μια στενή σχέση. Ωστόσο, απέχει πολύ από την εξίσωση κρίση = πείνα = επανάσταση, όπως τη φαντάζονται ορισμένοι υπερεπαναστάτες. Η πραγματικότητα, καλώς ή κακώς, είναι πολύ πιο σύνθετη και περίπλοκη.
Μια μεγάλη κρίση που θα έρθει σε μια στιγμή που το εργατικό κίνημα βρίσκεται σε υποχώρηση και σε ιδεολογική σύγχυση μπορεί να έχει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, να οδηγήσει δηλαδή τον κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά στο να στρέψει όλες του τις δυνάμεις στο να διατηρηθεί στη ζωή αυτός και η οικογένειά του, αναβάλλοντας κάθε σκέψη για συλλογική δράση και αγώνες. Είδαμε πολύ καθαρά τα πράγματα να εξελίσσονται μ’ αυτόν ακριβώς τον τρόπο στις χώρες του ανύπαρκτου σοσιαλισμού, μετά την κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων το 1989-90.
Σήμερα ευτυχώς δεν βρισκόμαστε σ’ ένα τέτοιο σημείο. Σε πάνω από 40 χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου βρίσκονται σε εξέλιξη εξεγέρσεις και ταραχές εξαιτίας της ανόδου της τιμής των τροφίμων. Στην Ευρώπη ξεσπούν δυναμικές απεργίες ολόκληρων κλάδων που πλήττονται από το ακριβό πετρέλαιο. Και βέβαια αυτοί οι αγώνες είναι μόνο η αρχή. Δεν θα βρει πια κανείς και πολλούς υποστηρικτές του καπιταλισμού και της αγοράς ανάμεσα στα στρώματα των εργαζομένων που δοκιμάζονται από τη νέα τρέλα που σαρώνει όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη.
8. Γιατί χρειάζεται σήμερα ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα;
Σήμερα δεν αρκεί να μιλάει κανείς γενικά ενάντια στις «δυνάμεις της αγοράς» και τον νεοφιλελευθερισμό, αυτό το κάνει ακόμη και μια καθόλου ευκαταφρόνητη μερίδα εκπροσώπων και αναλυτών της αστικής τάξης. Αυτό που χρειάζεται είναι μια συνολική πρόταση για ένα ριζικά διαφορετικό μοντέλο οικονομίας και ανάπτυξης. Μια πρόταση που θα ξεκινάει από τα άμεσα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν και θα τα συνδέει με τις συνολικές ανάγκες της κοινωνίας και δεν θα κοιτάει απλώς να μπαλώσει μερικές τρύπες του συστήματος. Αυτή την πρόταση μόνο ένα πραγματικό κόμμα των εργαζομένων μπορεί να την κάνει. Και αυτή η πρόταση δεν μπορεί να είναι άλλη από ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα.
Ένα τέτοιο πρόγραμμα, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, θα έβαζε πρώτ’ απ’ όλα το ζήτημα της δραστικής αύξησης μισθών και συντάξεων, επιβολής πλαφόν στις τιμές των βασικών καταναλωτικών αγαθών και βαριάς φορολογίας στα υπερκέρδη του κεφαλαίου. Αλλά δεν θα έμενε εκεί. Θα έπρεπε να προχωρήσει στην εθνικοποίηση των βασικών τομέων της οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος, με διαφάνεια και έλεγχο από τους εργαζομένους, αφού αποδείχτηκε πια περίτρανα ότι στα χέρια των καπιταλιστών όχι μόνο δεν μπορούν να δώσουν λύση στις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά γίνονται όπλο που χρησιμοποιείται εναντίον της.
Οι μαρξιστές πάντοτε είχαν σαν προμετωπίδα τους ένα τέτοιο πρόγραμμα, ακόμη και σε περιόδους όπου πήγαιναν καταφανώς ενάντια στο ρεύμα, όπως τα πρώτα χρόνια της προηγούμενης δεκαετίας. Σήμερα δεν ζούμε σε μια τέτοια περίοδο. Δεν χρειάζεται και μεγάλη ευφράδεια για να επιχειρηματολογήσει κανείς ενάντια στις πέντε μεγάλες εταιρίες πετρελαίου, όταν ο καταναλωτής πληρώνει 50 ? για να γεμίσει το ρεζερβουάρ του ή όταν θα πληρώνει το χειμώνα πάνω από 300 ? το μήνα απλώς για να ζεστάνει το σπίτι του. Ούτε ακούγεται και τόσο εξωτική η άποψη για την εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, όταν το ίδιο το αστικό κράτος έρχεται να σώσει (με χρήματα των φορολογούμενων) ακριβώς τους πιο άπληστους τραπεζίτες, που βρίσκονται σήμερα μπροστά στο φάσμα της χρεοκοπίας…
Η συνείδηση αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς. Το καθήκον της Αριστεράς είναι με θάρρος και αποφασιστικότητα να χτίσει και να χτιστεί στηριζόμενη πάνω σ’ αυτή την αλλαγή.