Διαβάστε παρακάτω συνέντευξη με τον Αντώνη Δημάκη, μέλος του ΣΕΡΕΤΕ (Σωματείο Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια εκπαίδευση) σχετικά με την κατάσταση στον κλάδο και τα αιτήματα της απεργίας της 29ης Μαΐου την οποία έχει προκηρύξει.
- Δώσε μας μια εικόνα για τον κλάδο στον οποίο δουλεύεις και πες μας δυο λόγια για το ΣΕΡΕΤΕ
Το ΣΕΡΕΤΕ είναι το σωματείο εργαζομένων στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, δηλαδή συμμετέχουν σε αυτό εργαζόμενοι οι οποίοι έχουν κάποια σχέση με τον ακαδημαϊκό χώρο σε ερευνητικό και διδακτικό επίπεδο. Είναι ένας χώρος κατακερματισμένος από εργασιακή σκοπιά, γιατί υπάρχουν πολλαπλών ειδών συμβάσεις και αυτό είναι και ένα από τα βασικά ζητήματα με τα οποία ασχολείται το σωματείο, η ενοποίηση δηλαδή των εργασιακών μας δικαιωμάτων.
Οι διεκδικήσεις μας έχουν να κάνουν με μια σειρά ζητήματα, από τις άδειες, μέχρι το αίτημα για ενοποίηση των αμοιβών μας, καθώς υπάρχουν συνάδελφοι που μπορεί να αμείβονται με βάση το ενιαίο μισθολόγιο όπως υπολογιζόταν για το 2019, ή να παίρνουν υποτροφίες το πολύ 800-900 ευρώ. Την ίδια ώρα υπάρχουν και άλλοι που δουλεύουν με συμβάσεις έργου (στις οποίες ανάλογα με τον εργοδότη, πχ το ΕΣΠΑ ή άλλο πρόγραμμα) έχουν πάντα διαφορετικές απολαβές, διαφορετικές κρατήσεις, κλπ.
- Τι ακριβώς συμβαίνει με τα ΕΣΠΑ και τα υπόλοιπα προγράμματα; Δεν δουλεύουν οι ερευνητές/τριες και οι διδάσκοντες/ουσες απευθείας για το πανεπιστήμιο;
Η βαθμίδα του λέκτορα, η οποία αποτελούσε την επαγγελματική εξέλιξη για τους κατόχους διδακτορικού, έχει καταργηθεί. Τα πανεπιστήμια σήμερα λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό με συμβάσεις διδακτικού έργου εξάμηνης διάρκειας ως επί το πλείστον, όπου οι διδάσκοντες/ουσες καλούνται να πάνε να διδάξουν για ένα εξάμηνο σε οποιοδήποτε μέρος της Ελλάδας, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τη σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί με το περιβάλλον του πανεπιστημίου, με τους φοιτητές, τους συναδέλφους κλπ. Επιπλέον, δεν παίρνουν καν οδοιπορικά για τη μετακίνηση αυτή, αλλά αναγκάζονται να την πληρώνουν από τον μισθό τους. Τα οδοιπορικά καταργήθηκαν το 2022. Αυτή τη στιγμή οι διδάσκοντες/ουσες που δουλεύουν με αυτό το καθεστώς στην Ελλάδα είναι περίπου 2.500, δηλαδή τα κενά που καλύπτουν είναι τεράστια.
Τα προγράμματα που χρηματοδοτούν τις διαφορετικές συμβάσεις μπορεί να προέρχονται από εθνικά ή ευρωπαϊκά κονδύλια (ΕΣΠΑ, HORIZON EUROPΕ,[1] ΙΚΥ,[2] ΕΛΙΔΕΚ[3]). Οι συμβάσεις αφορούν σε διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό. Πιο συγκεκριμένα αφορούν σε να εντεταλμένους διδάσκοντες, δηλαδή σε συμβασιούχους διδάσκοντες/ουσες μέσω ΕΣΠΑ ή σε συνεργαζόμενους σε ερευνητικά προγράμματα σε πανεπιστήμια ή ερευνητικά κέντρα. Στη δεύτερη περίπτωση, ο ερευνητής καταθέτει μια πρόταση η οποία μπορεί να επιλεγεί ή όχι. Αυτό είναι ήδη μια δουλειά που δεν πληρώνεται. Αν δηλαδή δεν δουλεύεις ήδη σε προηγούμενο πρόγραμμα, δεν έχεις μισθό όσο ασχολείσαι με την προετοιμασία της πρότασης που θα καταθέσεις, κάτι που δεν είναι καθόλου σπάνιο. Σε κάθε περίπτωση κάθε ίδρυμα κρίνει την εργασιακή σχέση που θα έχει με τους εργαζόμενους χωρίς να υπάρχει ενιαία πολιτική. Μάλιστα η καταβολή των δεδουλευμένων γίνεται επίσης κατά το δοκούν, είτε σε δόσεις, είτε στο τέλος της σύμβασης, ειδικά για τους διδάσκοντες/ουσες.
Το πανεπιστήμιο σήμερα είναι εντελώς διαλυμένο. Τη στιγμή που η κυβέρνηση ασχολείται με το θέμα της υποτιθέμενης ανομίας στις σχολές, θα έπρεπε να λύνει αυτού του είδους τα προβλήματα: αυτά που αντιμετωπίζουν οι φοιτητές/τριες σε προπτυχιακό επίπεδο, οι εργαζόμενοι/ες στο πανεπιστήμιο (όχι μόνο το διδακτικό προσωπικό αλλά και γενικά) αλλά και τα προβλήματα που έχουν να κάνουν με την έρευνα. Από την πλευρά μας, όσοι/ες βρισκόμαστε σε αυτό το καθεστώς, βιώνουμε την απόλυτη επισφάλεια. Κάποτε ο κόσμος είχε συνδεδεμένη στο μυαλό του την εικόνα του πανεπιστημιακού δασκάλου με ένα καλό μισθό, σημαντικό κοινωνικό status και καταξίωση. Τίποτα τέτοιο δεν ισχύει στη σημερινή πραγματικότητα για την πλειονότητα των εργαζόμενων στο ελληνικό πανεπιστήμιο.
- Ποια είναι τα αιτήματα της απεργίας της 29ης Μάη;
Το βασικό ζήτημα όπως είπα και πιο πάνω είναι η ενοποίηση του καθεστώτος εργασίας μας, η κατάκτηση μιας συλλογικής σύμβασης εργασίας που θα μας εξασφαλίζει αξιοπρεπείς μισθολογικές συνθήκες, αλλά και μια σειρά άλλα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την εργασιακή μας καθημερινότητά, όπως και τη δυνατότητά μας να έχουμε μια πραγματική σχέση με το ίδρυμα για το οποίο δουλεύουμε.
Ανάμεσα στα αιτήματά μας, βρίσκονται και κάποια που έχουν να κάνουν με το ζήτημα των χρηματοδοτήσεων πιο γενικά. Για παράδειγμα το ΙΚΥ (Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών) δίνει υποτροφίες σε συναδέλφους για να ολοκληρώσουν το διδακτορικό τους. Κατά την περίοδο της πανδημίας πολλοί συνάδελφοι/ισσες δεν μπορέσαν να ολοκληρώσουν τη διδακτορική διατριβή τους εντός προθεσμίας. Τώρα το ΙΚΥ τους ζητάει χρήματα πίσω παρότι έχουνε δώσει παραδοτέα, έχουν κάνει έρευνα, κλπ. Τα χρήματα των υποτροφιών δηλαδή δεν θεωρούνται δεδουλευμένα, παρά τη δουλειά που έχει γίνει. Και όλα αυτά παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζουμε. Ένα άλλο παράδειγμα που εντάθηκε κατά την περίοδο της πανδημίας, συνδυαστικά δηλαδή, είναι οι περιπτώσεις συναδελφισσών που δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν το διδακτορικό τους λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας, αφού οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι υπότροφοι/ες δεν δικαιούνται άδειες. Έτσι τους ζητάνε πίσω τα δεδουλευμένα, βάζοντας το δίλλημα «ή παιδιά, ή καριέρα». Και το επιχείρημα αυτό μας έχει μεταφερθεί ότι ακούστηκε ακόμα και από γυναίκες επικεφαλής του ΙΚΥ.
Ένα άλλο σοβαρό ζήτημα έχει να κάνει με την αδιαφάνεια σε διαγωνισμούς που προκηρύσσει το υπουργείο παιδείας. Το τελευταίο μεγάλο πρόγραμμα είναι το «Trust your Stars». Οι προτάσεις κατατέθηκαν τον Ιούνη του 2024. Αρχικά τα αποτελέσματα ήταν να βγουν τον Ιούλη. Αναβλήθηκαν για Σεπτέμβρη, μετά για Δεκέμβρη κι ακόμη μέχρι σήμερα δεν έχουνε βγει. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι μαγειρεύουνε ποιος και πόσα θα πάρει. Δεν υπάρχει καμία διαφάνεια σε αυτές τις διαδικασίες, ούτε ως προς την αξιολόγηση των προτάσεων, ούτε ως προς τη μοριοδότησή τους και από ποιους.
Επίσης, το ΕΛΙΔΕΚ (Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας) αλλάζει χέρια και η διοίκησή του φαίνεται ότι θα περάσει σε πρόσωπα φιλικά προς την κυβέρνηση, γεγονός που μας κάνει να πιστεύουμε ότι θα κινηθεί στη λογική της χρηματοδότησης των «ημετέρων». Από μια διαφανή και σχετικά ισορροπημένη διαχείριση που πριμοδοτούσε σημαντικά τους νέους ερευνητές (με τα προβλήματα που μπορεί να υπήρχαν), όλα δείχνουν ότι μπαίνουμε σε ένα νέο, αδιαφανές καθεστώς.
Ένα άλλο πρόβλημα με το οποίο θα βρεθούμε σύντομα αντιμέτωποι/ες, είναι αυτό της στρατιωτικοποίησης της έρευνας. Πλέον είναι αρκετά πιο δύσκολο να βρει ένα πρόγραμμα χρηματοδότηση αν δεν έχει κάποια σχέση με αυτόν τον τομέα. Βασικά από εδώ και στο εξής, ιδιαίτερα η ΕΕ, θα επιχειρεί να πριμοδοτούνται πολύ περισσότερο τα προγράμματα που θα έχουν να κάνουν με τα οπλικά συστήματα, το πως αυτά θα αναβαθμιστούν μέσω τεχνητής νοημοσύνης, ενώ οι κοινωνικές επιστήμες θα παράγουν έρευνα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί πολύ πιο ανοιχτά για τη χειραγώγηση των κοινωνιών. Οι ερευνητές δεν ρωτήθηκαν ποτέ αν θέλουν να δουλεύουν για τη στρατιωτική βιομηχανία ή για την πειθάρχηση των πολιτών.
- Πες μας λίγα παραπάνω πράγματα για το ΣΕΡΕΤΕ και τον χαρακτήρα του
Όπως και σε όλους τους αντίστοιχους χώρους, το ΣΕΡΕΤΕ δεν είναι ένα σωματείο χωρίς προβλήματα. Το βασικό από αυτά, είναι ότι δεν έχουμε καταφέρει να κάνουμε την πολυμορφία που το χαρακτηρίζει προωθητική δύναμη, αλλά αντίθετα, αυτή συχνά βάζει εμπόδια στη δράση. Για παράδειγμα, δεν βοηθάει στην ανάπτυξη της δουλειάς μας το γεγονός ότι οι τρεις βασικές παρατάξεις που δραστηριοποιούνται σε αυτό (και που μιλάνε όλες στο όνομα της Αριστεράς) συχνά δεν καταφέρνουν να καταλήξουν καν σε ένα κοινό ψήφισμα. Παρόλα αυτά είναι ένα σωματείο που κινείται στην κατεύθυνση της ανάπτυξης των αγώνων σε έναν δύσκολο, κατακερματισμένο κλάδο.
Παλεύουμε για ένα δημοκρατικό πανεπιστήμιο, για μια τριτοβάθμια παιδεία που θα είναι δημόσιο αγαθό, συνέχεια μιας επίσης δημόσιας δευτεροβάθμιας και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το σημερινό πανεπιστήμιο έχει μια σειρά προβλήματα, για τα οποία ως σωματείο κάνουμε δημιουργικές προτάσεις που δεν αναγνωρίζονται. Θέλουμε επίσης συμμετοχή στα όργανα του πανεπιστημίου, θέλουμε την αναγνώριση του ρόλου μας, θέλουμε τα μισθολογικά και τα υπόλοιπα δικαιώματά μας να γίνονται σεβαστά. Θέλουμε ένα πανεπιστήμιο που να προωθεί και να υπηρετεί την κριτική σκέψη σε όλες τις επιστήμες, και βέβαια θέλουμε να συμβάλουμε στη συζήτηση γύρω από το «τι είναι η επιστήμη». Θεωρούμε ότι η επιστήμη δεν είναι κάτι ουδέτερο, που δεν έχει σχέση με την κοινωνία, αλλά ένα εργαλείο που πρέπει να την υπηρετεί, αντί να υπηρετεί τα συμφέροντα λίγων.