Από το 2009, η 29η Αυγούστου έχει καθιερωθεί από τον ΟΗΕ ως παγκόσμια ημέρα ενάντια στις πυρηνικές δοκιμές, δηλαδή στις προγραμματισμένες πυρηνικές εκρήξεις που πραγματοποιούνται προκειμένου να διαπιστωθεί η ισχύς και οι επιπτώσεις ενός πυρηνικού όπλου. Οι δοκιμές αυτές έχουν σοβαρές, ως και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις για το περιβάλλον και τους κοντινούς ανθρώπινους πληθυσμούς, γεγονός βέβαια που δεν έχει αποτρέψει τις μεγάλες πυρηνικές δυνάμεις (όπως και τις μικρότερες) από το να πραγματοποιούν τέτοιες δοκιμές ανά τακτά διαστήματα.
Μέσα σε μια περίοδο 72 χρόνων (από το 1945 ως το 2017) πραγματοποιήθηκαν πάνω από 2.000 πυρηνικές δοκιμές από οκτώ συνολικά χώρες (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Γαλλία, Βρετανία, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν και Βόρεια Κορέα). Από αυτές πάνω από 500 πραγματοποιήθηκαν στην ατμόσφαιρα, και τουλάχιστον 1.500 ήταν υπόγειες. Ο μεγάλος όγκος τους (από τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση κατά την περίοδο του ψυχρού πολέμου) είχε στόχο από τη μια μεριά την καλύτερη κατανόηση των επιπτώσεων των πυρηνικών όπλων που είχαν στην κατοχή τους οι δύο κυρίαρχοι του παιχνιδιού της εποχής και από την άλλη την επίδειξη δύναμης στο πλαίσιο του σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ τους.
Η πρώτη δοκιμή
Η πρώτη πυρηνική δοκιμή στην ιστορία πραγματοποιήθηκε στις 16 Ιουλίου του 1945, λίγες μόλις ημέρες πριν από την πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων ενάντια σε πραγματικούς στόχους κατά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η επιτυχία της δοκιμαστικής έκρηξης της πρώτης βόμβας πλουτωνίου στην έρημο του Νέου Μεξικού άνοιξε την εποχή των πυρηνικών όπλων και τον δρόμο για την ισοπέδωση της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι στις αρχές Αυγούστου του 1945. Η επιχείρηση με το κωδικό όνομα «Trinity» άφησε ενθουσιασμένους τους επιστήμονες και τους στρατιωτικούς επιτελείς που συμμετείχαν στη διεξαγωγή της. Η έκρηξη είχε απελευθερώσει ενέργεια αντίστοιχη με 25 κιλοτόνους ΤΝΤ, ξεπερνώντας κάθε προσδοκία τους.
Από τον Ειρηνικό στην Αρκτική
Έχοντας πλέον σφραγίσει τη νίκη της στον πόλεμο εξαϋλώνοντας δύο πόλεις και σκοτώνοντας από 110.000 ως και 210.000 ανθρώπους, η κυβέρνηση του Χ. Τρούμαν δεν σταμάτησε εκεί. Έναν χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του 1946, ξεκίνησε να δοκιμάζει τα νέα της πυρηνικά όπλα στον Ειρηνικό Ωκεανό. Η μακρόχρονη επιχείρηση (κράτησε ως το 1958) που περιλάμβανε ανάμεσα σε άλλα υποθαλάσσιες εκρήξεις, αλλά και την πρώτη έκρηξη βόμβας υδρογόνου, ξεκίνησε με τον εκτοπισμό μεγάλης μερίδας του πληθυσμού των Νησιών Μάρσαλ και τελείωσε με την κατασκευή ενός «θόλου» μέσα στη θάλασσα, όπου «φυλάσσονται» μέχρι και σήμερα τα ραδιενεργά απόβλητά της. Τις επόμενες δεκαετίες οι ΗΠΑ συνέχισαν τις πυρηνικές δοκιμές κατά κύριο λόγο στην έρημο της Νεβάδα.
Η απάντηση της Σοβιετικής Ένωσης στις πρώτες πυρηνικές δοκιμές των ΗΠΑ ήρθε με λίγα χρόνια καθυστέρηση, το 1949 και ακολουθήθηκε από εκατοντάδες ακόμη μέχρι το 1990, κυρίως στον Αρκτικό Ωκεανό και στο Καζακστάν. Η πιο εντυπωσιακή ανάμεσά τους ήταν η έκρηξη που προκάλεσε το 1961 στην Αρκτική η ισχυρότερη πυρηνική βόμβα που έχει μέχρι στιγμής χρησιμοποιηθεί, με ξεκάθαρη πρόθεση να δείξει στη Δύση ότι όχι μόνο δεν παίζει μόνη της στο παιχνίδι των πυρηνικών, αλλά και ότι οι δυνατότητες του βασικού αντιπάλου της είναι τεράστιες. Η «Tsar-Bomba» όπως έγινε γνωστή, ζύγιζε 27 τόνους, το «μανιτάρι» που προκάλεσε έφτασε σε ύψος τα 60 χιλιόμετρα, ενώ υπολογίζεται ότι είχε 3.800 φορές την ισχύ της βόμβας που κατέστρεψε τη Χιροσίμα και ότι θα μπορούσε να προκαλέσει εγκαύματα τρίτου βαθμού σε απόσταση 100 χιλιομέτρων.
Παρότι ο μεγάλος όγκος των δοκιμών πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία και η Βρετανία, αλλά και η Κίνα, το Πακιστάν, κα, ακολούθησαν γρήγορα το παράδειγμα τους. Στην επιλογή τοποθεσίας για τις δοκιμές, προτεραιότητα είχαν κατά κανόνα τα έρημα, ακατοίκητα μέρη, ή περιοχές με κατοίκους όσο το δυνατόν πιο «αναλώσιμους», μακριά από τα εδάφη του κράτους που θα πραγματοποιούσε κάθε φορά το «πείραμα». Έτσι η Γαλλία προτίμησε να δοκιμάσει τα πυρηνικά της όπλα στο κομμάτι της Σαχάρας που ανήκει στην Αλγερία (πρώην αποικία της), η Βρετανία στην Αυστραλία και στο Νησί των Χριστουγέννων, ενώ οι ΗΠΑ μετέτρεψαν τα Νησιά Μάρσαλ σε νεκροταφείο ραδιενεργών αποβλήτωνόπως αναφέρθηκε.
Επιπτώσεις
Κάποιες πυρηνικές δοκιμές πραγματοποιήθηκαν σε μικρές αποστάσεις από κατοικημένες περιοχές, ενώ άλλες σε τοποθεσίες που θεωρήθηκε ότι βρίσκονταν σε απόσταση ασφαλείας από τους κοντινότερους ανθρώπους. Σε όλες τις περιπτώσεις ωστόσο, οι πάνω από 2.000 δοκιμές που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα, αποτελούν έγκλημα ενάντια στο περιβάλλον, αλλά και σε ανθρώπινες κοινότητες που βρίσκονται μέχρι και σήμερα αντιμέτωπες με τις συνέπειες της ραδιενέργειας.
Η Διεθνής Καμπάνια για την Κατάργηση των Πυρηνικών (ICAN) αναφέρει:
«Περισσότερες από 60 τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο φέρουν τα σημάδια αυτών των δοκιμών. Ακόμη και τα πεδία δοκιμών που έχουν κλείσει εδώ και δεκαετίες και έχουν μερικώς καθαριστεί παραμένουν ακατοίκητα. Η κλίμακα της καταστροφής είναι συγκλονιστική. Μόνο οι 528 ατμοσφαιρικές δοκιμές είχαν καταστροφική ισχύ ίση με 29.000 βόμβες της Χιροσίμα. Διέσπειραν ραδιενεργά σωματίδια σε μεγάλη απόσταση, δηλητηριάζοντας το έδαφος, τον αέρα και το νερό».
Σε νέα φάση αναζωπύρωσης;
Το 1963 υπογράφηκε η Συνθήκη Μερικής Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών, η οποία απαγορεύει όλες τις δοκιμές πυρηνικών όπλων στην ατμόσφαιρα, κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και στο διάστημα, επιτρέπει όμως τις υπόγειες δοκιμές. Όσο για την κατοχή και την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων συνολικά, από το 2017 έχει υπογραφεί συνθήκη του ΟΗΕ που την απαγορεύει. Η συνθήκη αυτή ωστόσο δεν παίζει κανέναν πραγματικό ρόλο αν και την έχουν υπογράψει πάνω από 120 χώρες, αφού ανάμεσα τους δεν βρίσκεται καμία από τις πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη.
Αντίθετα, σε μια εποχή που οι παγκόσμιοι ανταγωνισμοί εντείνονται, το ενδεχόμενο της συνολικής απαγόρευσης των πυρηνικών όπλων βρίσκεται εκτός της ατζέντας των ισχυρών. Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γ. Στόλτενμπεργκ, εξήγησε ότι η Συμμαχία βρίσκεται στη διαδικασία αλλαγής του καθεστώτος τμήματος των πυρηνικών κεφαλών που διαθέτει, βγάζοντάς το από τις αποθήκες και μετατρέποντάς το σε επιχειρησιακό. Σε ένα κλίμα συνολικής κλιμάκωσης του ανταγωνισμού για την κυριαρχία στον πλανήτη, αλλά και των συγκρούσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη σε μια σειρά περιοχές του, τέτοιες δηλώσεις μπορεί να έχουν σκοπό να καθησυχάσουν τις κοινωνίες του δυτικού κόσμου στέλνοντας το μήνυμα ότι «είμαστε ισχυροί» απέναντι στους αντιπάλους μας, αλλά στην πραγματικότητα μπορούν να προκαλέσουν μόνο ανησυχία και ανασφάλεια.
Παρότι όλες οι πυρηνικές δυνάμεις του κόσμου, όπως και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες στο παιχνίδι των ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων και των πολέμων, ξέρουν πολύ καλά ότι μια ενδεχόμενη χρήση έστω και μέρους του διαθέσιμου πυρηνικού οπλοστασίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανυπολόγιστη και αμοιβαία καταστροφή, το ενδεχόμενο να βγει η κατάσταση εκτός ελέγχου δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς. Έτσι η υπόθεση της συνολικής απαγόρευσης των πυρηνικών όπλων, πρέπει να γίνει υπόθεση του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς παγκόσμια.
Σήμερα, είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να παρθούν πρωτοβουλίες για μαζικές ενημερωτικές δράσεις και κινητοποιήσεις από μαχητικά σωματεία, αριστερές οργανώσεις και κόμματα, που να αναδεικνύουν το θέμα του κινδύνου που αποτελούν τα πυρηνικά και της ανάγκης να παλέψουμε για την απαγόρευσή τους. Το αντιπολεμικό κίνημα σε όλο τον κόσμο, είναι απαραίτητο να συντονίσει τη δράση του διοργανώνοντας διεθνείς συναντήσεις, ημέρες δράσης, κα, ενάντια στον παραλογισμό των ατελείωτων εξοπλισμών συνολικά, αλλά και ειδικά διεκδικώντας την απαγόρευση των πυρηνικών όπλων. Χτίζοντας την αλληλεγγύη μεταξύ των λαών μόνο μπορούμε να βάλουμε ένα φρένο στην τρελή εξοπλιστική και πυρηνική κούρσα που απειλεί την ζωή στον πλανήτη.