Με αφορμή την επέτειο του θανάτου του Λέον Τρότσκι που δέχθηκε το δολοφονικό χτύπημα του πράκτορα του Στάλιν, Ραμόν Μερκαντέρ, στις 20 και κατέληξε στις 21 Αυγούστου του 1940, δημοσιεύουμε παλαιότερο άρθρο του συντρόφου Peter Taaffe (Πίτερ Ταφ) του βρετανικού «Σοσιαλιστικού Κόμματος» – αδελφή οργάνωση του «Ξ» στη Βρετανία.
Επιμέλεια Δημήτρης Πανταζόπουλος.
Τον Αύγουστο του 1940 ο μεγαλύτερος εν ζωή επαναστάτης της εποχής, ο Λέον Τρότσκι, δολοφονούνταν από το πράκτορα του Στάλιν, Ραμόν Μερκαντέρ. Είχαν προηγηθεί αρκετές ακόμα απόπειρες αλλά αυτή τη φορά το θανατηφόρο χτύπημα της ορειβατικής αξίνας κατάφερε να σκοτώσει το «μυαλό» της εργατικής τάξης και το σύμβολο της αδυσώπητης αντίστασης στον καπιταλισμό αλλά και τον ολοκληρωτικό σταλινισμό. Αυτό το γεγονός, γιορτάστηκε στο Κρεμλίνο από το Στάλιν και τη γραφειοκρατική ελίτ που εκπροσωπούσε, αλλά ταυτόχρονα χαροποίησε ιδιαίτερα και τις καπιταλιστικές κυβερνήσεις σε Ευρώπη, Αμερική και ολόκληρο τον κόσμο.
Οι καπιταλιστές επιχειρούν τη «δολοφονία» των ιδεών του Τρότσκι
Ο Robert Service, ο οποίος στην πρόσφατη «βιογραφία» του Τρότσκι έγινε ο δράστης μίας νέας, πολιτικής και λογοτεχνικής αυτή τη φορά, δολοφονίας του Τρότσκι, μεταφέρει με επιδοκιμασία τα λόγια του Τσόρτσιλ στο Ρώσο πρεσβευτή στη Βρετανία την περίοδο των διαβόητων δικών της Μόσχας, στις οποίες μπήκαν και οι βάσεις για τη δολοφονία του Τρότσκι:
«παρακολουθούσα τις δραστηριότητες του για ένα διάστημα. Είναι η διαβολική διάνοια της Ρωσίας και είναι πολύ καλό το γεγονός ότι ο Στάλιν τον έχει βάλει στη θέση του».
Εάν όμως με τη δολοφονία του Τρότσκι πίστευαν ότι θα μπορούσαν να εξαλείψουν και τις ιδέες του, πλανιόνταν πλάνη οικτρά. Οι επόμενες γενιές, τα πιο ανήσυχα πολιτικά στρώματα, όταν μπήκαν στη μάχη κόντρα στον καπιταλισμό και το σταλινισμό, έψαξαν για συμπεράσματα και έμπνευση στο έργο του Τρότσκι. Ακόμα και μετά το 1989, την περίοδο της ιδεολογικής αντεπανάστασης, οι ιδέες του βρήκαν πολλά ανοιχτά αυτιά.
Σήμερα, ενώ βρισκόμαστε μπροστά στη χειρότερη οικονομική κρίση του καπιταλισμού από τη δεκαετία του 1930 και την αναπόφευκτα επακόλουθη μαζική αντίσταση της εργατικής τάξης, οι ιδεολόγοι του καπιταλισμού φοβούνται την επιρροή των ιδεών του Τρότσκι. Αν δεν το κατανοούν βαθιά, τουλάχιστον αντιλαμβάνονται έστω και επιφανειακά: σε μία περίοδο μαζικής εισβολής των εργατικών στρωμάτων στο πολιτικό προσκήνιο, προσωπικότητες όπως ο Che Guevara -που αποτελεί σύμβολο πάλης για την εθνική ανεξαρτησία και το σοσιαλισμό αλλά και αντίστασης στη γραφειοκρατία- και ο Τρότσκι θα γίνουν ξανά αντικείμενα μελέτης και αναζήτησης. Για να κλείσουν λοιπόν το δρόμο αυτής της αναζήτησης της νέας γενιάς προς το έργο του Τρότσκι, χρειάζεται να το δυσφημίσουν και αυτός είναι ο στόχος βιβλίων σαν αυτό του Robert Service (https://en.wikipedia.org/wiki/Trotsky:_A_Biography) κι άλλων που εκδόθηκαν πρόσφατα.
«Δείξε μου τους φίλους σου να σου ποιος είσαι». Ο Service είναι φιλαράκι με τον Μέρβιν Κίνγκ, σημερινό διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας (σημ. η κεντρική Τράπεζα της Μεγάλης Βρετανίας, αντίστοιχη της Τράπεζας της Ελλάδος) και χασάπη του κοινωνικού κράτους.
Επιχειρεί να δημιουργήσει την απίστευτη εντύπωση ότι ο Τρότσκι, παρά το γεγονός ότι δολοφονήθηκε από το Στάλιν, μαζί με τα περισσότερα μέλη της οικογένειας του, είναι κατά κάποιο τρόπο ταυτόσημος με το Στάλιν και το σύστημα της γραφειοκρατικής τρομοκρατίας που εκπροσωπούσε. Εμφανίζει το Σταλινισμό και τις ιδέες του Τρότσκι σαν φυσικό επακόλουθο του Μπολσεβικισμού, ο οποίος ήταν, σύμφωνα με τον Service, από τη φύση του αυταρχικός και απολυταρχικός.
Πρόκειται φυσικά για μια τεράστια συκοφαντία απέναντι στο κόμμα του Λένιν, το Μπολσεβίκικο κόμμα, το πιο δημοκρατικό κόμμα στην ιστορία, το οποίο ηγήθηκε της Ρώσικης Επανάστασης. Ο Σταλινισμός και οι απολυταρχικές μέθοδοι του, όχι απλά δεν ήταν συνέχεια του Μπολσεβικισμού αλλά αποτέλεσαν την μεγαλύτερη άρνηση του.
Ο Σταλινισμός δεν μπορεί σήμερα να λειτουργήσει ως πόλος έλξης, όπως το έκανε τη δεκαετία του 1930 και την πρώτη περίοδο μετά το 1945, όταν μια νέα γενιά αγωνιστών αγνοούσε, ουσιαστικά, τα εγκλήματα του. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους το έργο του Τρότσκι, στη σημερινή εκρηκτική περίοδο, μπορεί να αποτελέσει μία διέξοδο, βασισμένη στους αγώνες του για εργατική δημοκρατία, τις μεθόδους ανάλυσης του, όχι μόνο για το ζωτικής σημασίας ζήτημα του σταλινισμού, αλλά και για όλους τους αγώνες της εργατικής τάξης σήμερα.
Αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι ο Τρότσκι ήταν αλάθητος, όπως άλλωστε δεν ήταν ούτε ο Μαρξ, ούτε ο Ένγκελς ή ο Λένιν. Ήταν όμως σωστός στα βασικά ζητήματα, κάποιες μάλιστα φορές εξαιρετικά σωστός, όσον αφορά τα σημαντικότερα ζητήματα με τα οποία έρχεται σήμερα αντιμέτωπο το εργατικό κίνημα. Τρανή απόδειξη γι’ αυτό η κολοσσιαία προσφορά του μέσω της ανάλυσης της ανατομίας του φασισμού τη δεκαετία του 1930. Ακόμα και τότε ήταν έτοιμος να διορθώσει δημόσια προηγούμενες απόψεις του από τη δεκαετία του 1920, όταν ο φασισμός ακόμα ήταν καινούργιο φαινόμενο. Τότε ο Τρότσκι, όπως και πολλοί άλλοι σύγχρονοί του, έτεινε να περιγράψει με ευκολία ως “φασιστικά”, δικτατορικά καθεστώτα όπως π.χ. αυτό του Πρίμο Ριβέρα στην Ισπανία. Αργότερα, αναγνωρίζοντας το λάθος του, έδωσε ένα πολύ πιο ακριβή ορισμό του φασισμού, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου είναι ότι εξολοθρεύει τις εργατικές οργανώσεις, και διατύπωσε τις διαφορές του φασισμού με τα στρατιωτικά-βοναπαρτιστικά καθεστώτα, τα οποία αν και αντιδραστικά δεν κατάφεραν να διαλύσουν ολοκληρωτικά όλα τα δημοκρατικά δικαιώματα και οργανώσεις.
Οι Ιδέες του Τρότσκι – κάθε άλλο παρά ξεπερασμένες
Οι ιδέες του Τρότσκι δεν είναι σε καμία περίπτωση ξεπερασμένες όπως υποστηρίζουν οι υπερασπιστές και απολογητές του καπιταλιστικού συστήματος. Ο «Τροτσκισμός» είναι στην πραγματικότητα η σύγχρονη έκφραση των ιδεών του Μαρξ.
Από την εμφάνιση τους, οι μαρξιστικές ιδέες λοιδορήθηκαν από τους απολογητές του καπιταλισμού ως ανεφάρμοστες σε «δημοκρατικές» κοινωνίες, ιδιαίτερα μετά την εμπειρία του 20ου αιώνα. Αλλά αν π.χ. ο Μαρξισμός είναι τόσο ξεπερασμένος, πως γίνεται εμείς οι Μαρξιστές να κατανοούμε πολύ καλύτερα τη λειτουργία του καπιταλισμού από τους ίδιους τους υπερασπιστές του; Δεν ήταν άλλωστε αυτοί που δια στόματος Φουκουγιάμα διακήρυξαν το «τέλος της ιστορίας» αμέσως μετά την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ; Δεν ήταν η Wall Street Journal που δήλωνε το 1990 μετά την κατάρρευση του Σταλινισμού ότι «Εμείς (δηλ. ο καπιταλισμός) νικήσαμε»;
Οι Μαρξιστές βέβαια αναγνωρίσαμε το γεγονός ότι η διάλυση της σχεδιασμένης οικονομίας σαν επακόλουθο της κατάρρευσης του απολυταρχικού καθεστώτος που υπήρχε στην ΕΣΣΔ και την υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη, αποτέλεσε μία ιστορική ήττα για την εργατική τάξη διεθνώς. Έστω και στενά οικονομικά αν το δει κανείς, οι σχεδιασμένες οικονομίες στη Ρωσία και την Ανατολική Ευρώπη, παρά τις στρεβλώσεις που δημιουργούσε η γραφειοκρατία, αποτελούσαν σημείο αναφοράς, ένα μικρό παράδειγμα των δυνατοτήτων της εργατικής εξουσίας. Μία ένδειξη της υποστήριξης για τους καρπούς της σχεδιασμένης οικονομίας δόθηκε τις τελευταίες μέρες από τον Guardian, σε ένα ρεπορτάζ για το γεγονός ότι η κυβέρνηση Πούτιν σχεδιάζει να καταστρέψει στο βωμό του κέρδους τη διάσημη -και πρώτη- παγκόσμια τράπεζα σπόρων στην Αγία Πετρούπολη αναφέροντας ότι
«12 Ρώσοι επιστήμονες επέλεξαν να πεθάνουν της πείνας από το να φάνε τη μοναδική συλλογή σπόρων και φυτών που προστάτευαν για ολόκληρη την ανθρωπότητα κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Λένινγκραντ που κράτησε 900 ημέρες στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο».
Πολλοί «Μαρξιστές» είτε αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τις κοσμογονικές αλλαγές που έφερε η κατάρρευση του Σταλινισμού, είτε εγκατέλειψαν τον αγώνα. Η CWI αντίθετα, εξήγησε ότι ενώ από τη μια η κατάρρευση της ΕΣΣΔ αποτελούσε ήττα, ειδικά στο ιδεολογικό επίπεδο, την ίδια στιγμή δεν επρόκειτο για ήττα αντίστοιχη μ’ αυτή της ανόδου του φασισμού στη δεκαετία του ’30 – αφού σε καμία περίπτωση δεν είχαμε καταστροφή των εργατικών οργανώσεων όπως εκείνη που προκάλεσε ο φασισμός.
Προβλέψαμε, και ήμασταν οι μόνοι μαζί με ελάχιστους καπιταλιστές αναλυτές που έφτασαν στα ίδια συμπεράσματα εμπειρικά, όπως πχ ο Ρουμπινί, ότι οι ίδιοι μηχανισμοί που οδήγησαν τον καπιταλισμό σε ανάπτυξη μετά την πτώση του Σταλινισμού θα αποτελούσαν σε ένα επόμενο στάδιο τροχοπέδη. Θα μετατρέπονταν σε παράγοντες που θα προκαλούσαν την κρίση του.
Η τεράστια ένεση πίστωσης, πλασματικού χρήματος, οδήγησε στη μεγαλύτερη φούσκα της ιστορίας. Μας κατηγόρησαν τότε ότι ήμασταν «πρόωροι λάτρες της ύφεσης». Κάθε άλλο. Απλά μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε πότε μια κρίση του καπιταλιστικού είναι πρόσκαιρη και πότε βαθιά και καταστροφική. Το 2007 δηλώσαμε ξεκάθαρα ότι το σύστημα εισέρχεται σε μία φάση βαθιάς κρίσης και αποδείχθηκε ότι είχαμε δίκιο. Η ανάλυση μας δεν ήταν βασισμένη στην αλχημεία, την οποία συνηθίζουν οι μαθητευόμενοι οικονομικοί μάγοι του καπιταλισμού, αλλά στην επιστημονική ανάλυση του συστήματός τους.
Εδώ βρίσκεται και η αναλογία με την προσέγγιση του Τρότσκι, που επίσης βασίζονταν στις ιδέες του Μαρξ. Αν μία ιδέα εξηγεί καλύτερα την παρούσα κατάσταση, όσο «παλιά» κι αν είναι, τότε αποτελεί και τη σωστότερη μέθοδο. Ο Μαρξισμός αποδείχθηκε εσχάτως πολύ ανώτερος στο να προβλέπει γεγονότα από τους «μάντεις» της άρχουσας τάξης.
Ο Μαρξ απέδειξε ότι το καπιταλιστικό σύστημα βασίζεται στην παραγωγή με στόχο το κέρδος μιας χούφτας εκατομμυριούχων πλουτοκρατών και όχι για τις κοινωνικές ανάγκες. Η απόλυτη αντίφαση του συστήματος είναι ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να αγοράσει την πλήρη αξία αυτών που παράγει. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι η εργατική τάξη παίρνει μέσω του μισθού μόνο ένα μέρος της αξίας που δημιουργεί, το υπόλοιπο, την υπεραξία, ο Μαρξ το ονόμασε «απλήρωτη εργασία». Το σύστημα μπορεί να προχωρά όσο η υπεραξία αυτή επανεπενδύεται στην βιομηχανική παραγωγή, την επιστήμη και τις τεχνικές, δηλαδή στα μέσα παραγωγής. Ωστόσο αυτή η κατάσταση κάποια στιγμή οδηγείται σε κρίση που με τη σειρά της οδηγεί σε υπερπαραγωγή τόσο καταναλωτικών, όσο και καφαλαιουχικών αγαθών (μηχανές, εργαλεία, κοκ). Η όλη ιδέα της υπερπαραγωγής θα ήταν παράλογη για όλα τα προηγούμενα οικονομικά συστήματα, σε ένα κόσμο απόλυτης φτώχειας. Όμως η βασική κινητήρια δύναμη αυτού του συστήματος δεν είναι οι ανθρώπινες ανάγκες αλλά το κέρδος. Η πάλη για την υπεραξία είναι ο καταλύτης πίσω από τα προγράμματα λιτότητας του κεφαλαίου, που επιδιώκουν τη μείωση των μισθών και του μεριδίου του παραγόμενου πλούτου που απορροφάται από την εργατική τάξη.
Φτώχεια και δυστυχία για δισεκατομμύρια
Αυτές ήταν οι βασικές θεωρητικές επεξεργασίες της CWI στη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και στα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, που έχουν τις ρίζες τους στην ιστορική ανάλυση του Τρότσκι. Σήμερα, έρχεται η στιγμή της επιβεβαίωσης. Σχεδόν κάθε μέρα στον τύπο μπορεί κανείς να βρει στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη μαρξιστική ανάλυση. Τον Ιούλιο (σημ: του 2010) οι Financial Times έγραψαν ότι 7 εκατομμύρια βιομηχανικοί εργάτες βρέθηκαν έκτος δουλειάς στις ΗΠΑ, σαν αποτέλεσμα της κρίσης του 2007. Επίσημα στις ΗΠΑ υπάρχουν (σημ: το 2010) 15 εκατομμύρια άνεργοι αλλά η πραγματική ανεργία φτάνει τα 30 εκατομμύρια, αριθμός που αντιστοιχεί στο 20% της εργατικής δύναμης. Στην Ευρώπη, το 10% της εργατικής δύναμης κατά μέσο όρο είναι άνεργο. Στο ίδιο άρθρο υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι τα κέρδη των μεγαλύτερων εταιρειών στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 36%, σαν αποτέλεσμα της απόλυσης εκατομμυρίων εργαζομένων και της κοινωνικής μιζέριας που την συνόδευσε. Το αποτέλεσμα είναι ένα κολοσσιαίο ποσό της τάξης το 2 τρις να κάθεται στα θησαυροφυλάκια των εταιριών. Ταυτόχρονα όμως, όπως προβλέπαμε, οι ΗΠΑ βρίσκονται στο χείλος μιας νέας βουτιάς, μίας νέας, ακόμη πιο βαθιάς ύφεσης.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί δεν υπάρχει κερδοφόρα διέξοδος για τους καπιταλιστές, σε ένα κόσμο που μαστίζεται σήμερα από τρομερή έλλειψη ζήτησης. Γι’ αυτό το λόγο και δεν επενδύουν. Με αυτό τον τρόπο όμως προδίδουν «την αποστολή τους», όπως το έθεσε ο Μαρξ.
Παρά την ανισότητα και την αγριότητα που χαρακτήριζε τον καπιταλισμό από τη γένεσή του, στο παρελθόν μπορούσε τουλάχιστον να αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις – όμως αυτό σήμερα αποτυγχάνει ολοκληρωτικά να το καταφέρει.
Στην ανατολική Ευρώπη, παρά τις υποσχέσεις για οικονομική ανάπτυξη η εικόνα είναι η ίδια. Στη Ρουμανία πχ, σε ένα εργατικό δυναμικό που πλησιάζει τα 9 εκ. ανθρώπους, το 1,2 εκ. είναι άνεργοι. Μια παρόμοια εικόνα υπάρχει και στο Καζακστάν. Δεν πρόκειται απλά για μαζική έκρηξη ανεργίας, αλλά μοιάζει περισσότερο με μόνιμη ανεργία –η δήθεν αναξιόπιστη ιδέα του Μαρξ περί εφεδρικού στρατού ανέργων – που είναι σήμερα εμφανής ακόμα και σε κάποιες από τις πόλεις της Ευρώπης. Στην Αθήνα για παράδειγμα, ολόκληρες ομάδες μεταναστών και ντόπιων εργατών δεν έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν, από το να παρακαλούν για δουλειές έστω και μιας ώρας τη μέρα.
Η θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης
Μία τρομερή προειδοποίηση από την ιστορία για το τίμημα που η ανθρωπότητα θα πληρώσει αν οι τύχες της παραμείνουν στα χέρια των καπιταλιστών, δόθηκε πρόσφατα. Στην επέτειο του πολέμου της Κορέας που ο αριθμός των θυμάτων του συναγωνίζεται εκείνο του πολέμου στο Βιετνάμ, τα αρχεία αποκάλυψαν τις λεπτομέρειες της σύγκρουσης ΗΠΑ και Κίνας. Ο στρατηγός Μακ Αρθουρ, όχι μόνο είχε απειλήσει με μία «προληπτική» πυρηνική επίθεση στην Κίνα, αλλά είχε εισηγηθεί τη χρήση 30 έως 50 πυρηνικών βομβών. Μπορεί να αποστρατεύτηκε από τον τότε πρόεδρο, Τρούμαν αλλά σήμερα πόσοι άλλοι Μακ Αρθουρ υπάρχουν στο στρατόπεδο της άρχουσας τάξης που δε θα σταματήσουν απλά στις πυρηνικές απειλές αν τα συμφέροντα τους απειληθούν;
Η κριτική του Μαρξ στον καπιταλισμό που με πείσμα υπερασπίστηκε ο Τρότσκι ήταν κατά βάση πολύ απλή. Αν το σύστημα μπορέσει να προσφέρει δουλειές, σπίτια, φαγητό και να βάλει ένα τέλος στον πόλεμο, το ρατσισμό και τις εθνικές διαμάχες, τότε θα μπορέσει να διατηρηθεί. Όμως σήμερα, είναι πασιφανές ότι η ουσία του παγκόσμιου καπιταλισμού είναι ότι είναι ανίκανος να λύσει ακόμα και τις βασικές ανάγκες της ανθρωπότητας, ιδιαίτερα για τα 2/3 του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει στις νεοαποικιακές χώρες.
Η θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης του Τρότσκι ισχύει σήμερα στο ακέραιο για τις νεοαποικιακές χώρες – που ζουν στην υποανάπτυξη, την πείνα, τις δικτατορίες και τους πολέμους. Αυτό σημαίνει ότι μία «δημοκρατική επανάσταση» δεν μπορεί στη σύγχρονη εποχή να έρθει σε πέρας από τους καπιταλιστές. Τα καθήκοντα της αγροτικής μεταρρύθμισης, μιας πραγματικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η απελευθέρωση από τα οικονομικά και πολιτικά δεσμά του ιμπεριαλισμού, είναι αδύνατο να τα φέρουν σε πέρας οι αστικές τάξεις σ’ αυτές τις χώρες.
Μόνο η εργατική τάξη σε συμμαχία με τη φτωχή αγροτιά είναι ικανή να φέρει σε πέρας την εθνική – δημοκρατική επανάσταση. Αλλά ακόμα και τότε για να διασφαλίσει τη νίκη της, θα πρέπει να προχωρήσει στην εκπλήρωση των καθηκόντων του σοσιαλισμού σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Ο Σταλινισμός δεν ήταν αποτέλεσμα της Ρωσικής Επανάστασης αλλά της απομόνωσης της
Οι κυνικοί λένε «θα καταλήξετε με κάποιου είδους αιματηρή δικτατορία όπως στη Ρωσία».
Αυτό είναι ψέμα. Η Ρωσία το 1917 ήταν φωτεινός φάρος όχι μόνο για το σχεδιασμό της οικονομίας και το σοσιαλισμό, αλλά και γιατί εξάπλωνε την ιδέα της εργατικής δημοκρατίας στις εργατικές μάζες παγκοσμίως. Ο Σταλινισμός προήλθε όχι από τη Ρώσικη Επανάσταση και τις κατακτήσεις της πρώτης περιόδου αλλά από την απομόνωση της.
Κάποιοι, όπως ο Service υποστηρίζουν πως αν ο Τρότσκι ήταν νικητής στη διαμάχη του με τον Στάλιν θα εγκαθιστούσε το ίδιο καθεστώς «προσωπικής εξουσίας» όπως ο Στάλιν. Για να έκανε κάτι τέτοιο όμως ο Τρότσκι θα έπρεπε να ήταν διατεθειμένος να προδώσει το δικό του πολιτικό πρόγραμμα – την πάλη του δηλαδή για την εργατική δημοκρατία, το σοσιαλισμό και το διεθνισμό, πράγμα το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Είναι γεγονός ότι ο Τρότσκι αρνήθηκε να πάρει την εξουσία πραξικοπηματικά, όταν του το πρότεινε ο Antonov-Ovseyenko, ο κομισάριος του κόκκινου στρατού στη δεκαετία του 1920. Άλλωστε ο Τρότσκι είχε τότε πολύ μεγάλη εξουσία, μεγαλύτερη από το Στάλιν, λόγω της αποδοχής του από τον κόκκινο στρατό, όχι μόνο στις τάξεις των στρατιωτών αλλά και ακόμα και στα ανώτερα στρώματα των αξιωματικών που πολέμησαν μαζί του στον εμφύλιο και κατάφεραν να νικήσουν 21 ιμπεριαλιστικούς στρατούς.
Είναι απίστευτο ότι κάποιοι σήμερα, που μιλούν στο όνομα του Μαρξισμού, υποστηρίζουν ότι ο Τρότσκι έπρεπε να ρίξει τον Στάλιν με στρατιωτικό πραξικόπημα.
Ο Τρότσκι κατανοούσε ότι αν αποδεχόταν την «εξουσία» από αυτή την πηγή θα γινόταν τελικά αιχμάλωτος μίας ίσως χειρότερης «στρατιωτικής γραφειοκρατίας», που αναπόφευκτα θα αναπτυσσόταν, δεδομένης της απομόνωσης της επανάστασης.
Αυτό δείχνει ότι ο Τρότσκι αντιλαμβανόταν με το ίδιο τρόπο που το έκαναν και ο Μαρξ, ο Ένγκελς και ο Λένιν, ότι δε γίνεται να αναπτυχτεί ο σοσιαλισμός και ο μαρξισμός μέσα από μανούβρες, κλίκες και πραξικοπήματα. Μόνο με βάση τη συνείδηση της εργατικής τάξης, την πολιτική της κατανόηση σε κάθε στάδιο, με ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα, σωστά συνθήματα και δυνατές οργανώσεις, ο μαρξισμός και ο σοσιαλισμός μπορούν να θριαμβεύσουν.
Η CWI για παράδειγμα, υποχώρησε σε αριθμούς και δυνάμεις μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Δε θα μπορούσε να έχει γίνει διαφορετικά αν αναλογιστεί κανείς το όργιο της αστικής προπαγάνδας που ακολούθησε αυτά τα γεγονότα. Όσοι αρνήθηκαν την πραγματικότητα τσακίστηκαν από την δύσκολη αντικειμενική κατάσταση που προέκυψε εκείνη την περίοδο. Κάποιοι μάλιστα αρνήθηκαν να δουν την πραγματικότητα, βαφτίζοντας την μάλιστα ως νίκη, επειδή ο Σταλινισμός κατέρρευσε μόνος του. Δεν αναγνώρισαν ή δεν κατανόησαν τη σημασία του γεγονότος ότι αυτή η κατάρρευση πήγε χέρι-χέρι με τη διάλυση της σχεδιασμένης οικονομίας.
Οι εργαζόμενοι παίρνουν το δρόμο του αγώνα
Αυτό δε συνέβη χωρίς διασπάσεις οπορτουνιστικές ή αριστερίστικες. Αυτό άλλωστε δεν ήταν περίεργο σε μία περίοδο σαν αυτή στην οποία αναφερόμαστε. Ο Λένιν και ο Τρότσκι βίωσαν παρόμοιες μάχες την περίοδο 1907 – 1911. Όπως όμως είχαμε προβλέψει, ο καπιταλισμός θα έμπαινε σε κρίση και θα άνοιγε μία νέα περίοδος. Ο πολιτικός αγώνας, όχι μόνο τις περιόδους κορύφωσης των εργατικών κινημάτων, αλλά και σε εποχές υποχώρησης, είναι αναγκαίος για να προετοιμαστούμε για τα μελλοντικά μεγάλα γεγονότα.
Τα θαυμάσια κινήματα των Ελλήνων εργαζομένων και οι αγώνες που έρχονται στην υπόλοιπη Ευρώπη και διεθνώς, είναι μόνο ή αρχή του πολιτικού ξυπνήματος των εργαζομένων. Η Βόρεια Ευρώπη σίγουρα θα επηρεαστεί κι αυτή. Η γενική απεργία στην Ινδία τον περασμένο Ιούλιο, παρά τον περιορισμένο χαρακτήρα της αποτελεί μία εικόνα από τα όσα μέλλουν να έρθουν στον νεοαποικιακό κόσμο, όσο το βάρος της κρίσης πέφτει στους ώμους των εργατικών και φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Όλες οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη, από τις πιο δυνατές και πλούσιες, όπως η Γερμανία, μέχρι τις πιο φτωχές όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία επιβάλουν λιτότητα στους εργαζόμενους. Η αντίσταση είναι αναπόφευκτη. Από μόνη της όμως δεν είναι αρκετή. Χρειαζόμαστε ένα καθαρό πρόγραμμα και σχέδιο, όπως και καθαρά συνθήματα σε κάθε στάδιο της μάχης. Αυτό είναι που ο Τρότσκι τόνιζε ξανά και ξανά.
Έδειξε πολλές φορές ότι η εργατική τάξη, ακόμα και αν κάποιες φορές το κάνει αυθόρμητα, επιχειρεί να αλλάξει την κοινωνία. Κατά τη διάρκεια της Ισπανικής Επανάστασης, τα 4/5 της εξουσίας ήταν στα χέρια της εργατικής τάξης που τσάκισε το αρχικό πραξικόπημα των φασιστών του Φράνκο. Χωρίς όμως ένα μαζικό εργατικό κόμμα που θα δημιουργούσε ένα εναλλακτικό εργατικό – δημοκρατικό κράτος, η εξουσία χάθηκε από τα χέρια των εργαζομένων. Παρόμοια η εικόνα και στα γεγονότα της Γαλλίας το 1968, της Πορτογαλίας το 1974-75 και σε τόσες άλλες περιπτώσεις.
Παλεύοντας για το πρόγραμμα του Μαρξισμού
Ποια είναι τα διδάγματα για το σήμερα; Υπάρχει μία επείγουσα ανάγκη να δημιουργήσουμε μία νέα μαζική δύναμη που θα μπορεί να ενώσει τους αγώνες των εργαζόμενων στο συνδικαλιστικό και το πολιτικό επίπεδο. Αυτό απαιτεί ένα διπλό καθήκον το οποίο η CWI έχει θέσει στον εαυτό της από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν παλεύαμε για την αποκατάσταση των ιδεών του σοσιαλισμού μέσα στο μαζικό κίνημα και ταυτόχρονα για τη διατήρηση του ξεκάθαρου προγράμματος του Μαρξισμού – Τροτσκισμού.
Βρισκόμαστε σε μία από τις πιο εκρηκτικές περιόδους της ιστορίας. Αν η οικονομική κρίση αποδείχθηκε μεταδοτική και εξαπλώθηκε από τη μια χώρα στην άλλη, με παρόμοιο τρόπο μπορούν να εξαπλωθούν και οι σοσιαλιστικές επαναστατικές ιδέες. Η παγκοσμιοποίηση δημιούργησε το έδαφος για αυτή την εξέλιξη σε ένα επίπεδο που δε θα μπορούσε να έχει φανταστεί ούτε και ο Μαρξ. Στη Βιετναμέζικη Επανάσταση, ο ιμπεριαλισμός ανέπτυξε τη θεωρία του φαινομένου του ντόμινο, που υποστήριζε ότι αν μία χώρα χαθεί για τον καπιταλισμό θα ακολουθούσαν κι άλλες σε όλη τη ΝΑ Ασία. Μέχρι ενός σημείου αυτό έγινε πραγματικότητα.
Μία νίκη στις ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες, ακόμα και σε μία χώρα ενδιάμεσης ανάπτυξης όπως η Ελλάδα, θα έχει πολύ μεγάλη απήχηση στην Ευρώπη και όλο τον κόσμο. Η Ελλάδα έχει ήδη τεράστιο πολίτικο αντίκτυπο, παρά το γεγονός ότι αντιπροσωπεύει το 0,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Είναι η μαχητικότητα της εργατικής τάξης που αντιστέκεται και προσπαθεί να ξεπεράσει την επίθεση του κεφαλαίου, με πιο χαρακτηριστικές τις 6 γενικές απεργίες που παρακολούθησε η εργατική τάξη σε όλη την Ευρώπη.
Όλα αυτά τα γεγονότα κάνουν ξεκάθαρο ότι ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο για την εργατική τάξη στην Ευρώπη και τον κόσμο. Ο Τρότσκι που οι αντίπαλοί του -με το Robert Service να είναι απλά μία τελευταία προσθήκη στις τάξεις τους- προσπαθούν να καταδικάσουν σε πολιτική ανυπαρξία, θα επανέλθει ως μία σημαντική πολιτική προσωπικότητα, όχι μόνο για το εργατικό κίνημα αλλά και για όλη την ανθρωπότητα στην ταραχώδη περίοδο που ανοίγεται μπροστά μας.