Στις 20 Δεκέμβρη του 1956 και μετά από ένα χρόνο μαζικού μποϋκοτάζ, η τοπική νομοθεσία που επέβαλλε τον φυλετικό διαχωρισμό στα λεωφορεία της πολιτείας της Αλαμπάμα κρίθηκε αντισυνταγματική. Αυτή η πρώτη νίκη ήταν η αρχή για το ξήλωμα του «συστήματος Jim Crow» (Τζιμ Κρόου) που ήταν ο όρος που επικράτησε για να περιγραφούν μια σειρά θεσμοθετημένοι ρατσιστικοί διαχωρισμοί ενάντια στους έγχρωμους που ζούσαν στο Νότο των ΗΠΑ. Οι νόμοι που έμειναν στην ιστορία ως Jim Crow, βρίσκονταν σε ισχύ από το 1876 ως το 1965.
Ο μαύρος πληθυσμός του Μοντγκόμερι προχώρησε σε ένα τεράστιο αποφασιστικό αγώνα με την συμμετοχή περίπου 50.000 ανθρώπων, ξεπερνώντας τις βίαιες αντιδράσεις με τις οποίες ήρθε αντιμέτωπος καθώς και τη λυσσασμένη αντίδραση του πολιτικού κατεστημένου.
Με αφορμή αυτη την επέτειο αναδημοσιεύουμε παλιότερο άρθρο του σ. Ραμί Καλίλ, από το site της «Σοσιαλιστικής Εναλλακτικής», αδερφής οργάνωσης του «Ξ» στις ΗΠΑ.
Ο Αμερικάνικος Εμφύλιος Πόλεμος, ένα από τα πιο προοδευτικά γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας, έβαλε τέλος στην θεσμοθετημένη δουλεία που μέχρι τότε ήταν κομμάτι του συντάγματος των ΗΠΑ. Διαφάνηκε τότε η δυνατότητα ύπαρξης μιας κοινωνίας χωρίς λευκή υπεροχή, όμως αυτή προδόθηκε τραγικά από την άρχουσα τάξη του Βορρά έπειτα από την άγρια αντίσταση σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο από την ελίτ του Νότου. Ο ρατσισμός κωδικοποιήθηκε ρητά στο νόμο και δυο ξεχωριστοί και άνισοι τρόποι ζωής διατηρήθηκαν, ένας για τους λευκούς και ένας για τους μαύρους. Στο Νότο όλοι οι δημόσιοι χώροι παρέμειναν φυλετικά διαχωρισμένοι, από τα εστιατόρια και τα συντριβάνια ως και τα ταξί.
Η δουλεία ήταν παρελθόν, αλλά το ρατσιστικό σύστημα Jim Crow πήρε τη θέση της, συνεπικουρούμενο από τον εκφοβισμό, τη βία και τις δολοφονίες.
Τα λυντσαρίσματα χρησιμοποιήθηκαν για τη βάναυση και δημόσια τρομοκράτηση του μαύρου πληθυσμού με συγκεντρώσεις πολλές φορές να προηγούνται, συχνά με ομιλητές από το Δημοκρατικό Κόμμα. Το Δημοκρατικό Κόμμα υπήρξε ιστορικά το κόμμα των ιδιοκτητών σκλάβων. Στις δεκαετίες που προηγήθηκαν του μποϋκοτάζ στο Μοντγκόμερι το Δημοκρατικό Κόμμα του Βορρά ξεκίνησε να κάνει επιφανειακές εκκλήσεις στους μαύρους ψηφοφόρους, όμως οι Δημοκρατικοί στο Νότο (γνωστοί ως Dixiecrats) συνέχισαν να εκπροσωπούν τους λευκούς μεγαλοεπιχειρηματίες που είχαν άμεσο υλικό συμφέρον από την διατήρηση της φυλετικής ιεραρχίας.
Ο φυλετικός διαχωρισμός επέτρεψε στις εταιρείες να υπερεκμεταλλεύονται τους μαύρους εργαζόμενους δικαιολογώντας τους εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς τους. Στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα για παράδειγμα, το μέσο εισόδημα των μαύρων ήταν περίπου το μισό από αυτό των λευκών. Ο διαχωρισμός λειτούργησε επίσης ως ένα μέσο για την ενίσχυση των διαιρέσεων στο εσωτερικό της εργατικής τάξης του Νότου βάζοντας εμπόδια στην ανάπτυξη ενός ενωμένου εργατικού κινήματος.
Οι λευκοί εργαζόμενοι ήταν επίσης βάναυσα εκμεταλλευόμενοι και ήταν προς το συμφέρον των αφεντικών να τους κρατάνε ένα σκαλί παραπάνω στην κοινωνική ιεραρχία.
Υπήρξαν ηρωικές προσπάθειες για την οργάνωση των εργαζομένων στο Νότο, αλλά η άρχουσα τάξη του Νότου πέτυχε σε μεγάλο βαθμό να κρατήσει τα συνδικάτα έξω από την περιοχή της, κάτι που οδήγησε σε πολύ χαμηλότερους μισθούς και εργασιακές συνθήκες σε σύγκριση με τον Βορρά, τόσο για τους μαύρους, όσο και για τους λευκούς εργαζόμενους. Μια βασική πηγή δύναμης των βιομηχανικών συνδικάτων, οι Ενωμένοι Εργάτες Αυτοκινητοβιομηχανίας, UAW, τμήμα του Κονγκρέσου των Βιομηχανικών Οργανώσεων, CIO, βασιζόταν στην ένωση μαύρων και λευκών εργαζόμενων στην δράση ενάντια στα αφεντικά.
Στελέχη του σοσιαλιστικού κινήματος της εποχής έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην οικοδόμηση των συνδικάτων του CIO και καταλάβαιναν την αναγκαιότητα να ενώσουν τους εργαζόμενους ανεξαρτήτως φυλής, εθνικότητας ή φύλου. Οι πρωτοπόροι ακτιβιστές του συνδικαλιστικού κινήματος γνώριζαν πως η οργάνωση των εργαζομένων του Νότου ήταν ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω ανάπτυξη ενός ενωμένου και δυνατού πανεθνικού εργατικού κινήματος.
Ωστόσο, η άρνηση των ηγετών του CIO να αμφισβητήσουν τον Jim Crow και τον Μακαρθισμό κατά την διάρκεια της «Επιχείρησης Ντίξι» (όπως ονομάστηκε η συντονισμένη προσπάθεια που ξεκίνησε το 1946 το CIO να οργανώσει συνδικαλιστικά το Νότο) άφησε την εργατική τάξη του Νότου βαθιά διαιρεμένη – μια σοβαρή πληγή για το σύνολο του εργατικού κινήματος.
Προσδοκίες
Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου όταν πάνω από 500.000 μαύροι πολέμησαν –σε φυλετικά διαχωρισμένες μονάδες– και πολλοί πέθαναν ή τραυματίστηκαν πολεμώντας τους Ναζί στο όνομα της «δημοκρατίας και της ελευθερίας». Με το τέλος του πολέμου πολλοί επέστρεψαν σπίτι αποφασισμένοι να μην δεχτούν πλέον την καταπίεση.
Την μεταπολεμική περίοδο η χώρα γνώρισε την μεγαλύτερη οικονομική ανάκαμψη στην ιστορία της. Η εφεύρεση της τηλεόρασης έφερε διαφημίσεις για αυτοκίνητα, πλυντήρια και ψυγεία κατευθείαν στα σαλόνια των ανθρώπων. Πολλοί λευκοί πληρώνονταν αρκετά για να απολαύσουν τον νέο τρόπο ζωής, αλλά οι μαύροι στην μεγάλη πλειοψηφία τους δεν μπορούσαν να το κάνουν.
Την ίδια στιγμή, οι Αφροαμερικάνοι εμπνεύστηκαν από τις επαναστάσεις που λάμβαναν χώρα σε όλη την Ασία και την Αφρική και οι οποίες εκδίωκαν τους Ευρωπαίους αποικιοκράτες και δημιουργούσαν ανεξάρτητες κυβερνήσεις με επικεφαλής έγχρωμους.
Σε αυτό το περιβάλλον, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αισθάνθηκε υποχρεωμένο να εκδώσει μια απόφαση το 1954 με την οποία ακυρώνονταν οι νόμοι που επέβαλλαν ξεχωριστά σχολεία για τους μαύρους και τους λευκούς μαθητές. Αλλά με τις προσδοκίες των μαύρων να αυξάνονται, αυτή η νίκη απλώς μεγάλωσε τις απαιτήσεις για περισσότερο εκτεταμένες αλλαγές.
Το μποϋκοτάζ δεν ξέσπασε τυχαία
Οι υψηλότερες προσδοκίες και η αυξημένη αυτοπεποίθηση συνέβαλαν στην άρνηση της Ρόζα Παρκς να παραχωρήσει τη θέση της στο λεωφορείο σε έναν λευκό επιβάτη στο Μοντγκόμερι, την 1η Δεκεμβρίου του 1955. Αψήφησε έτσι θαρραλέα την τοπική νομοθεσία που επέβαλλε στους μαύρους να παραχωρούν την θέση τους στους λευκούς και συνελήφθη.
Συχνά μας λένε ότι η Ρόζα Παρκς ήταν μια κουρασμένη μοδίστρα που απλά ήθελε να ξεκουραστεί μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά – ένα άτομο που απλώς ενέργησε μόνο του. Όμως η Ρόζα Παρκς ήταν στην πραγματικότητα μια έμπειρη ακτιβίστρια. Ήταν για 13 χρόνια γραμματέας του τοπικού τμήματος της Εθνικής Ένωσης για την Πρόοδο των Έγχρωμων (National Association for the Advancement of Colored People). Μόλις 5 μήνες πριν είχε παρακολουθήσει μια εκπαίδευση δυο εβδομάδων στη «μη-βίαιη πολιτική ανυπακοή» στο Λαογραφικό Σχολείο Χαϊλάντερ που ιδρύθηκε από μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Οι μαύροι ηγέτες του Μοντγκόμερι ήταν σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένοι προς μια στρατηγική βασισμένη στη δικαστική διεκδίκηση των δικαιωμάτων των μαύρων, όμως είχαν ξεκινήσει συζητήσεις για ένα μαζικό μποϋκοτάζ των λεωφορείων αρκετά χρόνια πριν την πολιτική ανυπακοή της Ρόζα Παρκς, ιδιαίτερα μετά την επιτυχημένη διοργάνωση ανάλογου μποϋκοτάζ από τον αιδεσιμότατο Τζέμισον στην πόλη Μπάτον Ρουζ, πρωτεύουσα της πολιτείας της Λουιζιάνα, το 1953.
Η Τζο Αν Ρόμπινσον, πρόεδρος του Πολιτικού Συμβουλίου Γυναικών, WPC, είχε γράψει ένα γράμμα στον δήμαρχο του Μοντγκόμερι ένα χρόνο πριν, προειδοποιώντας πως «υπάρχει μια συζήτηση μεταξύ 25 ή και περισσότερων οργανώσεων για να σχεδιάσουμε ένα μποϋκοτάζ των λεωφορείων σε όλη την πόλη».
Όταν πια η Ρόζα Παρκς είχε συλληφθεί, η Ρόμπινσον ειδοποίησε όλα τα τοπικά στελέχη του WPC που ανέλαβαν αμέσως δράση.
Το WPC κινητοποιήσε αμέσως τα μέλη του να εκτυπώσουν και να διανείμουν 35.000 φυλάδια που καλούσαν σε 24ωρο μποϋκοτάζ των λεωφορείων. Ο Ε. Ντ. Νίξον, τοπικός αξιωματούχος της NAACP και πρόεδρος ενός τοπικού εργατικού σωματείου, έπεισε τους μαύρους ιερείς, ανάμεσα τους και έναν καινούργιο ιερέα στην πόλη, τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, να προωθήσουν το μποϋκοτάζ κατά την διάρκεια του Κυριακάτικου κηρύγματος.
Κανείς δεν ήξερε αν οι μαύροι θα μποϋκόταραν πραγματικά τα λεωφορεία την επόμενη μέρα και πολλοί έμειναν έκπληκτοι όταν ανακάλυπταν ότι ήταν ουσιαστικά άδεια!
Οι διοργανωτές αρχικά σχεδίαζαν το μποϋκοτάζ να κρατήσει μόνο μια μέρα, αλλά ο αγώνας ανέπτυξε μια δικιά του δυναμική. Το βράδυ μετά το μποϋκοτάζ, 15.000 Αφροαμερικάνοι συμμετείχαν σε μια συγκλονιστική μαζική συνέλευση, όπου ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τους ενέπνευσε να δεσμευτούν για την επέκταση του μποϋκοτάζ μέχρι να ικανοποιηθούν τα αιτήματα τους. Οι συμμετέχοντες άρχισαν άμεσα να σχηματίζουν επιτροπές και ξεκίνησαν να οργανώνουν διάφορες πτυχές της εκστρατείας.
Πριν ξεκινήσει το μποϋκοτάζ, περίπου 17.500 μαύροι την ημέρα χρησιμοποιούσαν το λεωφορείο. Οι περισσότεροι ήταν χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι που δεν είχαν τη δυνατότητα να αγοράσουν αυτοκίνητο ή να χρησιμοποιήσουν ταξί, έτσι η κοινότητα έπρεπε να αναπτύξει δημιουργικές εναλλακτικές λύσεις. Χρησιμοποιούσαν ποδήλατα, επέβαιναν μαζικά στα λιγοστά αυτοκίνητα μαύρων που ήταν διαθέσιμα ή ακόμα περπατούσαν για ώρες με ήλιο ή βροχή. Οι ακτιβιστές ανέπτυξαν ένα σύστημα χρησιμοποίησης των αυτοκινήτων που είχαν στην διάθεση τους βασισμένο στη συμμετοχή χιλιάδων εθελοντών και ξεπέρασαν τις τεράστιες υλικοτεχνικές και οικονομικές προκλήσεις.
Aντίδραση και ριζοσπαστικοποίηση
Το κίνημα αντιμετώπισε μια τεράστια αντίδραση. Ένα Συμβούλιο Λευκών Πολιτών δημιουργήθηκε για να ενθαρρύνει τους λευκούς να χρησιμοποιούν τα λεωφορεία και να αντιταχθούν στο μποϋκοτάζ, με τα μέλη του να αυξάνονται ραγδαία. Λευκοί αστυνομικοί επέβαλαν πρόστιμα για ασήμαντες παραβάσεις της κυκλοφορίας στους μαύρους οδηγούς που μετέφεραν τον κόσμο με αυτοκίνητα και συνέλαβαν πολλούς απ’ αυτούς με χαλκευμένες κατηγορίες. Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και ο ίδιος ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, που συνελήφθη για οδήγηση 5 μίλια πάνω από το όριο ταχύτητας.
Η αντίδραση των ρατσιστών και του πολιτικού κατεστημένου είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της αποφασιστικότητας της μαύρης κοινότητας να παλέψει.
Η σύζυγος του Κινγκ, Κορέττα, περιέγραψε πως τα αιτήματα του κινήματος έγιναν πιο τολμηρά.
«Στην αρχή δεν ζητάγαμε καν την κατάργηση του διαχωρισμού. Ζητάγαμε μόνο ένα πιο ανθρώπινο σύστημα διαχωρισμού στα λεωφορεία. Και όταν η αντίδραση αρνήθηκε να μας το παραχωρήσει, τότε καταλάβαμε ότι δεν θα μας παραχωρούσαν τίποτα ούτως ή άλλως. Έτσι θα μπορούσαμε να ζητήσουμε την πλήρη κατάργηση του διαχωρισμού. Και σ΄ αυτό στοχεύσαμε, κατανοώντας ότι πρέπει να πάμε μέχρι το τέλος».
Μετά από ένα μήνα, οι διοργανωτές του μποϋκοτάζ λάμβαναν μηνύματα μίσους και 30-40 οργισμένα τηλεφωνήματα την ημέρα, πολλά εκ των οποίων συνοδεύονταν με την απειλή άσκησης βίας. Τα σπίτια του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Ε. Ντ. Νίξον έγιναν στόχοι βομβιστικών επιθέσεων.
Ωστόσο, η βία απέτυχε να τρομοκρατήσει το κίνημα. Έτσι τον Φλεβάρη, οι αξιωματούχοι της πόλης άρχισαν να χρησιμοποιούν έναν νόμο της πολιτείας της Αλαμπάμα που σπάνια έμπαινε σε ισχύ και προέβλεπε την απαγόρευση να παρεμβαίνει κανείς στην λειτουργία των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Με βάση αυτό το νόμο, συνέλαβαν 89 μαύρους πολίτες που συμμετείχαν στο μποϋκοτάζ.
Ο Κινγκ καταδικάστηκε σε 368 μέρες φυλάκιση ή την πληρωμή ενός βαριού προστίμου. Οι ασφαλιστές επίσης αρνιούντουσαν την ασφαλιστική κάλυψη σε όσους μαύρους ιδιοκτήτες αυτοκινήτων ήταν γνωστό ότι μετέφεραν και άλλους μαύρους επιβάτες που έπαιρναν μέρος στο μποϋκοτάζ.
Η κύρια τοπική εφημερίδα, ο Αγγελιοφόρος της Αλαμπάμα, κυκλοφόρησε με ένα ψευδές πρωτοσέλιδο που ανέφερε ότι το μποϋκοτάζ είχε λήξει. Εντούτοις, η μαύρη κοινότητα ταχύτατα διέδωσε πως αυτό ήταν ψέμα και το μποϋκοτάζ συνεχίστηκε χωρίς διακοπή.
Πολλοί λευκοί συμμετείχαν σε συγκεντρώσεις εναντίον του μποϋκοτάζ, συμπεριλαμβανομένου ενός αριθμού οδηγών λεωφορείων που εντάχθηκαν στο Συμβούλιο Λευκών Πολιτών. Ωστόσο, η Τζο Αν Ρόμπινσον, από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του κινήματος των μαύρων επισήμανε πως
«υπήρχαν πολλοί λευκοί που συμπαθούσαν το κίνημα και θα έκαναν ότι μπορούσαν για να διορθώσουν τις αδικίες».
Πολλά γράμματα στον εκδότη του Αγγελιοφόρου της Αλαμπάμα αποκάλυψαν ευρεία συμπάθεια προς τους σκοπούς του κινήματος, με λευκούς να δηλώνουν αντίθετοι στις περιπτώσεις «αγένειας προς τους Νέγρους» και υποστηρίζοντας ότι «οι Νέγροι έχουν δικαιολογημένα παράπονα».
Μερικοί λευκοί υποστήριξαν ανοιχτά το μποϋκοτάζ παρόλο που βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον κοινωνικό εξοστρακισμό και άλλες μορφές αντεκδίκησης.
Ο Ρόμπερτ Γκράετζ, ένας λευκός πάστορας που ηγούνταν του τοπικού μαύρου εκκλησιάσματος της Λουθηρανικής Εκκλησίας της Αγίας Τριάδας, έγινε ηγέτης του αγώνα και βοήθησε το περιοδικό Time και άλλα ΜΜΕ να καλύψουν τα γεγονότα. Τελικά οι αντιδραστικοί λευκοί βάλανε βόμβα στο σπίτι του.
Ηγεσία και μαζική δράση
Το μποϋκοτάζ ήταν ένα πραγματικά μαζικό κίνημα, με δεκάδες χιλιάδες μαύρους εργαζόμενους να συμμετέχουν σε τακτικές συνελεύσεις, κάποιες φορές τη νύχτα, καθόλη τη διάρκεια της εκστρατείας που κράτησε ένα χρόνο.
Αυτές οι συνελεύσεις ήταν η ραχοκοκκαλιά του κινήματος: επέτρεψαν στους συμμετέχοντες να συντονιστούν, να ανταλλάξουν εμπειρίες και να βρουν το θάρρος να συνεχίσουν τον αγώνα.
Σε αυτές τις συνελεύσεις ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ αναδείχτηκε σε ηγετική φιγούρα. Στις ομιλίες του περιγράφονταν οι επιτυχίες και οι προκλήσεις της εκστρατείας, παρέχοντας ένα όραμα για να προχωρήσει το κίνημα μπροστά και τοποθετώντας τον αγώνα στο πλαίσιο της ευρύτερης μάχης για ισότητα και ελευθερία. Το κίνημα κέρδιζε έδαφος μέσα από ένα συνδυασμό, του θάρρους και της αυτοθυσίας δεκάδων χιλιάδων Αφροαμερικάνων, της εμπευσμένης ηγεσίας του Κινγκ και του ρόλου των οργανώσεων και των οργανωμένων ακτιβιστών στην οικοδόμηση της μαζικής δράσης.
Τα ποιητικά λόγια του Κινγκ έδιναν φωνή στους αγώνες των μαύρων:
«Έχουμε γνωρίσει την ταπείνωση, έχουμε γνωρίσει υβριστική γλώσσα, έχουμε βυθιστεί στην άβυσσο της καταπίεσης και αποφασίσαμε να εγερθούμε με μόνο το όπλο της διαμαρτυρίας».
Η στρατηγική του, του μαζικού, μη-βίαιου αλλά αποφασιστικού αγώνα ερχόταν σε αντίθεση με αυτή των περισσότερων μετριοπαθών ηγετών του NAACP που επικέντρωναν στο νομικό δρόμο, περιοριζόμενοι στις αίθουσες των δικαστηρίων, φοβούμενοι ότι η μαζική άμεση δράση θα αποξένωνε τους πολιτικούς του Δημοκρατικού και του Ρεπουμπικανικού Κόμματος.
Το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα κατάφερε πραγματικές επιτυχίες όταν σταμάτησε να περιμένει την έγκριση των «φιλελεύθερων-δημοκρατικών» πολιτικών και έδρασε συλλογικά αψηφώντας τους άδικους νόμους – ένα βασικό μάθημα και για εμάς σήμερα.
Η αυξανόμενη υποστήριξη, σήμερα, για το κίνημα Black Lives Matter δείχνει την ανανεωμένη δυνατότητα να χτίσουμε ένα ισχυρό μαζικό κίνημα ενάντια στο θεσμοθετημένο ρατσισμό και την ανισότητα.
Η έκκληση του Σον Κινγκ για ένα μαζικό μποϋκοτάζ ξεκινώντας από τις 5 Δεκεμβρίου θα μπορούσε να βοηθήσει να διευρυνθεί αυτός ο αγώνας.
Το μποϋκοτάζ των λεωφορείων στο Μοντγκόμερι δείχνει ότι θα κερδίσουμε πραγματικές αλλαγές όχι ως άτομα ή μικρές ομάδες, αλλά μέσω του χτισίματος μαζικών οργανώσεων των εργαζομένων και των καταπιεσμένων και μαζικών κινημάτων πολύ ισχυρών που να επιβληθούν στο κατεστημένο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το μποϋκοτάζ στο Μοντγκόμερι επέλεξε στρατηγικά να βάλει σαν στόχο μια μόνο μορφή διαχωρισμού και όχι ολόκληρο το σύστημα Τζιμ Κρόου. Αλλά όταν οι ακτιβιστές οργάνωσαν ένα στοχευμένο μποϋκοτάζ των ιδιωτικών εταιρειών λεωφορείων και νίκησαν, η νίκη τους είχε συνέπειες πολύ πέρα από τα λεωφορεία μιας πόλης. Έγινε μια ιστορική καμπή στον αγώνα κατά του διαχωρισμού. Ένα παρόμοιο στοχευμένο και επιτυχημένο μποϋκοτάζ σήμερα, θα μπορούσε ξανά να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση των καταπιεσμένων να παλέψουν για θεμελιακές ανατροπές.
Ο νομιμοποιημένος διαχωρισμός βασισμένος στην ιδεολογία της λευκής ανωτερότητας νικήθηκε από το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα, αλλά ο θεσμοθετημένος ρατσισμός συνεχίζει να υπάρχει.
Τα σχολεία είναι εξίσου διαχωρισμένα όσο ήταν το 1954 και η Μεγάλη Ύφεση του 2008-9 οδήγησε στην μεγαλύτερη απώλεια εισοδήματος για τον μαύρο πληθυσμό από την εποχή του Εμφυλίου Πολέμου.
Το τέλος του βαθιά ριζωμένου, δομικού ρατσισμού θα απαιτήσει το ίδιο είδος αποφασιστικής μαζικής πάλης που είδαμε στο Μοντγκόμερι. Ενώ παλεύουμε για κάθε δυνατή μεταρρύθμιση μέσα στα πλαίσια της τρέχουσας κοινωνικής τάξης, πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε πως ο μόνος τρόπος να τελειώσουμε με τον θεσμοθετημένο ρατσισμό και τις διακρίσεις είναι να τελειώνουμε με το καπιταλιστικό σύστημα.
Το κλειδί για τον τερματισμό του ρατσισμού και του καπιταλισμού είναι η οργανωμένη κοινωνική δύναμη της μαύρης εργατικής τάξης, ως μέρος ενούς ενωμένου, πολυφυλετικού και μαχητικού εργατικού κινήματος όπως αυτός του CIO στις δεκαετίες του 1930 και του 1940.
Στην πραγματικότητα ο αγώνας για την ελευθερία των μαύρων στο παρελθόν και σήμερα έχει βοηθήσει να προωθηθεί η ταξική πάλη γενικότερα. Το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα άνοιξε μια περίοδο ευρύτερης ριζοσπαστικοποίησης στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Το κίνημα Black Lives Matter σήμερα είναι η κορυφή του παγόβουνου μιας ευρύτερης ριζοσπαστικοποίησης, ιδιαίτερα ανάμεσα στη νεολαία, που ανοίγει μια καινούργια περίοδο αγώνων στην αμερικάνικη κοινωνία.