22 Απρίλη 1870: η γέννηση του Λένιν

Ο Βλαντίμιρ Ιλίτς Ουλιάνοφ, που είναι γνωστός με το ψευδώνυμο Βλαντίμιρ Λένιν, γεννήθηκε πριν ενάμιση αιώνα στις 22 Απριλίου του 1870 στην πόλη Σιμπίρσκ. Σήμερα η πόλη ονομάζεται προς τιμήν του Ουλιάνοφσκ, και βρίσκεται περίπου 900 χλμ. ανατολικά της Μόσχας, στις όχθες του ποταμού Βόλγα. Μέχρι την ηλικία των 30 είχε κερδίσει μια θέση ανάμεσα στις ηγετικές προσωπικότητες των μαρξιστών διεθνώς, και μόλις δεκαεπτά χρόνια αργότερα, μαζί με τον Λέον Τρότσκι, ηγήθηκαν της πρώτης επιτυχημένης σοσιαλιστικής επανάστασης του κόσμου.
Διαβάστε στη συνέχεια άρθρο του Ρομπ Τζόουνς, μέλους της Σοσιαλιστικής Εναλλακτικής (Sotsialisticheskaya Alternativa), τμήματος της ISA στη Ρωσία, που είχε γραφτεί με αφορμή τη συμπλήρωση 150 χρόνων από τη γέννηση του Λένιν.

Εάν σήμερα μια κυβέρνηση καταργούσε όλες τις διεθνείς συμφωνίες που περιορίζουν τα δικαιώματα των απλών ανθρώπων, έπαιρνε στα χέρια της τον έλεγχο των βασικών κλάδων της οικονομίας, εφάρμοζε ένα σύστημα εργατικού ελέγχου στη βιομηχανία και έκανε ένα κάλεσμα στους εργαζόμενους και τους αγρότες όλου του κόσμου να συνεργαστούν προς όφελος όλης της κοινωνίας, θα προκαλούσε τεράστιους τριγμούς στο σύστημα και θα είχε μαζική υποστήριξη από τους εργαζομένους και τα καταπιεσμένα στρώματα παγκόσμια. Τέτοια μέτρα εφάρμοσε η πρώτη Σοβιετική κυβέρνηση τον Νοέμβρη του 1917, υπό την ηγεσία των Μπολσεβίκων.

Η νέα Σοβιετική κυβέρνηση ήταν επαναστατική όχι μόνο στα λόγια, καθώς άλλαξε σχεδόν κάθε πτυχή της ζωής των απλών Ρώσων εργαζομένων.

Αποσύρθηκε αμέσως από τον ιμπεριαλιστικό Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (ΠΠ). Αναγνώρισε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε εκείνα τα έθνη που επιθυμούσαν να αποχωρήσουν από την πρώην Ρωσική Αυτοκρατορία. Απαλλοτρίωσε τις μεγάλες εκτάσεις γης και τις παραχώρησε στους φτωχούς αγρότες για να τις καλλιεργούν. Αρνήθηκε στην Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και σε άλλες θρησκείες να συμμετέχουν στα κρατικά ζητήματα.

Την ίδια περίοδο όπου σε άλλα αστικά-δημοκρατικά κράτη, όπως η Βρετανία, δικαίωμα στην ψήφο είχαν μόνο οι άνδρες άνω των 21 ετών που είχαν κάποια περιουσία, η νέα Σοβιετική Ρωσία εφάρμοσε την καθολική ψηφοφορία για όλους τους πολίτες, άνδρες και γυναίκες άνω των 18 ετών, εκτός από όσους/ες εμπλέκονταν σε υποθέσεις εκμετάλλευσης άλλων ανθρώπων. Η κοινωνία λειτουργούσε και διοικούνταν από ένα σύστημα Σοβιέτ, δηλαδή συμβουλίων, που αποτελούνταν από εκλεγμένους αντιπροσώπους των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών.

Η κυβέρνηση των Μπολσεβίκων ξεκαθάρισε ότι οι γυναίκες θα πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα με τους άνδρες, εφαρμόζοντας ένα μαζικό πρόγραμμα με στόχο τη μείωση του γυναικείου αναλφαβητισμού, καθιερώνοντας τις κοινωνικές κουζίνες, πλυντήρια και παιδικούς σταθμούς, με στόχο την ανακούφιση των γυναικών από το βάρος των εργασιών του νοικοκυριού. Οι νόμοι σχετικά με τον γάμο και το διαζύγιο αλλάξανε, έτσι ώστε μια γυναίκα να μπορεί να χωρίσει από τον άνδρα της, εάν το επιθυμεί. Καθιερώθηκε, επίσης, το δικαίωμα στην άμβλωση. Η Αλεξάντρα Κολλοντάι ήταν η πρώτη γυναίκα που έγινε Υπουργός για πρώτη φορά στον κόσμο.

Αποποινικοποιήθηκε η ομοφυλοφιλία, ενώ μια σειρά καλλιτέχνες και πολιτικοί υποστηρικτές της επανάστασης ήταν ομοφυλόφιλοι, όπως ο Γκεόργκι Τσιτσέριν, που διετέλεσε Κομισάριος (Επίτροπος) Εξωτερικών Υποθέσεων.

Όλοι/ες απέκτησαν δωρεάν πρόσβαση στην εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης και της ανώτατης. Ξεκίνησαν μαζικά προγράμματα εκμάθησης γραφής και ανάγνωσης. Παρέχονταν πλήρης δωρεάν 9χρονη σχολική εκπαίδευση και όσοι είχαν απολυτήριο σχολείου και ήταν 16 ετών, είχαν το δικαίωμα να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο. Μέχρι το 1921 είχαν ιδρυθεί 200 νέα πανεπιστήμια, τριπλασιάζοντας τον αριθμό τους μέσα σε 3 χρόνια. Ιδρύθηκαν εκατοντάδες σχολεία με σκοπό την εκμάθηση της γλώσσας κάθε εθνικής μειονότητας.

Η πρόσβαση στην υγεία ήταν επίσης δωρεάν για όλους/ες και κάθε είδους δομή πέρασε στο κρατικό σύστημα υγείας. Η ιατρική αντίληψη άλλαξε επίσης ριζικά. Αντί να στοχεύει απλά στη αντιμετώπιση χρόνιων ασθενειών (κυρίως για τα πλούσια στρώματα της κοινωνίας), η Σοβιετική προσέγγιση είχε ως στόχο την πρόληψη και την εξάλειψη των μολυσματικών ασθενειών που, εκείνη την εποχή, σκότωναν εκατοντάδες χιλιάδες και εκατομμύρια φτωχών ανθρώπων. Το προσδόκιμο ζωής, το οποίο ήταν στα 30 έτη το 1913 ανέβηκε στα 44 το 1926 και έως το τέλος του Β’ ΠΠ στα 60!

Πέρα από τα παραπάνω, και παρά τον εμφύλιο πόλεμο που προκάλεσαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μετά την επανάσταση, το Μπολσεβίκικο κόμμα του Λένιν κατάφερε να εκσυγχρονίσει το ρωσικό αλφάβητο, εισάγοντας το γραπτό λόγο σε αρκετές περιοχές, και αλλάζοντας το αντιδραστικό Ιουλιανό ημερολόγιο με το Γρηγοριανό που χρησιμοποιούνταν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ακόμα, καταργήθηκαν τα διαβατήρια για τις μετακινήσεις εσωτερικού.

Και φυσικά, ο Λένιν έπαιξε κεντρικό ρόλο στην ίδρυση της Τρίτης (Κομμουνιστικής) Διεθνούς, της Κομιντέρν, η οποία είχε ως στόχο το χτίσιμο επαναστατικών κομμάτων σε όλο τον κόσμο.

Τα πρώτα χρόνια

Αρκετές από τις ιδέες του Λένιν διαμορφώθηκαν όταν ήταν ακόμα μικρός, στο επαρχιακό Σιμπίρσκ. Ζούσε με την οικογένειά του σε ένα άνετο αλλά ταπεινό ξύλινο σπίτι, και ο πατέρας του ήταν σχολικός επιθεωρητής, μια θέση που χρησιμοποιούσε και για να προωθεί εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Οι τρείς μικροί Ουλιάνοφ επωφελήθηκαν από το οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο τους ωθούσε στο διάβασμα. Ο Αλεξάντερ, που ήταν ο πρωτότοκος, είχε διαποτιστεί από το επαναστατικό πνεύμα, και έγινε μέλος της «Ναρόντναγια Βόλια» (που σημαίνει «Λαϊκή Βούληση» – δήλωναν συνεχιστές των Ναρόντνικων*), οι οποίοι θεωρούσαν ότι η ατομική τρομοκρατία θα μπορούσε να οδηγήσει σε επανάσταση. Το 1887, εκτελέστηκε για τη συμμετοχή του σε απόπειρα δολοφονίας του τσάρου. Αυτό οδήγησε τον Βλαντίμιρ στο αμετάκλητο συμπέρασμα, ότι αυτές οι μέθοδοι ήταν επιβλαβείς και ότι μόνο η οργανωμένη και συνειδητή πολιτικά εργατική τάξη θα μπορούσε να φέρει σε πέρας την επανάσταση.

Όταν τον έδιωξαν από το Πανεπιστήμιο του Καζάν, μετά από προσπάθεια οργάνωσης μιας φοιτητικής διαδήλωσης, ο Βλαντίμιρ πήγε στην Αγία Πετρούπολη όπου έγινε μέλος του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (ΡΣΔΕΚ), το οποίο είχε ιδρυθεί το 1898 για να διαδώσει τις ιδέες του Μαρξ και του Ένγκελς μέσα στο ρωσικό επαναστατικό και εργατικό κίνημα. Συνελήφθη, στάλθηκε στην εξορία και μετά την απελευθέρωσή του ταξίδεψε στην Ευρώπη, όπου έπαιξε βασικό ρόλο στους Μαρξιστικούς κύκλους των Ρώσων εξόριστων. Ίδρυσε μια εφημερίδα, την Ίσκρα (Σπίθα) η οποία κυκλοφορούσε παράνομα τότε στην Ρωσία.

Το Σοσιαλδημοκρατικό κίνημα στην Ευρώπη, που στην αρχή του βασίστηκε στις ιδέες του Μαρξ και του Ένγκελς, είχε αναπτυχθεί σημαντικά. Στη Γερμανία, είχε μαζική επιρροή στα συνδικάτα καθώς και εκλεγμένους αντιπροσώπους. Ο Λένιν έτρεφε αρχικά τεράστιο σεβασμό στους «γίγαντες» της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, όπως ο Καρλ Κάουτσκι και ο Βιλχελμ Λίμπνεχτ, καθώς επίσης και στον Γκεόργκι Πλεχάνοφ, τον ιδρυτή της Ρωσικής Σοσιαλδημοκρατίας. Όμως, στην παλιά σοσιαλδημοκρατία είχαν κυριαρχήσει αυτοί που ενδιαφέρονταν περισσότερο στην κοινοβουλευτική καριέρα παρά στον επαναστατικό Μαρξισμό.

Τι να κάνουμε;

Ένα σημείο καμπής στην πολιτική διαδρομή του Λένιν, ήταν η έκδοση της μπροσούρας του «Τι να κάνουμε;» το 1902 και η διαμάχες στο 2ο Συνέδριο του ΡΣΔΕΚ το 1903. Αυτό που αρχικά φαινόταν ως μια διαφωνία πάνω σε οργανωτικά ζητήματα, στην πραγματικότητα ήταν ο διαχωρισμός του σοσιαλιστικού κινήματος της Ρωσίας σε δύο πτέρυγες, τη ρεφορμιστική και την επαναστατική.

Ο Λένιν υποστήριζε ότι το ΡΣΔΕΚ θα έπρεπε να είναι ένα κόμμα «επαγγελματιών επαναστατών» (στμ: με την έννοια των στελεχών που παλεύουν οργανωμένα, συστηματικά και με αφοσίωση για την υπόθεση της κοινωνικής ανατροπής), πειθαρχημένων, ενωμένων, οι οποίοι να δρουν με βάση το πρόγραμμα του κόμματος. Οι αντίπαλοί του, με επικεφαλής τον Γιούλι Μαρτόφ, υποστήριζαν ότι το κόμμα θα έπρεπε να είναι πιο «χαλαρό». Ήταν αρκετό, έλεγε, για ένα μέλος να συμφωνήσει με τις γενικές θέσεις του κόμματος, και όχι να συμμετέχει απαραίτητα στις δράσεις του. Ο Λένιν κέρδισε την πλειοψηφία των ψήφων – έτσι η τάση του έγιναν οι «Μπολσεβίκοι» (πλειοψηφούντες) ενάντια στους «Μενσεβίκους» (μειοψηφούντες) του Μαρτόφ.

1905

Δύο χρόνια αργότερα, στις αρχές του 1905, ξέσπασε η πρώτη Ρωσική Επανάσταση. Ο παπα-Γκαπόν, ένας ορθόδοξος ιερέας που πιθανολογείται ότι ήταν πράκτορας της αστυνομίας, προσπάθησε να κατευθύνει την οργή του κόσμου, μπαίνοντας επικεφαλής μιας μαζικής εργατικής πορείας προς τα Χειμερινά Ανάκτορα του Τσάρου στην Αγ. Πετρούπολη, για να παραδώσει ένα ψήφισμα που απαιτούσε μεταρρυθμίσεις. Η τσαρική αστυνομία άνοιξε πυρ, προκαλώντας μαζικές αντιδράσεις και ένα απεργιακό κύμα σε όλη τη Ρωσική Αυτοκρατορία, η οποία τότε περιλάμβανε και την Πολωνία και τη Φινλανδία. Τότε συγκροτήθηκαν για πρώτη φορά στη χώρα τα Εργατικά Συμβούλια (Σοβιέτ). Στα τέλη εκείνης της χρονιάς, ο Τρότσκι εκλέχθηκε Πρόεδρος του Σοβιέτ της Αγ. Πετρούπολης.

Σε αντίθεση με τον Λένιν, αρκετοί Μπολσεβίκοι δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στη «δοκιμασία» της νέας επαναστατικής κατάστασης. Ένας από αυτούς ήταν και ο Αλεξάντερ Μπογκντάνοφ, ηγετική μορφή των Μπολσεβίκων στην Αγ. Πετρούπολη, ο οποίος είχε δουλέψει συνωμοτικά για το χτίσιμο του κόμματος στην παρανομία, ωστόσο δεν μπόρεσε να κάνει «στροφή» στη μαζική δουλειά. Μιλώντας για το Σοβιέτ, το οποίο εκπροσωπούσε εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες, σαν να αποτελεί έναν ελιγμό από τον Τρότσκι, πρότεινε στους Μπολσεβίκους να παρουσιάσουν ένα τελεσίγραφο – είτε να υιοθετηθεί το Μπολσεβίκικο πρόγραμμα από το Σοβιέτ, είτε θα αποχωρούσαν. Ωστόσο, ο Λένιν αντιλαμβανόταν τη σημασία του Σοβιέτ. Υποστήριξε ότι το κόμμα θα έπρεπε να ανοιχτεί στις μάζες των νέων εργατών, για να αντιπαλέψει την συντηρητική επιρροή των κάθε είδους γραφειοκρατών.

Ο Λένιν έβγαλε ξεκάθαρα το συμπέρασμα ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει κανενός είδους εμπιστοσύνη στην φιλελεύθερη αστική τάξη, η οποία προσπαθούσε να βρει μια συμβιβαστική λύση με τον Τσάρο για να παραχωρήσει μια συντακτική συνέλευση. Οι Μενσεβίκοι ουσιαστικά στήριξαν αυτή τη γραμμή. Υποστήριξε ότι η εργατική τάξη θα έπρεπε να συνεργαστεί με τους φτωχούς αγρότες και να συγκροτήσουν μια «επαναστατική συμμαχία» για να ανατρέψουν τον Τσαρισμό και να εγκαθιδρύσουν μια πραγματική «επαναστατική δημοκρατία» (σημ: ο Λένιν εκείνη την εποχή χρησιμοποιούσε την φόρμουλα «για την δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς»). Παρόλο που το καθεστώς που θα πρόκυπτε θα ήταν μια αστική δημοκρατία, θα επέτρεπε στην εργατική τάξη να ηγηθεί ολόκληρου του λαού και ειδικά της αγροτιάς για την «απόλυτη ελευθερία, για μια συνεπή δημοκρατική επανάσταση, για τη δημοκρατία! Στην πρώτη γραμμή οι εργαζόμενοι και οι εκμεταλλευόμενοι – για το Σοσιαλισμό!». Ο Τρότσκι προχώρησε αυτό το συλλογισμό ακόμη παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι από τη στιγμή που η φιλελεύθερη αστική τάξη στη Ρωσία, όπως και σε άλλες καθυστερημένες (στην οικονομική τους ανάπτυξη) χώρες, ήταν πολύ αδύναμη και ανίκανη να υλοποιήσει τη δική της επανάσταση, όπως συνέβη στη Γαλλία και την Αγγλία, τότε θα έπρεπε η εργατική τάξη να φέρει σε πέρας αυτό το καθήκον, και μάλιστα να συνεχίσει πραγματοποιώντας τη σοσιαλιστική επανάσταση (σημ: ο Τρότσκι επεξεργάστηκε αυτή τη θέση στα πλαίσια της θεωρίας της «διαρκούς επανάστασης»).

Τα χρόνια της αντίδρασης, μετά το 1905, βρήκαν τον Λένιν να δίνει τη μάχη να διατηρήσει το κόμμα, ενάντια στις αριστερίστικες τάσεις, συμπεριλαμβανομένου του Μπογκντάνοφ, ο οποίος υποστήριζε ότι οι επαναστάτες δεν θα πρέπει να συμμετέχουν στο κοινοβούλιο. Όμως οι μεγαλύτερες προκλήσεις βρίσκονταν μπροστά.

Η προδοσία της Σοσιαλδημοκρατίας

Η Δεύτερη Διεθνής είχε στο πρόγραμμά της τη θέση ότι η εργατική τάξη σε όλες τις χώρες είχε κοινά συμφέροντα. Οπότε, ήταν σοκαριστική η στάση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών το 1914, οι οποίοι στήριξαν στο κοινοβούλιο τη χρηματοδότηση της ιμπεριαλιστικής γερμανικής πολεμικής μηχανής -με λαμπρές εξαιρέσεις τους Καρλ Λίμπνεχτ και Ότο Ρουχλ. Όταν πρωτοάκουσε αυτά τα νέα ο Λένιν, θεώρησε ότι ήταν ψέματα. Όπως φάνηκε όμως, ο Μενσεβικισμός στην κατρακύλα του προς τον ρεφορμισμό εμπεριείχε και την προδοσία του διεθνισμού. Έτσι, από όλη τη Δεύτερη Διεθνή, είχε απομείνει στα χέρια 38 αντιπροσώπων από 11 χώρες, οι οποίοι ταξίδεψαν στο Τσίμερβαλντ όπου πραγματοποιήθηκε η ομώνυμη Συνδιάσκεψη του 1915, το καθήκον να κρατήσουν τη σημαία του διεθνιστικού σοσιαλισμού ψηλά.

Στη Ρωσία, η συγκρότηση μιας επαναστατικής οργάνωσης ήταν πολύ δύσκολη, λόγω του πολέμου και της δράσης της τσαρικής αστυνομίας. Τους πρώτους μήνες του πολέμου, η δύναμη του κόμματος των Μπολσεβίκων είχε μειωθεί σε λίγες δεκάδες μέλη. Όλα τα μέλη που ήταν γυναίκες είχαν συλληφθεί. Σταδιακά όμως χτίζονταν νέες δυνάμεις, οι οποίες βέβαια ήταν ανέτοιμες για το ξέσπασμα μιας νέας επανάστασης. Λίγες μέρες πριν την 8η Μάρτη του 1917, μία αντιπροσωπεία γυναικών εργατριών προσέγγισε τους Μπολσεβίκους ζητώντας βοήθεια στην προετοιμασία της απεργίας για την παγκόσμια ημέρα της γυναίκας. Η απάντησή τους ήταν ότι θα έπρεπε να περιμένουν να συζητηθεί το ζήτημα στην Κεντρική Επιτροπή. Οι Μπολσεβίκοι δεν είχαν τον εξοπλισμό για να τυπωθούν οι προκηρύξεις για την απεργία. Τελικά τις στήριξε μια μικρή ομάδα (η «Mezhraiontsii» ή «Interborough group»), που αποτελούνταν από επαναστάτες σοσιαλδημοκράτες που τίθονταν ενάντια στον πόλεμο, τυπώνοντας προκηρύξεις «Ενάντια στον πόλεμο, τις υψηλές τιμές και την έλλειψη γυναικείων εργατικών δικαιωμάτων». Οι Μεζραγιόντσι αργότερα -υπό την επιρροή του Τρότσκι- ενώθηκαν με τους Μπολσεβίκους.

Πολλοί από τους Μπολσεβίκους ηγέτες στη Ρωσία δεν συμμετείχαν στις ιδεολογικές μάχες που δινόταν, κατά κύριο λόγο μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών που ήταν εξόριστοι στην Ευρώπη, και δεν αντιλαμβάνονταν τη σημασία των διαφορών μεταξύ Μπολσεβίκων και Μενσεβίκων. Ακόμα και μέχρι τον Απρίλη του 1917, σε 54 από τις 68 περιοχές της Ρωσίας, οι Μπολσεβίκοι και οι Μενσεβίκοι λειτουργούσαν ως ενιαίο κόμμα.

Επανεξοπλίζοντας το κόμμα

Παρόλα αυτά, η επανάσταση ζυμώνονταν. Το κόμμα των Μπολσεβίκων αναπτύσσονταν – στις αρχές του 1917 είχε περίπου 2.000 μέλη στην Πετρούπολη. Μετά την Επανάσταση του Φλεβάρη, όταν η αστική Προσωρινή Κυβέρνηση ήρθε στην εξουσία, η τοπική ηγεσία μαζί με τους Κάμενεφ και Στάλιν την υποστήριξε. Όταν επέστρεψε ο Λένιν από την εξορία τον Απρίλη, σήκωσε στις πλάτες του το καθήκον του «επανεξοπλισμού του κόμματος», όπως το ονόμασε ο Τρότσκι.

Ο Νικολάι Σουκάνοφ ήταν ένας Μενσεβίκος, ο οποίος βρέθηκε στον «Σταθμό Φινλανδίας» όταν επέστρεψε ο Λένιν στη Ρωσία. Ήταν ένας πολιτικά εχθρικός -αλλά ειλικρινής- αυτόπτης μάρτυρας, ο οποίος περιέγραψε τα όσα συνέβαιναν:

«Όταν μιλούν για την ενθουσιώδη υποδοχή του Λένιν στο Σταθμό Φινλανδίας, δεν υπερβάλουν. Τα πλήθη των στρατιωτών και των προλετάριων που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των Μπολσεβίκων ήταν γεμάτα χαρά… Η άφιξη του Μπολσεβίκου ηγέτη σημαδεύτηκε από την πομπώδη δήλωση ότι “οι φλόγα της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης είχε ήδη ανάψει”… Δεν ήταν δύσκολο να αντιληφθεί κάποιος την ανησυχία των σοσιαλιστών, συμπεριλαμβανομένων των Μπολσεβίκων, για την ομιλία του νεοαφιχθέντα Λένιν. Είχαν όλοι τους μελετήσει τον Μαρξ και τον Ένγκελς, τους δυτικούς σοσιαλιστές και καταλάβαιναν όλοι τα διαδοχικά βήματα που έπρεπε να γίνουν… Αρχικά, έπρεπε να γίνει η αστικο-δημοκρατική επανάσταση. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας τις δημοκρατικές ελευθερίες και καθώς αναπτύσσονταν ο καπιταλισμός, θα αναδύονταν η εργατική τάξη και θα γεννιούνταν ο αγώνας για τον σοσιαλισμό… Οι Ρώσοι σοσιαλιστές δεν προετοίμαζαν τον αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας, αλλά για τις μελλοντικές κοινοβουλευτικές μάχες στη Συντακτική Συνέλευση. Ο Λένιν επέστρεψε σαν τυφώνας στη Ρωσία, χαλώντας τους τα σχέδια, αποφασισμένος να αρχίσει την προετοιμασία της σοσιαλιστικής επανάστασης, μέσω της οποίας η εξουσία θα μεταφέρονταν στα χέρια του προλεταριάτου και της φτωχής αγροτιάς, στα Σοβιέτ».

Τότε έγραψε ο Λένιν τις περίφημες «Θέσεις του Απρίλη». Η εφημερίδα των Μπολσεβίκων, η «Πράβντα», τις δημοσίευσε συνοδεύοντάς τες από μια σειρά σχόλια ότι αποτελούν προσωπικές απόψεις του συγγραφέα. Δύο μέρες αργότερα, μετά την ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων, έχασε την ψηφοφορία. Ζινόβιεφ, Σλιαπνίκοφ και Κάμενεφ, στάθηκαν όλοι εναντίον του, με τον τελευταίο να δηλώνει ότι «η Ρωσία δεν είναι έτοιμη για τη σοσιαλιστική επανάσταση». Ο Ντζερζίνσκι επιτέθηκε στον Λένιν, απαιτώντας να μιλήσει εκ μέρους «των συντρόφων που έζησαν στην επανάσταση στην πράξη». Ωστόσο, ο Λένιν δεν υποχώρησε – και μέχρι τα τέλη Απρίλη είχε κερδίσει την υποστήριξη του κόμματος. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα, λέει ο Σουκάνοφ, «το Ρωσικό πολιτικό ημερολόγιο ανέβασε ταχύτητα και από τον Φλεβάρη πήγε στον Οκτώβρη».

Ο Λένιν ήταν αισιόδοξος ότι η εργατική τάξη και ειδικά η νεολαία θα τον υποστήριζε. Το κόμμα των Μπολσεβίκων αναπτύχθηκε ραγδαία κατά το 1917, καθώς οι συνθήκες για τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης ωρίμαζαν. Στα τέλη του ’17 έφτασε στα 350.000 μέλη περίπου, ενώ ήταν ολοφάνερο ότι οι φιλελεύθεροι και οι μετριοπαθείς σοσιαλιστές ήταν ανίκανοι να τερματίσουν τον πόλεμο, να επιτρέψουν την εθνική ανεξαρτησία, να συγκαλέσουν τη συντακτική συνέλευση ή να λάβουν κάποιο μέτρο υπέρ της κοινωνίας. 1 στα 5 μέλη των Μπολσεβίκων ήταν κάτω των 26 ετών, ενώ οι μισοί ήταν κάτω των 35.

Η συμμαχία με τον Τρότσκι

Όταν ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία, λίγες εβδομάδες μετά τον Λένιν, οι δύο τους έγιναν πλέον αχώριστοι πολιτικά, όντας από κοινού στην ηγεσία της επανάστασης. Οι παλαιότερες διαφορές, οι οποίες είχαν διογκωθεί σε υπερβολικό βαθμό από τους πολιτικούς τους αντιπάλους, σε σχέση με την ανάγκη για ένα «σφιχτό» επαναστατικό κόμμα και για τον «διαρκή» χαρακτήρα της επανάστασης, είχαν λυθεί στην πράξη: ο Τρότσκι πείστηκε για το δίκιο του Λένιν στο πρώτο ζήτημα και ο Λένιν θεώρησε ότι είχε δίκιο ο Τρότσκι στο δεύτερο. Εκεί που συμφωνούσαν και οι δύο, ήταν η αντίληψη ότι η επανάσταση στη Ρωσία θα μπορούσε να είναι πλήρως επιτυχημένη μόνο στα πλαίσια μιας ευρύτερης παγκόσμιας επανάστασης.

Στον Λένιν άρεσε να παραθέτει την φράση του Φάουστ: «Η θεωρία, φίλε μου, είναι γκρίζα, αλλά καταπράσινο είναι το αιώνιο δέντρο της ζωής». Χρησιμοποιούσε αυτή τη φράση όταν ήθελε να εξηγήσει το γιατί άλλαξε την προηγούμενή του θέση για τη «δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς» (σημ: δηλαδή για ένα μεταβατικό καθεστώς από τον τσαρισμό στην πορεία για την σοσιαλιστική επανάσταση). Έλεγε ότι όσοι είχαν δογματικά αποστηθίσει τη φράση, βρίσκονταν πλέον πίσω από τις εξελίξεις, είχαν «πάει με το μέρος των μικροαστών ενάντια στην προλεταριακή ταξική πάλη… και θα πρέπει να πάνε στο αρχείο με τις προ-επαναστατικές αντίκες των “παλιών Μπολσεβίκων”».

Τέτοια ζητήματα αναδεικνύουν τον πραγματικό χαρακτήρα του Λένιν, ο οποίος δεν έχει να κάνει με τον «δαίμονα», όπως παρουσιάζεται από τους αντιπάλους του, ή τη «θεοποίηση» όσων προσπαθούν να τον παρουσιάσουν ως αήττητο. Ο Λένιν έκανε λάθη, ή μπορεί να έκανε λάθος εκτιμήσεις. Όταν όμως συνέβαινε αυτό, ήταν σε θέση να αλλάξει τη γνώμη του, συνήθως μετά από έντονες συζητήσεις με τους συντρόφους του.

Ήταν αυτή η προσέγγιση, σε συνδυασμό πλέον με τη στενή συμμαχία του με τον Τρότσκι, που κατέστησε ικανό το κόμμα των Μπολσεβίκων να κερδίσει την υποστήριξη των εργατικών μαζών και των στρατιωτών, όπως εκφράστηκε στα Σοβιέτ, και να τους επιτρέψει να οδηγήσουν την Οκτωβριανή επανάσταση στη νίκη. Η νέα Σοβιετική κυβέρνηση κινήθηκε ώστε να μεταμορφώσει τη Ρωσία σε σοσιαλιστική κατεύθυνση.

Όμως οι ιμπεριαλιστές σωστά αναγνώρισαν ότι η σοσιαλιστική Ρωσία θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τους εργάτες όλου του κόσμου. Γι’ αυτό ξεκίνησαν έναν βίαιο εμφύλιο πόλεμο – τουλάχιστον 14 ιμπεριαλιστικοί στρατοί, συμπεριλαμβανομένων του Βρετανικού, του Γερμανικού, των ΗΠΑ, του Ιαπωνικού και του Γαλλικού, υποστήριξαν τις ομάδες των τσαρικών και της Λευκής Φρουράς, στην προσπάθειά τους να κάμψουν την επανάσταση. Οι ηρωικές θυσίες της εργατικής τάξης κατά τη διάρκεια του πολέμου, είχαν σαν αποτέλεσμα την εξάντλησή της. Η καθυστέρηση της παγκόσμιας επανάστασης, ειδικά μετά την προδοσία της Γερμανικής Επανάστασης από τους Σοσιαλδημοκράτες, άφησε την υπανάπτυκτη οικονομία του νέου κράτους απομονωμένη. Αυτό οδήγησε στο δυνάμωμα των αντιδραστικών δυνάμεων και τον εκφυλισμό της επανάστασης.

Η τελευταία μάχη του Λένιν

Έγιναν δύο απόπειρες δολοφονίας εναντίον του Λένιν. Η δεύτερη που ήταν πιο πετυχημένη και πραγματοποιήθηκε από τη Φάννυ Κάπλαν, μέλους του «Σοσιαλιστικού Επαναστατικού Κόμματος» το 1918, τον άφησε με μια σφαίρα στο λαιμό του, η οποία συνέβαλε στα εγκεφαλικά επεισόδια που υπέστη αργότερα πριν πεθάνει το 1924. Εκείνη την περίοδο όμως συνειδητοποίησε πως οι αντιδραστικές δυνάμεις είχαν αρχίσει να ενισχύονται στο εσωτερικό του νέου Σοβιετικού Κράτους, γύρω από την τριανδρία Ζινόβιεφ-Κάμενεφ-Στάλιν. Ο Λένιν περιέγραφε το νέο φαινόμενο σαν η επανάσταση να «έχει κολλήσει σε ένα βρώμικο, γραφειοκρατικό έλος». Αντιδρώντας σε αυτήν την κατάσταση, έκανε στον Τρότσκι την πρόταση να παλέψουν ως μπλοκ ενάντια στην αναπτυσσόμενη γραφειοκρατία, αλλά δυστυχώς η αντικειμενική κατάσταση ήταν εναντίον τους. Μέσα στην επόμενη δεκαετία αναπτύχθηκε μία γραφειοκρατική πολιτική αντεπανάσταση που οδήγησε στην τρομακτική σταλινική δικτατορία, η οποία, ενώ είχε διατηρήσει την κρατική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, ανέτρεψε πολλά από τα κοινωνικά και δημοκρατικά κεκτημένα της επανάστασης. Και τελικά την οδήγησε στην κατάρρευση και την παλινόρθωση του καπιταλισμού.

Η κληρονομιά του Λένιν

Πέρα από το ότι μαζί με τον Τρότσκι έπαιξε ηγετικό ρόλο στη Ρωσική Επανάσταση, ο Λένιν άφησε πίσω του και μια τεράστια θεωρητική και πρακτική κληρονομιά. Ανέδειξε τους λόγους για τους οποίους είναι απαραίτητο το χτίσιμο μίας ισχυρής επαναστατικής οργάνωσης με ξεκάθαρο πρόγραμμα, ικανό να ενώσει την εργατική τάξη στον αγώνα για τον σοσιαλισμό. Προειδοποιούσε πως ένα τέτοιο κόμμα δε θα χτιζόταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε όλες τις χώρες. Και επισήμανε πως οι επαναστάτες πρέπει να είναι έτοιμοι να παρέμβουν σε όλα τα «πεδία και τις πτυχές της δημόσιας ζωής και να δουλεύουν μέσα σε αυτά με νέο τρόπο, με κομμουνιστικό τρόπο».

Η ανάλυση του για τον ρόλο του κράτους ως μέσο καταστολής στις ταξικές κοινωνίες, και πάλι σήμερα με την κρίση του κορονοϊού επαληθεύεται απόλυτα, με τις καπιταλιστικές κυβερνήσεις να προσπαθούν να μας πείσουν πως «είμαστε όλοι στην ίδια βάρκα», ώστε η εργατική τάξη να πληρώσει το κόστος της οικονομικής κατάρρευσης.

Η προσέγγισή του Λένιν στα εθνικά ζητήματα, που βασίζεται στην αναγνώριση του δικαιώματος των εθνών στην αυτοδιάθεση, είναι επαναστατική ακόμα και σήμερα, που πολλές καπιταλιστικές κυβερνήσεις αρνούνται αυτό το δικαίωμα στο Κουρδιστάν, την Καταλονία, το Θιβέτ ή τη Βόρεια Αφρική.

Και φυσικά υπάρχει η εμπειρία της αντίληψης του ενιαίου μετώπου, η οποία επέτρεψε στους Μπολσεβίκους, μέσω των Σοβιέτ, να χτίσουν ένα ισχυρό, ενωμένο κίνημα ικανό να ανατρέψει τον καπιταλισμό.

Αλλά πάνω απ’ όλα, ίσως βρίσκεται η προσέγγιση του Λένιν στον επαναστατικό μαρξισμό, που δεν τον αντιμετώπισε ποτέ δογματικά, αλλά τον ανέπτυξε συνδυάζοντάς τον με τη ζωντανή εμπειρία, σχολιάζοντας:

«Όποιος περιμένει μια “καθαρή” σοσιαλιστική επανάσταση, δε θα ζήσει ποτέ να τη δει. Ένα τέτοιο άτομο στηρίζει στα λόγια την επανάσταση χωρίς όμως να καταλαβαίνει πραγματικά τι πραγματικά είναι μια επανάσταση».

_________

*Ναρόντνικοι (λαϊκοί) ήταν το πολιτικό κίνημα στη Ρωσία που σχετιζόταν κυρίως με τα αγροτικά στρώματα και είχε επιρροές από τον αναρχισμό. Η μετεξέλιξη τους ήταν το κόμμα των Σοσιαλ-επαναστατών


Η λειτουργία της σελίδας xekinima.org και του “Ξ” βασίζεται αποκλειστικά στην οικονομική ενίσχυση μελών και φίλων. Στηρίξτε κι εσείς την προσπάθειά μας, έστω και με ένα μικρό ποσό ή γραφτείτε συνδρομητές στην ηλεκτρονική έκδοση της δεκαπενθήμερης εφημερίδας μας!

Εάν θέλεις να παλέψεις για την ανατροπή του συστήματος και για μια πραγματικά σοσιαλιστική κοινωνία, έλα σ’ επαφή με το “Ξ” πατώντας εδώ

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,282ΥποστηρικτέςΚάντε Like
989ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
436ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα